Βαδίζουμε σε μια εκλογική αναμέτρηση που το αποτέλεσμά της θα είναι κρίσιμο για το πολιτικό τοπίο στο οποίο θα κινηθούμε την επόμενη περίοδο.
Για την αστική τάξη και τους διεθνείς της συμμάχους, είναι κρίσιμο η κάλπη να βγάλει μια κυβέρνηση η οποία θα αποδειχθεί ικανή να εφαρμόσει το βάρβαρο Μνημόνιο 3, αλλά και να απορροφήσει τους κοινωνικούς κραδασμούς και τις αντιδράσεις που αυτό θα προκαλέσει.
Γύρω από τα δίπολα «ευρώ και όχι καταστροφική επιστροφή στη δραχμή», «πακέτο διάσωσης και όχι χρεοκοπία», επιχειρείται να εμπεδωθεί μια πλατιά μνημονιακή συναίνεση, η εμπέδωση του θατσερικού «Δεν Υπάρχει Εναλλακτική», που περιορίζει την κεντρική πολιτική αντιπαράθεση στο ασφυκτικά στενό πλαίσιο του ποιος μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα το μνημόνιο.
Καλύτερο «όχημα» για να επιβληθεί στην κοινωνία αυτή η μνημονιακή συναίνεση είναι ο «Μεγάλος Συνασπισμός» και η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, μια προοπτική για την υλοποίηση (άμεσα ή μεσοπρόθεσμα) της οποίας εργάζονται και τα διεθνή και τα ντόπια κέντρα του αστισμού.
Αυτή η προσπάθεια σταθεροποίησης ωστόσο γίνεται σε συνθήκες απόλυτης ρευστότητας και έντασης της πολιτικής κρίσης. Αυτή αποτυπώνεται ήδη στα μικρότερα κόμματα: Το κόμμα του ΓΑΠ αδυνατεί ακόμα και να κατέβει στις εκλογές, τα απομεινάρια της ΔΗΜΑΡ διασκορπίζονται προς το ΠΑΣΟΚ ή προς τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το μνημόνιο δείχνει πως «καταβρόχθισε» ένα ακόμα κόμμα, τους ΑΝΕΛ. Αποτυπώνεται και στη μαζική τάση προς την αποχή και τη δημοσκοπική έκρηξη των αναποφάσιστων (που έχει στο φόντο κυρίως την «αιμορραγία» του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την αδυναμία της ΝΔ να «ηγεμονεύσει»). Σύμπτωμα αυτής της κρίσης είναι και η προοπτική εισόδου του Βασίλη Λεβέντη στη βουλή. Είναι ένα μικρό δείγμα του σκηνικού πολιτικής σήψης που μπορεί να διαμορφωθεί σε τέτοιες συνθήκες, αλλά και τμήμα της προσπάθειας της κυρίαρχης τάξης να στραφεί η αγανάκτηση στην επιλογή της -ακίνδυνης για το σύστημα κι επικίνδυνης πολιτικά- «μούτζας», και όχι στα αριστερά.
Το επόμενο διάστημα αναμένεται να κυριαρχήσει το δίλημμα «ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ» που θα παίρνει όλο και πιο πολωτικό χαρακτήρα όσο πλησιάζουμε στην κάλπη.
Η πρωτιά της ΝΔ είναι μια απειλή που απασχολεί κάθε αριστερό, προοδευτικό αγωνιστή. Αλλά είναι απειλή για την οποία την κύρια ευθύνη φέρει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που «νεκρανάστησε» τους ηττημένους του δημοψηφίσματος -ακριβώς την επομένη της βαριάς ήττας τους, με τη μετατροπή του «ΟΧΙ» σε «ΝΑΙ»- και που πολιτεύεται πλέον με πρόγραμμα το μνημόνιο.
Γι’ αυτό και το πλέον κρίσιμο επίδικο σε αυτές τις εκλογές, πιο κρίσιμο από το «ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ», είναι το «ΝΑΙ ή ΟΧΙ», είναι να εκφραστεί πολιτικά από την Αριστερά το «ΟΧΙ» στα μνημόνια και τη λιτότητα, που ανάμεσα στα άλλα είναι και προϋπόθεση για να φράξουμε το δρόμο στους ναζήδες της ΧΑ.
Σε αυτόν το στόχο, δεν βοηθά καθόλου η στάση του ΚΚΕ, που προτιμά να βάλει στο στόχαστρό του τη Λαϊκή Ενότητα, επιχειρώντας απλά να κερδίσει ψήφους που εγκαταλείπουν τον ΣΥΡΙΖΑ από τα αριστερά.
Σε αυτές τις εκλογές, η Λαϊκή Ενότητα θα επιχειρήσει να κρατήσει αναμμένη τη φλόγα της εναντίωσης στα μνημόνια, να δώσει τη μάχη του ΟΧΙ μέχρι τέλους, να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα της ανατροπής, την προοπτική της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης.