Συνέντευξη της Ρακέλ Βαρέλα, ιστορικού της πορτογαλικής επανάστασης, με τον Ντέιβιντ Μπρόντερ για το Jacobin, στην προηγούμενη "στρογγυλή" επέτειο (2019) της Επανάστασης των Γαρυφάλλων.

Η σημερινή ημέρα σηματοδοτεί την επέτειο της απελευθέρωσης της Πορτογαλίας από τη δικτατορία. Στις 25 Απριλίου του 1974, αντιφρονούντες στρατιώτες του «Κινήματος Ενόπλων Δυνάμεων» (στα πορτογαλικά: Movimiento de las Fuerzas Armadas – MFA) απομάκρυναν τον δικτάτορα Μαρσέλο Καετάνο, απαιτώντας  να εγκαταλείψει η Πορτογαλία τους αποτυχημένους αποικιακούς πολέμους της στην Αφρική. Ένα καθεστώς που χρονολογείτο από την εποχή του Μουσολίνι και του Χίτλερ είχε επιτέλους φτάσει στο τέλος του, μαζί με την τελευταία παλαιού τύπου αυτοκρατορία της Ευρώπης.

Η εξέγερση εντός του στρατού αποτέλεσε τον άμεσο πυροκροτητή της πτώσης του καθεστώτος και οι εικόνες  χαρούμενων πολιτών που πρόσφεραν γαρύφαλλα στους στρατιώτες στο δρόμο θα γίνονταν σύμβολο της γέννησης της ίδιας της πορτογαλικής δημοκρατίας. Ωστόσο, η Επανάσταση των Γαρυφάλλων, η οποία συνεχίστηκε μέχρι τον Νοέμβριο του 1975,  ήταν κάτι περισσότερο από ένα απλό στρατιωτικό πραξικόπημα ή ακόμη και από μια μετάβαση σε μια νέα κοινοβουλευτική τάξη πραγμάτων.

Αντίθετα, η διάλυση του παλιού καθεστώτος άνοιξε το δρόμο για μια πολύ ευρύτερη αμφισβήτηση του τρόπου με τον οποίο θα οργανωνόταν η κοινωνία. Με τα όργανα της δικτατορίας να σαρώνονται αμέσως, νέα όργανα μαζικής δημοκρατίας άνθισαν, εμπλέκοντας εκατομμύρια ανθρώπους. Οι εργάτες επέβαλαν τον έλεγχό τους στους χώρους εργασίας τους και τα συμβούλια κατοίκων ανέλαβαν τον έλεγχο των προβλημάτων της καθημερινής ζωής.

Αυτή η δημοκρατία -όχι μια ψηφοφορία κάθε λίγα χρόνια, αλλά μια συνεχής και άμεση λαϊκή εξουσία- έδειξε πώς οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο μιας σύγχρονης οικονομίας. Επέβαλε το δικαίωμα στην εργασία, το πάγωμα των ενοικίων το οποίο διατηρήθηκε επί σχεδόν σαράντα χρόνια και τις δωρεάν δημόσιες υπηρεσίες. Όμως τελικά, η μαζική κινητοποίηση ατόνησε και η Πορτογαλία έγινε περισσότερο σαν τις άλλες φιλελεύθερες-δημοκρατικές ευρωπαϊκές χώρες.

Στην 45η επέτειο της επανάστασης (2019), ο Ντέιβιντ Μπρόντερ του Jacobin μίλησε με την ιστορικό Ρακέλ Βαρέλα για την κληρονομιά της επανάστασης στην Πορτογαλία σήμερα. Συζήτησαν για τον ρόλο των αντιφρονούντων στρατιωτών στη διάσπαση του παλιού κράτους, τις ανθεκτικές στο χρόνο αλλαγές που κατάφερε να επιβάλει η επανάσταση, όπως και τι μας λέει αυτή η εμπειρία ως προς το τι θα μπορούσε να σημαίνει σήμερα ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός.

Οι αντιαποικιακές εξεγέρσεις αποτέλεσαν βασικό πυροδότη της επανάστασης, καθώς η διαφωνία εντός του πορτογαλικού στρατού -που εκφράστηκε με τη δημιουργία του ΜFΑ- προκάλεσε ένα ρήγμα μέσα στο καθεστώτος. Αλλά ακόμη και μετά την ανατροπή της δικτατορίας από το MFA στις 25 Απριλίου 1974, οι λαϊκές μάζες συνέχισαν να αναφέρονται μαζικά στο MFA, ενώ και τα αριστερά κόμματα συμμάχησαν επίσης με στελέχη του στρατού. Πώς όμως αυτό το κίνημα των στρατιωτών απολάμβανε μια τόσο ευρεία βάση υποστήριξης; Και γιατί δεν μπόρεσε να διατηρήσει τον έλεγχο της επαναστατικής διαδικασίας;

Ο σχηματισμός του MFA δεν οφειλόταν στην αριστερή ιδεολογία, αλλά μάλλον στον αποικιακό πόλεμο της Πορτογαλίας μεταξύ 1961 και 1974. Η χώρα πέρασε δεκατρία χρόνια πολεμώντας ενάντια στις αντιαποικιακές επαναστάσεις στη Γουινέα, τη Μοζαμβίκη και την Αγκόλα, με την κινητοποίηση πάνω από ενός εκατομμυρίου στρατιωτών, με πάνω από οκτώ χιλιάδες νεκρούς από την πορτογαλική πλευρά και πάνω από εκατό χιλιάδες νεκρούς από την αφρικανική πλευρά.

Συχνά λέγεται ότι πραγματοποιήθηκε μια αναίμακτη επανάσταση, αφού στις 25 Απριλίου 1974 δεν σκοτώθηκε σχεδόν κανείς στη μητροπολιτική Πορτογαλία. Ωστόσο, η Επανάσταση των Γαρυφάλλων είχε στην πραγματικότητα ξεκινήσει 13 χρόνια νωρίτερα, με τις αντιαποικιακές επαναστάσεις οι οποίες αποτέλεσαν πράγματι μέρος της ίδιας διαδικασίας.

Επανάσταση σημαίνει σύγκρουση: και το MFA ανέτρεψε τη δικτατορία με στρατεύματα και τανκς στους δρόμους. Αλλά τα μέλη του προέρχονταν κυρίως από τη μικροαστική τάξη και ήταν ελάχιστα πολιτικοποιημένα, καθώς οι στόχοι τους περιορίζονταν στον τερματισμό του πολέμου. Αυτό ήταν το επίτευγμά τους στις 25 Απριλίου 1974, καθώς μεσαίοι αξιωματικοί πραγματοποίησαν το πραξικόπημα. Μέσω αυτού όμως εξαπολύθηκε και μια ευρύτερη επαναστατική διαδικασία, καθώς οι εργατικές και λαϊκές μάζες μπήκαν στο προσκήνιο. Αυτό με τη σειρά του άλλαξε τον συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ των κοινωνικών τάξεων.

Η Πορτογαλία είχε περιέλθει σε εθνική κρίση και το ρήγμα που είχε ανοίξει στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης δεν επιλύθηκε με το πραξικόπημα. Αυτό που ξεκίνησε στις 25 Απριλίου -ένα κλασικό πραξικόπημα- οδήγησε σε μια δημοκρατική επανάσταση, καθώς μέσα σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες η αντικατάσταση της δικτατορίας από ένα δημοκρατικό πολιτικό σύστημα είχε πρακτικά διασφαλιστεί. Υπήρξε επίσης ο σπόρος μιας κοινωνικής επανάστασης, η οποία συνεπάγεται αλλαγές στις ευρύτερες σχέσεις παραγωγής.

Οι βάσεις αυτής της επανάστασης ξεκίνησαν από τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα και τους φοιτητές. Είχαν προσχωρήσει σε αυτή τη διαδικασία ακολουθώντας το στρατό και έτσι μπορούσαν να δράσουν χωρίς φόβο. Ωστόσο, καθώς εισέρχονταν μαζικά στο προσκήνιο, τα στρώματα αυτά σύντομα βρέθηκαν να ξεπερνούν το ίδιο το MFA, το οποίο αντίθετα προσπαθούσε να αποκαταστήσει την τάξη στο ίδιο κράτος στου οποίου την κρίση είχε συμβάλει.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα (PCP), η μεγαλύτερη παράνομη αντιπολίτευση κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, υποστήριξε μια λαϊκομετωπική προσέγγιση. Υποστήριζε μια «συμμαχία MFA-λαού», η οποία ισοδυναμούσε με τη διατήρηση της ηγεσίας μέρους του στρατού επί του λαού. Αυτό ήταν πολύ παρόμοιο με τη γραμμή του γαλλικού αδελφού κόμματός του στη Γαλλία το 1945-1947, όταν το τελευταίο ακολούθησε μια πολιτική εθνικής ενότητας για χάρη της «εθνικής ανασυγκρότησης» αμέσως μετά την Αντίσταση.

Ωστόσο, η σύγκρουση μεταξύ διαφορετικών κέντρων εξουσίας παρέμεινε. Από την αρχή της πορτογαλικής επανάστασης εμφανίστηκαν νέες μορφές λαϊκής εξουσίας που ξεπερνούσαν κατά πολύ το θεσμικό σχέδιο του PCP, χάρη στην αυτό-οργάνωση της εργατικής τάξης σε επιτροπές εργατών, κατοίκων και αργότερα στρατιωτών. Αυτές ήταν μορφές δυαδικής εξουσίας έξω από το κεντρικό κράτος και ακόμη και ένα μέρος του MFA διαχωρίστηκε για να ενταχθεί σε αυτές.

Ενώ όμως εμφανίστηκαν παράλληλες μορφές εξουσίας κατά τη διάρκεια της επανάστασης, αυτές δεν αναπτύχθηκαν και δεν συντονίστηκαν σε πανεθνικό επίπεδο, ως μια βιώσιμη εναλλακτική λύση στην εξουσία του κεντρικού κράτους. Πράγματι, αν και το κράτος εισήλθε σε μια τεράστια κρίση, δεν κατέρρευσε. Αυτή η έλλειψη εναλλακτικής λύσης ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους στις 25 Νοεμβρίου 1975 η Δεξιά μπόρεσε τόσο εύκολα να αποκαταστήσει την «τάξη» εις βάρος αυτών των μορφών δυαδικής εξουσίας.

Στο έργο σου δίνεις έμφαση στην ιστορία από τα κάτω -στον απροσδόκητο ρόλο που έπαιξαν οι μάζες, ακόμη και μετά από δεκαετίες χωρίς δυνατότητα επίσημης πολιτικής οργάνωσης. Αλλά με ποια έννοια η πορτογαλική επανάσταση ήταν μια βαθύτερη διαδικασία αλλαγής από ό,τι η ισπανική μετάβαση στη δημοκρατία την ίδια περίοδο; Εκεί, ήταν στοιχεία της άρχουσας τάξης αυτά που ηγήθηκαν της διαδικασίας, ακόμη και αν η προσπάθειά τους να αποτινάξουν ένα οπισθοδρομικό καθεστώς έφερε επίσης έναν ευρύτερο εκδημοκρατισμό της δημόσιας ζωής.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ το αρχείο του Φρανσίσκο Φράνκο εξακολουθεί να βρίσκεται στα χέρια της οικογένειάς του, τα έγγραφα του Πορτογάλου δικτάτορα Αντόνιο Σαλαζάρ είναι διαθέσιμα στο κοινό. Αυτό που ξεκίνησε στις 25 Απριλίου ως πραξικόπημα οδήγησε αμέσως στην πλήρη διάλυση του πολιτικού καθεστώτος της δικτατορίας, αλλά περισσότερο από αυτό, υπήρξε επίσης ο σπόρος μιας κοινωνικής επανάστασης.

Αυτό που συνέβη στην Πορτογαλία το 1974-5 ήταν η τελευταία επανάσταση στην Ευρώπη που έθεσε υπό αμφισβήτηση την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, είχε ως αποτέλεσμα μια σημαντική μετατόπιση του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων -περίπου το 18% του εθνικού εισοδήματος μεταφέρθηκε από το κεφάλαιο στην εργασία. Πέτυχε κατακτήσεις όπως η εγγύηση του δικαιώματος στην εργασία, οι αξιοπρεπείς μισθοί (πάνω από το επίπεδο της επιβίωσης ή μόνο της βιολογικής αναπαραγωγής) και η ισότιμη και καθολική πρόσβαση στην εκπαίδευση, την υγεία και την κοινωνική ασφάλιση.

Αυτό που διαφοροποιεί την επαναστατική περίοδο της Πορτογαλίας από μια διαδικασία δημοκρατικής μετάβασης όπως εκείνη της Ισπανίας, δεν ήταν η διεξαγωγή των εκλογών ή τα αποτελέσματά τους, αλλά περισσότερο η συνολική δυναμική που ήταν ορατή σε αυτή την περίοδο. Η διεξαγωγή των εκλογών ήταν, προφανώς, ένα πολύ μεγάλο επίτευγμα, μετά από σαράντα οκτώ χρόνια δικτατορίας: στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, το 95% του λαού προσήλθε να ψηφίσει! Αλλά αυτό που διαφοροποιεί μια επανάσταση από άλλες διαδικασίες είναι ο τρόπος με τον οποίο ο πληθυσμός εμπλέκεται και παίρνει άμεσα τη ζωή του στα χέρια του.

Ο Πολ Βαλερί (Γάλλος ποιητής και φιλόσοφος) συνήθιζε να λέει ότι η πολιτική είναι η τέχνη του να στρέφεις τους πολίτες μακριά από τον έλεγχο των ίδιων των ζωών τους. Μια επανάσταση είναι ακριβώς το αντίθετο, μια μοναδική στιγμή στην ιστορία. Πραγματοποιήσαμε μια από τις σημαντικότερες επαναστάσεις του εικοστού αιώνα. Το δικαίωμα ψήφου ήταν ένα από τα στοιχεία της, αλλά το πιο κρίσιμο χαρακτηριστικό της ήταν ότι επί δεκαεννέα μήνες, τρία εκατομμύρια άνθρωποι συμμετείχαν άμεσα στα συμβούλια εργαζομένων, κατοίκων και στρατιωτών, τα οποία αποφάσιζαν τι έπρεπε να κάνουν σε καθημερινή βάση. Οι άνθρωποι ψήφιζαν και συζητούσαν για ώρες ολόκληρες τι έπρεπε να κάνουν.  Όλα αυτά κατέστησαν εφικτή την πραγματοποίηση θαυμάσιων πραγμάτων από την επανάστασή μας. Για να πάρουμε μόνο ένα παράδειγμα, δείτε τις γυναίκες που οργανώθηκαν στα συμβούλια κατοίκων, οι οποίες μαζί με τους οδηγούς της Carris (δημόσιες συγκοινωνίες της Λισαβόνας) άλλαξαν τα δρομολόγια των λεωφορείων, ώστε οι συνοικίες κοινωνικών κατοικιών που βρίσκονταν μακριά από το κέντρο της πόλης να εξυπηρετούνται επιτέλους από τα μέσα μαζικής μεταφοράς.

Οι τράπεζες εθνικοποιήθηκαν και απαλλοτριώθηκαν χωρίς καμία αποζημίωση. Και το δικαίωμα στον ελεύθερο χρόνο ήταν απολύτως κεντρικό. Ας δούμε την περίπτωση μιας διαδήλωσης των αρτοποιών που εργάζονταν πολλές ώρες, το σύνθημα της οποίας ήταν «θέλουμε να κοιμόμαστε με τις συζύγους μας». Ως σύνθημα είναι πολύ ενδιαφέρον, διότι σήμερα θεωρούμε δεδομένο ότι στις έντεκα το βράδυ υπάρχουν άνθρωποι που πουλάνε κάλτσες στα σούπερ μάρκετ ή εργάζονται στις γραμμές συναρμολόγησης της Volkswagen. Οι άνθρωποι δεν κέρδισαν μόνο το πάγωμα των τιμών ώστε να μπορούν να τρώνε αξιοπρεπώς, αλλά και το δικαίωμα στον ελεύθερο χρόνο και τον πολιτισμό. Κέρδισαν επίσης το δικαίωμα στη στέγαση, καταλαμβάνοντας μάλιστα άδεια σπίτια που προορίζονταν για κερδοσκοπία. Ακόμα και δικαστές τους υποστήριζαν μερικές φορές, όπως στην πόλη Σετουμπάλ. Θα σας θυμίσω ότι σήμερα στην Πορτογαλία υπάρχουν επτακόσιες χιλιάδες κενά σπίτια, που ανήκουν σε κτηματομεσιτικά funds, τα οποία δεν πληρώνουν φόρους.

Μαζί με τέσσερις χιλιάδες εργατικά συμβούλια, υπήρχαν και 360 επιχειρήσεις που διοικούνταν από τους ίδιους τους εργαζομένους τους. Οι εκτάσεις μη αρδευόμενης καλλιέργειας τριπλασιάστηκαν, καθώς οι αγρότες κατέλαβαν τη γη. Αυτές οι καταλήψεις έρχονται προφανώς σε αντίθεση με αυτό που έχουμε σήμερα: την καθήλωση της παραγωγής κατά τη διάρκεια της κρίσης. Εν μέσω μαζικής ανεργίας, οι άνθρωποι πληρώνονται για να σταματήσουν να παράγουν.

Το 1979 θα δημιουργούνταν επίσης το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Ωστόσο, η ενοποίηση ενός καθολικού συστήματος υγείας είχε εφαρμοστεί από την επαύριο της 25ης Απριλίου. Ο πρώτος υπεύθυνος γι’ αυτό ήταν μια απολύτως θαυμάσια προσωπικότητα από το MFA, ο Κρουζ Ολιβέιρα. Πήρε τα νοσοκομεία από τα χέρια των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και τα μετέτρεψε σε μια ενιαία υπηρεσία, ενώ απαγόρευσε την πώληση αίματος - έκτοτε το αίμα που χρησιμοποιείται στα νοσοκομεία είναι από δωρεάν αιμοδοσία. Όλα αυτά συνέβησαν με τον κόσμο στους δρόμους να απαιτεί ότι η πρόσβαση στην υγεία δεν πρέπει να είναι ένα εμπορευματοποιημένο αγαθό, αλλά ένα καθολικό δικαίωμα.

Περιγράφεις την επανάσταση ως εξίσου σχετική με τον 21ο αιώνα όσο και με τον 20ό, και σημειώνεις επίσης την άνθιση της ταξικής συνειδητότητας κατά τη διάρκεια αυτής της αναταραχής. Αλλά θα μπορούσε επίσης να υποστηριχθεί ότι η πορτογαλική εμπειρία ήταν συνδεδεμένη με μια παλαιότερη ιστορία και ένα προηγούμενο μοντέλο ταξικής οργάνωσης που είχε τις ρίζες του στους μεγάλους εργασιακούς χώρους του φορντικού μοντέλου, καθώς συνέβη προς το τέλος του κύματος αγώνων που είχε ανοίξει το 1968. Πράγματι, ιδέες όπως τα αυτοδιαχειριζόμενα εργοστάσια ήταν ευρέως διαδεδομένες στη διεθνή αριστερά εκείνης της περιόδου. Με ποια έννοια ήταν ένα κίνημα που δείχνει προς το μέλλον και όχι η τελευταία αναπνοή της εργατικής επανάστασης στην Ευρώπη, πριν από την επέλαση που διέλυσε την ιστορική κοινωνική της βάση;

Ένας από τους κύριους ισχυρισμούς στο βιβλίο μου είναι η διάκριση μεταξύ εργατικού ελέγχου και αυτοδιαχείρισης. Υπάρχει μια μακρά ιστορία εμπειριών εργατικού ελέγχου, από την Πετρούπολη το 1917 έως την Ιταλία το 1919-20, όπου οι εργαζόμενοι επιβάλλουν τους όρους τους στη διοίκηση της επιχείρησης. Αυτό το φαινόμενο -ελάχιστα μελετημένο στην περίπτωση της Πορτογαλίας- ήταν ωστόσο ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της πορτογαλικής επανάστασης, που αναπτύχθηκε στις εθνικοποιημένες επιχειρήσεις, στις μεγάλες τεχνικές εταιρείες και πέρα από αυτές από τον Φεβρουάριο του 1975 και μετά. Αυτό ήταν διαφορετικό από τις επιχειρήσεις τις οποίες έπαιρναν οι εργαζόμενοι απευθείας στα χέρια τους (αυτοδιαχείριση), κάτι που ήταν πιο συνηθισμένο σε επιχειρήσεις με πραγματικές οικονομικές δυσκολίες και σε μικρότερες επιχειρήσεις.

Η πορτογαλική επανάσταση βασίστηκε στην εργατική τάξη, όχι στους αγρότες ή σε ένα στρατιωτικοποιημένο/ένοπλο κόμμα. Είναι η πιο σύγχρονη επανάσταση που έχει γίνει στην Ευρώπη. Από τα δέκα εκατομμύρια του πληθυσμού της Πορτογαλίας, τρία εκατομμύρια ανήκαν στα στρώματα που συμμετείχαν στην επανάσταση, συμπεριλαμβανομένου ενός τεράστιου ποσοστού γυναικών (που αντιπροσώπευαν περίπου το 40% του εργατικού δυναμικού, λόγω του πολέμου αλλά και της μετανάστευσης) και ενός τομέα υπηρεσιών που είχε γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Σε αυτή την επανάσταση, οι βιομηχανικοί εργάτες έλεγχαν τα νοσοκομεία και τους γιατρούς.

Η επανάσταση της Πορτογαλίας συνδύασε έτσι μια μεγάλη καθυστέρηση -την κατάρρευση της πιο αναχρονιστικής (πραγματικά της τελευταίας) αποικιακής αυτοκρατορίας- με τη νεωτερικότητα, σε μια επανάσταση στην καρδιά της Ευρώπης εν τω μέσω του Ψυχρού Πολέμου.

Στο σήμερα, αυτό το επαναστατικό παρελθόν -όταν οι φτωχότεροι, οι πιο επισφαλείς, συχνά μάλιστα αγράμματοι, άνθρωποι, τόλμησαν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους- αποτελεί ένα είδος ιστορικού εφιάλτη για τις πορτογαλικές άρχουσες τάξεις. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους τότε ήταν πανευτυχείς. Ένα από τα χαρακτηριστικά των φωτογραφιών της πορτογαλικής επανάστασης, όπως απεικονίζεται και στο εξώφυλλο του βιβλίου, είναι ότι οι άνθρωποι σχεδόν πάντα είναι γελαστοί στην κάμερα. Όχι τυχαία, ο Τσίκο Μπουάρκε τραγούδησε: «Ξέρω ότι κάνεις πάρτι, φίλε» (ΣτΜ πολιτικοποιημένος βραζιλιάνος τραγουδιστής, ο οποίος εμπνευσμένος από την επανάσταση των γαρυφάλλων έγραψε το Tanto Mar, στο οποίο αναφέρεται και η Ρακέλ Βαρέλα) . Κι όμως, στην τεσσαρακοστή επέτειο, υπήρξε επιμονή στο να γιορταστούν μόνο οι ενέργειες των στρατιωτών στις 25 Απριλίου, ξεχνώντας ότι αυτή δεν ήταν παρά η πρώτη μέρα των πιο εκπληκτικών δεκαεννιά μηνών στην ιστορία της Πορτογαλίας.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα άλλων χωρών, αλλά και η κυβέρνηση των ΗΠΑ, φοβήθηκαν τη μετάδοση από την Πορτογαλία σε άλλες χώρες. Κατά πόσο αυτό ήταν ρεαλιστικό και ποιες πιέσεις ασκήθηκαν από το εξωτερικό για να καταπνιγεί η ενέργεια της επανάστασης;

Το τι συνέβη μπορούμε να το δούμε στα αμερικανικά αρχεία, τα οποία έχουν πλέον ανοίξει. Η Πορτογαλία ήταν, μαζί με το Βιετνάμ, η χώρα της οποίας τις εξελίξεις παρακολουθούσε πιο στενά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Σύμφωνα με τα λόγια του Τζέραλντ Φορντ (τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ), η Ουάσιγκτον φοβόταν ότι από την Πορτογαλία θα εξαπλωνόταν μια «κόκκινη Μεσόγειος». Αυτό που φοβόταν ήταν κάτι που συχνά παραμελείται στην ιστορία των επαναστάσεων -η δύναμη του παραδείγματος. Οι εικόνες των κατοίκων των παραγκουπόλεων που χαμογελούσαν με ανοιχτές αγκάλες δίπλα στους στρατιώτες γέμιζαν με ελπίδα τους ανθρώπους της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Βραζιλίας.

Η παγκόσμια αριστερά, από τη σοσιαλδημοκρατία μέχρι τα κομμουνιστικά κόμματα, τις οργανώσεις στα αριστερά τους, τα συνδικάτα, τις ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα προοδευτικά τμήματα της εκκλησίας, τους δημοκράτες και αντιμοναρχικούς, είδαν στην Πορτογαλία μια εναλλακτική στα λουτρά αίματος που γίνονταν κάτω από τη μπότα των στρατιωτικών δικτατοριών της Λατινικής Αμερικής και της Ασίας. Μόλις επτά μήνες μετά τα αιματηρά γεγονότα στη Χιλή στις 11 Σεπτεμβρίου 1973, ένας λαός στην Ευρώπη όντως κέρδιζε.

Από την άλλη πλευρά, σήμερα γνωρίζουμε ότι το μεγαλύτερο χρηματικό ποσό που έχει διαθέσει η Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία (SPD) στην ιστορία της, αφιερώθηκε στην οικοδόμηση ενός Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Πορτογαλία το 1974-75. Όχι για να προωθηθεί η επανάσταση, αλλά για να δημιουργηθεί ένα κόμμα που θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πολιτική ηγεσία του εκτροχιασμού της. Το αμερικανικό και το γερμανικό κράτος συνειδητοποίησαν ότι δεν υπήρχε τρόπος να σταματήσουν την επανάσταση επαναλαμβάνοντας καταστολή τύπου Χιλής -η Πορτογαλία βρισκόταν στην Ευρώπη. Η στρατηγική της «δημοκρατικής αντεπανάστασης» εφαρμόστηκε υπό την ηγεσία ενός Σοσιαλιστικού Κόμματος που κατεύναζε τις μάζες με παραχωρήσεις κοινωνικού κράτους, ενώ υπονόμευε τις λαϊκές μορφές εξουσίας, επιμένοντας ότι μόνο η κοινοβουλευτική πολιτική ήταν θεμιτή.

(Στο βιβλίο σου) αναπαράγεις μια διάσημη γελοιογραφία του (πορτογάλου αρχιτέκτονα και σκιτσογράφου) Ζοάο Αμπέλ Μάντα που δείχνει τους μεγάλους επαναστάτες της ιστορίας να μελετούν την Πορτογαλία και εκφράζει το πόσο πολύ αποτέλεσε το επίκεντρο της προσοχής της διεθνούς Αριστεράς. Ωστόσο, όπως σημειώνεις κι εσύ, (η πορτογαλική εμπειρία) δεν έχει ενταχθεί στην ιστορία με τον ίδιο τρόπο που εντάχθηκε η εμπειρία της Χιλής, ως παράδειγμα των προβλημάτων της κρατικής εξουσίας.

Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό; Μήπως επειδή οι ακροαριστερές ομάδες της εποχής απλώς πρότειναν μια επανάσταση τύπου 1917 στην Πορτογαλία και επομένως δεν προσέφερε τίποτα καινούργιο; Ή μήπως είναι ότι άλλα μεγάλα κόμματα (π.χ. οι Ιταλοί Κομμουνιστές) είδαν την εμπειρία της Χιλής ως περισσότερο σχετική με τους κινδύνους που τα ίδια αντιμετώπιζαν;

Το Πορτογαλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, περισσότερο και από τους μαοϊκούς, καλλιεργούσε την ιδέα ότι υπήρχε κίνδυνος να επιστρέψει ο φασισμός. Το χρησιμοποίησαν αυτό ως μέσο πίεσης για να υπερασπιστούν τη στρατηγική του λαϊκού μετώπου (δηλαδή μια ευρεία συμμαχία κατά του φασισμού που διαπερνά τις ταξικές διαχωριστικές γραμμές) και να περιορίσουν έτσι τη συγκρουσιακή διάσταση της κοινωνικής επανάστασης. Ορισμένοι από την άκρα αριστερά συμφωνούσαν με αυτή την εκτίμηση, ενώ άλλοι όχι. Όχι μόνο οι μαοϊκοί και οι τροτσκιστές, αλλά και το Κομμουνιστικό Κόμμα και το MFA ήταν πολύ διχασμένοι μεταξύ της υποστήριξης της λαϊκής εξουσίας ενάντια στο κεντρικό κράτος και της υποστήριξης της επίσημης γραμμής Κομμουνιστών-MFA που υπερασπιζόταν αυτό το κράτος ενάντια στη «φασιστική» απειλή.

Ο ισχυρισμός ότι ο φασισμός αποτελούσε πραγματική απειλή ήταν, ειλικρινά, γελοίος: μέσα σε λίγες ημέρες μετά την 25η Απριλίου, ο πληθυσμός είχε συντρίψει πλήρως το παλιό καθεστώς, από τα γραφεία των λογοκριτών μέχρι την μυστική αστυνομία, τις φασιστικές εφημερίδες, τα παλιά συνδικάτα κ.ο.κ. Οι μαζικές συνελεύσεις -οι «plenaries»- προχώρησαν γρήγορα στην εκκαθάριση των αξιωματούχων του καθεστώτος. Εν τω μεταξύ, ο στρατός όχι μόνο αρνιόταν να καταστείλει το λαό, αλλά τμήματά του διασπάστηκαν, κινούμενα υπέρ της λαϊκής εξουσίας. Έτσι, δεν υπήρχε απειλή Χιλιανού τύπου για την πορτογαλική επανάσταση.

Φαίνεται όμως ότι μεγάλο μέρος της επαναστατικής Αριστεράς θεωρεί ευκολότερο να στηρίξει τις ελπίδες του στην επιτυχία της πολιτικής του λαϊκού μετώπου -του αμυντικού μετώπου κατά του φασισμού- παρά στην αυτό-χειραφέτηση των εργαζομένων. Δεν είναι εύκολο να το εξηγήσουμε αυτό, αλλά αναμφίβολα περιλαμβάνει ένα είδος υποκειμενικής ευθραυστότητας.

Όταν συγκρίνουμε τη δική μας εποχή, ή και πράγματι την περίοδο 1974-75, με το τι αντιπροσώπευε η διεθνής αλληλεγγύη μεταξύ των εργατικών κομμάτων στον 20ό αιώνα, βλέπουμε πώς στους πιο πρόσφατους χρόνους οι επαναστατικές ηγεσίες έχουν γίνει στην πραγματικότητα λιγότερο τολμηρές και ακόμη πιο επισφαλείς και απομονωμένες «στις δικές τους χώρες». Βέβαια, είναι ένα θέμα να λέμε ότι δεν υπήρχε Μπολσεβίκικο Κόμμα στην Πορτογαλία (ή αλλού) το 1974-5, αλλά αυτό από μόνο του θέτει το βασικό ερώτημα του πώς γίνεται μια επαναστατική κατάσταση με τόσες δυνατότητες να μην ανέδειξε κάποιο τόσο ισχυρό κόμμα.

Αναφέρεις κάποια κεκτημένα της επαναστατικής περιόδου που επιβίωσαν σε βάθος φτάνοντας και στο παρόν, όπως το πάγωμα των ενοικίων που παρέμεινε ενεργό μέχρι το 2012. Ακόμη και στο Σύνταγμα διατηρήθηκε μια τυπικά σοσιαλιστική φρασεολογία. Σε ποιο βαθμό τα καθήκοντα της πορτογαλικής Αριστεράς σήμερα αφορούν την υπεράσπιση ή την αναβίωση των αιτημάτων του 1974-75; Ποιες μόνιμες αλλαγές στις ταξικές και έμφυλες σχέσεις επέβαλε (η επαναστατική περίοδος);

Το σινιάλο για την έναρξη της επανάστασης στις 25 Απριλίου 1974 ήταν το ραδιόφωνο που έπαιζε το τραγούδι Grandola Vila Morena. Όταν, μετά την οικονομική κρίση του 2008, ξέσπασαν οι λαϊκές διαδηλώσεις ενάντια στην ευρωπαϊκή τρόικα που επέβαλε λιτότητα στην Πορτογαλία, τα πλήθη τραγουδούσαν το ίδιο τραγούδι. Σε μια εποχή κοινωνικής κρίσης, η μουσική του 1974-75 μετατρέπεται σε κάτι σαν εθνικός ύμνος. Αυτό αποκαλύπτει κάτι από τη βαθιά κληρονομιά της επανάστασης στην πορτογαλική κοινωνία.

Η ιστορία έχει διαφορετικές χρονικότητες. Η επανάσταση επιβιώνει στον πολιτισμό, στη μουσική, στο όνομα των γεφυρών και των δρόμων, στην διάθεση υπεράσπισης του κράτους πρόνοιας που κερδήθηκε στις μάχες εκείνης της εποχής. Ωστόσο, από οικονομικής άποψης, μπορούμε να δούμε τις μεγάλες οπισθοχωρήσεις που έχουμε υποστεί στα χρόνια μετά την υποχώρησή της. Σήμερα, ο δείκτης Gini της κοινωνικής ανισότητας είναι στο ίδιο επίπεδο που βρισκόταν το 1973 -τόσο άσχημα όσο και πριν από την επανάσταση.

Δεν επρόκειτο τελικά να υπάρξει η «Κόκκινη Μεσόγειος», όπως είχε φοβηθεί ο Τζέραλντ Φορντ. Η επανάσταση της Πορτογαλίας τα έδωσε όλα, αλλά ήταν μόνη της. Παρά τον ενθουσιασμό των αγωνιστών της άκρας αριστεράς στις πιο πλούσιες χώρες στην Ευρώπη, η ίδια δυναμική δεν επικράτησε αλλού.

Αλλά το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας δεν ταυτίζεται με την ίδια τη διαδικασία ως τέτοια. Η ήττα της επανάστασης δεν αφαιρεί τίποτα από το μεγαλείο που επέδειξαν οι λαοί στις αποικίες και στην Πορτογαλία σε αυτά τα δύο χρόνια. Παρέχουν ένα παράδειγμα για το τι μπορούμε να ελπίζουμε στο μέλλον.

Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της Πορτογαλίας δεν έχουν εκφράσει τις δικές τους απόψεις τόσοι πολλοί άνθρωποι όσοι εκείνους τους μήνες. Η πολιτική έπαψε να διαχωρίζεται μεταξύ ελίτ και λαού και υπήρξε στενή σύνδεση μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας, μεταξύ Αφρικής και Ευρώπης, μεταξύ γιατρών και νοσοκόμων, ανδρών και γυναικών, φοιτητών και καθηγητών.

Έχω γράψει περισσότερα από δέκα βιβλία για την επανάσταση μέσα σε μια δεκαετία έρευνας και πάντα ακούω τους ανθρώπους να λένε το ίδιο πράγμα, να λένε: «αυτές ήταν οι πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου». Σε αυτά τα δύο χρόνια, τα ανθρώπινα όντα επανενώθηκαν με την ανθρωπιά τους. Αυτή η κληρονομιά διαρκεί ακόμη και σήμερα. Και είναι η μόνη που μπορεί να μας σώσει από την άβυσσο του παρόντος.

Ετικέτες