Αυτό το μήνα το Caracas έχει τρανταχτεί από τον ξεσηκωμό των μεσαίων τάξεων και των πλουσίων, υπό την καθοδήγηση των διαχρονικών αντιπάλων της αριστερής κυβέρνησης του Chavez, μέχρι το θάνατό του πέρυσι.

Με την τωρινή κυβέρνηση του Nicolas Maduro, αναπληρωτή του Chavez, στοιχεία της δεξιάς, υποστηριζόμενα από σημαντικό κομμάτι της ολιγαρχίας στη χώρα και από ισχυρές κυβερνήσεις, όπως αυτή των ΗΠΑ, προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση στη Βενεζουέλα και να ανατρέψουν τον «Τσαβισμό», όπως έχουν προσπαθήσει -και αποτύχει- στο παρελθόν, με πραξικοπήματα, οικονομικό σαμποτάζ και εκλογικές προκλήσεις. Επίσης, όπως και στο παρελθόν, οι φτωχοί και η εργατική τάξη έχουν ταχθεί με την κυβέρνηση ενάντια στη δεξιά -αλλά με έναν αυξανόμενο κυνισμό και απογοήτευση για τη διαφθορά των κληρονόμων του Chavez.

Για πάνω από μια βδομάδα, ο διεθνής τύπος και τα διεθνή media αναπαράγουν εικόνες μιας φλεγόμενης Βενεζουέλας. Φλεγόμενα λεωφορεία, οργισμένες διαδηλώσεις, δημόσια κτίρια υπό πολιορκία. Αλλά οι εικόνες αυτές σπανίως εξηγούνται ή τοποθετούνται σε οποιοδήποτε είδος πλαισίου, αφήνοντας έτσι τον κόσμο να υποθέτει ότι είναι άλλη μία αστική (με την έννοια της πόλης και όχι την πολιτική) εξέγερση, άλλη μια εξέγερση της νεολαίας ενάντια στην κρίση, όπως στην Ελλάδα και στην Ισπανία.

Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική και πολύ περισσότερο περίπλοκη. Εξάλλου, η Βενεζουέλα είναι μια κοινωνία που κήρυξε τον πόλεμο στο νεοφιλελευθερισμό πριν από 15 χρόνια.

Το Caracas, από όπου όλα ξεκίνησαν, είναι μια διχασμένη πόλη. Το ανατολικό κομμάτι είναι μεσοαστικό και εύπορο ενώ στα δυτικά ο πληθυσμός είναι φτωχότερος. Ο πολιτικός διαχωρισμός αντανακλά ακριβώς τον κοινωνικό διαχωρισμό.

Ο Leopoldo Lopez, που είναι ο ηγέτης σε αυτή τη νέα φάση βίαιης αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση του Nicolas Maduro, ήταν δήμαρχος σε μια από τις δυτικές συνοικίες. Μαζί με μια άλλη εξέχουσα δεξιά και αντι-«τσαβική» προσωπικότητα, τη Maria Corina Machado, είχε βγάλει ένα κάλεσμα για μια ανοιχτή συγκέντρωση την προηγούμενη Κυριακή, με αίτημα την πτώση της Κυβέρνησης. Η Ημέρα Νεολαίας, την Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου, προσέφερε τη δυνατότητα να βγάλει στους δρόμους τους φοιτητές να διαδηλώσουν και να καταλάβουν τους δρόμους.

Παρολαυτά, η πλειοψηφία των φλεγόμενων οδοφραγμάτων χτίστηκαν σε μεσοαστικές περιοχές. Και οι φοιτητές που πρωτοστάτησαν στη δημιουργία των οδοφραγμάτων, προέρχονταν έιτε από ιδιωτικά πανεπιστήμια είτε από το κρατικό πανεπιστήμιο, το οποίο, τον τελευταίο καιρό, έχει πλατιά αποκλείσει τους φτωχότερους φοιτητές. Στις φτωχότερες γειτονιές στα δυτικά δεν γινόταν σχεδόν τίποτα.

Αλλά τις τελευταίες μέρες, ο ταξικός χαρακτήρας των κινητοποιήσεων έγινε πιο ξεκάθαρος. Το νέο σύστημα λεωφορείων της κυβέρνησης -που προσφέρει ασφαλή και καθαρή μετακίνηση σε χαμηλές τιμές- δέθηκε μεγάλη επίθεση. Μόνο σε μια μέρα πυρπολήθηκαν 50 από αυτά τα λεωφορεία.

Το Μπολιβαριανό Πανεπιστήμιο, που προσφέρει ανώτατη εκπαίδευση σε αυτούς που αποκλείονται από το εκπαιδευτικό σύστημα, πολιορκήθηκε χθες χωρίς όμως να καταφέρνουν οι διαδηλωτές να μπουν και να το καταστρέψουν. Σε πολλά μέρη, το Κουβανικό ιατρικό προσωπικό, που εργάζεται στο σύστημα υγείας Barrio Adentro, έχει δεχθεί σκληρές και ύπουλες επιθέσεις. Σε μια πολύ περίεργη εξέλιξη, ένα θαυμάσιο γλυπτό του κομμουνιστή αρχιτέκτονα Fruto Vivas στην πόλη Barquisimento, προστατεύεται τώρα από τους Chavistas μετά από μια απόπειρα καταστροφής του.

Ο Maduro και το υπουργικό του συμβούλιο απάντησαν καταγγέλλοντας τις ολοένα και πιο βίαιες συγκρούσεις, ως οργανωμένες από τους φασίστες και ως υποστηριζόμενες και χρηματοδοτούμενες από τις ΗΠΑ. Συμπεριλαμβάνονται και παραστρατιωτικές ομάδες συνδεδεμένες με το εμπόριο ναρκωτικών, των οποίων η παρουσία έχει αυξηθεί σε αυτήν την «υπερ-οπλοποιημένη» χώρα.

Αλλά γιατί η δεξιά επέλεξε αυτή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή για πάρει τους δρόμους; Σε κάποιο βαθμό, είναι μια απάντηση σε αυτό που φαίνεται ως αδυναμία της κυβέρνησης και ιδιαίτερα του ίδιου του Maduro. Είναι γνωστό ότι πίσω από το προσωπείο της ενότητας, υπάρχει μία μάχη εξουσίας ανάμεσα σε πολύ εύπορες ομάδες και ομάδες με μεγάλη επιρροή μέσα στην κυβέρνηση, μια μάχη που άρχισε να εντείνεται λίγους μήνες πριν το θάνατο του Hugo Chavez.

Η στρατιωτική παρουσία στην κυβέρνηση έχει αυξηθεί δραματικά και φλέγεται σε μεγάλο βαθμό από μια ομάδα γύρω από τον Diosdado Cabello, τον πρόεδρο της εθνοσυνέλευσης. Το «κεφάλι» της κρατικής πετρελαϊκής εταιρίας PDSVA και αντιπρόεδρος των οικονομικών ζητημάτων, Rafael Ramirez, έχει στα χέρια του τεράστια οικονομική δύναμη. Και υπάρχουν κι άλλοι.

Την ίδια στιγμή, υπάρχει μια κόντρα εξουσίας στο στρατόπεδο της δεξιάς. Όλοι οι εξέχοντες ηγέτες -Lopez, Cristina Machado, και Henrique Capriles Radonski, ο αντίπαλος του Maduro στις ειδικές εκλογές του 2013- προέρχονται από τα πιο εύπορα κομμάτια της αστικής τάξης, αλλά ανταγωνίζονται.

Ο Lopez και η Machado επιδιώκουν αυτό που μερικοί αποκαλούν «soft πραξικόπημα» -σε αναφορά με τη Χιλή την διετία 1972-73: οικονομική αποσταθεροποίηση και επιπλέον μια συνεχιζόμενη κινητοποίηση στους δρόμους για να βαθύνει η αδυναμία της κυβέρνησης. O Capriles, παρολαυτά, ήταν διστακτικός στο να υποστηρίξει τις κινητοποιήσεις. Αντ' αυτού υποστηρίζει μια «κυβέρνηση εθνικής ενότητας», κάτι στο οποίο ο Maduro φαίνεται ολοένα και πιο δεσμευμένος.

Μόλις πριν μερικές εβδομάδες, ,ο Maduro είχε συνομιλίες με έναν από τους πιο εύπορους καπιταλιστές της Βενεζουέλας, τον Lorenzo Mendoza, και με άλλα κομμάτια της αστικής τάξης έχουν εκφράσει την υποστήριξη τους. Αυτή η στρατηγική έχει και τη στήριξη σημαντικών προσωπικοτήτων μέσα και γύρω από την κυβέρνηση.

Ενάντια σε αυτό το παρασκήνιο, η θέση της κυβέρνησης είναι ένα κάλεσμα για «ειρήνη» -ένα σύνθημα που ακούγεται από τον τεράστιο αριθμό απλών Βενεζουελάνων που έχουν στοιχηθεί πίσω από τον Maduro. Το τραγούδι τους «Δε θα επιστρέψουν ποτέ» είναι πολύ χαρακτηριστικό. Αναγνωρίζουν στους ηγέτες της σημερινής αναταραχής τους ίδιους ανθρώπους που επέβαλλαν τα καταστροφικά οικονομικά προγράμματα της δεκαετίας του '90, πριν τον Chavez, οι οποίοι είχαν αποπειραθεί δύο φορές να καταστρέψουν την κυβέρνησή του.

Την ίδια στιγμή, αυτή η «ειρήνη» μένει να προσδιοριστεί. Αυτό σημαίνει την αντιμετώπιση των πραγματικών προβλημάτων του κόσμου δημιουργώντας ρήγμα ανάμεσα στα ανυπόμονα χαμηλά στρώματα της μικροαστικής τάξης και στους αυτοαποκαλούμενους ηγέτες τους που είναι κομμάτι της αστικής τάξης; Ή μήπως αυτό σημαίνει ένα συμβιβασμό με κομμάτια της ίδιας τάξης (της αστικής), που ίσως εκπροσωπούνται από τον Capriles, και που δεν έχουν καμία δέσμευση στην υπόθεση του σοσιαλισμού, είτε του 21ου αιώνα είτε οποιουδήποτε άλλου;

Η βία δεν είναι ξένη υπόθεση για τη Βενεζουελανική δεξιά. Στις 11 Απριλίου 2002, οργάνωσε ένα πραξικόπημα εναντίον του Chavez και πήρε την εξουσία. Τα μηνύματα στα ΜΜΕ για δολοφονημένα ηγετικά στελέχη των Chavistas, ήταν ένα μέτρο για το μέχρι που ήταν διατεθειμένοι να φτάσουν. Το πραξικόπημα είχε την υποστήριξη τμημάτων του στρατού, της εκκλησίας, της ομοσπονδίας των εργατών, της διεφθαρμένης εθνικής συνδικαλιστικής ένωσης και της Αμερικανικής πρεσβείας. Αλλά απέτυχε επειδή οι μάζες των φτωχών και της εργατικής τάξης στη Βενεζουέλα κατέλαβαν τους δρόμους και έφεραν πίσω τον Chavez.

Εννέα μήνες αργότερα, μια απόπειρα καταστροφής, μέσω ενός lockout, της πετρελαϊκής βιομηχανίας -και μέσω αυτού ολόκληρης της οικονομίας- αποκρούστηκε ξανά από τη μαζική κινητοποίηση της πλειοψηφίας των Βενεζουελάνων, των ίδιων των οποίων οι ψήφοι έφεραν τον Chavez στην εξουσία.

Είναι η σημερινή κατάσταση μια επανάληψη του Απρίλη; Μεταξύ 2002 και 2014, η δεξιά απέτυχε να εκτοπίσει τον Chavez. Αντιθέτως, η εκλογική υποστήριξη του Chavez ανέβαινε διαρκώς μέχρι το θάνατό του τον περασμένο χρόνο. Μετά από αυτό, ο διάδοχός του, ο Maduro, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές τον Απρίλιο του 2013. Αλλά αυτή τη φορά, ο Capriles, ως υποψήφιος της δεξιάς, πήρε 250000 ψήφους, μόλις ένα τοις εκατό από τη νίκη.

Ήταν μια ξεκάθαρη έκφραση της αυξανόμενης αναταραχής και θυμού ανάμεσα στους υποστηρικτές του Chavez. Τον προηγούμενο χρόνο, το 2012, τα ποσοστά του πληθωρισμού κυμαίνονταν περίπου στο 50% (επίσημα), και το επίπεδο αυτό αυξήθηκε αδυσώπητα κατά τη διάρκεια του περασμένου χρόνου. Σήμερα, το βασικό καλάθι αγαθών κοστίζει 30% παραπάνω από τον κατώτατο μισθό -και αυτό μόνο αν αυτά τα αγαθά μπορούν να βρεθούν στα ολοένα και πιο άδεια ράφια των μαγαζιών και των σουπερμάρκετ.

Οι ελλείψεις αυτές εξηγούνται μερικώς από την κερδοσκοπία των καπιταλιστών -ακριβώς όπως στη Χιλή του 1972- και σε ένα βαθμό από το αυξανόμενο κόστος των εισαγωγών, οι οποίες συνθέτουν ένα αυξανόμενο κομμάτι της κατανάλωσης στη Βενεζουέλα. Και αυτό σημαίνει όχι πολυτέλειες, όχι φαγητό, όχι βασικές τεχνολογικές υποδομές, όχι γκάζι.

Όλο αυτό είναι μια έκφραση μιας οικονομικής κρίσης που η κυβέρνηση αρνιόταν σθεναρά, αλλά ήταν φανερό σε όλους. Ο πληθωρισμός προκλήθηκε από την μείωση της αξίας του bolivar, του νομίσματος της Βενεζουέλας, ως αποτέλεσμα της οικονομικής παράλυσης. Η αλήθεια είναι ότι η παραγωγή οτιδήποτε άλλου πέραν του πετρελαίου έχει οδηγηθεί σε ένα εικονικό τέλμα. 80000 εργάτες προσλαμβάνονται στην αυτοκινητοβιομηχανία και από την αρχή του 2014 έχουν παραχθεί 200 οχήματα, κάτι το οποίο κανονικά γίνεται σε μισή μέρα.

Πώς είναι δυνατόν μια χώρα με τα (αποδεδειγμένα) μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και πιθανώς φυσικού αερίου να έχει τόσο μεγάλο χρέος προς στην Κίνα και να μην μπορεί να χρηματοδοτήσει τη βιομηχανική ανάπτυξη που ο Chavez υποσχέθηκε στο πρώτο του οικονομικό πλάνο;

Η απάντηση είναι περισσότερο πολιτική παρά οικονομική. Η εξήγηση είναι η διαφθορά σε μια σχεδόν απίστευτη κλίμακα, συνδυασμένη με ανεπάρκεια και μια παντελή έλλειψη οποιασδήποτε οικονομικής στρατηγικής.

Τις τελευταίες εβδομάδες, έχουν υπάρξει δημόσιες καταγγελίες ότι κερδοσκόποι και λαθρέμποροι παίρνουν πετρέλαιο και σχεδόν οτιδήποτε άλλο πέρα από τα σύνορα με την Κολομβία. Και έχουν υπάρξει «τρομοκρατημένες» αναφορές για την «ανακάλυψη» χιλιάδων κοντέινερ με σαπισμένο φαγητό. Αλλά όλα αυτά είναι γνωστά για χρόνια. Εξίσου γνωστή είναι η εμπλοκή τομέων του κράτους και της κυβέρνησης σε αυτές τις δραστηριότητες.

Ο Chavez υποσχέθηκε λαϊκή εξουσία και την επένδυση του πετρελαϊκού πλούτου της χώρας σε νέα κοινωνικά προγράμματα. Ορθώς, τα νέα συστήματα υγείας και παιδείας ήταν πηγή μεγάλης υπερηφάνειας και μια εγγύηση για τη συνεχιζόμενη υποστήριξή του από την πλειοψηφία των Βενεζουελάνων.

Σήμερα, αυτά τα κεφάλαια στερεύουν καθώς το εισόδημα της Βενεζουέλας από τα πετρέλαια πηγαίνει για την αποπληρωμή των ολοένα ακριβότερων εξαγωγών. Αντ' αυτού, μια νέα γραφειοκρατική τάξη έχει αναδειχθεί στη Βενεζουέλα η οποία έχει στις τάξεις της πληθώρα κερδοσκόπων και ιδιοκτητών αυ΄της της νέας και αποτυχημένης οικονομίας.

Σήμερα, καθώς η βία οξύνεται, βλέπουμε πύρινους λόγους ενάντια στη διαφθορά και στο «να φοράς» το υποχρεωτικό κόκκινο πουκάμισο και καπέλο του Τσαβισμού. Αλλά αυτά τα -κυριολεκτικά- δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν «εξαφανιστεί» τα τελευταία χρόνια και ο ασυνήθιστος πλούτος που έχουν συσσωρεύσει ηγετικοί Chavistas, αποτελούν το πιο καθαρό σημάδι ότι τα ατομικά συμφέροντά τους έχουν υπερισχύσει.

Την ίδια στιγμή οι θεσμοί της λαϊκής εξουσίας έχουν ευρέως «μαραθεί». Οι υποσχέσεις για κοινωνικό έλεγχο, για έλεγχο των από κάτω, για ένα σοσιαλισμό που θα ωφελούσε το σύνολο του πληθυσμού, αποδείχτηκαν κούφιες.

Η δεξιά ήλπιζε να ποντάρει σε αυτή την απογοήτευση. Αυτό όμως δεν κατάφερε ακόμα να κινητοποιήσει σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης, το οποίο δείχνει την πίστη του στο σχέδιο του Chavez, το οποίο δε σημαίνει απαραίτητα και πίστη στους αυτόκλητους διαδόχους του.

Η λύση δε βρίσκεται σε συμμαχίες χωρίς αρχές με τους αντίπαλους του Τσαβισμού, ούτε σε προσκλήσεις πολυεθνικών όπως η Samsung να εκμεταλλευθούν τη φθηνή Βενεζουελάνικη εργασία

για τη συναρμολόγηση του εξοπλισμού τους.

Αυτό που μπορεί να σώσει το Μπλιβαριανό σχέδιο -και μαζί την ελπίδα που γέννησε σε τόσσους πολλούς- είναι η απομάκρυνση των κερδοσκόπων και των γραφειοκρατών και η οικοδόμηση της λαϊκής εξουσίας από το μηδέν, στη βάση του αυθεντικού σοσιαλισμού -συμμετοχικού, δημοκρατικού και υποδειγματικού στην άρνηση να αναπαράγει τις αξίες και τις μεθόδους ενός καπιταλισμού, που έχει τόσο ξεκάθαρα ξεσκεπαστεί από την επαναστατική νεολαία στην Ελλάδα, στην Ισπανία και τη Μέση Ανατολή.

Αφήνω την τελευταία λέξη στον Roland Denis, κορυφαίο ακτιβιστή βάσης για πολλά χρόνια: «Είτε θα μετατρέψουμε αυτή τη στιγμή σε μια δημιουργική ευκαιρία να επανενεργοποιήσουμε την επαναστατική μας θέληση, ή μπορούμε να ξεκινήσουμε να λέμε τους αποχαιρετισμούς μας στην όμορφη, τραυματική ιστορία που ζήσαμε τα τελευταία 25 χρόνια»