Rproject
Published on Rproject (https://rproject.gr)

Αρχική > Κάνουν πολεµικά deals δισεκατοµµυρίων στις πλάτες µας

Κάνουν πολεµικά deals δισεκατοµµυρίων στις πλάτες µας

19.05.2025
Νικόλας Κολυτάς
Κάνουν πολεµικά deals δισεκατοµµυρίων στις πλάτες µας
Να τους σταµατήσουµε εδώ και τώρα!

Δύο ξεχωριστούς κουµπαράδες φαίνεται πως κρατά η κυβέρνηση για στρατιωτικές και κοινωνικές δαπάνες. Ο ένας είναι γεµάτος και παχύς, ενώ ο άλλος απελπιστικά άδειος και ισχνός. Και αυτό αντικατοπτρίζει στο µέγιστο βαθµό τις πολιτικές προτεραιότητες της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Το ελληνικό κράτος µπαίνει µε τα µπούνια στον αδιανόητο χορό των εξωφρενικών εξοπλισµών, τη στιγµή που η κοινωνία µαστίζεται από τη φτώχεια, την επισφάλεια και τον πληθωρισµό. Πρόκειται για ένα κανονικό θέατρο σκιών µε θεατές τις άδειες τσέπες µας.

Εξωφρενικές δαπάνες

Υπό κανονικές συνθήκες, ακούγοντας κάποιος τα ποσά που ανακοινώθηκαν ότι θα δαπανηθούν στα νέα εξοπλιστικά προγράµµατα, θα συµπέρανε ότι η χώρα ετοιµάζεται για πόλεµο. Όµως στην Ελλάδα της λίστας Πέτσα και του µιντιακού µονοµπλόκ, ο φρενήρης ρυθµός στρατιωτικών δαπανών λογίζεται ως «εθνική επιτυχία» και «θωράκιση της χώρας». Είναι ασύλληπτο το πώς µεταλλάσσονται οι έννοιες και η ουσία της πληροφορίας. Οι µπίζνες των διεθνών µακελάρηδων, των βιοµηχανιών όπλων, των υπουργείων Άµυνας, του ΝΑΤΟ και των µεσαζόντων κάθε µορφής στο στρατιωτικό αλισβερίσι παρουσιάζονται ως «επένδυση στην ασφάλεια». Αυτό το επικοινωνιακό ντύσιµο των πιο αιµοσταγών πολιτικών αποτελεί µια ευθεία πρόκληση απέναντι στην εργατική τάξη και τα αγωνιζόµενα λαϊκά στρώµατα. Μια κοροϊδία χωρίς κανένα φτιασίδωµα.

Το νέο 12ετές εξοπλιστικό πρόγραµµα που ανακοίνωσαν οι Δένδιας-Μητσοτάκης αγγίζει τα 25,8 δισ. ευρώ. Για να κατανοήσουµε τι σηµαίνει αυτό, είναι σαν η Ελλάδα να αναλαµβάνει τρεις Ολυµπιάδες στη σειρά. Τα περίφηµα εξοπλιστικά της εποχής Σηµίτη δείχνουν ψίχουλα, µπροστά στα όσα ετοιµάζεται να µοιράσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην παγκόσµια πολεµική βιοµηχανία. Σε αυτό το δήθεν αµυντικό πρόγραµµα η Ελλάδα µετατρέπεται σε ένα άκρως επιθετικό στρατιωτικά κράτος. Ενδεικτικά, το πρόγραµµα που ανακοινώθηκε περιλαµβάνει: Δηµιουργία αντιπυραυλικών θόλων, αγορά 20 F-35 µε option για άλλα 20, µετατροπή των F-16 Block 50 σε F-16 Viper, αναβαθµίσεις φρεγατών, εκσυγχρονισµό υποβρυχίων και πυραυλάκατων, αγορά 35 Ελικοπτέρων UH-60M Black Hawk, υιοθέτηση συστηµάτων κυβερνοπολέµου, απόκτηση όπλων και πυροµαχικών µε δυνατότητα στρατηγικού πλήγµατος σε βάθος, καθώς και υλοποίηση του προγράµµατος του σύγχρονου µαχητή.

Σύµφωνα µε τα επίσηµα στοιχεία του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα το 2024 ήταν στην 5η θέση σε ό,τι αφορά τα κράτη µέλη της Συµµαχίας που δαπανούν το µεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ τους για την άµυνα. Σε σχέση µε δέκα χρόνια πριν υπάρχει µια ιλιγγιώδης αύξηση. Το 2014 οι συνολικές δαπάνες της Ελλάδας για την άµυνα ανήλθαν σε 3,939 δισ. ευρώ ενώ το 2024 υπολογίστηκαν σε 7,126 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κάνει ξεκάθαρη διεύρυνση των συγκεκριµένων δαπανών επί της θητείας της µε αποκορύφωµα τα 8,054 δισ. του 2022, όµως άξιο αναφοράς είναι ότι η αυτοπροσδιοριζόµενη αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε την παραµικρή µείωση στις ετήσιες στρατιωτικές δαπάνες, αλλά αντίθετα τις ανέβαζε κλιµακωτά χρόνο µε το χρόνο αγγίζοντας τα 4,560 δισ. ευρώ το 2018. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα διαχρονικό πάρτι στις πλάτες της κοινωνίας, από το οποίο κερδισµένοι βγαίνουν όσοι σκοπεύουν να πλουτίσουν από γεωπολιτικές οξύνσεις και πολεµικές συρράξεις.

Πολιτικές προτεραιότητες

Όµως, το πάρτι, των δαπανών στις πιο µιλιταριστικές ονειρώξεις δεν σταµατά εκεί. Την ώρα που οι µισθοί στο δηµόσιο είναι καθηλωµένοι, ενώ το κόστος ζωής έχει εκτοξευθεί στα ουράνια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχωρά σε αυξήσεις µισθών στο στρατιωτικό προσωπικό που αγγίζουν ακόµη και το 20%. Το συνολικό κόστος των µισθολογικών αυξήσεων που ανακοίνωσε ο Νίκος Δένδιας ανέρχεται στα 268 εκατ. ευρώ και ισοδυναµεί περίπου µε δύο πρόσθετους µισθούς. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι ο µισθός ανθυπολοχαγού από τη Σχολή Ευελπίδων, ο οποίος θα λάβει ετήσια αύξηση ποσού 3.540 ευρώ (µεικτά) τον πρώτο χρόνο µετά την αποφοίτηση. Παράλληλα, προωθούνται και µέτρα µη µισθολογικά, τα οποία στοχεύουν να υποστηρίξουν τους στρατιωτικούς και τις οικογένειές τους, όπως η ανέγερση κατοικιών µε προσιτό κόστος, αλλά και η µεταρρύθµιση των στρατιωτικών νοσοκοµείων.

Είναι σαφές ότι υπάρχει µια µονοµέρεια της κυβέρνησης στην οικονοµική ενίσχυση των εργαζοµένων. Γιατί µπορεί ο Νίκος Δένδιας να δηλώνει ότι όλα τα παραπάνω αποτελούν «µια ελάχιστη έκφραση ευγνωµοσύνης προς τους ακοίµητους φρουρούς της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας της πατρίδας», όµως την ίδια στιγµή οι ακοίµητοι φρουροί της υγείας και της παιδείας βλέπουν τη ζωή τους να υποβαθµίζεται διαρκώς και το πορτοφόλι τους να αδειάζει.

Ενώ στους στρατιωτικούς µοιράζονται παχυλές αυξήσεις, καθηγητές στα νησιά και σε πόλεις της επαρχίας αναγκάζονται να µένουν σε κάµπινγκ ή στα οχήµατά τους µην µπορώντας να ανταποκριθούν στο κόστος στέγασης, ειδικά τους µήνες που αυξάνεται η τουριστική κίνηση. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει λάβει το παραµικρό µέτρο αντιµετώπισης του τεράστιου αυτούς προβλήµατος και αρκέστηκε απλώς να διαθέσει ένα µικρό ποσοστό του οικιστικού προγράµµατος για τους στρατιωτικούς σε καθηγητές και γιατρούς. Οι άνθρωποι που στελεχώνουν δηλαδή τα σχολεία και τα νοσοκοµεία επιβιώνουν από τα αποφάγια των στρατιωτικών οικιστικών προγραµµάτων. Πρόκειται για ντροπή.

Κοινωνική απάντηση

Η κοινωνία φαίνεται πως καταλαβαίνει τι συµβαίνει και δεν πείθεται πλέον από την επίπλαστη µιντιακή εικόνα ευηµερίας, ούτε από τα κυβερνητικά αφηγήµατα των επενδυτικών βαθµίδων και των πρωτογενών πλεονασµάτων. Κερδισµένοι από τις πολιτικές της ΝΔ είναι µόνο οι καπιταλιστές και οι τραπεζικοί λογαριασµοί τους. Κανένας άλλος. Και τώρα που µυρίστηκαν χρήµα στη βιοµηχανία του πολέµου ανοίγεται µια νέα κερδοφόρα πίτα να µοιραστούν. Αντίθετα οι εργαζόµενοι, η νεολαία και τα φτωχά κοινωνικά στρώµατα βλέπουν τη ζωή τους να δυσκολεύει µέρα µε τη µέρα σε επίπεδο διαβίωσης, ενώ βάλλονται σε επίπεδο προπαγάνδας από µια µιλιταριστική και εθνικιστική ρητορική που δεν έχει προηγούµενο τις τελευταίες δεκαετίες.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά