Rproject
Published on Rproject (https://rproject.gr)

Αρχική > Ο Μητσοτάκης απέναντι στο χάος

Ο Μητσοτάκης απέναντι στο χάος

05.11.2025
Αντώνης Νταβανέλος
Ο Μητσοτάκης απέναντι στο χάος
Η επερχόμενη πολιτική-κυβερνητική κρίση

Παρά τις αγωνιώδεις επικοινωνιακές προσπάθειες, με επίκεντρο την προβολή του διλήμματος «Μητσοτάκης ή χάος…», και παρά τις συστηματικές εκκλήσεις προς την κυρίαρχη τάξη για την ενίσχυση μιας πολιτικής πειθαρχίας απέναντι στην κυβερνητική στρατηγική, ο Μητσοτάκης εξακολουθεί να έχει μπροστά του έναν πολιτικό Γολγοθά.

Οι διαδοχικοί κύκλοι των δημοσκοπήσεων έχουν εμπεδώσει την εκτίμηση ότι η προοπτική αυτοδυναμίας της ΝΔ, υπό την ηγεσία του Κυρ. Μητσοτάκη, είναι πολιτικά νεκρή. Και σταδιακά εμπεδώνουν την πεποίθηση ότι το σημερινό σύστημα πολιτικών σχέσεων δεν μπορεί να δώσει ούτε «συμμαχική» κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Κυρ. Μητσοτάκη. Είναι αυτό που ο Ευάγγελος Βενιζέλος (αναζητώντας ρόλο για τον εαυτό του…) ανέδειξε με τη φράση «η χώρα σταδιακά καθίσταται μη-διακυβερνήσιμη». 

Είναι γνωστό σε όλους ότι στη βάση αυτής της επερχόμενης πολιτικής κρίσης βρίσκεται η οικονομική-κοινωνική πολιτική, που επέβαλε η συμφωνία με την Τρόικα το 2018 (ναι, αυτή που ξεδιάντροπα ονοματίστηκε «έξοδος από τα μνημόνια») και που προωθήθηκε με ζήλο από τις διαδοχικές κυβερνήσεις Μητσοτάκη που ακολούθησαν. Κάθε στατιστικός δείκτης, κάθε σχετική μέτρηση, επιβεβαιώνουν αυτή την εκτίμηση. Οι σκληρές επιπτώσεις της δρακόντειας και διαρκούς λιτότητας είναι γνωστές στα καθοριστικά πεδία των μισθών, των συντάξεων, των περικοπών κοινωνικών δαπανών, τις ανεξέλεγκτες αυξήσεις των τιμών στα είδη υποχρεωτικής λαϊκής κατανάλωσης (που διαμόρφωσε «πληθωρισμό» στα τρόφιμα της τάξης του 13% ετησίως) κ.ο.κ. Όμως πλέον, αυτή η απροσχημάτιστη απληστία έχει επεκταθεί σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Για παράδειγμα, η απόκτηση ενός μικρού διαμερίσματος 70 τ.μ. κοστίζει σε έναν μισθωτό στην Αθήνα το σύνολο των μικτών μισθών 15,4 χρόνων δουλειάς, είναι δηλαδή 100% πάνω από το αντίστοιχο κόστος στην (ακριβή) Ρώμη και 50% πάνω από το αντίστοιχο κόστος στο (πανάκριβο) Λονδίνο…

Αυτή είναι η κοινωνική βάση της πολιτικής τάσης προς τον «κανένα». Έτσι εξηγούνται οι πολιτικές μετρήσεις που, επιχειρώντας να θέσουν το δίλημμα «Μητσοτάκης ή χάος;», εισπράττουν ως πλειοψηφούσα απάντηση το «χάος», ενώ το «κάτι άλλο» εμφανίζεται ως ισοδύναμος αντίπαλος της μειοψηφικής ανοχή στην πολιτική βιωσιμότητα του Μητσοτάκη.

Αυτήν την κατάσταση ο Μητσοτάκης σκοπεύει να διαχειριστεί ακριβώς όπως κυβέρνησε μέχρι σήμερα. Με αμείωτη ένταση στις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις και στόχο να αποδειχθεί ως αναντικατάστατος για την κυρίαρχη τάξη. 

Σε συνθήκες όπου η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία αισθάνεται ότι το μαχαίρι της λιτότητας έχει φτάσει πλέον στο κόκκαλο της αντοχής, το υπουργείο Οικονομικών δηλώνει ότι το κέντρο της κυβερνητικής προσοχής στους επόμενους (και προεκλογικούς…) μήνες θα είναι η πρόκληση ενός «επενδυτικού σοκ», με την προσέλκυση διεθνών επενδυτών σε τομείς όπως η ενέργεια, τα δίκτυα, οι ψηφιακές υποδομές, το νερό (!!), οι εξορύξεις και οι πολεμικές εφαρμογές των νέων τεχνολογιών… Αλήθεια, πώς θα γίνει αυτό; Με την υπόσχεση για μια διαρκή πολιτική «μείωσης της φορολογίας επί των κερδών και των μερισμάτων», μια κατεύθυνση «που δεν επιτρέπεται να αμφισβητηθεί σε τούτη τη φάση που διεκδικούμε την επενδυτική άνοιξη της ελληνικής οικονομίας». 

Όμως, όπως κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, έτσι και οι πόροι που γενναιόδωρα προσανατολίζονται προς τους διεθνείς επενδυτές και τους ντόπιους ομολόγους τους, θα πρέπει με σκληρό τρόπο να αφαιρεθούν από τους δικαιούχους της κοινωνικής πλειοψηφίας. Έτσι, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα «ειδικών» επί του Ασφαλιστικού, που υπενθυμίζουν ότι οι νόμοι Κατρούγκαλου-Βρούτση έχουν δρομολογήσει για την παρούσα περίοδο μια αύξηση των εισφορών (αρχίζοντας από τους αγρότες και τους αυτοαπασχολούμενους…) αλλά και μια σημαντική αύξηση των γενικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, με στόχο μέσα του Ασφαλιστικού την «εξοικονόμηση» πόρων της τάξης του 1,2% του ΑΕΠ ετησίως μέχρι το… 2040! Όπως και τα δημοσιεύματα που προειδοποιούν ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα αλλά και τα γενναιόδωρα «κίνητρα» για την ανάπτυξη της ντόπιας πολεμικής επιχειρηματικότητας, είναι αδύνατον να χρηματοδοτηθούν χωρίς να «αξιοποιηθούν» προς την κατεύθυνση αυτή τα αποθεματικά κεφάλαια των Ασφαλιστικών Ταμείων. 

Οργανώνοντας αυτές τις προοπτικές ο Μητσοτάκης δεν διαθέτει λίγα «πυρομαχικά».  Στο ενεργειακό υποσύνολο των ελληνοτουρκικών ανταγωνισμών στο Αιγαίο και των ευρύτερων ανταγωνισμών στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ο ελληνικός καπιταλισμός έχει κάνει τα τελευταία χρόνια σημαντικά βήματα μπροστά. Στις αρχές Νοέμβρη (5 και 6 /11) γινόταν στην Αθήνα η σύνοδος της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC), με τον Στ. Παπασταύρου να υποδέχεται υψηλόβαθμη αντιπροσωπεία της κυβέρνησης Τραμπ (με τους υπουργούς Ενέργειας Κρις Ράιτ και Εσωτερικών Νταγκ Μπέργκαμ), της ΕΕ, αλλά και πολυεθνικών κολοσσών των εξορύξεων, όπως και της Google και της Amazon (που ενδιαφέρονται για την κάλυψη των τεράστιων αναγκών των Data Centers και της Τεχνητής Νοημοσύνης σε ενέργεια). Η σύνοδος προγραμματίζεται για να ανακοινώσει την επιλογή του ελληνικού κράτους ως βασικής «πύλης» εισόδου του αμερικανικού LNG, δια μέσου των Βαλκανίων, προς την Κεντρική και τη Βορειοανατολική Ευρώπη. Η κατεύθυνση στηρίζεται στην πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ που στοχεύει να μεγιστοποιήσει τις ροές αμερικανικού LNG προς την Ευρώπη (μειώνοντας δραστικά τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου), αλλά και στη συμμαχία των Αμερικανών με τους Έλληνες εφοπλιστές που ελέγχουν πάνω από το 20% του παγκόσμιου στόλου, αλλά κυρίως πάνω από το 40% του διεθνούς στόλου μεταφοράς LNG. Όποιος υποτιμά αυτόν τον παράγοντα, ας σκεφτεί ότι η ΕΕ υποχρεώθηκε πρόσφατα να ακυρώσει την πολιτική για «πράσινη μετάβαση» στις ναυτικές μεταφορές, μετά από την άρνηση των Ελλήνων εφοπλιστών στις πιέσεις για να ευθυγραμμιστούν, όπως και την πρόθυμη στήριξη που πήραν από την κυβέρνηση Τραμπ. 

Όμως αυτή η νέα «Μεγάλη Ιδέα» συνδυάζεται και με νέους και επικίνδυνους πολιτικούς πονοκεφάλους. 

Ελληνοτουρκικά

Η Τουρκία πρόσφατα συμφώνησε με τη Βρετανία για την προμήθεια 20 Eurofighter, ισχυρών μαχητικών αεροσκαφών νέας γενιάς.

Αυτό θεωρήθηκε «μήνυμα» μιας προοπτικής σύνδεσης του τουρκικού κράτους με την ευρωπαϊκή πολιτική στροφή προς την πολεμική οικονομία και πιθανώς μιας πιο ισορροπημένης επανασύνδεσης του Ερντογάν με την πολιτική της ευρωατλαντικής ηγεσίας, αν και για την ώρα η Τουρκία είναι ακόμα σε καθεστώς αμερικανικών «κυρώσεων» στους εξοπλισμούς (με την αποβολή της από το πρόγραμμα F35) και μιας «σκληρής» αντιμετώπισης των ευρωτουρκικών σχέσεων από τη γερμανική κυβέρνηση, που δεν επιθυμεί την αναβάθμιση των δικαιωμάτων των εκατομμυρίων Τούρκων μεταναστών που ζουν στη Γερμανία. 

Η αγορά των Eurofighter δεν αλλάζει το συσχετισμό δύναμης στον αέρα στο Αιγαίο. Ο εξοπλισμός των 20 Eurofighter δεν έχει ακόμα διευκρινιστεί και αυτό παραμένει σημαντική παράμετρος. Πέραν αυτών, η Τουρκία διαθέτει 50 F-16 ικανά για πολεμικές επιχειρήσεις. Το ελληνικό κράτος, έχοντας αναβαθμίσει τα F-16 στο πιο σύγχρονο επίπεδο Viper, έχοντας αγοράσει τα Ραφάλ εξοπλισμένα με τα πυραυλικά συστήματα Meteor, κι έχοντας μπει στο πρόγραμμα των F-35, εξακολουθεί να διαθέτει το διαβόητο «πολεμικό πλεονέκτημα». 

Το πρόβλημα είναι, όπως συνήθως, κυρίως πολιτικό. Η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και στην Παλαιστίνη έχουν κάνει την Τουρκία πολύ σημαντικό «έπαθλο» για τις ευρωατλαντικές ηγεσίες. Τα «ανοίγματα» του Ερντογάν προς την ευρωπαϊκή πολεμική αγορά, μπορούν να ανοίξουν μια νέα σελίδα στις ευρωτουρκικές και αμερικανοτουρκικές σχέσεις που θα αφήνει τη στρατηγική του ελληνικού κράτους αρκετά μετέωρη. 

Είναι κοινό μυστικό ότι ο διπλωματικός προσανατολισμός, αλλά και το «πολεμικό δόγμα» της Τουρκίας έχουν πλέον στραφεί προς τις εξελίξεις στα νότια και ανατολικά σύνορά της. Το Αιγαίο έχει γίνει για τον Ερντογάν ένα δευτερεύον πρόβλημα. Η πρόταση του υπουργού Εξωτερικών ότι «στο Αιγαίο μπορούμε να τα βρούμε» -στη βάση μιας διαβαθμισμένης επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων και ταυτόχρονης απόσυρσης του τουρκικού casus belli- παρέπεμψε στις προηγούμενες του 2003 «συνεννοήσεις» των δύο πλευρών που είχαν φτάσει στην επεξεργασία λεπτομερών χαρτών σχετικά με τα χωρικά ύδατα, τη συγκεκριμένη «επήρεια» των νησιών στις θαλάσσιες ζώνες και έχοντας ως μόνη «κόκκινη γραμμή» τη διατήρηση του καθεστώτος ελεύθερης ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο. 

Ασφαλώς τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα στην ευρύτερη ζώνη της Ανατολικής Μεσογείου. Η Τουρκία δεν πρόκειται να αποδεχθεί ειρηνικά το ναυτικό κι ενεργειακό αποκλεισμό της από αυτήν την κρίσιμη περιοχή, μέσω της δημιουργίας των «τόξων» Ισραήλ-Κύπρος-Ελλάδα και Αίγυπτος-Κρήτη-Ελλάδα. Ο χειρισμός αυτού του προβλήματος καθιστά για όλες τις πλευρές την εκτίμηση για την τελική στάση των μεγάλων ευρωατλαντικών δυνάμεων ως απολύτως κρίσιμο παράγοντα. 

Σε αυτό το πλαίσιο, οι εξελίξεις στο Κυπριακό είναι καθοριστικής σημασίας. Η εκλογή της νέας τουρκοκυπριακής ηγεσίας επαναφέρει στο προσκήνιο το ενδεχόμενο διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδιακής προοπτικής. Υπενθυμίζεται ότι στο Κραν Μοντανά ήταν η ελληνοκυπριακή ηγεσία η δύναμη που απέρριψε την προοπτική της διζωνικής-δικοινοτικής, όπως και της σταδιακής αποχώρησης των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων από τη Βόρεια Κύπρο. 

Για να «ανακαλύψει» στη συνέχεια ότι η μόνη προοπτική που η στάση της δρομολογούσε ήταν η πλήρης διχοτόμηση και η πιθανή ένωση της Βόρειας Κύπρου με την Τουρκία. 

Όλα αυτά μαζί σημαίνουν έναν πολιτικό-διπλωματικό «πυρετό», πάνω στο υπόβαθρο της κινούμενης άμμου της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων, σε συνθήκες αστάθειας και άγριου ανταγωνισμού. Όπου είναι πιθανό -όπως ήδη φαίνεται και στις σελίδες του μεγάλου συστημικού Τύπου- το ελληνικό κράτος να χρειαστεί να μετατοπιστεί από την άκαμπτη λύση της διεκδίκησης «μονομερών λύσεων» (ποντάροντας κυρίως στην υποστήριξη των ΗΠΑ και της Γαλλίας) προς μια πιο ευέλικτη πολιτική διαλόγου και «ανταγωνιστικής συνεννόησης», τουλάχιστον σε κάποια από τα θέματα, με την Τουρκία. 

Και μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο, ούτε ο Μητσοτάκης ούτε το κόμμα του ούτε οι πιθανές συμμαχίες γύρω τους είναι δυνάμεις έτοιμες να σταθούν αποτελεσματικά. 

Και τώρα;

Τα διαδοχικά σκάνδαλα έχουν υποσκάψει τις αντοχές της κυβέρνησης. Η υπόθεση των Τεμπών θα έχει συνέχεια και κορύφωση μέσα στις μέρες της δίκης. Στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ έρχεται η ώρα των υπουργών, με σημείο αιχμής την ανάκριση του Μάκη Βορίδη, αλλά και τη γραμμή  «άμυνας» που θα επιλέξει ο άλλοτε ατσαλάκωτος ακροδεξιός βραχίονας στήριξης του Μητσοτάκη. Χαρακτηριστική της εξασθένισης των αντοχών της κυβέρνησης ήταν η τάση για ελιγμό (ή και γρήγορη υποχώρηση;) όταν έσκασε η υπόθεση των ΕΛΤΑ. Αλήθεια, αν τα ΕΛΤΑ πρέπει (και σωστά!) να παραμείνουν ζωντανά, γιατί δεν πρέπει ο σιδηρόδρομος να επανέλθει στο δημόσιο έλεγχο;

Αυτό το τοπίο αντανακλάται στις ανισορροπίες και απειθαρχίες του εσωκομματικού «συστήματος» της ΝΔ. Η προειδοποίηση του Καραμανλή για τη γενικευμένη «κρίση» που έρχεται, οι δηλώσεις του Σαμαρά ότι το ζήτημα ενός νέου κόμματος δεν είναι ώριμο αλλά μόνο «για την ώρα» και η δηλητηριώδης παρατήρηση του Δένδια ότι η χώρα χρειάζεται ένα φιλελεύθερο αλλά και «ενάρετο» υπόδειγμα, είναι μόνο κάποιες από τις κορυφές του παγόβουνου της εσωκομματικής αποσταθεροποίησης. 

Μέσα στη ΝΔ, όλα τα σενάρια είναι πλέον ανοιχτά: από την πρόωρη καταφυγή στις κάλπες μετά από μια κυβερνητική κρίση, μέχρι την αλλαγή ηγεσίας «εν πλω», ως τις προετοιμασίες για την αλλαγή ηγεσίας αμέσως μετά την επερχόμενη εκλογική αποτυχία και με ανοιχτό το ερώτημα των πολιτικών συμμαχιών που θα είναι αναγκαίες για το σχηματισμό κυβέρνησης. 

Το κενό στη συγκυρία είναι το ζήτημα της αποτελεσματικής αντιπολίτευσης. 

Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη έχει οριστικοποιηθεί σε ρόλο «δεύτερου κόμματος», με περιορισμένους στόχους και ακόμα πιο περιορισμένες δυνατότητες. Ο ΣΥΡΙΖΑ βυθίζεται στην τελική φάση της κρίσης του, περιορίζοντας τις αναζητήσεις των στελεχών του στο ζήτημα του χρόνου και της μορφής της αυτοδιάλυσής του. Ο Μεσσίας της ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς δίνοντας, δια του Ινστιτούτου, μια εικόνα για την πολιτική ηγεσία που προτίθεται να «ανασυνθέσει» δημιούργησε εν αγνοία του ένα ρεκόρ υποταγής στο σταρ σύστεμ και τον πολιτικάντικο καθωσπρεπισμό: ούτε ένας εργάτης/τρια, ούτε ένας αγρότης/τισσα, ούτε ένας συνδικαλισμένος φοιτητής-τρια, ούτε ένας-μια ακτιβιστής… Ακόμα και Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης  να ήθελε να φτιάξει, θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός. Και όσοι/ες προσανατολίζονται προς τα εκεί, όσοι-ες ετοιμάζουν βαλίτσες νομίζοντας ότι οι καριέρες θα ανοίξουν ξανά, καλά θα κάνουν να σκεφτούν τη λαϊκή παροιμία που μας έχει μάθει το με τι δεν βάφονται τα αυγά. 

Ο κόσμος που ζει από τη δουλειά του και η νεολαία έχουν κάθε λόγο για να παλέψουν να πέσει ο Μητσοτάκης το ταχύτερο δυνατόν. Στις συγκεκριμένες συνθήκες αυτό είναι ζήτημα κλιμάκωσης των αγώνων από τα κάτω. Είναι επίσης ζήτημα ενοποίησης των αγώνων σε ένα σύγχρονο μεταβατικό πρόγραμμα άμεσων στόχων κι αναγκών που πρέπει να αρχίσει να διαμορφώνεται και να διεκδικείται εδώ και τώρα. Και στο πολιτικό πεδίο, αυτό είναι ζήτημα που αφορά τη ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική Αριστερά. Με στόχο να μετατρέψουμε την κυβερνητική κρίση που έρχεται σε ευκαιρία για κατακτήσεις για τον κόσμο μας. 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά