Αν περάσετε μπροστά από ένα περίπτερο θα διαπιστώστε ότι για πρώτη φορά τα πρωτοσέλιδα αριστερών και συστημικών εφημερίδων είναι σχεδόν πανομοιότυπα. Σε μια χώρα που η δημοσιογραφία θα λειτουργούσε αυτό θα σήμαινε ότι η νέα κυβέρνηση βρήκε τη λύση win-win που έψαχνε. Στην Ελλάδα όμως που τα συστημικά ΜΜΕ είναι όλα όργανα προπαγάνδας σημαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Όλες οι συστημικές εφημερίδες αναφέρονται σε «έντιμο συμβιβασμό» μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας αν και ξεκινάνε από διαφορετικές αφετηρίες και βασίζονται σε διαφορετικές ερμηνείες. Τα μέσα που «συμπαθούν» το ΣΥΡΙΖΑ ακολουθούν τη γραμμή Βαρουφάκη και επικεντρώνονται σε αυτά που κέρδισε η χώρα από την διαπραγμάτευση ενώ τα άλλα που γλυκοκοιτάζουν τους ολιγάρχες πανηγυρίζουν για το αποτέλεσμα που προήλθε μετά από την οπισθοχώρηση της Ελλάδας, στην οποία είχαν επενδύσει.
Σε αυτό το κλίμα της τεχνητής αισιοδοξίας καλούμαστε τώρα όλοι μας να ελέγξουμε την κατάσταση με ψυχραιμία και χωρίς φανατισμούς. Να δούμε που βρισκόμαστε και να προσπαθήσουμε να προετοιμαστούμε για αυτά που έρχονται.
Πριν από όλα όμως πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας τρία πράγματα: α) η Ελληνική κυβέρνηση υποχώρησε ουσιαστικά και όχι μόνο λεκτικά β) ο Γιάνης Βαρουφάκης βρέθηκε χθες μπροστά στο δίλημμα της εξόδου από το ευρώ και γ) παρόλα αυτά η κυβέρνηση κατάφερε να έχει κάποια οφέλη, κάτι που δεν κατάφεραν 4 διαδοχικές κυβερνήσεις από την αρχή της κρίσης.
Τι έγινε χθες
Πριν από το προγραμματισμένο Eurogroup έλαβε χώρα μια συνάντηση στην οποία συμμετείχαν η Λαγκάρντ, ο Μοσκοβισί, ο Ντάισεμπλουμ, ο Ντράγκι, ο Σόιμπλε και ο Βαρουφάκης. Οι υπουργοί οικονομικών της Ελλάδας και της Γερμανίας δεν κάθισαν στο ίδιο τραπέζι αλλά συμμετείχαν διαδοχικά στη συζήτηση. Υποτίθεται ότι αυτή η συνάντηση έγινε με στόχο την προετοιμασία ενός κειμένου κοινής αποδοχής που θα ήταν η βάση για τη συζήτηση στο Eurogroup αλλά υπάρχουν πληροφορίες ότι η πραγματικότητα ήταν κατά τι διαφορετική.
Σύμφωνα με Έλληνα αξιωματούχο που δεν θέλει να αποκαλύψει το όνομά του η ελληνική αντιπροσωπεία βρέθηκε χθες μπροστά σε έναν ωμό εκβιασμό. Οι «εταίροι» μας ενημέρωσαν ότι σε περίπτωση που το Eurogroup δεν θα κατέληγε σε κοινή συμφωνία, από την Τρίτη η ελληνική κυβέρνηση θα υποχρεωνόταν να επιβάλλει έλεγχο στην ροή κεφαλαίων. Φαίνεται ότι είχε παρθεί απόφαση για στραγγαλισμό της ελληνικής οικονομίας με την διακοπή της χρηματοδότησης των Τραπεζών μέσω του συστήματος ELA, ενώ ακόμα περισσότερο φαίνεται ότι ο εκβιασμός είχε γίνει ήδη γνωστός στις ελληνικές συστημικές τράπεζες. Από την ΕΚΤ εκπορεύονταν πιθανώς και οι διαρροές για την προετοιμασία GREXIT.
Δεν είναι τυχαία άλλωστε η ερώητηση του γνωστού δημοσιογράφου Paul Mason του Channel 4 προς τον Γερούν Ντάισεμπλουμ στο τέλος του Eurogroup: «πως νιώθετε που κασταστράψετε σήμερα την δημοκρατία;».
Μπροστά σε αυτό το ασφυκτικό σενάριο «Κύπρου» η ελληνική αντιπροσωπεία πήρε την απόφαση να επιδιώξει μια συμφωνία που θα της έδινε χρόνο (και μόνο χρόνο, αφού στην πραγματικότητα με την χθεσινή συμφωνία δεν εξασφαλίζει τις επιδιωκόμενες χρηματορροές).
Ο Γιάνης Βαρουφάκης επέμεινε στην απαλοιφή των συγκεκριμένων αναφορών περί μέτρων που πρέπει να λάβει η κυβέρνηση και συμφώνησε τελικά στην υποβολή τεχνικού εγγράφου εντός 48 ωρών που θα περιλαμβάνει τις προτάσεις της Ελλάδας για μεταρρυθμίσεις μηδενικού δημοσιονομικού κόστους. Παρά τις δηλώσεις Δραγασάκη - Βαρουφάκη περί «σχεδόν έτοιμης λίστας» που θα περιλαμβάνουν μέρος του ήδη υπάρχοντος μεταρρυθμιστικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ η αλήθεια είναι ότι η Τρόικα (δεν υπάρχει λόγος να την λέμε «θεσμούς» κοροϊδεύοντας τον εαυτό μας) περιμένει συγκεκριμένα μέτρα από την Ελλάδα, ίσως όχι απόλυτα κοστολογημένα.
Εντός του μαραθώνιου Κυβερνητικού Συμβουλίου σήμερα έγινε σαφές ότι η συμπλήρωση της λίστας είναι και πολύ δύσκολη και πολύ επώδυνη αφού η υπάρχουσα συμφωνία-γέφυρα περιλαμβάνει ουσιαστικό έλεγχο επί του νομοθετικού έργου της κυβέρνησης, κάτι που θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια στην εφαρμογή του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ όπως εξαγγέλθηκε από τον πρωθυπουργό κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε αχαρτογράφητα νερά και η αισιοδοξία του υπουργού οικονομικών περί «σχεδόν σίγουρου ναι» στην λίστα που θα αποσταλεί στην Τρόικα το βράδυ της Δευτέρας δεν είναι απόλυτα δικαιολογημένη. Η κυβέρνηση υπολογίζει ότι οι εκπρόσωποι των ΕΚΤ, ΕΕ και ΔΝΤ δεν θα συμφωνούσαν στην αποστολή προτάσεων αν δεν ήταν έτοιμοι να την εγκρίνουν με κάποιο τρόπο αλλά δεν υπάρχει βεβαιότητα για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος μέχρι το τέλος Απριλίου, ενώ η κυβέρνηση θα πρέπει επιπλέον να βρει 300 εκατομμύρια ευρώ χωρίς έξωθεν βοήθεια για να καλύψει τις άμεσες ταμειακές ανάγκες του επόμενου διμήνου. Όλα αυτά την ώρα που ανεπίσημα από την ΤτΕ ακούγεται ότι τον τελευταίο καιρό έχουν φύγει από τη χώρα πάνω από 40 δισεκατομμύρια ευρώ.
Στο χθεσινό Eurogroup η Ελλάδα εκβιάστηκε και αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, δεν άφησε τα όπλα και δεν άρχισε να τρέχει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οχυρώθηκε πιο πίσω και τώρα προσπαθεί να καθυστερήσει την προέλαση. Το μόνο που κέρδισε δηλαδή είναι λίγος χρόνος τον οποίο ιδανικά θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει προκειμένου να συζητήσει με την κοινωνία για τα ίδια διλήμματα στα οποία θα πρέπει να απαντήσει σε λίγους μήνες από τώρα. Στις πρώτες τους δηλώσεις οι Τσίπρας και Βαρουφάκης επέλεξαν να παρουσιάσουν μια εικόνα νίκης. Ας ελπίσουμε ότι και αυτή η επιλογή είναι τακτική προκειμένου να δημιουργηθεί το κλίμα στο οποίο οι Έλληνες θα είναι έτοιμοι να ακούσουν την αλήθεια και τις πραγματικές τους επιλογές.