Rproject
Published on Rproject (https://rproject.gr)

Αρχική > Η πολιορκία της Πόλης της Γάζας και τα σχέδια για την «επόµενη µέρα»

Η πολιορκία της Πόλης της Γάζας και τα σχέδια για την «επόµενη µέρα»

15.09.2025
Πάνος Πέτρου
Η πολιορκία της Πόλης της Γάζας και τα σχέδια για την «επόµενη µέρα»
Επί 22 µήνες, κάθε αποτυχία των Σιωνιστών να κάµψουν το λαό της Γάζας προκαλεί κλιµάκωση της απανθρωπιάς και ριζοσπαστικοποίηση της εθνοκάθαρσης.

Το τελευταίο επεισόδιο αυτής της δυναµικής υπήρξε η στασιµότητα του σχεδίου «Μεταφοράς» του πληθυσµού της βόρειας Γάζας προς το νοτιοδυτικό άκρο της Λωρίδας, µέσω της επιβολής πείνας ώστε να «ρυµουλκηθούν» οι Παλαιστίνιοι γύρω από τα διαβόητα «Κέντρα Διανοµής Τροφίµων» που διαχειρίζεται ο Ισραηλινός Στρατός µαζί µε το σκοτεινό «ανθρωπιστικό ίδρυµα» Gaza Humanitarian Foundation. Σε αυτό το φόντο ανακοινώθηκε η νέα κορύφωση της φονικής δυναµικής διαρκούς κλιµάκωσης: Η επιχείρηση «Άρµατα του Γεδεών Β’», που θα πολιορκήσει και θα επιδιώξει να καταλάβει την Πόλη της Γάζας, όπου παραµένουν πεισµατικά εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστίνιοι και Παλαιστίνιες.

Οι IDF σχεδιάζουν να καταστρέψουν όποια υποδοµή έχει αποµείνει στην Πόλη της Γάζας, να εξωθήσουν τον πληθυσµό της προς τις «ζώνες συγκέντρωσης» στα νότια (ευφηµισµός για χώρους που προαλείφονται για µελλοντικά στρατόπεδα συγκέντρωσης) και να την θέσουν σταδιακά υπό τον έλεγχό τους. Το σχέδιο δεν προχωρά ανέφελα, µε διαρκείς εντάσεις µεταξύ των ακροδεξιών υπουργών του Νετανιάχου και της ηγεσίας των IDF, γύρω από την ταχύτητα και τη βιωσιµότητα της Επιχείρησης. Αλλά κάθε µέρα που περνά, ενισχύει τη φρίκη στην Πόλη της Γάζας και τα περίχωρά της.

Λιµός και µαζικές δολοφονίες

Η λιµοκτονία δεν είναι πλέον απειλή στον ορίζοντα. Οι καταγεγραµµένοι νεκροί από πείνα είναι εκατοντάδες. Διεθνείς οργανισµοί, ΜΚΟ, ακόµα και κυβερνήσεις συµµαχικές µε το Κράτος του Ισραήλ, κάνουν πλέον λόγο για επίσηµο «λιµό», δείχνοντας ευθέως το Κράτος του Ισραήλ ως υπεύθυνο. O IPC, ο διεθνής οργανισµός που καταγράφει τα επίπεδα πείνας/διατροφικής ασφάλειας παγκοσµίως, προειδοποιεί ότι χωρίς «άµεση παρέµβαση», ο λιµός θα επεκταθεί ως τα τέλη Σεπτέµβρη στην Ντιρ Αλ Μπαλάχ και στην Χαν Γιουνίς. Εν τω µεταξύ, έξω από Κέντρα Διανοµής, ο Ισραηλινός Στρατός και οι Αµερικανοί σεκιουριτάδες συνεχίζουν να σκοτώνουν µε σφαίρες κάποιους από αυτούς που πήγαν ως εκεί για να µην πεθάνουν από πείνα.

Μια άλλη πτυχή της γενοκτονικής φύσης του πολέµου επίσης επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από «επίσηµες» πηγές. Μετά από κοινή δηµοσιογραφική έρευνα του βρετανικού «Guardian» µε τα Ισραηλινά «+972Mag» και «Local Call», αποκαλύφθηκε µια βάση δεδοµένων του Ισραηλινού Στρατού, σύµφωνα µε την οποία, τον περασµένο Μάη, όταν οι Παλαιστίνιοι νεκροί βρίσκονταν στους 53.000, οι IDF είχαν εξολοθρεύσει 8.900 µαχητές της ένοπλης αντίστασης. Οι IDF επιβεβαίωσαν την ύπαρξη της σχετικής λίστας. Τα παραµύθια της επίσηµης σιωνιστικής αφήγησης περί αναλογίας «1 προς 1» ή «1 προς 2» (νεκρών µαχητών κι αµάχων) γκρεµίστηκαν από κρατικές πηγές κι όχι από το δήθεν «ύποπτο» (αλλά αποδεδειγµένα αξιόπιστο διαχρονικά) υπουργείο Υγείας της Γάζας. Το 83% των δολοφονηµένων ήταν άµαχοι.

Η Αντίσταση και οι ρωγµές

Πρόκειται για µια αναλογία σπάνια στην ιστορία των πολέµων. Αυτή υπογραµµίζει το δολοφονικό χαρακτήρα της σιωνιστικής εισβολής. Αλλά υπογραµµίζει και την αδυναµία της να πετύχει τον -διακηρυγµένο- στόχο συντριβής της Αντίστασης. Μόνο η Χαµάς, διέθετε 20-30 χιλιάδες (τακτικούς) µαχητές πριν την έναρξη της εισβολής, χωρίς να υπολογίζεται το δυναµικό όλων των άλλων ένοπλων πολιτικών οργανώσεων ή ο εφεδρικός «ένοπλος λαός». Η θηριώδης υπερσύγχρονη πολεµική µηχανή του Ισραήλ, στους πρώτους 19 µήνες αυτού του ακατάπαυστου και ολοκληρωτικού πολέµου, είχε εξολοθρεύσει 8.900 µαχητές, αφήνοντας στην άκρη την παλαιότερη εκτίµηση του αµερικανικού υπ. Εξωτερικών ότι η Παλαιστινιακή Αντίσταση «όσους χάνει, τόσους στρατολογεί».

Αυτό θα κάνει την εισβολή και τη -µόνιµη- κατοχή της Πόλης της Γάζας µια επώδυνη «περιπέτεια» για τις σιωνιστικές ένοπλες δυνάµεις. Αυτή η επίγνωση, σε συνδυασµό µε την «θανατική καταδίκη» των Ισραηλινών αιχµαλώτων (τορπιλίζοντας κάθε πιθανότητα συµφωνίας), εξηγεί και τις ενστάσεις που συναντάνε τα σχέδια του Νετανιάχου στην ηγεσία του Ισραηλινού Στρατού -και µάλιστα από αξιωµατικούς που τοποθετήθηκαν ως «αποφασισµένα γεράκια» στη θέση των προηγούµενων, οι οποίοι είχαν καρατοµηθεί ως «ηττοπαθείς».

Οι διαφωνίες στις κορυφές του κράτους αντανακλούν και συµπληρώνουν το πολιτικό-κοινωνικό ρήγµα, µε το αντιπολιτευτικό µπλοκ του φιλελεύθερου Σιωνισµού να κλιµακώνει τη δράση του, απαιτώντας όλο και πιο επιτακτικά µια συµφωνία για την επιστροφή των αιχµαλώτων, ανεβάζοντας τους τόνους ενάντια στον «ιδιοτελή πόλεµο του Νετανιάχου» και διευρύνοντας την επιρροή του. Σε αυτό το κλίµα, αυξάνεται η ορατότητα και η αυτοπεποίθηση και των µειοψηφικών ειλικρινά αντιπολεµικών φωνών.

Μεγάλο Ισραήλ;

Όµως ο κορµός του «αντι-Νετανιάχου» µπλοκ, πέρα από την πίεση επιστροφής των αιχµαλώτων και την έκφραση µιας γενικής «κόπωσης» απέναντι στον ατελείωτο πόλεµο, δεν διαθέτει κάποια εναλλακτική στρατηγική στο ζήτηµα της Γάζας. Είναι οι άνθρωποι που όµως οµολόγησε κάποτε εύγλωττα ένας πρώην δικός τους, «θα ήταν ευτυχείς αν ξυπνούσαν ένα πρωί και οι Παλαιστίνιοι είχαν εξαφανιστεί, χωρίς οι ίδιοι να έχουν λερώσει τα χέρια τους». Αυτό αφήνει την πρωτοβουλία κινήσεων σε όσους είναι υπερ-πρόθυµοι να βάψουν τα χέρια τους στο αίµα των «Αµαλέκ» (του βιβλικού εχθρού που πρέπει να αφανιστεί και να διαγραφεί ακόµα και η ανάµνηση της ύπαρξής του), δηλαδή το µπλοκ που παραµένει συσπειρωµένο γύρω από την κυβέρνηση Νετανιάχου και αφιονισµένο για την επίτευξη του «Μεγάλου Ισραήλ».

Σε αυτό το φόντο, οι ακροδεξιοί Σµότριτς και Μπεν Γκβιρ, από θέσεις κοµβικών υπουργείων, εξαντλούν όλες τις δυνατότητες που απέκτησαν σε αυτό το ιστορικό «παράθυρο ευκαιρίας» να υλοποιήσουν τις φαντασιώσεις του πιο έξαλλου ακροδεξιού σιωνισµού.

Η κυβέρνηση Νετανιάχου εργάζεται συστηµατικά για την εθνοκάθαρση της Λωρίδας της Γάζας. Η καταστροφή των παλαιστινιακών πόλεων έχει ως στόχο «να µην έχουν πού να επιστρέψουν». Αν η µέθοδος της «Μεταφοράς» αποτύχει -σκοντάφοντας στην επιµονή των Παλαιστινίων ή την απροθυµία «χωρών υποδοχής»- είναι άνθρωποι πρόθυµοι να επιβλέψουν την γνώριµη ιστορικά διαδικασία «ριζοσπαστικοποίησης» των εγχειρηµάτων εθνοκάθαρσης -στην κατεύθυνση της πιο άγριας γενοκτονίας...

Το γεγονός ότι αυτή η στρατηγική έχει πλέον φανατικούς οπαδούς και καλούς φίλους µέσα στο Λευκό Οίκο, ενισχύει τις δυνατότητες να την επιδιώξει η σιωνιστική ηγεσία.

Παραλλαγές

Για τους ακροδεξιούς συµµάχους του Νετανιάχου, η µόνη λύση είναι η προσάρτηση και ο επανεποικισµός της Γάζας. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός δήλωσε επίσης ότι θα επιδιώξει να κατακτήσει όλη τη Λωρίδα, αλλά αναδιπλώθηκε µετά από τη διεθνή κατακραυγή, ακόµα και από τη γερµανική κυβέρνηση. Κατά τις «διευκρινιστικές δηλώσεις του», παρουσίασε ένα άλλο σχέδιο για την επόµενη µέρα: Η κατάληψη όλης της Γάζας θα είναι –λέει– το πρελούδιο του τερµατισµού του πολέµου. Θα οδηγήσει στον αφοπλισµό της Χαµάς, την «αποστρατιωτικοποίηση» της Λωρίδας και την εγκατάσταση µιας «µη-Ισραηλινής» πολιτικής διοίκησης που θα διαχειρίζεται την καθηµερινότητα των Παλαιστινίων, ενώ ο Ισραηλινός στρατός θα διατηρεί τον έλεγχο µε την παρουσία του σε κρίσιµους κόµβους και στρατηγικά σηµεία. Αυτή η «παραλλαγή» µεταφέρει στη Γάζα το µοντέλο της κατεχόµενης Δυτικής Όχθης, αναζητώντας µια ντόπια/αραβική δοσιλογική δύναµη πίσω από την οποία θα «κρυφτεί» η κατοχή και η οποία θα απαλλάξει τις IDF από το βάρος της καθηµερινής επιτήρησης ενός εχθρικού πληθυσµού.

Ακόµα και αυτή η ρητορική µετατόπιση προκάλεσε την οργή των ακροδεξιών υπουργών, που εξέφρασαν αµφιβολίες για το αν ο Νετανιάχου «µπορεί να µας οδηγήσει στη νίκη» ή αν «πρέπει να αφήσουµε το λαό να αποφασίσει», απειλώντας εµµέσως πλην σαφώς µε ανατροπή της κυβέρνησης.

Από την αρχή της σιωνιστικής εισβολής, είχαµε εντοπίσει ότι επικρατεί µια γενικευµένη οµοφωνία στο στόχο της συντριβής της Παλαιστινιακής Αντίστασης, αλλά και µια απόκλιση στην «επόµενη µέρα».

Τους τελευταίους µήνες, ενεργοποιείται το µπλοκ κρατών που επιδιώκει/εύχεται ανοιχτά την ήττα της Παλαιστινιακής Αντίστασης, αλλά δεν προσυπογράφει την προσάρτηση/εθνοκάθαρση της Γάζας. Πρόκειται για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες που είναι προσκολληµένες στην προηγούµενη «ιµπεριαλιστική συναίνεση», που δεν περιλάµβανε την ανοιχτή υιοθέτηση του µάξιµουµ σιωνιστικού προγράµµατος, από τον φόβο της αποσταθεροποίησης που θα προκαλούσε η υλοποίησή του, και τις αραβικές ηγεσίες που δεν θα αντέξουν πολιτικά µια τέτοια εξέλιξη.

Αναγνώριση Παλαιστινιακού κράτους

Στο διεθνή Τύπο κυριαρχεί η επικείµενη (;) αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους από πολλές σηµαντικές χώρες της «Δύσης», µε τη Γαλλία και την Αυστραλία να δηλώνουν ότι θα το πράξουν µέσα στο Σεπτέµβρη, ενώ ο Καναδάς και η Βρετανία είχαν «απειλήσει» ότι θα το κάνουν εφόσον δεν έχουν γίνει βήµατα «βελτίωσης της κατάστασης» από το Ισραήλ.

Σε επίπεδο συµβολισµού, ως αναγνώριση του δικαιώµατος του Παλαιστινιακού λαού σε δικό του κράτος, έχει σηµασία, ιδιαίτερα όταν αυτή η αναγνώριση έρχεται µέσα από το «δυτικό» µπλοκ κρατών, που αρνήθηκε επίµονα επί δεκαετίες µια τέτοια ενέργεια, ενισχύοντας τον αντίστροφο πολιτικό συµβολισµό: ότι η αυτοδιάθεση των Παλαιστινίων εξαρτάται από την αποδοχή αυτού του δικαιώµατος από το… Ισραήλ. Το συµβολικό ρήγµα σε αυτήν τη συναίνεση είναι σηµαντικό.

Ωστόσο, η αναγνώριση µιας υποθετικής κρατικής οντότητας στα χαρτιά, δεν οδηγεί αυτονόητα σε βελτίωση της θέσης των Παλαιστινίων. Η πλειοψηφία των κρατών του πλανήτη έχει αναγνωρίσει από καιρό το Κράτος της Παλαιστίνης, χωρίς αυτό να επιφέρει κάποια πρακτική αλλαγή, ενώ πολλά από αυτά τα κράτη συνεχίζουν τις «δουλειές» µε το σιωνιστικό κράτος. Ιδιαίτερα όταν µιλάµε για κράτη όπως η Αγγλία, η Αυστραλία ή η Γαλλία, ισχύουν όσα γράφει ο Ζιλµπέρ Ασκάρ: «όσοι περίµεναν να διαπράξει το Ισραήλ τις συνεχιζόµενες αγριότητες µπροστά στα µάτια όλου του πλανήτη πριν αναγνωρίσουν το Κράτος της Παλαιστίνης, προσπαθούν κυρίως να καλύψουν την διακριτική συνενοχή τους στην Σιωνιστική κατοχή της Δυτικής Όχθης και της Γάζας εδώ και 60 περίπου χρόνια». Επιπλέον, η θέση των Παλαιστινίων στο έδαφος επιδεινώνεται: «αυτό που το 1988 έµοιαζε µε ένα υποθετικό αλλά επιτεύξιµο κράτος… σήµερα είναι λιγότερο ρεαλιστικό κι από οφθαλµαπάτη στην έρηµο».

Η οµάδα κρατών που σκοπεύει να αναγνωρίσει το Κράτος της Παλαιστίνης µέσα στο Σεπτέµβρη, επιδιώκει να παρουσιάσει (συµβολικό) «έργο», για να αντιµετωπίσει την πίεση που ασκεί το κίνηµα αλληλεγγύης και να αποφύγει πιο ουσιαστικά µέτρα αλλαγής της κατάστασης στο έδαφος. Δεν είναι τυχαίο ότι συµβαίνει καθώς πλησιάζει η 18η Σεπτέµβρη, όταν λήγει η διορία (ενός έτους) που έδωσε η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στο Ισραήλ για να συµµορφωθεί µε τα αιτήµατά της και τα ευρήµατα του Διεθνούς Δικαστηρίου (για όλες τις παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου στα Κατεχόµενα Παλαιστινιακά Εδάφη), προκειµένου να µην αντιµετωπίσει «επιπλέον µέτρα».

Η Διακήρυξη της Νέας Υόρκης

Παρόµοια προβλήµατα έχει µια πιο φιλόδοξη πρωτοβουλία, που συγκροτήθηκε γύρω από τη «Διακήρυξη της Νέας Υόρκης» τον περασµένο Ιούλη. Με ηγετικό ρόλο της Γαλλίας και της Σαουδικής Αραβίας, τη συµµετοχή και άλλων σηµαντικών κρατών (Βραζιλία, Μεξικό, Κατάρ, Τουρκία, Ισπανία, Ιρλανδία κ.ά.) και την υποστήριξη της Ε.Ε. και του Αραβικού Συνδέσµου, προέκυψε αυτή η Διακήρυξη που δηλώνει ότι στοχεύει στον τερµατισµό του πολέµου στη Γάζα, ως πρώτο βήµα για την επανεκκίνηση της λύσης των δύο κρατών.

Η ευρωαραβική πρωτοβουλία δηλώνει ότι θέλει την απελευθέρωση όλων των Ισραηλινών αιχµαλώτων, την ανεµπόδιστη είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας και την πλήρη αποχώρηση του Ισραηλινού Στρατού από αυτήν. Εκφράζει επίσης τη στήριξή της στο αραβικό σχέδιο ανοικοδόµησης, που προβλέπει ότι οι Παλαιστίνιοι θα παραµείνουν στη Γάζα (ως εναλλακτική στο τραµπικό σχέδιο «Ριβιέρα»). Αλλά ενώ η Διακήρυξη αφιερώνει µεγάλη έκταση στο τι προτείνει να γίνει την «επόµενη µέρα στη Γάζα» αλλά και στη σκιαγράφηση της λύσης των δύο κρατών, δεν λέει τίποτα για το πώς ακριβώς θα εργαστεί για τον… τερµατισµό του πολέµου και την αποχώρηση του Ισραηλινού Στρατού. Σε αυτό το κοµβικό σηµείο, χωρίς το οποίο όλα τα άλλα είναι εκθέσεις ιδεών, ο ευρωαραβικός συνασπισµός δηλώνει τη… «στήριξη του στις µεσολαβητικές προσπάθειες της Αιγύπτου, του Κατάρ και των ΗΠΑ».

Εκβιασµοί προς την Αντίσταση

Ενώ απουσιάζει κάθε ρητή-σαφής αναφορά πίεσης στο Ισραήλ, πέρα από γενικόλογες «εκκλήσεις» να δεσµευτεί σε κάποια πράγµατα, το κείµενο χρησιµοποιεί πολύ πιο καθαρή γλώσσα όταν επιβάλει όρους στην Παλαιστινιακή πλευρά: «Η Χαµάς πρέπει να παραδώσει την εξουσία και τα όπλα της στην Παλαιστινιακή Αρχή». Η αναφορά σε µια πιθανή «διεθνή αποστολή», ενώ κάνει λόγο και για την προστασία του πληθυσµού της Γάζας, γίνεται σαφές ότι αφορά κυρίως την σταθεροποίηση της εξουσίας της (αντιδηµοφιλούς) Π.Α. και της ενίσχυσης των δυνάµεων ασφαλείας του Αµπάς.

Ένα κείµενο που έχει πολλά όµορφα λόγια για την αυτοδιάθεση των Παλαιστινίων, ξεκινά τη «διαδροµή» που θα καταλήξει (;) κάπως κάποτε σε παλαιστινιακό κράτος, παραβιάζοντας το δικαίωµα του Παλαιστινιακού λαού να επιλέξει ο ίδιος τον τρόπο που θα κυβερνηθεί η Γάζα ή τους τρόπους πάλης του. Κρύβεται πίσω από την ιδιότητα της Π.Α. ως «επίσηµα αναγνωρισµένη ηγεσία», αλλά παραγνωρίζει βολικά ότι η εγκατάσταση της κλίκας του Αµπάς στην (µικρο)εξουσία της Π.Α. δεν είναι προϊόν της βούλησης του Παλαιστινιακού λαού…

Όποιος γνωρίζει τη δράση των δυνάµεων ασφαλείας της Π.Α., που αδρανούν όταν οι IDF µπαίνουν ακόµα και µέσα στη Ραµάλα, αλλά κυνηγάνε Παλαιστίνιους µαχητές στην Τζενίν, µπορεί να αντιληφθεί ότι δεν πρόκειται για πρόταση «συγκέντρωσης του οπλισµού» στα χέρια µιας ενιαίας Παλαιστινιακής ηγεσίας αλλά για αφοπλισµό της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Όποιος θυµάται τις σφαγές στη Σάµπρα και τη Σατίλα, µπορεί να καταλάβει γιατί οι οργανώσεις της Γάζας αρνούνται να αφοπλιστούν και γιατί δεν πείθονται από τις εγγυήσεις «διεθνών αποστολών». Δεν πρόκειται για µια θεµιτή ενδοπαλαιστινιακή συζήτηση για τις µορφές πάλης που θα προκρίνουν, αλλά για απαίτηση που έρχεται να επιβληθεί ως όρος από έξω, µε ιµάντα µεταβίβασης την Π.Α.

Ανταγωνιστικά, αλλά συµπληρωµατικά, σχέδια

Η ευρωαραβική στρατηγική είναι ανταγωνιστική µε αυτήν που επιδιώκει η ισραηλινή κυβέρνηση, καθώς διαφοροποιείται σε δύο κοµβικά ζητήµατα. Το πρώτο αφορά τη διοίκηση της Γάζας. Οι Σαούντ, οι Γάλλοι και οι σύµµαχοί τους επιθυµούν να αναλάβει η Παλαιστινιακή Αρχή, επιβραβεύοντας την «µετριοπάθεια» του Μαχµούντ Αµπάς. Αλλά για τον Νετανιάχου, η διοικητική ενοποίηση της Δυτικής Όχθης µε τη Γάζα, ακόµα και υπό τη «συνεργάσιµη» διοίκηση του Αµπάς, απορρίπτεται («ούτε Χαµασ-τάν, ούτε Φαταχ-σταν») γιατί ο Σιωνισµός αντιµετωπίζει ως «απειλή» ακόµα και το πρόπλασµα µίνι-κράτους µε το οποίο θα αρκούνταν η κλίκα που βρίσκεται στην ηγεσία της Φατάχ, γι’ αυτό και αναζητά µια «ντόπια» δοσιλογική οντότητα στη Γάζα. Το δεύτερο σηµείο αφορά την ένοπλη δύναµη που θα επιτηρεί τον πληθυσµό της Γάζας, καθώς η ευρωαραβική πρόταση, απαιτεί πλήρη αποχώρηση των IDF.

Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι λειτουργούν ενισχυτικά η µία προς την άλλη. Ο «καλός µπάτσος» και ο «κακός µπάτσος» µπορεί να µην είναι προσυνενοηµένοι. Μπορεί και να αποστρέφεται ο ένας τις τακτικές του άλλου. Αλλά εργάζονται για τον ίδιο σκοπό. Στη Γάζα, η αγριότητα των σχεδίων του ακροδεξιού σιωνισµού και η αµερικανική στήριξη σε αυτά, αυξάνει την πίεση να γίνει δεκτή µε ανακούφιση µια άδικη «λύση». Αντίστροφα, η απόρριψη µιας άδικης «λύσης» από τους Γαζαίους, θα ενισχύσει προπαγανδιστικά τους καλοθελητές που θα ισχυριστούν ότι φταίει η «Παλαιστινιακή αδιαλλαξία» για την συνέχεια ή την κλιµάκωση της σιωνιστικής επιθετικότητας. Τέλος, κανείς δεν µπορεί να αποκλείσει τη σύγκλιση των δύο σχεδίων σε κάτι «υβριδικό». Προς το παρόν, το αυτί του Τραµπ δεν ίδρωσε από την «κινητικότητα» Ευρωπαίων και Αράβων, µε την Ουάσινγκτον να διαρρέει ότι εξετάζει ένα δικό της σχέδιο, όπου η Γάζα περνάει υπό αµερικανικό έλεγχο και µετατρέπεται σε «Ριβιέρα», µε τους Παλαιστίνιους είτε να φεύγουν είτε να εγκλωβίζονται σε γκέτο...

Δύο κράτη;

Οι υπογράφοντες της Διακήρυξης της Νέας Υόρκης, δεν έχουν δείξει την παραµικρή θέληση να ασκήσουν «επιθετική» πίεση πάνω στο Κράτος του Ισραήλ και να έρθουν σε ανοιχτή αντιπαράθεση µε τις ΗΠΑ του Τραµπ. Όλα αυτά -που αφορούν το σταµάτηµα της γενοκτονίας σήµερα και την επόµενη µέρα στη Γάζα- ρίχνουν τη σκιά τους και στις πιο φιλόδοξες ευρωαραβικές διακηρύξεις περί νεκρανάστασης της διαδικασίας προς τη λύση των δύο κρατών. Όπως γράφει ο Ζιλµπέρ Ασκάρ:

«Για τι είδους Παλαιστινιακό κράτος µιλάνε; Οι πιο γενναιόδωροι το βλέπουν να ορίζονται από το πλαίσιο του Όσλο, που κατέληξε σε µια Παλαιστινιακή Αρχή υπό Ισραηλινή κηδεµονία, της οποίας η τυπική “κυριαρχία” περιορίζεται σε λιγότερο από το ένα πέµπτο της Δυτική Όχθης και στο οποίο θα προστεθεί η Γάζα. Άλλοι οραµατίζονται µια ακόµα πιο περιορισµένη οντότητα, µετά την ανακατάληψη του µεγαλύτερου µέρους της Λωρίδας της Γάζας από το Ισραήλ και την επέκταση των Σιωνιστικών εποικισµών στη Δυτική Όχθη.

Οι προϋποθέσεις που έθεσε η Παλαιστινιακή Εθνική Συναίνεση του 2006 (το Κείµενο των Φυλακισµένων) ως ελάχιστες απαιτήσεις για τη δηµιουργία ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους –απόσυρση του Ισραηλινού Στρατού και των εποίκων από όλα τα Παλαιστινιακά εδάφη που καταλήφθηκαν το 1967, συµπεριλαµβανοµένης της Ανατολικής Ιερουσαλήµ, απελευθέρωση όλων των Παλαιστινίων κρατουµένων από το Ισραήλ, αναγνώριση του δικαιώµατος των Παλαιστινίων προσφύγων στην επιστροφή και σε επανορθώσεις- έχουν καταδικαστεί στη λήθη ως “ακραία” αιτήµατα, ενώ είχαν αρχικά διατυπωθεί ως µίνιµουµ προϋποθέσεις που εξέφραζαν προθυµία για συµβιβασµό. Η αλήθεια είναι ότι οποιαδήποτε Παλαιστινιακή οντότητα αγνοήσει αυτές τις βασικές προϋποθέσεις δεν θα είναι τίποτε περισσότερο από µια ανανεωµένη εκδοχή της µεγάλης υπαίθριας φυλακής στην οποία περιορίζει το Σιωνιστικό κράτος τον Παλαιστινιακό λαό που ζει στα εδάφη του 1967».

Απάντηση

Όλα αυτά υπογραµµίζουν τη σηµασία µιας άλλης διεθνούς συµµαχίας: Ανάµεσα στην Παλαιστινιακή Αντίσταση, το διεθνές κίνηµα αλληλεγγύης και τις αραβικές µάζες.

Είναι η αντοχή του λαού της Γάζας και των οργανώσεών του αυτή που µαταιώνει µέχρι σήµερα τα µάξιµουµ σχέδια του Σιωνισµού και προκαλεί τα ρήγµατα µέσα στο σιωνιστικό κατεστηµένο. Θα είναι πικρή ειρωνεία αν ο Αµπάς καταφέρει να ενοποιήσει τα παλαιστινιακά εδάφη, παραγκωνίζοντας τις δυνάµεις που µάτωσαν για να αποτρέψουν την αρπαγή τους από το Ισραήλ και να κρατήσουν αυτό το ενδεχόµενο ανοιχτό. Είναι η αντοχή του λαού της Γάζας και των οργανώσεων του που κρατά ανοιχτό το «Παλαιστινιακό Ζήτηµα» και υποχρεώνει και τις διεθνείς κρατικές ηγεσίες να ασχοληθούν µε αυτό, αν και πολύ θα ήθελαν να ενταφιαστεί σιωπηλά. Από αυτήν την αντοχή θα κριθεί και αν θα αποκρουστούν άλλες µηχανορραφίες εις βάρος της Παλαιστινιακής Υπόθεσης.

Είναι το διεθνές κίνηµα αλληλεγγύης αυτό που υποχρέωσε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στις περιορισµένες µετατοπίσεις τους. Καθώς πυκνώνουν οι φωνές που απαιτούν αποµόνωση/κυρώσεις κατά του Ισραήλ, οι κυβερνήσεις σέρνουν τα πόδια τους σε άλλα ηµίµετρα για αντιµετωπίσουν την πολιτική πίεση. Δεν έχουµε κανένα λόγο να αρκεστούµε σε αυτά. Ακόµα κι αυτά υπήρξαν προϊόν της µαζικοποίησης του «µάξιµουµ» αιτήµατος της διακοπής κάθε δεσµού µε το κράτος-γενοκτόνο. Οφείλουµε να αξιοποιούµε κάθε ρωγµή και να τη διευρύνουµε, επιµένοντας σε αυτήν την απαίτηση, ως µοναδικό µέτρο ειλικρίνειας κάθε κράτους και κυβέρνησης, ως µοναδική µέθοδος να πιεστεί το σιωνιστικό κράτος να δεχθεί την οποιαδήποτε υποχώρηση.

Είναι ο φόβος µιας έκρηξης των αραβικών µαζών αυτός που υποχρεώνει τους Σαούντ και άλλους να επιµένουν σε µια κάποια «λύση» του Παλαιστινιακού ως προϋπόθεση εξοµάλυνσης των σχέσεων µε το Ισραήλ. Η παρέµβαση των αραβικών µαζών είναι αυτή που θα µπορέσει να µαταιώσει -εκ των έσω- οποιαδήποτε σκέψη να παίξουν τα αραβικά κράτη ενεργό ρόλο σε µια «λύση» που θα υπονοµεύει τα θεµελιώδη δικαιώµατα του Παλαιστινιακού λαού. 

Η αντοχή της Παλαιστινιακής Αντίστασης και το διεθνές κίνηµα αλληλεγγύης είναι αυτά που προκαλούν και το ρήγµα στο εσωτερικό του σιωνιστικού κράτους. Εξετάζοντας τα κίνητρα του αντιπολιτευτικού µπλοκ, θα βρει κανείς την ανησυχία για τους Ισραηλινούς αιχµαλώτους, το φόβο της καθήλωσης σε έναν ατελείωτο πόλεµο φθοράς και το άγχος της µετατροπής του Κράτους του Ισραήλ σε «παρία». Αυτά υπενθυµίζουν την «τύφλωση» της Ισραηλινής κοινωνίας απέναντι στην ανθρωπιά των Παλαιστινίων. Αλλά υπενθυµίζουν και τη σηµασία της επίµονης αντίστασης και της διεθνούς πίεσης ως µοναδικό µέσο να αποκτήσει προβλήµατα εσωτερικής συνοχής κι αυτοπεποίθησης το σιωνιστικό σχέδιο.

Μαζί µε την θεαµατική αλλαγή του διεθνούς κλίµατος σε σχέση µε 1-2 χρόνια πριν, αυτά δείχνουν ότι έχουµε τη δύναµη να αποτρέψουµε σήµερα µια εφιαλτική «Τελική Λύση». Έχουµε τη δύναµη να στηρίξουµε την απόρριψη του Παλαιστινιακού λαού  κάθε «λύσης» που θα παραβιάζει το δικαίωµα στην αυτοδιάθεση, την επιστροφή, την ισότητα. Πετυχαίνοντας νίκες στο στόχο της διεθνούς αποµόνωσης του Ισραήλ, έχουµε τη δύναµη να παροξύνουµε τις εγγενείς αντιφάσεις του σιωνιστικού εγχειρήµατος που έχουν έρθει στην επιφάνεια τα τελευταία χρόνια, συµβάλλοντας στον µακρύ αγώνα για την ανατροπή του.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά