(παρέμβαση στην εκδήλωση της Αριστερής Πλατφόρμας «η Αριστερά μετά το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ» στις 25/7)

Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και ο χαρακτήρας του είχαν αποφασιστεί πολλούς μήνες πριν από την διεξαγωγή του.  Αυτός ο σχεδιασμός είχε στο επίκεντρο την ιδέα της «οργανωτικής» ενοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ, και βασιζόταν στην εκτίμηση (σωστή ή λάθος) πως ένα τέτοιο αποτέλεσμα, η δημιουργία μιας τέτοιας εντύπωσης «ενιαίου κόμματος» προς την κοινή γνώμη, που θα απέκρουε την συνεχή πίεση και προπαγάνδα της ΝΔ περί συνιστωσών και πολυφωνίας, θα έδινε μια ώθηση στον ΣΥΡΙΖΑ δημοσκοπική και ουσιαστική. Ωστόσο παρά τους σχεδιασμούς το συνέδριο διεξήχθη σε διαφορετική συγκυρία που ήδη είχε αρχίσει ν’ αλλάζει αφενός με την περίπτωση της Κύπρου και αφετέρου, λίγο πριν το συνέδριο, με την ΕΡΤ. Η Κύπρος για την οποία έχει γίνει ήδη πολύ κουβέντα, έβαλε το ζήτημα του υπαρκτού υποδείγματος «διαπραγμάτευσης» στην βάση της καταρχήν άρνησης των τροϊκανών επιλογών με την γνωστή κατάληξη και η ΕΡΤ η οποία διαμόρφωσε την εικόνα της ενότητας, μέσα από την κοινωνική αντίδραση και το κίνημα, όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά ευρύτερα στην Αριστερά, ειδικά στις πρώτες μέρες.    

Με την λήξη του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ βρισκόμαστε σε μια νέα συνθήκη όπου η συζήτηση αφορά στην είσοδο σε μια νέα φάση της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής κρίσης με πλήθος στοιχείων και δημοσιευμάτων να δίνουν την εικόνα της επιδείνωσης των αδιεξόδων στην Ευρώπη μα και στις ΗΠΑ, να φωτογραφίζουν το 2014 ως χρονιά σταθμό όπου οι αντιθέσεις θα κορυφωθούν, και για την ίδια την Ελλάδα να έρχεται στο επίκεντρο της επικαιρότητας και του προβληματισμού το χρηματοδοτικό κενό του προγράμματος που μαζί με τις διαρκείς αστοχίες και διολισθήσεις στην υλοποίησή του να δημιουργεί όρους επιστροφής στο σημείο εκκίνησης, στο 2010.  Όλες οι εκτιμήσεις οικονομικές και πολιτικές τίθενται εκ νέου υπό αμφισβήτηση και η «τράπουλα» ανακατεύεται και πάλι. Αυτοί είναι οι όροι που θα καθορίσουν το πλαίσιο της πολιτικής συζήτησης και αντιπαράθεσης στο εξής και όχι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ενοποιήθηκε ως κόμμα με την αυτοδιάλυση ή όχι των συνιστωσών, με την εκλογή του προέδρου από το συνέδριο, με την επιβολή ή όχι δημοκρατικών όρων στην  εκλογή και την εκπροσώπηση των διάφορων τάσεων στο εσωτερικό του.  Όλα αυτά θα ξεχαστούν πολύ σύντομα.

Η νέα κατάσταση οδηγεί σε άτακτη υποχώρηση κάθε κυβερνητική προπαγανδιστική προσπάθεια να παρουσιάσει επιτυχίες και κάποιο «φως στο τούνελ» καθώς είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει σε νέες ακόμη σκληρότερες επιθέσεις στο κόσμο της εργασίας και στην κοινωνική πλειοψηφία γενικότερα χωρίς κανένα ουσιαστικά «αναπτυξιακό» αποτέλεσμα. Ταυτόχρονα καταρρέουν και οι όποιες αυταπάτες πως στο άμεσο μέλλον διαμορφώνονται σχετικά καλύτεροι όροι, μια σχετικά ανοδική φάση, με κάποιες δυνατότητες σε σχέση με την καταστροφή που έχει προηγηθεί, όπου το διακύβευμα των εκλογών θα είναι ποια κυβέρνηση θα την διαχειριστεί.

Το μόνο πραγματικό δεδομένο είναι το τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό αδιέξοδο υπό την πίεση μιας ολόκληρης κοινωνίας να αναζητά απελπισμένα διέξοδο μετά από τρία χρόνια πρωτοφανούς λιτότητας και να δέχεται σήμερα μια νέα σφοδρότερη επίθεση στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα.

Απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα οι προσεγγίσεις για την αναμονή της πτώσης της κυβέρνησης μέσα από τις δικές της αντιφάσεις, σαν «ώριμο φρούτο» είναι απολύτως ακατάλληλες. Η κυβέρνηση αν και συγκλονίζεται από αδιέξοδα και αντιφάσεις, αν και έγινε από τρικομματική δικομματική, ωστόσο συνεχίζει και παίρνει ολοένα και σκληρότερα μέτρα. Δεν πέφτει καθώς δεν υπάρχει άλλη διαθέσιμη συστημική επιλογή – εκτός βέβαια «ατυχήματος» που δεν μπορεί να αποκλειστεί σ’ αυτές τις συνθήκες πλην όμως δεν μπορεί να αποτελεί βάση σχεδιασμού. Η διαρκής αναφορά στις εκλογές δεν βοηθάει και φαίνεται ότι αυτό είναι πλέον κοινό συμπέρασμα στον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς μοιάζει με το «χαλασμένο ρολόι» - κάποια στιγμή θα γίνουν εκλογές!   

Επομένως το ζήτημα για την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορά κατά προτεραιότητα στο ποια κυβέρνηση και με ποιες συμμαχίες θα διαδεχτεί αυτή που θα πέσει αλλά με ποια πολιτική η Αριστερά μαζί με την δρώσα κοινωνία θα ρίξει την μνημονιακή κυβέρνηση.

Σ’ αυτή την συζήτηση υπάρχει μια πτυχή που υποτιμάται. Είναι η πτυχή του φασιστικού κινδύνου. Η ανάπτυξη της επιρροής των φασιστών δεν είναι παράπλευρη συνέπεια της κρίσης, ενδεχομένως ένας σημαντικός αλλά δευτερεύον παράγοντας! Η ίδια η συστημική απάντηση στην κρίση, το πρόγραμμα της τρόικα, η μνημοιακή πολιτική της κυβέρνησης συνοδεύεται υποχρεωτικά και απαρέγκλιτα από την διαρκή περιστολή της δημοκρατίας και θρέφει το φασιστικό φαινόμενο. Ας δούμε για μια στιγμή πως οι ίδιοι οι νεοναζιστές χειρίζονται την υπόθεση. Αν και γνωρίζουν ασφαλώς πως ο κόσμος που επηρεάζεται απ’ αυτούς δεν είναι ιδεολογικά οπαδός τους ωστόσο δεν κρύβονται αλλά αντίθετα επιχειρούν να τον στρατολογήσουν χωρίς αρνητικά γι αυτούς αποτελέσματα. Πρόκειται για μια ακόμη, αρνητική απόδειξη των «κλασικών» συνεπειών στην κοινωνία της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και των πολιτικών και ιδεολογικών επιλογών και δυνατοτήτων μέσα στην ακραία πόλωση.

Η πάλη ενάντια στον φασισμό δεν είναι ένα ξεχωριστό καθήκον μεταξύ άλλων αλλά είναι σύμφυτη με την πάλη για την πτώση της κυβέρνησης, των μνημονίων και της τρόικα. Είναι η πάλη που απαιτεί την μέγιστη συμπαράταξη της αριστεράς, το πιο αποτελεσματικό και πετυχημένο ενιαίο μέτωπο σε αντίθεση με τον ολισθηρό και επικίνδυνο δρόμο του «συνταγματικού τόξου». 

Μια νέα επιθετική ριζοσπαστικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα επίπεδα είναι αναγκαία και επείγουσα. Η ΕΡΤ έδειξε απ’ τη μια πως η κοινωνία διαθέτει ακόμη υψηλά ανακλαστικά και δυνατότητες αντίστασης και δυναμισμού. Μια μέτρηση εκείνων των πρώτων ημερών κατέγραψε την κοινωνική αντίδραση στην κίνηση Σαμαρά στο 65%. Ωστόσο το αυθόρμητο κίνημα δεν αρκεί, όσο κι αν υπάρχουν πάρα πολλά για να γίνουν από την Αριστερά ώστε να ανταποκριθεί στα οργανωτικά της καθήκοντα απέναντι στο κίνημα. Ποια είναι η πολιτική αντιστοίχιση αυτού του 65%; Ο πολιτικός στόχος είναι το κεντρικό ζήτημα.  Πολιτικός στόχος ο οποίος περιλαμβάνει και συμπυκνώνει στοιχεία ιδεών και στρατηγικής. Η Αριστερή Πλατφόρμα ποτέ δεν παραλείπει να τονίζει πως η αντιμετώπιση της κρίσης, των μνημονίων, της τρόικα από την σκοπιά της Αριστεράς γίνεται πάντα με στόχο τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.  

Ο στόχος για την συμπαράταξη της Αριστεράς αφορά ακριβώς στην αποτελεσματική πολιτικοποίηση και το ιδεολογικό περιεχόμενο στην κοινωνική ανάγκη και οργή. Το σημείο αφετηρίας είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ χρειάζεται επιμονή. Η συμπαράταξη της Αριστεράς είναι απολύτως απαραίτητη για τη νίκη όμως ταυτόχρονα ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τα όποια προβλήματα,  αποτελεί μια πραγματικότητα που συσπειρώνει την ελπίδα του λαού. Αποτελεί σήμερα το σημείο αναφοράς και εκκίνησης για την συμπαράταξη της Αριστεράς.

Είναι χρήσιμο εδώ να δούμε την δήλωση του Φ. Σαμπαντό, ηγετικού στελέχους του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος στην Γαλλία, ιδιαίτερα στην συζήτηση που διεξάγεται στην αντικαπιταλιστική αριστερά. Στην εκκίνηση της προσπάθειας αυτής, του ΝΡΑ, πριν λίγα χρόνια, όλη η αυτοαποκαλούμενη αντικαπιταλιστική αριστερά πανευρωπαϊκά και πάντως σχεδόν το σύνολο της ελληνικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς έσπευσε να προσεγγίσει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και προσδοκία το νέο εγχείρημα. Σήμερα το ΝΡΑ βρίσκεται σε χειρότερη θέση από τότε χωρίς όμως να μπορεί να κατηγορηθεί – σήμερα – για επιλογές υπερβολικά «ανοιχτές». Αντίθετα. Σήμερα ο σύντροφος Φ. Σ. δηλώνει ξεκάθαρα πως μια ενδεχόμενη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ήττα για όλη την ευρωπαϊκή αντικαπιταλιστική αριστερά.

Η κατεύθυνση της ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη προταθεί από την Αριστερή Πλατφόρμα σε σχέση με το πρόγραμμα και τους στόχους απέναντι στο μνημόνιο, την τρόικα και το χρέος – να πούμε όλη την αλήθεια στον λαό, σε σχέση με το κίνημα και τις υποχρεώσεις της Αριστεράς απέναντί του, οργανωτικές και πολιτικές ώστε να ενδυναμώνουν την ενότητα και την συγκέντρωση της δύναμης, σε σχέση με την «κυβέρνηση της Αριστεράς» και το ανελαστικό της περιεχόμενο. Η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι εκλογικό άθροισμα αλλά ιδεολογικοπολιτική συμπύκνωση, όρος για την ανάπτυξη της κοινωνικής δυναμικής, η «σημαία».

Τέλος, σε σχέση πάλι με το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Παρά τον στρεβλό τρόπο με τον οποίο έγινε η πολιτική συζήτηση, παρά το ότι ο σχεδιασμός του βρέθηκε «εκτός τόπου και χρόνου» η παρουσία και η παρέμβαση της Αριστερής Πλατφόρμας σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στην συγκυρία ωφέλησε όλον τον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά συνολικότερα. Πολύ περισσότερο και η εκλογική της επίδοση. Δεν δημιούργησε αντισυσπείρωση και, στον μετά το συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ, «μπετοναρισμένα» αντιμαχόμενα μπλοκ. Το αντίθετο! Προέβαλε τα συμπεράσματα από την εξέλιξη της περιόδου, πρότεινε κριτήρια και βοήθησε να ανοίξει μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ η συζήτηση για τις επιλογές που χρειάζεται να γίνουν. Ανέδειξε την ανάγκη αλλά και τις δυνατότητες για την ριζοσπαστική στροφή που χρειαζόμαστε. 

Όπως ακριβώς στο εσωτερικό της Αριστερής Πλατφόρμας, όπου τα πρωτεύοντα ζητήματα, οι κύριες αιχμές της περιόδου, δηλαδή τα στοιχεία που ενώνουν έδωσαν την δυνατότητα να συγκροτήσουμε την πρωτότυπη αυτή συσπείρωση, έτσι μπορούμε να διευρύνουμε την ριζοσπαστική συσπείρωση μέσα και έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ανακαλύπτοντας και προβάλλοντας τους πολιτικούς κόμβους που ενώνουν. Όπως στο κεντρικό ζήτημα της σύγκρουσης με την ΟΝΕ και το ευρώ. Γύρω α’ αυτό το ζήτημα υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις και αφηγήσεις. Ωστόσο γίνεται κόμβος όταν τονιστεί πως για τις ανάγκες και τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας, για την σοσιαλιστική προοπτική, η σύγκρουση με το ευρώ και η ενδεχόμενη έξοδος απ’ αυτό δεν είναι ούτε ευκταία ούτε απευκταία, είναι υποχρεωτική.    

Ετικέτες