Το editorial της Εργατικής Αριστεράς που κυκλοφορεί (φύλλο Νο 520)
Η εικόνα αυτή θρυμματίστηκε από την εμφάνιση των τρακτέρ στις μεγάλες οδικές αρτηρίες και τα αγροτικά μπλόκα. Η οργή αγροτών και κτηνοτρόφων, τη στιγμή που διερευνάται το μεγάλο φαγοπότι των γαλάζιων στελεχών στον ΟΠΕΚΕΠΕ, συμπυκνώνει τα πλήγματα που έχει υποστεί η πολιτική επιρροή της ΝΔ στην βάση της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων «προνομιακών» ακροατηρίων της. Η άμεση καταφυγή στην κρατική καταστολή απέναντι στις αγροτικές κινητοποιήσεις συμπληρώνει αυτήν την εικόνα.
Η επιστράτευση των ΜΑΤ απέναντι στα μπλόκα είναι μια ακόμα «ψηφίδα» στην συνολικότερη κυβερνητική επιλογή να στηριχθεί στον αυταρχισμό για να αντιμετωπίσει την κοινωνική δυσαρέσκεια, συμπλέοντας με μια διεθνή στρατηγική αυταρχικής σκλήρυνσης που καθορίζει την εποχή μας.
Το «μαστίγιο» αποτελεί μονόδρομο σε μια εποχή που σπανίζουν τα «καρότα». Οι δημαγωγίες γύρω από κάποια «ψίχουλα» και οι επικοινωνιακές φούσκες περί αποκατάστασης των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας έρχονται σε σκληρή αντίφαση με την πραγματικότητα. Ο νεκρός εργάτης στον ΗΣΑΠ και τα όσα καταγγέλουν τα σωματεία για την κατάσταση στα αμαξοστάσια, η σκληρή πραγματικότητα που περιγράφουν τα σωματεία των διανομέων που κατέβηκαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις, αποτελούν μόνο κάποιες όψεις της εργατικής καθημερινότητας.
Αυτές οι απεργιακές κινητοποιήσεις και η επίμονη προσπάθεια συνδικαλιστικής οργάνωσης και διεκδίκησης δείχνουν και το δρόμο με τον οποίο μπορεί ο κόσμος της εργασίας να απαντήσει στην κυβερνητική-εργοδοτική πολιτική.
Ο προϋπολογισμός για το 2026 δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για το περιεχόμενο αυτής της πολιτικής. Τα αιματηρά πλεονάσματα συνεχίζονται, στηριγμένα σε έναν συνδυασμό φορολογικής επιβάρυνσης της μισθωτής εργασίας και διαρκούς μείωσης του «κοινωνικού μισθού» (κοινωνικές δαπάνες) που εξουθενώνει όσους κι όσες ζουν από τη δουλειά τους, σε συνθήκες που η ακρίβεια κατατρώει τον μισθό και εξανεμίζει άμεσα τις αυξήσεις-ψίχουλα. Το κυβερνητικό αφήγημα στηρίζεται στην «επενδυτική άνοιξη» που προβλέπει για την επόμενη χρονιά. Οι επιχειρηματίες επενδύουν μόνο αν έχουν εξασφαλισμένη την κερδοφορία τους –και στις σημερινές συνθήκες καπιταλιστικών αδιεξόδων αυτή εξασφαλίζεται μόνο από την επίθεση στα εργατικά δικαιώματα (πχ. 13ωρο), τη συρρίκνωση του μεριδίου της εργασίας, την χαμηλή (ή και μηδενική…) φορολογία, τις ιδιωτικοποιήσεις και τις γενναίες κρατικές ενισχύσεις. Όλα αυτά που συνδυαστικά σημαίνουν μια συστηματική μεταφορά πλούτου από το κάτω προς το πάνω κομμάτι της κοινωνίας.
Αυτή η πολιτική λιτότητας για τους «από κάτω» και γενναιοδωρίας προς τα αφεντικά, γίνεται ακόμα πιο προκλητική από τον δεύτερο πυλώνα του κυβερνητικού αφηγήματος: τη στροφή στην «πολεμική οικονομία». Αυτή συνδυάζεται με το πλέγμα «διευκολύνσεων» κι «ελαφρύνσεων» προς τις επιχειρήσεις (που ανεβαίνουν στο άρμα της πολεμικής παραγωγής), ενώ απορροφά πολύτιμους κοινωνικούς πόρους για εξοπλισμούς και για τις ευρύτερες ανάγκες συντήρησης, ενίσχυσης κι αναπαραγωγής του μιλιταρισμού (με τις προκλητικές παροχές στα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων).
Τα όπλα αποδεικνύονται φονικά και σε καιρό ειρήνης, καθώς απομυζούν πόρους που θα μπορούσαν να στηρίξουν το σύστημα Υγείας, την ασφάλεια των κοινωνικά αναγκαίων υποδομών (συγκοινωνίες-μεταφορές!), τα μέτρα ανάσχεσης ή/και περιορισμού των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης που μας απειλεί ως πραγματικότητα στο τώρα. Αλλά επίσης η συσσώρευση όπλων –σε πείσμα του κλισέ– ενισχύει και τους πειρασμούς αυτά να χρησιμοποιηθούν, φέρνοντας πιο κοντά το ενδεχόμενο ενός φονικού πολέμου.
Αυτό είναι και το πραγματικό περιεχόμενο της ενεργειακής συμφωνίας και των ευρύτερων γεωπολιτικών κινήσεων της ελληνικής κυβέρνησης στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, τις οποίες μας καλούν διάφοροι «αναλυτές» να πανηγυρίσουμε ως εθνικές επιτυχίες.
Ενώ μια ακόμα Σύνοδος για το Κλίμα (COP30) λειτουργεί ως υπενθύμιση της κυνικής αδιαφορίας των οικονομικών και κρατικών ελίτ για την κλιματική κατάρρευση, οι Έλληνες καπιταλιστές ανεβαίνουν στο τραμπικό άρμα του «Drill baby, drill!» και στρέφονται στην εξορυκτική στρατηγική που ήδη ερημώνει εκτάσεις, προκαλεί συγκρούσεις για τους (διαρκώς μειούμενους) φυσικούς πόρους και κλιματικούς πρόσφυγες στον παγκόσμιο Νότο, ενώ απειλεί με αντίστοιχα φαινόμενα τον παγκόσμιο Βορρά στο ορατό μέλλον.
Ενώ η γενοκτονία συνεχίζεται σε «χαμηλή ένταση» στη Γάζα και το σιωνιστικό κράτος επιτίθεται στη Δυτική Όχθη, βομβαρδίζει κι απειλεί τη Συρία και τον Λίβανο, το ελληνικό κράτος ενισχύει τη συμμαχία με τους γενοκτόνους (στα πλαίσια του σχήματος 3+1, Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ + ΗΠΑ). Αυτή η άθλια συμμαχία θέτει αυξημένα καθήκοντα στο κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, που οφείλει να επεξεργαστεί τα επόμενα βήματά του στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν την αστικής στρατηγικής: προς το στόχο της διάρρηξης κάθε σχέσης με τους Σιωνιστές και της απομόνωσης του Κράτους-Απαρτχάιντ. Όπως και με το Απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής, έτσι και σήμερα, η ανατροπή του δεν θα έρθει μέσα από τη διεθνή διπλωματία, αλλά μέσα από τη μαζική δράση του διεθνούς κινήματος που θα πιέσει και θα επιβάλει να αντιμετωπιστεί το Ισραήλ ως «παρίας».
Η συμμαχία με το Ισραήλ εκτός από ανήθικη, είναι και επικίνδυνη. Σε μια συγκυρία που οι Τουρκοκύπριοι με την ψήφο τους στέλνουν μήνυμα διάθεσης σύγκλισης, η ελληνοκυπριακή ηγεσία «μεγαλοπιάνεται» από τον ύπαρξη του «Άξονα» -και σε αυτό το περιβάλλον ενισχύεται πολιτικά ο ρόλος της ακροδεξιάς (ΕΛΑΜ, Εκκλησία), που καλοβλέπει την πιθανότητα να επιχειρήσει ο Νετανιάχου να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τον Ερντογάν στην… Κύπρο. Η συζήτηση τέτοιων σεναρίων και στον Ισραηλινό και στον Τουρκικό Τύπο, στοχεύουν και στη δημιουργία κλίματος (για διαφορετικούς λόγους και προς διαφορετικά ακροατήρια), αλλά κανείς δεν δικαιούται να εφησυχάσει ότι οι αναγκαιότητες που σπρώχνουν προς τη διαρροή τέτοιων σεναρίων δεν θα σπρώξουν μεθαύριο προς την υλοποίησή τους.
Η διαρκής λιτότητα, η εξοπλιστική κούρσα, ο εξορυκτισμός, η συμμαχία με ΗΠΑ-Ισραήλ, δεν αποτελούν «άθροισμα» επιμέρους πολιτικών επιλογών, αλλά ένα συνεκτικό κι επικίνδυνο πολιτικό σχέδιο. Είναι η στρατηγική πρόταση του ελληνικού καπιταλισμού στην εποχή μας, την οποία κλιμακώνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην προσπάθεια να διατηρήσει την εύνοια των μεγάλων επιχειρηματικών Ομίλων που αναζητούν λύσεις στο πρόβλημα της «κυβερνησιμότητας». Η κεντροαριστερή αντιπολίτευση δεν τολμά να διαφοροποιηθεί από τον πυρήνα αυτών των επιλογών καθώς διεκδικεί κυβερνητικό ρόλο. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο από τον επίδοξο (και προαλειφόμενο ως) «Μεσσία» της, τον Αλ. Τσίπρα, του οποίου η «Ιθάκη» αποτελεί κατάθεση βιογραφικού για τη δουλειά…
Πριν 17 χρόνια, μια νεολαία που ασφυκτιούσε («στις τράπεζες λεφτά, στη νεολαία σφαίρες») εξεγέρθηκε το Δεκέμβρη του 2008, αμφισβητώντας τα πάντα στον κόσμο γύρω της. Οι σημερινές συνθήκες είναι διαφορετικές, αλλά η ασφυξία είναι εδώ –ακόμα πιο αποπνικτική σε έναν κόσμο φτώχειας, γενοκτονίας, πολεμικών απειλών και κλιματικής καταστροφής.
Οφείλουμε να υψώσουμε μπλόκο απέναντι σε όλες αυτές τις απειλές, επενδύοντας στη μαζική «εξωθεσμική» δράση του κόσμου από τα κάτω. Η ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική Αριστερά οφείλει να συγκρουστεί με το σύνολο αυτής της συνεκτικής και πολλαπλά επικίνδυνης στρατηγικής, δίνοντας στη μαζική οργή έναν πολιτικό ορίζοντα πέρα από τα στενά όρια του «δημοκρατικού καπιταλισμού»…

