Η πρόσφατη συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με το eurogroup υπογράφτηκε μέσα σε εξαιρετικά δυσμενείς, εκβιαστικές συνθήκες. Παρά ταύτα η συμφωνία αυτή και η συνακόλουθη λίστα είναι αρνητική. Φέρει το νεοφιλελεύθερο αποτύπωμα, ιδιαίτερα στα ζητήματα των τραπεζών, των ιδιωτικοποιήσεων, των εργασιακών, του ασφαλιστικού. Στο ζήτημα του χρέους υπονομεύει καίρια την θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την διαγραφή τουλάχιστον του μεγαλύτερου μέρους του, ενόψει της σχετικής διαπραγμάτευσης. Η εποπτεία και η απαγόρευση μονομερών κινήσεων διατηρείται. Εν τέλει κινδυνεύει να οδηγήσει σε αιχμαλωσία τον ΣΥΡΙΖΑ και σε αναδίπλωση του από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις.

Κάτι τέτοιο δεν πρέπει να συμβεί.  

Η ευρεία νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και ο σχηματισμός κυβέρνησης αποτελεί ένα συμβάν που βρέθηκε στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής και διεθνούς προσοχής. Προκαλεί το ενδιαφέρον διαφορετικών «ακροατηρίων». 

Το κύμα αλληλεγγύης και στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ και της νέας κυβέρνησης που εκδηλώθηκε κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης, με συγκεντρώσεις σ’ όλη την Ευρώπη και ευρύτερα, αποτελεί έκφραση κατ’ αρχάς της Αριστεράς και του κόσμου των  κινημάτων, ως προμετωπίδα εν τούτοις ευρύτερων κοινωνικών τμημάτων, που είδαν στον ΣΥΡΙΖΑ και στις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα ένα κοινωνικοπολιτικό συμβάν ικανό ν’ ανοίξει εναλλακτικούς δρόμους απέναντι στο σκληρό νεοφιλελεύθερο καθεστώς. Ένα συμβάν που δημιουργεί όρους αναζωπύρωσης των κοινωνικών αντιστάσεων και των κινημάτων στην βάση των ιδεών και των στρατηγικών προταγμάτων της Αριστεράς, στις αρχές του 21ου αιώνα. Η έμπνευση που τροφοδοτεί ένα πραγματικό γεγονός και μάλιστα με την πολιτική διάσταση της νίκης ενός κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς και του σχηματισμού κυβέρνησης που αντιπαρατίθεται με τους εκπροσώπους του νεοφιλελεύθερου δόγματος «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση», αποτελεί την δύναμη που μπορεί να τροφοδοτήσει την κοινωνική κίνηση και τις πολιτικές εξελίξεις σε αριστερή κατεύθυνση τουλάχιστον πανευρωπαϊκά.

Ταυτόχρονα με τους λαούς, τα κινήματα και την Αριστερά, οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα τραβούν τον ενδιαφέρον και την προσοχή των διάφορων αστικών και ιμπεριαλιστικών κέντρων που αντιπαρατίθενται στα πλαίσια των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που εντείνονται εντός της κρίσης. Αντιθέσεις που αναπτύσσονται εντός της ΟΝΕ / ΕΕ αλλά και ευρύτερα όπως μεταξύ ΟΝΕ / ΕΕ και ΗΠΑ από την σκοπιά των ιδιαίτερων συμφερόντων και σχεδιασμών, πλην όμως πάντα εντός της κοινής, γενικής νεοφιλελεύθερης στρατηγικής. Με κοινό παρονομαστή την υποτίμηση της εργασίας, το γκρέμισμα του κοινωνικού κράτους και άμεσες, συχνά δραματικές συνέπειες στην ζωή και τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας και των κατώτερων κοινωνικών τμημάτων. Η εμμονή στην γραμμή της περισσότερο ή λιγότερο σκληρής λιτότητας δεν αποτελεί κάποια αφηρημένη «νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία» αλλά ταξική ευθυκρισία από την σκοπιά των αστικών συμφερόντων και των πολιτικών εκπροσώπων τους και ταυτόχρονα αποτελεί το πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύσσονται οι διαφορετικές νεοφιλελεύθερες εκδοχές και οι ιδιαίτεροι σχεδιασμοί. Σχεδιασμοί που εκτείνονται στην γεωπολιτική σφαίρα.

Εξάλλου η αστική επιχειρηματολογία υποστηρίζει την επιλογή της λιτότητας ως προϋπόθεση για την επιστροφή στην «ανάπτυξη».

Η αριστερή απάντηση βρίσκεται στον αντίποδα, στην αντίστροφη οπτική. Στην άμεση και εμπροσθοβαρή ανατροπή της λιτότητας ως προϋπόθεση για την οικοδόμηση του εναλλακτικού, αντινεοφιλελεύθερου, αριστερού υποδείγματος.

Οι πρόσφατες εμπειρίες της διαπραγμάτευσης από τη νέα ελληνική κυβέρνηση και η αποτύπωσή τους στην συμφωνία και την συνακόλουθη λίστα αναδεικνύουν ηχηρά την αδυναμία του δρόμου της συναίνεσης (win – win)με τους δανειστές και ιδιαίτερα με το νεοφιλελεύθερο ευρωπαϊκό διευθυντήριο. Αναδεικνύουν επίσης τα μάλλον ανύπαρκτα πραγματικά περιθώρια εκμετάλλευσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων προς όφελος της εναλλακτικής αντινεοφιλελεύθερης στρατηγικής - με άμεσα μέτρα αναδιανομής και αναστροφής του μοντέλου υποτίμησης της εργασίας και διάλυσης του κοινωνικού κράτους. Μάλιστα σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα, στην στρατηγική της αντιμετώπισης της κρίσης σε βάρος της εργασίας, βρίσκεται η  βαθιά σύνδεση του εγχώριου μεγάλου κεφαλαίου με τα ευρωπαϊκά και διεθνή κέντρα. Είναι αυταπάτη με πολύ επικίνδυνες ενδεχόμενες συνέπειες η άποψη ότι υπάρχουν δυνατότητες συγκρότησης «εθνικής συμμαχίας» για την αντιμετώπιση των εξωτερικών πιέσεων, στην υπηρεσία μιας αναδιανεμητικής και ουσιαστικά αντινεοφιλελεύθερης στρατηγικής από μια αριστερή κυβέρνηση. Γι’ αυτό οι σχετικές επιλογές που έγιναν με αποκορύφωμα τον συμβολισμό της επιλογής Παυλόπουλου για την θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας ήταν άστοχες και λανθασμένες.

Στον βαθμό που ο ΣΥΡΙΖΑ αντισταθεί στην μετάλλαξή του σε σοσιαλφιλελεύθερο, «κεντροαριστερό» κόμμα – μια μετάλλαξη που δεν είναι ούτε απλό, ούτε εύκολο να συμβεί – ή / και χάσει την δυναμική της λαϊκής υποστήριξης που εκκινεί ακριβώς από τα ριζοσπαστικά, αριστερά και ταξικά στοιχεία της φυσιογνωμίας του, είναι ακριβώς αυτοί, οι ντόπιοι και ξένοι δήθεν «σύμμαχοί του» που θα κάνουν ότι μπορούν για να τον ρίξουν από την κυβερνητική εξουσία. 

Σήμερα διαμορφώνεται μια συνθήκη έντονης πίεσης προς την κυβέρνηση με επίκεντρο  την απειλή για την διακοπή της χρηματοδότησης. Μόνος πραγματικός σύμμαχός της είναι η στήριξη από την κοινωνική πλειοψηφία - κατά προτεραιότητα του κόσμου της εργασίας και των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων - μαζί με την δυνατότητα ανάπτυξης ισχυρού ευρωπαϊκού και διεθνούς κινήματος συμπαράστασης και αλληλεγγύης.

Γίνεται φανερό ότι η εκκίνηση νομοθέτησης από την κυβέρνηση του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης», σε αντίθεση ουσιαστικά με την πρόσφατη συμφωνία και πέρα από τους χειρισμούς και τις ερμηνείες της, καθιστά την εμφάνιση «κόκκινης κάρτας» από την πλευρά των δανειστών – και κρυμμένων πίσω απ’ αυτούς των ντόπιων ομογάλακτών τους –ζήτημα χρόνου. Στον βαθμό που αυτό γίνεται κατανοητό, δηλαδή το αναπότρεπτο της σύγκρουσης, είναι υποχρεωτικό να γίνει άμεση προετοιμασία, γνωστή στον λαό ώστε να διεκδικηθούν οι όροι, ο χρόνος και το περιεχόμενο της σύγκρουσης αυτής, από την πλευρά της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Επιβεβαιώνοντας και ενισχύοντας ταυτόχρονα τη λαϊκή και κοινωνική αποφασιστικότητα στον δρόμο της ανατροπής των νεοφιλελεύθερων επιβολών. Ακόμη και της ενδεχόμενης ρήξης. Ανατρέποντας στην πράξη τους όρους της πρόσφατης συμφωνίας. 

Σ’ αυτή την κατεύθυνση ο ρόλος του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ είναι κρίσιμος και καθοριστικός καθώς αποτελεί ακριβώς τον οργανισμό που μπορεί και πρέπει να συνδεθεί άμεσα και αποτελεσματικά με την εργατική και λαϊκή βάση, εκφράζοντας και οργανώνοντας την διεκδίκηση των αιτημάτων, των προσδοκιών και των αναγκών της. Προετοιμάζοντας όσο υπάρχει χρόνος τους όρους για μια ισχυρή αντιπαράθεση / σύγκρουση με νικηφόρα προοπτική. 

*στην βάση της τοποθέτησης στην ΚΕ ΣΥΡΙΖΑ 28/2-1/3/2015

Ετικέτες