Οι προεδρικές εκλογές του επόμενου Φεβρουαρίου διεξάγονται μέσα σ ένα εντελώς νέο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από την αποδοχή του μνημονίου.
Με το μνημόνιο η τραπεζική κρίση μετατρέπεται σε κρίση του δημόσιου χρέους. Τα ελλείμματα που δημιούργησαν οι τράπεζες, οι οποίες χρησιμοποίησαν τις καταθέσεις κυπρίων και ξένων για κερδοσκοπικούς σκοπούς, καλείται τώρα να πληρώσει ο φορολογούμενος πολίτης. Με το μνημόνιο, το δημόσιο χρέος στην Κύπρο, το οποίο μέχρι πρόσφατα ήταν κατά πολύ χαμηλότερο από το μέσο δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη, υπολογίζεται να φθάσει στο 130%, ένα ποσοστό που είναι αμφίβολο αν είναι βιώσιμο.
Οι όροι του μνημονίου είναι ιδιαίτερα επαχθείς για τους εργαζόμενους. Το εργατικό και κοινωνικό κεκτημένο των τελευταίων δεκαετιών εξανεμίζεται και η κοινωνία οπισθοδρομεί στις συνθήκες που ακολούθησαν την εισβολή του 1974. Το μνημόνιο ουσιαστικά καταργεί την ΑΤΑ, μειώνει δραστικά μισθούς και συντάξεις, επιμηκύνει τα όρια συνταξιοδότησης και ανοίγει το δρόμο για ξεπούλημα κερδοφόρων ημικρατικών οργανισμών – αν όχι άμεσα, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα.
Συντεταγμένα, η τρόικα και η οικονομική ολιγαρχία στην Κύπρο επιβάλλουν πολιτικές που αποφεύγουν την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων της κυπριακής οικονομίας (υπερτροφικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, φορολογικός παράδεισος για τα κέρδη και το συσσωρευμένο πλούτο, τουριστική βιομηχανία που καταστρέφει το περιβάλλον και ως εκ τούτου το ίδιο της το προϊόν κ.λπ.). Αυτές οι πολιτικές, όπως και στην υπόλοιπη Νότια Ευρώπη, οδηγούν σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης, δημόσιου χρέους/εξυπηρέτησης των συμφερόντων των δανειστών και εν τέλει στον ενταφιασμό κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Σύσσωμες οι πολιτικές δυνάμεις της Δεξιάς κραύγαζαν υπέρ της αναγκαιότητας συνομολόγησης του μνημονίου, κριτικάροντας «από τα δεξιά» το ΑΚΕΛ για αργοπορία και απροθυμία στη λήψη μέτρων. Η υπογραφή του μνημονίου ανοίγει το δρόμο στον Αναστασιάδη, ο οποίος φαντασιώνεται πως θα εφαρμόσει ανενόχλητος τα νεοφιλελεύθερα σχέδια του έχοντας και την νομιμοποίηση της πολιτικής του ήδη έτοιμη.
Η ΕΔΕΚ κινήθηκε στο ίδιος μήκος κύματος με τη δεξιά, όπως και ο υποψήφιος που στηρίζει, Γ. Λιλλήκας.. Η όψιμη μετακίνηση του τελευταίου, που επιδίδεται τώρα σε αντιμνημονιακές δηλώσεις, διαπνέεται από καιροσκοπισμό και δημαγωγικό πνεύμα. Άλλωστε, ο συγκεκριμένος υποψήφιος, όπως φαίνεται και από το παρελθόν του, επιδεικνύει έφεση στις οβιδιακές μεταμορφώσεις.
Η κυβέρνηση Χριστόφια βρέθηκε εγκλωβισμένη στην πολιτική διαχείριση της κρίσης και επέλεξε καθ’ όλη τη διάρκεια της πενταετίας να αποφύγει τις οδυνηρές συνέπειες μέχρι τη λήξη της θητείας της. Τα ισοδύναμα μέτρα που αντιπρότεινε είναι σε αντιλαϊκή κατεύθυνση. Οι «κόκκινες γραμμές» που είχε θέσει στη διαπραγμάτευση με την τρόικα ήταν συχνά αυτές της εργοδοσίας (π.χ. ο εταιρικός φόρος). Η κυβέρνηση δεν τόλμησε να συγκρουστεί με αυτούς που προκάλεσαν την κρίση και συσσώρευσαν τεράστια κέρδη το προηγούμενο διάστημα.
Ο Μαλάς είναι μια επιλογή συνθηκολόγησης με τη Δεξιά και την εργοδοσία Αποδυναμώνει συνολικά την αριστερά, εγκλωβίζει σε αδράνεια τη βάση του ΑΚΕΛ και της ΠΕΟ, δεν εγγυάται με κανέναν τρόπο την υπεράσπιση των συμφερόντων του λαού και της εργατικής τάξης και σπέρνει αυταπάτες ότι είναι δυνατό στις συνθήκες αυτής της κρίσης να διασφαλιστεί το κοινωνικό κεκτημένο χωρίς ρήξη με τις κεντρικές επιλογές της αστικής τάξης.
Είναι μέσα σε αυτές τις συνθήκες που η ΕΡΑΣ καλείται να πάρει θέση για τις προεδρικές εκλογές.
Χωρίς αμφιβολία, στην παρούσα συγκυρία οφείλαμε να έχουμε δικό μας υποψήφιο/υποψήφια για να εκφράσει δυναμικά τις ιδέες και τις δυνάμεις της ευρύτερης ριζοσπαστικής αριστεράς . Δεδομένου όμως ότι η ΕΡΑΣ είναι μια νεοσύστατη Επιτροπή κρίναμε ότι δεν έχουμε αυτήν την στιγμή την οργανωτική δυνατότητα και τους πόρους για να πραγματοποιήσουμε μιαν προεκλογική εκστρατεία.
Το θέμα της στάσης της ΕΡΑΣ στις προεδρικές εκλογές συζητήθηκε σε πρόσφατη γενική συνέλευση. Με δεδομένο ότι η ΕΡΑΣ αποτελεί μια συλλογικότητα ομάδων και ατόμων που δεν λειτουργεί στη βάση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού όταν η ομοφωνία δεν είναι εφικτή, αλλά και του σεβασμού στην άποψη της μειοψηφίας ακόμα σε συνθήκες ενισχυμένης πλειοψηφίας, αποφασίστηκε όπως καταγραφούν οι θέσεις που εκφράστηκαν:
Σύμφωνα με την άποψη της πλειοψηφίας, η υποψηφιότητα Μαλά δε συνιστά αριστερή πρόταση, το ΑΚΕΛ πασχίζει να πείσει τους ψηφοφόρους του ότι εκπροσωπεί επάξια βασικές αρχές του κόμματος, ενώ ο ίδιος ο Μαλάς φρόντισε με δεξιές τοποθετήσεις του να δώσει το στίγμα της πολιτικής του ατζέντας. Η κριτική στήριξη στο Μαλά δεν μπορεί να λειτουργήσει σαν τακτική ενίσχυσης -γενικά και αόριστα- κάποιας αριστερής καταγραφής, μόνο και μόνο επειδή στηρίζεται από το ΑΚΕΛ. Αυτό θα ίσχυε μοναχά εάν η πολιτική του πρόταση προετοίμαζε στοιχειωδώς το έδαφος της ταξικής αντιπαράθεσης στις μνημονιακές πολιτικές. Υπό αυτές τις περιστάσεις, για την πλεοψηφία δεν δικαιολογείται η στήριξη κανενός υποψηφίου.
Η άποψη που μειοψήφησε υποστηρίζει πως η εκλογική μετατόπιση στην Κύπρο γίνεται προς τα δεξιά και η εξασθένιση του ΑΚΕΛ δεν βελτιώνει τους όρους της ταξικής πάλης που εντείνεται και θα ενταθεί πολύ περισσότερο με την εφαρμογή του μνημονίου. Με αυτά τα δεδομένα, η καταψήφιση της δεξιάς και η κριτική στήριξη στον Μαλά είναι η σωστή επιλογή, παρά τις διαφωνίες με τις πολιτικές του κατευθύνσεις. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι υποστηρίζεται με οποιοδήποτε τρόπο η αναστολή της δράσης της ΕΡΑΣ για τη συγκρότηση ενός μετώπου κοινωνικής αντίστασης ενάντια στις πρόνοιες του μνημονίου.
Σε κάθε περίπτωση, η ΕΡΑΣ θα συνεχίσει την προσπάθεια της για να οργανωθεί με τους μαζικότερους δυνατούς όρους η αντίσταση στο μνημόνιο. Είναι επιτακτική ανάγκη να συγκροτήσουμε ένα ευρύ, κοινωνικό μέτωπο αντίστασης. Απευθυνόμαστε σε κάθε αριστερό αγωνιστή και αγωνίστρια, σε κάθε μαχητικό συνδικαλιστή και συνδικαλίστρια, σε κάθε άτομο που θίγεται από τις πολιτικές λιτότητας και την κοινωνική αδικία να συνταχθεί και να παλέψει μαζί μας.
1η Δεκεμβρίου 2012