Είναι γνωστή η -τολμηρή στην εποχή της (1923)- τοποθέτηση του Κέινς υπέρ της «ευθανασίας του ραντιέρη», ήτοι του εισοδηματία που ζει από τους τόκους των αποταμιεύσεών του. Ο Κέινς πρότεινε μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων και υψηλού πληθωρισμού που θα καθιστούσαν όσο γίνεται πιο περιττούς τους εισοδηματίες του τόκου. Η κυβέρνηση βρίσκεται στον αντίποδα ακόμη κι αυτής της μετριοπαθούς «εισήγησης». Αντί της ευθανασίας του ραντιέρη, ανοίγει το δρόμο για την ευθανασία του ιδιοκτήτη πρώτης κατοικίας.

Για πρώτη φορά από το 2010, οπότε θεσπίστηκε ο Νόμος Κατσέλη προσφέροντας μια ελάχιστη προστασία στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ανοίγει ο δρόμος για μαζικούς πλειστηριασμούς ακινήτων. Το πάγωμα των πλειστηριασμών ανεστάλη οριστικά από 1/11.  Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι υπάρχει άτυπη συμφωνία με τις τράπεζες για αποφυγή πλειστηριασμών μέχρι το τέλος του έτους. Μέχρι τότε, όμως, και ενδεχομένως πριν την έναρξη της πρώτης αξιολόγησης (15/11), θα πρέπει να έχει καταλήξει σε συμφωνία με τους δανειστές για το δραστικό περιορισμό των όρων προστασίας, με μείωση των ορίων αντικειμενικής αξίας πρώτης κατοικίας και προσθήκη κριτηρίων εισοδήματος και ύψους οφειλής.

Οι δανειστές προτείνουν μείωση του ορίου για το ακατάσχετο στις 120.000 αντικειμενική αξία και στις 120.000 χρέος, με εισόδημα στα επίπεδα του ορίου φτώχειας (από 9.000 για άγαμο μέχρι 24.000 για οικογένεια με τρία παιδιά). Η κυβέρνηση ανεβάζει κάπως τα όρια (200.000-300.000 αντικειμενική, 200.000 οφειλή και εισόδημα 35.000). Αλλά αυτή η πρόταση δεν είναι παρά το ισχύον πλαίσιο από το 2013 (νόμος Χατζιδάκη), που με την απελευθέρωση των πλειστηριασμών σημαίνει ότι, στην καλύτερη περίπτωση, 100.000 νοικοκυριά, από τα 300.000 με στεγαστικά σε καθυστέρηση, θα βρεθούν για πρώτη φορά αντιμέτωπα με την απειλή κατάσχεσης. 

 

Κατάσχεση με…όλους τους τρόπους

Ωστόσο, η έκθεση στον κίνδυνο της κατάσχεσης γίνεται με δύο ακόμη τρόπους: 

Πρώτον, μέσα από τις αλλαγές στο Νόμο Κατσέλη που έχουν ήδη δρομολογηθεί με την ψήφιση του τρίτου Μνημονίου: Τα δικαιολογητικά για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του έχουν διευρυνθεί, αφού ζητείται πλήρες περιουσιολόγιο ακόμη και των ανηλίκων τέκνων. Οι φάκελοι των υπερχρεωμένων προελέγχονται από τις γραμματείες των Ειρηνοδικείων, και σε περίπτωση ελλείψεων μπαίνουν στο αρχείο. Η συζήτηση των αιτήσεων πρέπει να προσδιορίζεται υποχρεωτικά σε έξι μήνες, κι έτσι χάνεται η άτυπη ασυλία που προσέφεραν οι απόμακρες χρονολογίες συζήτησης, λόγω φόρτου των δικαστηρίων (σ.σ. ουδέν κακόν αμιγές καλού). Καθιερώνεται κριτήριο δαπανών εύλογης διαβίωσης που κλιμακώνονται από 537 για έναν ενήλικα, μέχρι 2.000 ευρώ για ζευγάρι με τρία παιδιά. Όσοι έχουν καταθέσει αιτήσεις υποχρεούνται να προσκομίσουν νέα δικαιολογητικά κι όσοι έχουν πάρει δικάσιμο μετά τις 19/8/2018 υποχρεούνται να ζητήσουν από τα Ειρηνοδικεία νέα δικάσιμο νωρίτερα. Τέλος, οι νέες προσωρινές διαταγές (για απαγόρευση κατασχέσεων) θα έχουν ισχύ μόνο έξι μηνών. Έτσι, οι δικαιούχοι προστασίας της πρώτης κατοικίας τους περιορίζονται δραστικά. 

Δεύτερον, μέσα από την απελευθέρωση της πώλησης δανείων στα distress funds («επενδυτικά κεφάλαια δυστυχίας»). Το Μνημόνιο περιλαμβάνει ρητή δέσμευση ότι «το ΤΧΣ σε συνεργασία με την ΤτΕ θα παράσχει ανάλυση, με σκοπό τον περιορισμό των μη κανονιστικών περιορισμών και εμποδίων […] για την ανάπτυξη μιας δυναμικής αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων». Μια μεγάλη ομάδα διεθνούς «φήμης» τέτοιων κεφαλαίων (Dromeus Capital, Paulson, Αpollo Management, Cerberus, Fortress, Baubost, η Strategic Value, Third Point κ.ά.) εδώ και καιρό πετούν σαν γύπες πάνω από τη λεία τους, τα 107 δισ. κόκκινων δανείων, τα οποία διεκδικούν στο 10% - 50% της αξίας τους. Στόχος τους είναι να κερδοσκοπήσουν από τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων που θα κατασχέσουν. Η πρώτη τους προτεραιότητα είναι τα επιχειρηματικά δάνεια, αλλά μια ομάδα distress funds ενδιαφέρεται ειδικά για το real estate, κι έκανε συστηματικό lobbying υπέρ της απελευθέρωσης των πλειστηριασμών - αποτελεσματικό, κατά τα φαινόμενα...

Η κυβέρνηση προσπαθεί να σώσει τα προσχήματα αναζητώντας  άλλον έναν… έντιμο συμβιβασμό στο θέμα των κόκκινων στεγαστικών. Αναζητεί υποστήριξη πότε στον Γάλλο πρόεδρο Ολάντ, πότε στον επίτροπο Μοσκοβισί.  Όμως, περιθώρια «έντιμου συμβιβασμού» δεν υπάρχουν, όταν έχει προηγηθεί η ανέντιμη παράδοση του δικαιώματος στην κατοικία στους γύπες των αγορών. Η εμπειρία της Ισπανίας είναι χαρακτηριστική. Η απελευθέρωση των πλειστηριασμών και η ενεργοποίηση των distress funds οδήγησε στο ρεκόρ των 119.000 κατασχέσεων το 2014. Αυτό, στη χώρα που ο ESM διέσωσε τον τραπεζικό της τομέα με 41 δισ. ευρώ. Γιατί να συμβεί κάτι διαφορετικό στην Ελλάδα, όπου η τρίτη ανακεφαλαίωση ανεβάζει το λογαριασμό διάσωσης των ελληνικών τραπεζών στα 215 δισ. από το 2008;  

Ετικέτες