Ανακοίνωση του Κόκκινου Δικτύου για την εκλογική αναμέτρηση και τις μάχες μετά από αυτή.

Ποια είναι η διακύβευση αυτών των εκλογών; Τη διακήρυξε ο Αλέξης Τσίπρας, δικαιολογούμενος γιατί τις αποφάσισε: για να πετάξει τα «βαρίδια» του ΟΧΙ από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, να αποκτήσει μια Κ.Ο. «συμπαγή» για την υλοποίηση του τρίτου μνημονίου, που αυτός υπέγραψε με τους δανειστές και ψήφισε στη Βουλή μαζί με τα παλιά μνημονιακά κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι). Πολύ απλά: ο Αλέξης Τσίπρας και ο «ΣΥΡΙΖΑ του Μαξίμου» ήθελαν με τις εκλογές να περιθωριοποιήσουν τα ΟΧΙ στο τρίτο μνημόνιο, να έχουν λυμένα τα χέρια τους για να το υλοποιήσουν. Γι’ αυτό το λόγο χαιρέτισαν την προκήρυξη των εκλογών σαν ευκαιρία για «διεύρυνση της πολιτικής στήριξης στη συμφωνία» και σαν «μέρος της λύσης και όχι της κρίσης στην Ελλάδα» ο εκπρόσωπος του Γιουνκέρ και η Άνγκελα Μέρκελ αντίστοιχα.   

Αν αυτός είναι ο (διακηρυγµένος) στόχος των εκλογών, είναι φανερό ότι η µάχη των εκλογών και η έκβασή της δεν µπορεί να αφήσει κανένα αγωνιστή και αγωνίστρια της Αριστεράς και του κινήµατος αντίστασης στα µνηµόνια αδιάφορο. Το στοίχηµα αν θα επιβληθεί ένα πολιτικό πλαίσιο µνηµονιακής «τάξης» και θα περιθωριοποιηθούν, πολιτικά αλλά στη συνέχεια και κινηµατικά, οι δυνάµεις του ΟΧΙ, είναι κορυφαίας-«υπαρξιακής» σηµασίας.

Πώς πρέπει να δώσουµε αυτή τη µάχη; Ποιοι είναι οι στόχοι και ποια είναι τα µέσα;

Όχι στη µνηµονιακή σταθεροποίηση

Ο στόχος μας είναι να αποτρέψουμε τη δημιουργία ενός πλαισίου μνημονιακής «τάξης» και σταθερότητας. Με ένα εκλογικό αποτέλεσμα που δεν θα επιβραβεύει τον κυνισμό του μνημονιακά μεταλλαγμένου ΣΥΡΙΖΑ και την «αριστερή» εκδοχή του «Δεν υπάρχει εναλλακτική», που θα αναγκάσει το αστικό-μνημονιακό μπλοκ να εκτεθεί στο μέγιστο βαθμό με τη μνημονιακή κυβέρνηση συνεργασίας που είναι κοινό μυστικό ότι θα δημιουργηθεί ύστερα από τις εκλογές. Ώστε αυτή η κυβέρνηση να είναι κατά το δυνατόν ασταθής και αδύναμη, λιγότερο ανθεκτική στις πολιτικές και κοινωνικές αντιστάσεις του κινήματος και της Αριστεράς και να πέσει πιο γρήγορα.

Ο στόχος αυτός μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί μόνο με ένα θετικό εκλογικό αποτέλεσμα για τη Λαϊκή Ενότητα, το πολιτικό μέτωπο που συμβολίζει, συμπυκνώνει και εκφράζει -έστω και με τις αναπόφευκτες πολιτικές και οργανωτικές αδυναμίες της τωρινής του συγκρότησης- την κοινωνική και πολιτική δυναμική των αγώνων ενάντια στη λιτότητα και τα μνημόνια. Τη μόνη πολιτική δύναμη που έχει υιοθετήσει ως στόχο να διατηρήσει ανοιχτό το κοινωνικό και πολιτικό «ρήγμα» μνημόνιο - αντιμνημόνιο, να μην επιτρέψει στο αστικό - μνημονιακό πολιτικό σύστημα να ανασυνταχτεί ξεπερνώντας την κρίση του, να κρατήσει ανοιχτή την προοπτική κατάργησης των μνημονίων και ανατροπής της λιτότητας, να δώσει μια πολιτική εναλλακτική λύση ανατροπής στο σκληρό σήμερα και όχι στο απώτατο μέλλον της λαϊκής εξουσίας όπως επαγγέλλεται η ηγεσία του ΚΚΕ.  

Το ταξικό µέτωπο του ΟΧΙ

Στη διάρκεια της εβδομάδας του δημοψηφίσματος, αναδύθηκαν από τις υπόγειες διαδρομές των κοινωνικών διεργασιών και τέθηκαν αντιμέτωπα δύο κοινωνικά και πολιτικά μπλοκ.

Από τη µια, το άρχον κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ, με τα κόμματά του και τους μηχανισμούς του (με κυρίαρχο στην προκείμενη περίπτωση το ρόλο των μίντια), αλλά και τα κοινωνικά του στηρίγματα, τις κοινωνικές τάξεις, τις μερίδες τάξεων, τις ομάδες και τα λόμπι που το συγκροτούν: από τον ΣΕΒ και τα επιμελητήρια της μεσαίας αστικής τάξης, τους άπληστους μεγαλοεμπόρους, το μειοψηφικό αλλά υπαρκτό τμήμα της νεολαίας του start up και του life style, τους επαγγελματίες της ιδεολογίας του κέρδους και της ισχύος, τους μικροαστούς της «κατσαρόλας»  και τους  kapo της εργασιακής ιεραρχίας.

Από την άλλη, το κοινωνικό μπλοκ των υποτελών αλλά όχι υποταγμένων τάξεων και στρωμάτων: οι άνεργοι, οι μισθωτοί του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας, τμήμα των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρομαγαζατόρων.  

Όταν το άρχον κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ ορθώθηκε σαν ένας άνθρωπος απέναντί τους, ενωμένο από το ταξικό μίσος και το ιδεολογικό τσιμέντο της ιδιοκτησίας, του κεφαλαίου και της απληστίας, ο «δικός μας λαός» αναγνώρισε τον αντίπαλο και αναγνώρισε έτσι τον εαυτό του.

Το κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ εξουσίας του «Μένουμε Ευρώπη» και του ΝΑΙ, από τη μια, και το εν δυνάμει κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ εξουσίας των δυνάμεων του ΟΧΙ αποτέλεσαν τη συγκροτημένη έκφραση του βαθύτατου ταξικού ρήγματος που διαπερνάει την ελληνική κοινωνία. Αποκάλυψαν τα δύο ταξικά μπλοκ που συγκρούονται.

Πάνω απ’ όλα, αποκάλυψαν τη συγκλονιστική δυνατότητα να συνειδητοποιηθεί ταξικά και να εκφραστεί πολιτικά, να συγκροτηθεί σε αντίπαλο κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ εξουσίας το κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ δυνάμεων των υποτελών τάξεων.

Η συγκλονιστική αυτή δυνατότητα, που αποκαλύφθηκε με τη μάχη του δημοψηφίσματος, είναι για μας πολιτικός οδηγός και πρέπει να γίνει πρόγραμμα και σχέδιο αγώνα.

Κατάργηση µνηµονίων - ανατροπή της λιτότητας

Η αντίθεση «μνημόνιο - αντιμνημόνιο», «λιτότητα - αντιλιτότητα» δεν εκφράζει το υποτιθέμενο κοινό «εθνικό συμφέρον», το υποτιθέμενο κοινό συμφέρον για την «ανάπτυξη της οικονομίας», το υποτιθέμενο κοινό συμφέρον «της χώρας», αλλά το μεγάλο κοινωνικό ρήγμα που δημιουργήθηκε από το γεγονός ότι μέσα στην κρίση μια κοινωνική μειοψηφία εξακολουθεί να αυξάνει τις περιουσίες και τα κέρδη της ενώ η κοινωνική πλειοψηφία συντρίβεται μέσα από τη διαρκή πτώση μισθών και συντάξεων, την υπερφορολόγηση, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους.

Το πρόγραµµα της κατάργησης των µνηµονίων και της αντιλιτότητας είναι ένα ταξικό πρόγραµµα, εκφράζει τα συµφέροντα των εκµεταλλευόµενων τάξεων, εκφράζει το ταξικό µέτωπο του ΟΧΙ της 5ης Ιουλίου και όχι κάποιο σχέδιο «ανόρθωσης της οικονοµίας».

Για να εκφράσουμε το ΟΧΙ, πρέπει το πρόγραμμά μας να εκφράζει τις ανάγκες του δικού μας κοινωνικού μπλοκ που αναδύθηκε μέσα από τη μάχη του δημοψηφίσματος: της εργατικής τάξης (δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, εργαζόμενης και άνεργης, των συνταξιούχων), της νεολαίας, των ελεύθερων επαγγελματιών που καταστρέφονται μέσα στην κρίση. Πρέπει να βάλουμε στο κέντρο του αγώνα μας την αύξηση των μισθών και των συντάξεων, την αποκατάσταση του κοινωνικού κράτους, τη φοροελάφρυνση –με ταυτόχρονη μεγάλη επιβάρυνση των κερδών, των υψηλών εισοδημάτων, του συσσωρευμένου πλούτου– την αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία και την παιδεία, την ανάκτηση των δημόσιων αγαθών και των ιδιωτικοποιημένων πρώην δημόσιων επιχειρήσεων με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο.

Το ευρώ είναι πολιτικό πρόγραµµα, η δραχµή όχι!

Στους έξι και πλέον μήνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αποκτήθηκε μια πολύτιμη πολιτική εμπειρία, που πλέον πρέπει να ενσωματωθεί στο πολιτικό μας σχέδιο: ότι ένα τέτοιο ταξικό πρόγραμμα δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς σύγκρουση με την Ευρωζώνη, την Ε.Ε. και τους δανειστές. Ότι πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι να φτάσουμε αυτή τη σύγκρουση μέχρι το τέλος, με πλήρη συνείδηση ότι δεν έχουμε απέναντί μας «εταίρους» αλλά εκβιαστές έτοιμους να χρησιμοποιήσουν αδίστακτα κάθε μέσον, ακόμη και τις πιο σκληρές μορφές εμπάργκο. Ότι στο πλαίσιο μιας τέτοιας σύγκρουσης πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι και για την πιθανότατη -αν όχι εντελώς βέβαιη- έξοδο από την Ευρωζώνη και επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Ότι οποιαδήποτε αμφιταλάντευση πάνω σε αυτό το καίριο ζήτημα θα πληρωθεί με νέες βαριές ήττες.  

Όλα αυτά ισχύουν γιατί το ευρώ δεν είναι ένα απλό νόμισμα, αλλά πολιτικό πρόγραμμα πανευρωπαϊκής λιτότητας, που για κάποιες χώρες παίρνει τη μορφή προγραμμάτων ακραίας και βάναυσης λιτότητας. Το ευρώ ενσωματώνει τη διαδικασία της εσωτερικής υποτίμησης, κάνοντας την υποτίμηση του εργατικού κόστους και τη διάλυση των εργατικών δικαιωμάτων τη βασική μεταβλητή προσαρμογής στο διεθνή ανταγωνισμό και τις κρίσεις του συστήματος.  

Έχοντας όμως ξεκαθαρίσει τα προηγούμενα, δεν ισχύει το συμμετρικό συμπέρασμα: το εθνικό νόμισμα, η δραχμή, δεν είναι πολιτικό πρόγραμμα. Δεν ενσωματώνει κάποιες «ιδιότητες» που κάνουν το εθνικό νόμισμα αντικειμενικά φιλολαϊκή επιλογή. Το εθνικό νόμισμα σαν αναπόφευκτη επιλογή, είναι μια επιλογή ανοιχτή ως προς το αποτέλεσμα, ανοιχτή στην ταξική πάλη. Το τι θα συμβεί ύστερα από τη ρήξη με την Ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα δεν θα κριθεί από τις «ιδιότητες» του εθνικού νομίσματος αλλά από την υπαγωγή του σε ένα ταξικό πρόγραμμα που θα μεταφέρει τα βάρη της κρίσης στο κεφάλαιο, στα κέρδη, τα υψηλά εισοδήματα και τις περιουσίες. Η ρήξη με την Ευρωζώνη είναι αιχμή ενός ταξικού προγράμματος, και δεν μπορεί να το υποκαταστήσει. Η ρήξη με την Ευρωζώνη είναι αναπόφευκτη για να υλοποιήσουμε ένα ταξικό πρόγραμμα στο εσωτερικό, και συνεπάγεται την ένταση της πάλης στο εσωτερικό ενάντια στο κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ εξουσίας του κεφαλαίου.

Η δραχμή είναι ένα εργαλείο αυτού του προγράμματος, και δεν μπορεί να το υποκαταστήσει.   

Σοσιαλιστική προοπτική

Δεν υπάρχουν θαύματα: δεν έχουμε τίποτε άλλο να μοιράσουμε ή να αξιοποιήσουμε για να υλοποιήσουμε το πρόγραμμά μας, παρά τον πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενες τάξεις σε αυτή τη χώρα. Και πρέπει να είναι δέσμευσή μας και κέντρο του προγράμματός μας ότι αυτός ο πλούτος θα αναδιανεμηθεί ριζικά υπέρ των εργαζόμενων τάξεων και κατά των ιδιοκτητριών τάξεων. Αυτή είναι η μόνη και πραγματική απάντηση στο ερώτημα των αντιπάλων μας «πού θα βρείτε τα λεφτά» ή «πού θα βρείτε τους πόρους».

Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μια τέτοια ριζική αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εργαζόμενων τάξεων δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς σκληρή σύγκρουση με τις τάξεις της ιδιοκτησίας, με την ελληνική αστική τάξη. Μια σύγκρουση που για να είναι νικηφόρα για μας, σημαίνει να «κουρέψουμε» παντοιοτρόπως τα κέρδη, τον πλούτο και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας αλλά και την εξουσία της αστικής τάξης. Για να είναι νικηφόρο σχέδιο, η κατάργηση των μνημονίων, η αντιλιτότητα και η ριζική αναδιανομή του πλούτου υπέρ της εργασίας πρέπει να εκφραστούν σε ένα μεταβατικό πρόγραμμα για το σοσιαλισμό. Γι’ αυτό, ο σοσιαλισμός δεν είναι ο μακρινός «ορίζοντας», αλλά ο σημερινός «εμψυχωτής» των αγώνων μας!

Δικαιώµατα

Ένα τέτοιο πρόγραμμα πρέπει να έχει επίσης βασική παράμετρο την υπεράσπιση όλης της κλίμακας των δικαιωμάτων: εργατικά δικαιώματα (στο μισθό και τη σύνταξη, αλλά και στους όρους εργασίας, στο δικαίωμα στη συνδικαλιστική οργάνωση και την απεργία), πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες, δικαιώματα μεταναστών και προσφύγων, δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλόφιλων, δικαιώματα των μειονοτήτων. Ο αντιρατσισμός, ο αντιφασισμός και ο αντισεξισμός δεν πρέπει να αποτελούν αστερίσκους σε ένα τέτοιο ταξικό πρόγραμμα, αλλά σημαντικά στοιχεία του.  

Η πάλη για τα δικαιώµατα συνδέεται άµεσα µε την κοµβική σηµασία που έχει το κίνηµα, µε κέντρο το εργατικό κίνηµα αλλά και µε όλο τον πλούτο των  εκφράσεών του: κινήµατα για τα δικαιώµατα, τη διεθνιστική αλληλεγγύη, το περιβάλλον κ.λπ.

Κίνηµα και Αριστερά

Η 5η Ιουλίου ήταν μια στιγμή αφύπνισης, αγωνιστικής έγερσης και ταξικής συνειδητοποίησης του δικού μας κόσμου. Αλλά δεν γεννηθήκαμε την 5η Ιουλίου. Ερχόμαστε από μακριά. Από τη Γένοβα και τη Φλωρεντία, από το Δεκέμβρη του 2008, από τους εργατικούς και τους νεολαιίστικους αγώνες, από τα κινήματα αντίστασης (ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και τον πόλεμο, για τη γυναικεία χειραφέτηση, για τα δικαιώματα όλων των καταπιεσμένων: μεταναστών, προσφύγων, μειονοτήτων, LGBT), από τους αγώνες ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο.

Συναντηθήκαμε στους δρόμους, στις απεργίες και τις διαδηλώσεις, τις πορείες και τις καταλήψεις, στους αγώνες ενάντια στα μνημόνια, τις κυβερνήσεις, το πολιτικό σύστημα και το κράτος καταστολής που τα επέβαλλε και τα «περιφρουρούσε». Ύστερα από τις μεγάλες μάχες του κινήματος αντίστασης στα μνημόνια στη διετία 2010-2012, ανιχνεύσαμε τους δρόμους της πολιτικής ανατροπής, δημιουργώντας ένα μαζικό ρεύμα πολιτικής ανατροπής με εκφραστή τον ΣΥΡΙΖΑ. Στην κορύφωση της σύγκρουσης αυτό το ρεύμα υπονομεύτηκε από τις αδυναμίες του, το δυϊσμό του προγράμματος και του πολιτικού του σχεδίου και τις εγκληματικές επιλογές της ηγεσίας του.

Είμαστε κίνημα όσο και Αριστερά. Είμαστε «δρόμος» όσο και πολιτικές και εκλογικές μάχες. Είμαστε πολιτικό μέτωπο όχι μόνο οργανώσεων και ρευμάτων, αλλά και πολιτικών διαδρομών και καταβολών – και μια σημαντική απ’ αυτές είναι η διαδρομή ΣΥΡΙΖΑ. Από την οποία κρατάμε ό,τι πολύτιμο και θετικό, εν αναμονή μιας συζήτησης που πρέπει να γίνει μετεκλογικά για τις βαθύτερες αιτίες της ήττας και της μνημονιακής μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ.

Η 5η Ιουλίου είναι ένας συγκλονιστικός σταθμός της πορείας μας, αλλά δεν είμαστε παρθενογένεση της 5ης Ιουλίου –ούτε μετααριστερό κινηματικό πείραμα.  

Λαϊκή Ενότητα

Είμαστε στη Λαϊκή Ενότητα, είμαστε Λαϊκή Ενότητα. Κατανοούμε απόλυτα την κρισιμότητα που έχει η πολιτική μάχη των εκλογών. Κάτω από τον εκβιασμό του χρόνου, συγκροτήσαμε τη Λαϊκή Ενότητα σαν εκλογικό - πολιτικό μέτωπο οργανώσεων και ρευμάτων για να δώσουμε αυτή την άμεση και καθοριστική μάχη. Όμως, ό,τι κατέστησε αναπόφευκτο ο εκβιασμός του χρόνου δεν σημαίνει ότι θα παραμείνει σαν παγιωμένη κατάσταση. Από τις 21 Σεπτεμβρίου πρέπει να ξεκινήσει μια ουσιαστική συζήτηση για το μέλλον και τις προοπτικές, για την οργανωτική κουλτούρα και αρχές, την πολιτική και ιδεολογική φυσιογνωμία, το πρόγραμμα και το πολιτικό σχέδιο της Λαϊκής Ενότητας. Χωρίς τις παθογένειες της «διαδρομής ΣΥΡΙΖΑ», αλλά όχι μόνο αυτής της διαδρομής. Με δημοκρατία στη βάση και την κορυφή, με συλλογική ηγεσία, χωρίς μονοπωλήσεις και δικαιώματα ιδιοκτησίας, με μεγάλη και ανοιχτή συζήτηση για το πρόγραμμα και το πολιτικό σχέδιο, για τη μορφή συγκρότησης και τις οργανωτικές αρχές, για τη σχέση με την κοινωνία και τα κινήματα. Χωρίς μια τέτοια συζήτηση, η αναγκαία αυτοκριτική θα είναι μια απλή δήλωση καλών προθέσεων χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο.   

Όλα αυτά όµως θα γίνουν σε ναρκοθετηµένο έδαφος αν τώρα δεν κερδίσουµε αυτή την πρώτη µάχη. Για οποιαδήποτε τάση, οργάνωση ή ρεύµα, για οποιοδήποτε πολιτικό σχέδιο, προέχει τώρα να πετύχουµε την εκλογική - πολιτική νίκη που µας αναλογεί, να χαλάσουµε το σενάριο της αποκατάστασης της µνηµονιακής πολιτικής σταθερότητας, να κρατήσουµε ανοιχτή την προοπτική της άµεσης ανασύνταξης του κινήµατος και της Αριστεράς.

Για την κατάργηση των µνηµονίων και την ανατροπή της λιτότητας, για την πολιτική και κινηµατική προετοιµασία για τη ρήξη µε την Ευρωζώνη και την Ε.Ε., για ένα µεταβατικό πρόγραµµα ρήξης µε το σύστηµα, για να ανοίξουµε το δρόµο για το σοσιαλισµό.