Απαντώντας στον ρατσιστικό ηθικό πανικό
Μακράν από το να εκπροσωπούν ντόπιους ανθρώπους που προσπαθούν τάχα να κάνουν τη φωνή τους να «ακουστεί», αυτές οι κινητοποιήσεις συνήθως έχουν στον πυρήνα τους ακροδεξιές οργανώσεις και υποστηρίζονται από κορυφαίους πολιτικούς των Συντηρητικών και από τον δεξιό Τύπο. Για μήνες, η Telegraph έβριθε από προβλέψεις ότι «η Βρετανία οδεύει προς εμφύλιο πόλεμο» (3 Απριλίου) ή ότι «η λευκή εργατική τάξη είναι μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί» (21 Αυγούστου). Ο Ρόμπερτ Τζένρικ, ο οποίος πλασάρεται ως επόμενος ηγέτης των Συντηρητικών και Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, κατέβηκε στο δρόμο στο πλευρό «ειρηνικών, πατριωτών διαδηλωτών» (όπως τους αποκάλεσε ο ίδιος) στο Έπινγκ, στις 17 Αυγούστου. Εκείνο το βράδυ, ο Τζένρικ παρευρέθηκε σε μια συγκέντρωση στην οποία μίλησε ο Κάλουμ Μπάρκερ, μέλος της νεοναζιστικής ομάδας Homeland.
Ο ηθικός πανικός έχει εξαπλωθεί και πέρα από τα ξενοδοχεία. Ένα άρθρο της Telegraph με τίτλο «Κάτοικοι χωριού καταφέρονται εναντίον Προσκόπων που πέρασαν για μετανάστες» (11 Αυγούστου), ανέφερε ότι κάποιοι κάτοικοι του χωριού Νιούμπριτζ στην Ουαλία διακίνησαν ένα βίντεο στο Facebook, το οποίο υποτίθεται ότι έδειχνε μετανάστες να εγκαθίστανται σε ένα χώρο δραστηριοτήτων Προσκόπων στην περιοχή. Στην πραγματικότητα, τα άτομα που βρίσκονταν στο χώρο ήταν Πρόσκοποι από τη Σκωτία. Στο βίντεο διατυπώθηκε ο ισχυρισμός ότι η αστυνομία, η οποία χρησιμοποιεί τον χώρο για την εκπαίδευση σκύλων, ήταν εκεί γιατί υποτίθεται φύλαγε τους υποτιθέμενους μετανάστες. Το βίντεο έχει πλέον αφαιρεθεί, αλλά νεαρά άτομα ηλικίας κάτω των 18 ετών πρόλαβαν να δεχθούν ρατσιστική κακοποίηση καθώς έμπαιναν σε ένα λεωφορείο για να φύγουν από τον χώρο.
Αυτές οι εξελίξεις διαφέρουν πολύ από τις πιο συνηθισμένες μορφές οργάνωσης της ακροδεξιάς που βλέπαμε πριν από πέντε ή έξι χρόνια. Τότε, είχαμε ως επί το πλείστον πορείες ακροδεξιών στο κεντρικό Λονδίνο, στις οποίες συμμετείχαν ένθερμοι ρατσιστές ή φασίστες που είχαν ταξιδέψει από άλλες περιοχές για να βρεθούν εκεί. Παρόμοιες πορείες εξακολουθούν να γίνονται και σήμερα όπως για παράδειγμα, η φασιστική πορεία των 600 ατόμων στο Μάντσεστερ το Σάββατο στις 2 Αυγούστου. Αλλά τώρα βλέπουμε πολλές μικρότερες σε μέγεθος διαδηλώσεις, μερικές από τις οποίες έχουν υποστηρικτές μέσα στις τοπικές κοινότητες.
Καθώς αυτές καθαυτές οι διαδηλώσεις έχουν αλλάξει, το ίδιο ισχύει και με το πολιτικό πλαίσιο στο οποίο συμβαίνουν. Έχουμε πλέον μια κυβέρνηση των Εργατικών, αλλά αυτή αντί να αντιστρέψει τα μέτρα λιτότητας που είχε λάβει το Συντηρητικό κόμμα, συνεχίζει να είναι με το μέρος των μεγάλων επιχειρήσεων. Έχει επιτεθεί σε συνταξιούχους και σε άτομα με αναπηρία. Οι λίστες αναμονής του NHS [ΕΣΥ] εξακολουθούν να υπερβαίνουν τα 7 εκατομμύρια. Οι Εργατικοί δεν προσφέρουν τίποτα σε εκατομμύρια ανθρώπους, μερικοί από τους οποίους στρέφονται από απελπισία προς το [ακροδεξιό] κόμμα Reform.
Σε διεθνές επίπεδο, το πολιτικό πλαίσιο περιλαμβάνει την κανονικοποίηση της βίας και του ρατσισμού της ακροδεξιάς, και ιδίως της Ισλαμοφοβίας. Μέσα ενημέρωσης τόσο καθιερωμένα όσο το BBC αποδέχονται την προεδρία Τραμπ και την ισραηλινή γενοκτονία των Παλαιστινίων ως μια νέα κανονικότητα όπου «έτσι έχουν τα πράγματα πλέον». Οι δικαιολογίες των Ισραηλινών για τις μαζικές δολοφονίες που διαπράττουν -ισχυρισμοί που η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων στη Βρετανία απλά δεν πιστεύει- παρουσιάζονται χωρίς σχολιασμό στα πλαίσια μιας υποτιθέμενης «ουδετερότητας» ή «ισορροπίας». Ο απροκάλυπτος ρατσισμός εναντίον Παλαιστινίων, Αράβων, Μουσουλμάνων και Νοτιοασιατών μένει αναπάντητος, κάτι που υποδηλώνει ότι οι ζωές αυτών των ανθρώπων δεν μετράνε ως ανθρώπινες ζωές -και αυτό απηχεί και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι μετανάστες σε αυτή τη χώρα.
Όμως η πιο σημαντική αλλαγή στον τρόπο οργάνωσης της ακροδεξιάς είναι ο τρόπος με τον οποίο ο ρατσισμός συνδέεται πλέον ανοιχτά με ιδέες για το φύλο και τη σεξουαλικότητα. Σε άλλες χώρες, αυτό δεν είναι καθόλου καινούργιο. Ακροδεξιές κυβερνήσεις, όπως αυτή της Ουγγαρίας, προσφέρουν εδώ και δέκα χρόνια γενναιόδωρες επιδοτήσεις και δάνεια στους γονείς με νεογέννητα -στα πλαίσια της έγνοιας της ακροδεξιάς να αυξηθεί ο ρυθμός γεννήσεων και έτσι να αποτραπεί η μυθική «Μεγάλη Αντικατάσταση» των ντόπιων από μετανάστες. Ο Τραμπ ξεκίνησε την πρώτη του προεκλογική εκστρατεία το 2016 με τον ισχυρισμό ότι οι μετανάστες στις ΗΠΑ είναι συνήθως βιαστές. Πρόκειται για μια σύνδεση των φυλετικοποιημένων ατόμων με το βιασμό -και με επιθέσεις σε ευάλωτες λευκές γυναίκες- η οποία έχει υπόβαθρο στους παλιούς ρατσιστικούς μύθους για τους Μαύρους άνδρες, οι οποίοι οδηγούσαν σε λιντσαρίσματα στον αμερικανικό Νότο.
Στη Βρετανία, ο φυλετικοποιημένος πληθυσμός που κατηγορείται πιο συχνά από οποιονδήποτε άλλον για σεξουαλική βία κατά των γυναικών είναι οι Μουσουλμάνοι, μια θρησκεία στην οποία θεωρείται ότι ανήκει η πλειοψηφία των αιτούντων άσυλο. Οι ρατσιστικές ταραχές του περασμένου καλοκαιριού πυροδοτήθηκαν από τη φήμη, ότι τα κορίτσια που σκοτώθηκαν στο Σάουθπορτ είχαν δολοφονηθεί από έναν νεοαφιχθέντα μετανάστη. Έκτοτε η Δεξιά προωθεί ισχυρισμούς για την ύπαρξη Μουσουλμανικών «συμμοριών παρενόχλησης». Στις 5 Αυγούστου, η αρθρογράφος της Telegraph, Άλισον Πίρσον, έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Η διεφθαρμένη μας ελίτ φταίει για κάθε σεξουαλική επίθεση από παράνομο μετανάστη», το οποίο ξεκινούσε με την εξής φράση: «Αποτελεί φαντασίωση να περιμένουμε από σεξουαλικά στερημένους άνδρες, οι οποίοι προέρχονται από μισογυνικές κουλτούρες, να σεβαστούν τις αξίες μας και τις γυναίκες μας». Στις 10 Αυγούστου, ο επίδοξος ηγέτης των Συντηρητικών, Ρόμπερτ Τζένρικ, έγραψε ένα άρθρο στην Sunday Mail με πρωτοσέλιδο τίτλο «Οι φόβοι ενός κορυφαίου Συντηρητικού για τις κόρες του, εξ’ αιτίας των μεταναστών στις βάρκες».
Στον δεξιό Τύπο οι μετανάστες κατηγορούνται σε τακτική βάση για μικρά ή μεγάλα παραπτώματα, με βάση ελάχιστες ή καθόλου αποδείξεις («Ακούσαμε ότι έκλεψαν την μπάλα ποδοσφαίρου ενός αγοριού», Telegraph, 14 Αυγούστου). Καμία απολύτως αμφιβολία δεν υπάρχει για τη Λούσι Κόνολι, η οποία, το περασμένο καλοκαίρι, τη στιγμή που ρατσιστές προσπαθούσαν να βάλουν φωτιά σε ξενοδοχεία, έγραψε στο Twitter: «Μαζικές απελάσεις τώρα, βάλτε φωτιά σε όλα τα γαμημένα ξενοδοχεία που είναι γεμάτα με τους μπάσταρδους, δε μου καίγεται καρφί», και η οποία στη συνέχεια δήλωσε ένοχη για υποκίνηση φυλετικού μίσους. Στη δημοσιογραφική κάλυψη της υπόθεσης της Κόνολι, το φύλο αποτέλεσε και πάλι ζήτημα: το πρωτοσέλιδο άρθρο της Sun που πανηγύριζε την αποφυλάκισή της είχε τον τίτλο «Η μαμά γύρισε σπίτι». Στη διάρκεια της φυλάκισής της, το θέμα του αποχωρισμού της από το παιδί της, όπως και η εργασία της ως γκουβερνάντα αποτελούσαν σταθερό θέμα στα ΜΜΕ.
Η Κόνολι έγινε σύμβολο μιας λευκής μητρότητας που βρίσκεται υπό απειλή, ενώ οι αιτούντες άσυλο απεικονίζονται ως αρπακτικοί ανύπαντροι άνδρες. Στην πραγματικότητα, ένας στους έξι αιτούντες άσυλο είναι παιδί, με τις οικογένειες συχνά να χωρίζονται καθώς επιχειρούν να διαφύγουν από διωγμούς και αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι άνδρες να έρχονται πρώτοι και να συνενώνονται αργότερα με άλλα μέλη της οικογένειας. Η απελπισία των αιτούντων άσυλο που χωρίζονται από τους/τις συντρόφους ή τα παιδιά τους, η οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι μικρότερη από αυτή της Λούσι Κόνολι, σπάνια αναφέρεται.
Στο δεξιό φαντασιακό, δεν είναι μόνο οι Μουσουλμάνοι άνδρες που αποτελούν απειλή για τις ευάλωτες και -όπως υπονοείται- λευκές γυναίκες και κορίτσια. Οι τρανς γυναίκες, τις οποίες κατά κανόνα η Δεξιά αποκαλεί «βιολογικούς άνδρες», αποτελούν ισότιμο κίνδυνο. Η μεγαλύτερη ακροδεξιά κινητοποίηση μέχρι σήμερα στο Νότιο Λονδίνο, όπου ζω, δεν αφορούσε μετανάστες, αλλά στρεφόταν ενάντια σε μια τοπική εκδήλωση στα πλαίσια της οποίας drag queens διάβαζαν παραμύθια σε παιδιά [1], λόγω του υποτιθέμενου κινδύνου για τα παιδιά. Τις τελευταίες εβδομάδες, παράλληλα με τις ιστορίες γύρω από τα ξενοδοχεία μεταναστών, έχουμε δει ένα απίστευτο κυνήγι μαγισσών ενάντια σε μια τρανς υπάλληλο των Marks & Spencer, η οποία το μόνο που έκανε ήταν να ρωτήσει μια πελάτισσα αν χρειαζόταν βοήθεια. Η πελάτισσα βρισκόταν στο κατάστημα για να βοηθήσει την έφηβη κόρη της να δοκιμάσει σουτιέν. Ωστόσο, η δημοσιογραφική κάλυψη του γεγονότος υπαινίχθηκε ψευδώς ότι η τρανς γυναίκα επιδίωκε να κάνει η ίδια τη δοκιμή, παρουσιάζοντάς την ως σεξουαλικό αρπακτικό. Η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ παρενέβη καλώντας σε μποϊκοτάζ κατά των M&S. Αυτή είναι μόνο η τελευταία από τις κυριολεκτικά καθημερινές επιθέσεις του Τύπου εναντίον των τρανς ατόμων, ιδίως των τρανς γυναικών, οι οποίες λαμβάνουν χώρα εδώ και χρόνια.
Αν οι Μουσουλμάνοι και τα τρανς άτομα βρίσκονται ιδιαίτερα στο στόχαστρο αυτών των επιθέσεων, είναι σαφές ότι αυτές μπορούν εύκολα να εξαπλωθούν και σε άλλες ομάδες. Στις 20 Αυγούστου, αναφέρθηκε ότι ένα ζευγάρι στο Βόρειο Γιορκσάιρ έπεσε θύμα επίθεσης στον δρόμο και ζει με τον φόβο νέων επιθέσεων, αφότου ο Ολάζουον Αγιένι, ο οποίος είναι μαύρος, βιντεοσκοπήθηκε να παίζει με τα λευκά εγγόνια του στο πάρκο. Ο Τόμι Ρόμπινσον κοινοποίησε το βίντεο ως τεκμήριο σεξουαλικής κακοποίησης. Οι επιθέσεις σε τρανς άτομα στις ΗΠΑ είναι απλώς το πιο ακραίο παράδειγμα ακροδεξιών πολιτικών για τη σεξουαλικότητα και το φύλο, οι οποίες περιλαμβάνουν την απαγόρευση βιβλίων με ΛΟΑΤΚΙ+ περιεχόμενο στις σχολικές βιβλιοθήκες και τον περιορισμό της ελευθερίας στην άμβλωση.
Το γεγονός ότι η φυλή, το φύλο και η σεξουαλικότητα συνδέονται με αυτόν τον τρόπο έχει δύο συνέπειες στον τρόπο με τον οποίο αντιτασσόμαστε στην ακροδεξιά. Πρώτον, πρέπει να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο τις ρατσιστικές τους ιδέες, αλλά και τους ισχυρισμούς τους για τα τρανς άτομα. Πρέπει να καταρρίψουμε την ιδέα ότι η κύρια απειλή για τα παιδιά προέρχεται από «ξένους», από ανθρώπους που βρίσκονται έξω από το σπίτι της -λευκής όπως υπονοείται -οικογένειας, όπου είναι ασφαλή. Τα περισσότερα παιδιά κακοποιούνται από κάποιον που γνωρίζουν και σχεδόν οι μισές περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που καταγγέλονται στην αστυνομία λαμβάνουν χώρα εντός της οικογένειας -από γονείς, αδέλφια, παππούδες και γιαγιάδες ή κάποιο άλλο πρόσωπο το οποίο θεωρείται μέλος της οικογένειας. Και παρά τους ισχυρισμούς της ακροδεξιάς περί προστασίας των γυναικών και των παιδιών, δύο στους πέντε ανθρώπους που συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια των ρατσιστικών ταραχών του περασμένου καλοκαιριού έχουν καταγγελθεί στην αστυνομία για ενδοοικογενειακή βία, συμπεριλαμβανομένης σοβαρής σωματικής βλάβης, παρενοχλητικής παρακολούθησης και εκφοβιστικής συμπεριφοράς.
Δεύτερον, στη διαφωνία που υπάρχει στην Αριστερά πρέπει να πείσουμε ότι η αντίσταση στην ακροδεξιά πρέπει να περιλαμβάνει την καταπολέμηση της τρανσφοβίας και την αντιμετώπιση άλλων ζητημάτων που αφορούν το φύλο και τη σεξουαλικότητα. Η αντίσταση στην καταπίεση, όπως αυτή που βιώνουν τα τρανς άτομα, εννοείται ότι είναι θέμα αρχής. Είναι όμως και στρατηγικά κρίσιμη, επειδή η συναισθηματική δύναμη που έχουν οι ισχυρισμοί περί κακοποίησης γυναικών ή παιδιών είναι αυτή που δημιουργεί υποστήριξη στις δεξιές κινητοποιήσεις. Οποιαδήποτε αριστερή ομάδα αποδέχεται τρανσφοβικές ιδέες, υπονομεύει τον αγώνα κατά της ακροδεξιάς.
Σε μια εποχή που οι οργανωτικές προσπάθειες των φασιστών βρίσκονται σε άνοδο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε την δυνατότητα αύξησης του αριθμού των ανθρώπων που οργανώνονται εναντίον τους. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν ήδη κατέβει στους δρόμους τα τελευταία χρόνια, όπως το μισό εκατομμύριο που διαδήλωσαν υπέρ της Παλαιστίνης τον Μάη, οι 100.000 που συμμετείχαν στο Trans+ Pride του Λονδίνου και οι χιλιάδες που συμμετέχουν σε τοπικά Pride, οι 130.000 που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις του Black Lives Matter το 2020 και οι 370.000 που εντάχθηκαν στους Εργατικούς την περίοδο της ηγεσίας Κόρμπιν. Η δυνατότητα να υπονομεύσουμε το τοξικό μίγμα ρατσισμού και αντιδραστικών πολιτικών για το φύλο είναι τεράστια, αν κατανοήσουμε σωστά το πρόβλημα.