Rproject
Published on Rproject (https://rproject.gr)

Αρχική > Κυβέρνηση που βυθίζεται στο βάλτο της πολιτικής της

Κυβέρνηση που βυθίζεται στο βάλτο της πολιτικής της

16.10.2025
Αντώνης Νταβανέλος
Κυβέρνηση που βυθίζεται στο βάλτο της πολιτικής της
Όταν ακόμα και η «Καθημερινή» αρχίζει να θεωρεί τις προοπτικές του Μητσοτάκη ως πεδίο για καλαμπούρια, περνώντας από το «ο Κυριάκος δεν έχει αντίπαλο» στο «ο αντίπαλος του Κυριάκου δεν θα έχει αντίπαλο», τότε γίνεται καθαρό ότι έχουν γίνει πολύ στενά τα περιθώρια ελιγμών της σημερινής ηγεσίας της ΝΔ.

Στη βάση της γρήγορης φθοράς του Μητσοτάκη βρίσκεται η εργατική-λαϊκή αγανάκτηση, μετά από 6 χρόνια πικρών εμπειριών ειδικά από την οικονομική-κοινωνική πολιτική του. Και σε αυτό το πεδίο, ο Μητσοτάκης έχει κάνει καθαρό ότι δεν πρόκειται να κάνει ούτε πόντο πίσω: οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν με αμείωτη ένταση μέχρι και τις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν, αδιαφορώντας για τις πολιτικές συνέπειες. 

Το αποδεικνύει το κατάπτυστο νομοσχέδιο της Κεραμέως για το 13ωρο και την ακραία «ελαστικοποίηση» όλων των παραμέτρων του εργάσιμου χρόνου. Η πρόκληση αναπόφευκτα έγινε κατανοητή από τον κόσμο της εργασίας και η απεργία της 1/10, παρότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία κυρίως της ΓΣΕΕ την οργάνωση με τον πιο ψοφοδεή τρόπο, πρέπει να γίνει κατανοητή σαν προειδοποίηση. 

Το αποδεικνύει, επίσης, το σχέδιο για τον προϋπολογισμό 2026, που ήδη κατατέθηκε στη Βουλή. Αυτός ενσωματώνει τα «μέτρα-ασπιρίνες» που ο Μητσοτάκης εξήγγειλε στη ΔΕΘ, τα οποία όμως δεν είναι εφικτό να αλλάξουν τη «μεγάλη εικόνα» της συνέχειας στην επίθεση λεηλασίας του πραγματικού εισοδήματος όσων ζουν από τη δουλειά. Τα έσοδα από τον ΦΠΑ προβλέπονται αυξημένα κατά 7,7% σε σύγκριση με το 2025 (που ήταν ήδη αυξημένα κατά 4,6% σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά). Ο πληθωρισμός το 2025 έκλεισε στο +2,6%, υπερβαίνοντας κατά 20% τις σχετικές προβλέψεις και κάνοντας κυριολεκτικά γελοίες τις φετινές προβλέψεις για «τιθάσευσή του» μέσα στο 2026. Και όλοι γνωρίζουν ότι ο πραγματικός πληθωρισμός στα είδη υποχρεωτικής εργατικής-λαϊκής κατανάλωσης είναι υπερπολλαπλάσιος του παραπειστικού «γενικού» πληθωρισμού. Αυτά σημαίνουν ότι η ακρίβεια, η τρελή κούρσα των τιμών προς τα πάνω, θα συνεχίσει για έναν ακόμα βασανιστικό χρόνο να διαβρώνει βάναυσα το πραγματικό εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών, αλλά και να αυξάνει θεαματικά τα κέρδη μεγάλων Ομίλων της κυρίαρχης τάξης σε πολλούς κλάδους και τομείς (τρόφιμα, ενέργεια, υγεία κ.ο.κ.).

Σε αυτήν τη βάση τα δημοσιονομικά «πλεονάσματα» προβλέπεται ότι θα αυξηθούν στο 2,4% του ΑΕΠ, αν και το υπουργείο Οικονομικών προαναγγέλει «υπέρβαση» των προβλέψεων, που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση ακόμα και κατά 4%. Η μέθοδος για τέτοιες «επιτυχίες» είναι γνωστή: πέρα από τη φοροεπιδρομή, η σταθερή πολιτική περικοπής κοινωνικών δαπανών. Αυτές οι επιλογές πάντα συνδυάζονται με γενναιοδωρία απέναντι στην κυρίαρχη τάξη. Ο προϋπολογισμός προβλέπει ότι οι επενδύσεις θα αυξηθούν, λέει, κατά 10,2%. Η κυβέρνηση οργανώνει αυτήν την προοπτική, αυξάνοντας σταθερά τα «κίνητρα» (ελαστικοποίηση εργάσιμου χρόνου, μείωση εργοδοτικών εισφορών, φοροαπαλλαγές, κατάργηση «γραφειοκρατικών» ελέγχων πάνω στην «επιχειρηματικότητα» κλπ). Οι εργοδότες θα παραλάβουν ευχαρίστως αυτά τα δώρα και το αν θα προχωρήσουν σε αύξηση των επενδύσεων θα εξαρτηθεί από τα πάγια και σταθερά κριτήριά τους: από τις πιθανότητες αύξησης της κερδοφορίας. Πάντως η πρόβλεψη για θεαματική αύξηση των επενδύσεων θεωρείται ήδη από τις πιο επισφαλείς του σχεδίου προϋπολογισμού. 

Έχοντας διακηρύξει την επιμονή της σε αυτήν την πολιτική βάρβαρης και διαρκούς «λιτότητας», η κυβέρνηση Μητσοτάκη βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με τα πολιτικά αποτελέσματά της. Η σκανδαλώδης υποστήριξη της κυρίαρχης τάξης, που σημάδεψε την πρώτη κυβερνητική περίοδο Μητσοτάκη, παρουσιάζει ήδη σημαντικές ρωγμές, που θα γίνονται μεγαλύτερες όσο αυξάνουν τα ερωτηματικά σχετικά με τη «βιωσιμότητα» της σημερινής ηγετικής ομάδας της Δεξιάς. Στο σύνολο των δημοσκοπήσεων η ΝΔ καταγράφει πρόθεση ψήφου μικρότερη του 25%, γεγονός που δεν ακυρώνει μόνο τη «στρατηγική αυτοδυναμίας», αλλά προειδοποιεί ότι η ΝΔ πιθανότατα δεν θα είναι ικανή να εισπράξει το «μπόνους» του πρώτου κόμματος, αν υπολείπεται του ορίου του εκλογικού νόμου (25%). Το σύνολο των δημοσκοπικών εταιρειών αποφάσισε ότι σταματά να δίνει πρόβλεψη ψήφου, πέρα από την καταμέτρηση της πρόθεσης ψήφου, εκτιμώντας ότι η πλειοψηφία των «αναποφάσιστων» (κυρίως από τις εργατικές-λαϊκές περιοχές) δεν θα κατανεμηθεί «αναλογικά» ανάμεσα στα κόμματα, γιατί στο εσωτερικό τους κυριαρχεί η τάση απόρριψης της κυβερνητικής πολιτικής. Πρόκειται για μια προαναγγελία-πρόβλεψη περαιτέρω πτωτικής τάσης της επιρροής της ΝΔ, κάτω ακόμα και από τις σημερινές χαμηλές επιδόσεις της. Με αυτά τα δεδομένα, το «Βήμα» (του ολιγάρχη Β. Μαρινάκη) προειδοποιεί για τον κίνδυνο «η χώρα να διολισθήσει σε πολιτική κρίση διαρκείας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται…». 

Γεωπολιτική κινούμενη άμμος

Το επικοινωνιακό «ναυάγιο» της παρουσίας του Μητσοτάκη στη ΓΣ του ΟΗΕ, σε σύγκριση με τον «κεντρικό ρόλο» του Ερντογάν και την πολυδιαφημισμένη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ, προειδοποιεί ότι μέσα στις χαοτικές διεθνείς εξελίξεις «τρίζει» επικινδύνως και το τελευταίο χαρτί που έχει να παίξει ο Μητσοτάκης: ο ισχυρισμός ότι καθοδηγεί σε μια «γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας». Πρόκειται για το πεδίο της κυβερνητικής πολιτικής όπου έχουν «επενδυθεί» πολιτικοί πόροι (μεταξύ τους η πλήρης ταύτιση με το Ισραήλ…), διπλωματικοί πόροι (τα πολεμικά σύμφωνα με ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, Ινδία κ.ά.), αλλά και οικονομικοί πόροι των θηριωδών εξοπλιστικών προγραμμάτων. 

Στο ενεργειακό υποσύνολο αυτής της στρατηγικής, ο Μητσοτάκης είχε και έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ. Η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της Πρεσβείας στην Αθήνα, επανέλαβε την θερμή υποστήριξη του τραμπικού συστήματος στο να ενισχυθεί ο ρόλος του ελληνικού κράτους σε «κόμβο» μεταφοράς/διακίνησης του αμερικανικού LNG προς τις ευρωπαϊκές αγορές. Τα έργα στη Ρεβυθούσα και κυρίως στην Αλεξανδρούπολη έχουν προχωρήσει και οι Έλληνες εφοπλιστές (που ελέγχουν το 25% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς LNG) τρίβουν τα χέρια τους. Όμως το αμερικανικό LNG παραμένει κατά 100% ακριβότερο από το φυσικό αέριο που διακινείται μέσω χερσαίων αγωγών (με προέλευση κυρίως από τη Ρωσία, το Αζερμπαϊτζάν κ.ά.). Και αυτό το σκληρό κριτήριο, οι «αγορές» μπορεί να το υποτιμήσουν για ένα διάστημα για διπλωματικούς-πολιτικούς λόγους, αλλά τελικά δεν μπορούν να το ξεχνούν…

Είναι αλήθεια ότι η Chevron και η Exxon Mobil «αγόρασαν» τα δικαιώματα των ερευνών και της προοπτικής εξορύξεων στα θαλάσσια «οικόπεδα» νότια, δυτικά και ανατολικά της Κρήτης. Οι συμφωνίες αυτές πανηγυρίστηκαν ως δυνατότητες μιας (με την υποστήριξη των Αμερικανών) μεγάλης «αναβάθμισης» του ελληνικού κράτους στα ζητήματα κυριαρχίας στο Νοτιοανατολική Μεσόγειο. 

Παρόλα αυτά, τα «οικόπεδα» εκτείνονται σε μεγάλο βαθμό σε διεθνή ύδατα (πέρα από τα 6 ναυτικά μίλια των διεθνώς αναγνωρισμένων χωρικών υδάτων) και σε αυτά οι πράξεις εκμετάλλευσης προϋποθέτουν οριοθέτηση των ευρύτερων «ζωνών» (υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ), δηλαδή μια περίπλοκη διπλωματική υπόθεση που εμπλέκει -πέρα από την Τουρκία- τις άλλες μεσογειακές χώρες (Αίγυπτος, Λιβύη), αλλά και όλες τις μεγάλες δυνάμεις, καθώς η «οριοθέτηση» συνδυάζεται με τα ζητήματα «ελεύθερης» ναυσιπλοΐας. 

Η υπόθεση ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, της διαβόητης «επιχείρησης-καλώδιο» που έχει εξελιχθεί σε ένα δημόσιο ανεξέλεγκτο καυγά μεταξύ της ελληνικής και της κυπριακής κυβέρνησης (!!), είναι μια καλή προειδοποίηση για το πόσο γρήγορα όλα αυτά τα μεγαλόπνοα σχέδια μπορεί να καταρρεύσουν και να αφήσουν πίσω τους ρημάδια και ερείπια. 

Στο σκληρό πυρήνα του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, στο πεδίο διεκδίκησης του «πολεμικού πλεονεκτήματος», η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε ουσιαστικά βήματα. Συμπτύσσοντας τον οικονομικό-στρατιωτικό «άξονα» με το Ισραήλ, υπογράφοντας τα πολεμικά σύμφωνα με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, μεγεθύνοντας τις νατοϊκές βάσεις στον ελλαδικό χώρο, διεκδίκησε και πήρε την «προτεραιότητα» της ευρωατλαντικής υποστήριξης. Σε αυτό το έδαφος προχώρησε –με τεράστιο κόστος!– στα εξοπλιστικά προγράμματα, αγοράζοντας ευρωατλαντικά όπλα κορυφαίου επιπέδου (Ραφάλ, Μπελαρά, F35). Σε αυτούς τους παράγοντες στηρίχθηκε η στρατηγική προς τη μονομερή επιβολή θέσεων στα ζητήματα του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. 

Είναι κυριολεκτικά προκλητικός ο τρόπος που γίνεται η δημόσια πολιτική συζήτηση σε όλη αυτήν τη θεματολογία. Γιατί δεν είναι μόνο το κόστος των όπλων, που αναμφισβήτητα θα πληρώσουν οι μισθοί, οι συντάξεις και οι κοινωνικές δαπάνες. Είναι, επίσης, μια βαθύτερη σύνδεση στην ουρά του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, είναι η ταύτιση με το Κράτος του Ισραήλ την ώρα που σφάζει τους Παλαιστίνιους, είναι η ενίσχυση των μιλιταριστικών δικτύων μέσα στην πολιτική ζωή της χώρας, και κυρίως είναι ο κίνδυνος για μια τυχοδιωκτική πολεμική αναμέτρηση που θα είναι καταστροφική για όλους τους εμπλεκόμενους. 

Αυτή η στρατηγική συναντά, για άλλους λόγους, τα όριά της μέσα στη σημερινή συγκυρία. 

Είναι κοινό μυστικό ότι τα «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο προέκυψαν ως δυνατότητα γιατί το τουρκικό κράτος είχε και έχει άλλες προτεραιότητες και άλλους προσανατολισμούς. Οι εξελίξεις στα νότια, στα ανατολικά και στα βόρεια σύνορά του, έχουν υποχρεώσει σε σχετική υποβάθμιση της σημασίας του ανταγωνισμού στο Αιγαίο. Τα ισραηλινά «θινκ τανκς» υπογραμμίζουν ότι στις προοπτικές του «Μεγάλου Ισραήλ», η Τουρκία παραμένει ένας βασικός αντίπαλος, με τον οποίο θα χρειαστεί πιθανότατα να αναμετρηθούν. 

Κανείς δεν μπορεί να υποτιμά διαρκώς τα γεωγραφικά και πληθυσμιακά δεδομένα. Η Τουρκία παραμένει χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που, παρά τους ελιγμούς της «πολυδιάστατης» εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν, θεωρείται πολύτιμη καθώς τα σύνορά της αγγίζουν εξαιρετικά σημαντικές περιοχές συγκρούσεων. Μια χώρα με 90 εκατομμύρια πληθυσμού και με μια οικονομία κατά πολύ μεγαλύτερη πλέον από την ελληνική. Δεν είναι τυχαίο ότι τη χώρα αυτή, τόσο οι ΗΠΑ όσο η ΕΕ, προσπαθούν να εντάξουν ξανά με σταθερότητα στο ευρωατλαντικό «μαντρί». Η προσπάθεια, για την ώρα, περιλαμβάνει τόσο τις μεθόδους του «μαστιγίου», όσο και του «καρότου». Εάν, όμως, η προσπάθεια αυτή τελικά ολοκληρωθεί, τότε όλη η ελληνική στρατηγική των τελευταίων χρόνων θα αποδειχθεί μετέωρη. Τα προαναγγελθέντα από τη συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν, αν και δεν είναι ακόμα σαφή και τετελεσμένα, ήχησαν σαν κουδούνι συναγερμού για τις καθεστωτικές δυνάμεις εδώ. 

Για την ώρα, οι εσωκομματικές αντιπολιτεύσεις μέσα στη ΝΔ μιζάρουν σε εθνικιστική δημαγωγία. Όμως στον Τύπο αρχίζουν να διατυπώνονται οι φωνές των «εμπειρογνωμόνων» του κράτους, που προειδοποιούν ότι μπορεί να καταστεί αναγκαία μια στροφή, στην κατεύθυνση της «συνεννόησης» με την Τουρκία. 

Και αυτή η «στραβή» πιθανότατα έρχεται μέσα «στη βάρδια» του παραπαίοντος Μητσοτάκη. 

Δεν υπάρχει καλύτερη αποτύπωση της κρίσης της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης από την απόφαση του Ανδρουλάκη και του Φάμελου να υπερψηφίσουν στη Βουλή τη δαπάνη για την αγορά μιας ακόμα φρεγάτας του Πολεμικού Ναυτικού. Οι λάτρεις των κοστολογημένων αντιπροτάσεων «προγραμματικής αντιπολίτευσης» αποδεικνύουν έτσι ότι όλες οι άλλες κορώνες τους για τα κοινωνικά και οικονομικά αιτήματα των εργατικών και λαϊκών μαζών είναι απλώς απάτες. 

Ίσως ο Αλέξης Τσίπρας, προετοιμάζοντας την επιστροφή του, να δώσει προσεχώς κάποια καλύτερα παραδείγματα πολιτικής απατεωνιάς. Γιατί μαζί με τον «δημοκρατικό καπιταλισμό» που όπως λέει διεκδικεί, υπερασπίζεται και μια «πατριωτική» στροφή προς μια πιο διεκδικητική πολιτική στα ζητήματα «κυριαρχίας». 

Οι ανάγκες του κόσμου μας είναι στην ακριβώς αντίστροφη κατεύθυνση. Σε μια πολιτική που θα ιεραρχεί το κοινωνικό/ταξικό ζήτημα, αναλαμβάνοντας τη μάχη για την ανατροπή της διαρκούς λιτότητας. Και που γι’ αυτό θα είναι με συνέπεια και σαφήνεια μια πολιτική αντιιμπεριαλιστική, σε ρήξη με τις δυνάμεις του ευρωατλαντισμού, μια πολιτική βαθιάς αλληλεγγύης με τους λαούς της περιοχής, με την Παλαιστίνη στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος, μια πολιτική ειλικρινά αντιπολεμική και γι’ αυτό ειλικρινά αντιμιλιταριστική. 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά