Εδώ και χρόνια, με τον Πάνο Λάμπρου είχα (και έχω) πολιτικές διαφορές, αλλά αισθανόμουν (και αισθάνομαι) απέναντί του φιλία και συντροφικότητα.

Ανεξάρτητα από τις κεντρικοπολιτικές επιλογές του, ο Πάνος κράτησε πάντα μια «ακτιβίστικη» συνήθεια: την οργανωμένη αλληλεγγύη στους κρατούμενους στις φυλακές. Και όταν κάποιος δουλεύει ειλικρινά και με διάρκεια σε ένα θέμα, δεν είναι δυνατόν να κάνει τις υποχωρήσεις που υπαγορεύει ένας πολιτικάντικος καθωσπρεπισμός: στην προκειμένη περίπτωση τη διάκριση μεταξύ «ποινικών» και «πολιτικών» κρατουμένων, ως προς τα δικαιώματα που θα έπρεπε να έχει ο κάθε έγκλειστος.

Αυτές οι συνήθειες έχουν, προφανώς, κινδύνους.

Αντιθέτως, ο Γ. Πανούσης, ο «σώγαμπρος» που με ευθύνη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ έγινε υπουργός στην «πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνηση Τσίπρα, εκπροσωπεί έναν άλλο, απολύτως διαφορετικό κόσμο. Μιας εαροδημαρ-σοσιαλδημοκρατίας, που θέλει να είναι διαρκώς «κυβερνώσα», για να αποδεικνύει ότι η συμμετοχή της στην κυβέρνηση μπορεί να διατηρήσει τα πράγματα απολύτως… ίδια κι απαράλλακτα, όπως ήταν όταν κυβερνούσαν οι «άλλοι». Ακριβώς γι’ αυτό ο Γ. Πανούσης έχει τη δεδηλωμένη υποστήριξη των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους, αλλά και των κυρίαρχων ΜΜΕ.

Των ΜΜΕ που στην περίπτωση αυτή διέγνωσαν ως «είδηση» το περιεχόμενο των συνομιλιών που υποκλαπειθείσες –από… «κάποιους»- έφτασαν -… «κάπως»- στα χέρια τους. Και παρέβλεψαν την είδηση που, υπό κανονικές συνθήκες, θα συγκλόνιζε τη δημόσια συζήτηση: ότι στις μέρες μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους είχαν εντολές να παρακολουθούν και να καταγράφουν τις κινήσεις στελεχών της πολιτικής ηγεσίας του κόμματος που στήριζε την κυβέρνηση.

Ότι ο Γ. Πανούσης, ως πολιτικά υπεύθυνος για τη λειτουργία αυτών των μηχανισμών, αν δεν είχε δώσει ο ίδιος την εντολή για τις παρακολουθήσεις, ήταν ενήμερος γι’ αυτές και αντί να αντιδράσει ως όφειλε, επέλεξε να συσσωρεύει «κασέτες» για να τις χρησιμοποιήσει όταν και όπως αυτός έκρινε…

Στην καπιταλιστική Δύση, την οποία πολλοί αγάπησαν, πολλοί έχασαν την καρέκλα και το παντεσπάνι τους με μικρότερες αφορμές. Στις ΗΠΑ, ο Νίξον έχασε την προεδρική εξουσία όταν αποδείχθηκε ότι είχε ζητήσει την παρακολούθηση ενός άλλου κόμματος, πάντως όχι του δικού του!

Πέρα όμως από τις ευθύνες του Γ. Πανούση και των «ειδικών υπηρεσιών» της αστυνομίας και της ΕΥΠ, προκύπτουν και κάποια άλλα ερωτήματα: Ποιοι άλλοι γνώριζαν για τις παρακολουθήσεις; Αν γνώριζαν, τι έκαναν για να προστατέψουν το κόμμα τους, τους συντρόφους τους και –όπως τελικά αποδείχθηκε- τους ίδιους τους εαυτούς τους;

Αλλάζοντας απλώς στην ηγεσία των κατασταλτικών μηχανισμών τον ακαδημαϊκό Γ. Πανούση με τον ευθυτενή στρατηγό κ. Τόσκα, μπορεί σήμερα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να εγγυηθεί για μια στοιχειώδη προστασία των δημοκρατικών δικαιωμάτων;

Που, διάολε, αυτά τουλάχιστον δεν έχουν δημοσιονομικό κόστος και ως εκ τούτου δεν θα έπρεπε να πετσοκόβονται από το μνημόνιο 3.

Η επίθεση στον Πάνο Λάμπρου έχει ως στόχο να συνεχίσει το «κλάδεμα» κάθε ριζοσπαστικής φωνής που έχει απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Να επιταχύνει την μετατόπιση της κυβέρνησης και του κόμματος προς τα δεξιά, ακόμα πιο βαθιά μέσα στην αγκαλιά του καθεστώτος. Να απομονώσει κινηματικές δραστηριότητες και τα συνακόλουθα «ήθη και έθιμα», ώστε να τα κάνει πιο ευάλωτα, ίσως και ποινικοποιήσιμα… επί κυβέρνησης «Αριστεράς».

Και αυτό θα έπρεπε να μας ανησυχεί όλους και όλες. 

Ετικέτες