Ο ουκρανικός πόλεμος και η «τελική πρόταση» του Τραμπ
Μετά από πολλά επεισόδια, οι 100 μέρες Αμερικανικής διαμεσολάβησης έφτασαν στο τέλος τους και η Ουάσινγκτον παρουσίασε την λεγόμενη «τελική πρόταση» του Τραμπ.
Η αμερικανική πολιτική
Σύμφωνα με αυτήν, η λήξη των εχθροπραξιών θα γίνει με ντε φάκτο αποδοχή των τετελεσμένων στο έδαφος και της σημερινής γραμμής του μετώπου. Δηλαδή το Κίεβο θα εγκατέλειπε την επιδίωξη να ανακτήσει άμεσα/στρατιωτικά τα χαμένα του εδάφη και η Μόσχα θα εγκατέλειπε την προσπάθεια να κατακτήσει άμεσα/στρατιωτικά το σύνολο των εδαφών των τεσσάρων περιφερειών που έχει ανακοινώσει την προσάρτησή τους (Λουγκάνσκ, Ντονιέτσκ, Ζαπορίζια, Χερσώνα). Οι ΗΠΑ θα αναγνωρίσουν επίσημα την προσάρτηση της Κριμαίας και θα άρουν τις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί γι’ αυτό μετά το 2014. Οι ΗΠΑ δεσμεύονται να μην προσκαλέσουν στο ΝΑΤΟ την Ουκρανία, η οποία όμως θα είναι ελεύθερη να επιδιώξει την ένταξή της στην ΕΕ. Η πρόταση έκανε επίσης πιο γενικόλογες αναφορές για ευρωπαϊκές εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία (χωρίς αναφορά στις ΗΠΑ) και για ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας, κυρίως στους κλάδους της ενέργειας και της βιομηχανίας.
Πρόκειται ουσιαστικά για το «κορεατικό μοντέλο» (πάγωμα της σύγκρουσης, με ανοιχτό το εδαφικό ζήτημα), ενισχυμένο με θετικά κίνητρα (Κριμαία/άρση κυρώσεων) προς τη Μόσχα και εμπλουτισμένο με σημεία που θα διευκολύνουν τον Πούτιν να παρουσιάσει μια «νίκη» (ΝΑΤΟ). Αυτή η πρόταση δεν μπορεί να αξιολογηθεί μόνη της, χωρίς τη συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας για τα ορυκτά, η οποία υπογράφηκε μετά από πολλές εντάσεις και μπρος-πίσω.
Σύμφωνα με αυτήν, συγκροτείται ένα Κοινό Ταμείο Αξιοποίησης, του οποίου τα κεφάλαια θα προέρχονται κατά 50% από την Ουκρανία (που δεσμεύεται να κατευθύνει εκεί τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού από την αξιοποίηση του ορυκτού της πλούτου) και κατά 50% από τις ΗΠΑ (σε χρήμα ή σε μελλοντική στρατιωτική βοήθεια). Η λήψη των αποφάσεων του Ταμείου θα λαμβάνεται επίσης με 50-50 εκπροσώπηση της Ουκρανίας και των ΗΠΑ. Θα υπάρξει «καλή διάθεση» από την Ουάσινγκτον ώστε οι σχετικές αποφάσεις να μην έρχονται σε αντίφαση με τις «ευρωπαϊκές υποχρεώσεις» του Κιέβου. Η ιδιοκτησία των φυσικών πόρων θα παραμείνει στο ουκρανικό κράτος που θα αποφασίζει τι θα εξορυχθεί (κάτι που θεωρείται «διπλωματική νίκη» της Ουκρανίας), όμως στη δικαιοδοσία του Κοινού Ταμείου θα περάσει (εκτός από τις «σπάνιες γαίες») και το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (κάτι που θεωρείται υποχώρηση του Κιέβου). Η ουκρανική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι τα κέρδη του Ταμείου θα επενδύονται στην ουκρανική οικονομία για τα πρώτα 10 χρόνια («μετά από αυτό το διάστημα, θα διαμοιράζονται», αλλά αυτή η πρόβλεψη απουσιάζει από το κείμενο της συμφωνίας…
Η συμφωνία είναι προφανώς πολύ πιο ισορροπημένη από την αρχική πλιατσικολογική πρόταση του Τραμπ (που ζητούσε την πλήρη ιδιοκτησία και τον απόλυτο έλεγχο των «σπάνιων γαιών» χωρίς αντίτιμο, ως «αποζημίωση» για την προηγούμενη στρατιωτική βοήθεια). Στην ουσία, ο Τραμπ ξεκίνησε με αξιώσεις που παρέπεμπαν στην αυτοκρατορική-αποικιοκρατική εποχή, για να αποσπάσει τελικά μια συμφωνία βγαλμένη από τη νεοφιλελεύθερη «νέο-αποικιακή» εποχή, που γι’ αυτό μοιάζει «φυσιολογική» κι «ισορροπημένη», παρά τον αντιδραστικό της χαρακτήρα.
Η συμφωνία δεν θα έχει άμεση οικονομική εφαρμογή, καθώς οι επενδύσεις θα γίνουν από ιδιώτες, οι οποίοι λογικά θα περιμένουν το τέλος του πολέμου και την διαμόρφωση μιας σταθερότητας/προβλεψιμότητας στην περιοχή πριν επενδύσουν. Καθώς η τελική μορφή αφορά τελικά την «αμερικανική προτεραιότητα» κατά τις μελλοντικές αποφάσεις του Κιέβου για την κατεύθυνση των εξορύξεων/εξαγωγών του, η σημασία της συμφωνίας για τις ΗΠΑ μοιάζει να αφορά λιγότερο την άμεση πρόσβασή τους σε όλα τα ορυκτά και περισσότερο στο δικαίωμα «βέτο» ως προς το ποιοι δεν θα έχουν μελλοντικά πρόσβαση σε αυτά. Και για όποιον δεν κατάλαβε, ο Αμερικανός υπ. Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, παρουσίασε τη συμφωνία προσθέτοντας ότι «κανένα μέρος που χρηματοδότησε τη ρωσική πολεμική μηχανή δεν πρόκειται να επωφεληθεί από την ανοικοδόμηση». Ο ελέφαντας στο δωμάτιο είναι ασιατικός και αποτελούσε προπολεμικά τον κορυφαίο εμπορικό εταίρο του Κιέβου...
Το σύμφωνο για τα ορυκτά λειτουργεί συμπληρωματικά στην «τελική πρόταση» του Τραμπ για τον πόλεμο. Δεν περιλαμβάνει ρητή αναφορά σε αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας προς την Ουκρανία, αλλά δημιουργεί αμερικανικό ιδιοτελές συμφέρον να υποστηρίξει την (υπόλοιπη) Ουκρανία απέναντι σε μελλοντικές ρωσικές απειλές. Ο Μπέσεντ, που συνήθως μιλά στη γλώσσα των hedge funds όπου σταδιοδρόμησε, έγινε ξαφνικά φλογερός υπερασπιστής της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής κυριαρχίας της (υπόλοιπης) Ουκρανίας, έννοιες που στην τραμπική πολιτική αντίληψη αποτελούν κουραφέξαλα.
Και οι ξενοδόχοι;
Φέρνουν όλα αυτά πιο κοντά τον τερματισμό του πολέμου; Προς το παρόν, η αμερικανική μεσολάβηση δεν έχει κατορθώσει καν να επιβάλει μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός (30 ημερών) ως πρώτο βήμα. Ο Πούτιν απαντά στη σχετική πίεση κηρύσσοντας μονομερείς καταπαύσεις του πυρός σε… γιορτές κι αργίες. Μετά από μια 2ήμερη για το Πάσχα, ανακοίνωσε μια 3ήμερη για τη ρωσική «Μέρα της Νίκης».
Ως προς την «τελική πρόταση» του Τραμπ, υπάρχουν σημεία που το Κίεβο δείχνει πρόθυμο να ανεχτεί: Όπως η μη-λύση του εδαφικού ζητήματος (από τη στιγμή που δεν θα αποδεχτεί το ίδιο την προσάρτηση και θα μείνει ως ανοιχτή εκκρεμότητα/διεκδίκηση) και η μη-ένταξη στο ΝΑΤΟ (που δεν περνούσε ποτέ από το χέρι του). Υπάρχουν σημεία που αισθάνεται καλυμμένο: Η απουσία αναφοράς σε οποιονδήποτε περιορισμό του μεγέθους των ενόπλων δυνάμεών της και η αναφορά σε ευρωπαϊκές εγγυήσεις (που μένει όμως να αποσαφηνιστεί). Η ουκρανική απαίτηση που απουσιάζει από την πρόταση Τραμπ είναι το να παραδοθούν τα «παγωμένα» από τη Δύση ρωσικά περιουσιακά στοιχεία στην Ουκρανία για την ανοικοδόμησή της, ως μορφή πολεμικών αποζημιώσεων/επανορθώσεων. Ο Ζελένσκι φωνάζει ότι δεν θα αναγνωρίσει ποτέ την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, για να του απαντήσει ο Τραμπ «δεν σου ζήτησε κανείς να το κάνεις». Αλλά το προηγούμενο μιας αναγνώρισης από τις ΗΠΑ αγχώνει το Κίεβο.
Η Μόσχα δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της. Η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν από καιρό «εκτός τραπεζιού», αλλά μια ρητή διατύπωση από την Ουάσινγκτον θα διευκολύνει τον Πούτιν να παρουσιάσει μια δική του «νίκη». Η Μόσχα σίγουρα θα ικανοποιηθεί και από την αμερικανική αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας (που μπορεί να ανοίξει το δρόμο και σε άλλους «πρόθυμους», πχ Ουγγαρία, Σλοβακία) και την άρση των σχετικών κυρώσεων. Ως προς το εδαφικό ζήτημα, εμφανίστηκαν «διαρροές» στον δυτικό Τύπο, όπου «ανώνυμοι αξιωματούχοι» περιγράφουν κάποια προθυμία του Πούτιν να παγώσει τη σύρραξη στη σημερινή γραμμή. Αλλά αυτό δεν έχει διατυπωθεί επίσημα ακόμα, ενώ δημοσίως, ο Σεργκέι Λαβρόφ επιμένει να αναφέρεται στις τέσσερις προσαρτημένες επαρχίες ως τμήμα του ρωσικού κράτους που ως τέτοιο πρέπει να περιέλθει στον έλεγχό του ολοκληρωτικά. Οι ρωσικές αξιώσεις που έρχονται σε αντίφαση με την πρόταση Τραμπ είναι η επιμονή της Μόσχας στην «αποστρατιωτικοποίηση» της Ουκρανίας και η απόρριψη εγγυήσεων που θα εμπλέκουν προνομιακά τα δυτικά κράτη: ως «ψευτο-ειρηνευτικές δυνάμεις» που «θα αποτελούν νόμιμο στόχο» αποκάλεσε ο Λαβρόφ την οποιαδήποτε ευρωπαϊκή παρουσία σε ουκρανικό έδαφος.
Ο συνδυασμός των «διεθνών εγγυήσεων ασφαλείας» και της ύπαρξης/μεγέθους του ουκρανικού στρατού έχουν εξελιχθεί σε καρδιά του ζητήματος και των διαφωνιών των άμεσα εμπλεκόμενων. Γιατί με τα αίτια της σύγκρουσης να παραμένουν επί της ουσίας άλυτα, επικρατεί αμοιβαία δυσπιστία για την επόμενη μέρα μιας εκεχειρίας. Μετά την εισβολή του 2022 προς το Κίεβο, την περιγραφή των «μάξιμουμ» στόχων από τον Πούτιν (αποστρατιωτικοποίηση, «αποναζιστικοποίηση») και την πολιτοϊδεολογική πλαισίωσή τους από το Ρώσο πρόεδρο («η Ουκρανία δεν είναι καν χώρα»), στο Κίεβο επικρατεί υπαρξιακός φόβος και μόνιμος σκεπτικισμός ότι «οι Ρώσοι θα ξαναδοκιμάσουν». Για τη Μόσχα, η ύπαρξη ενός αξιόμαχου ουκρανικού στρατού υπό τον έλεγχο μιας «αντιρωσικής» κυβέρνησης, παραμένει «κόκκινη γραμμή», είτε από φόβο μιας ουκρανικής ρεβάνς, είτε με το μυαλό σε μια νέα δική της απόπειρα να τελειώσει τη δουλειά.
Με αυτά και με κείνα, αποδείχθηκε ότι δεν αρκεί μια απόφαση της Ουάσιγκτον για να τερματιστεί ο ουκρανικός πόλεμος, ούτε μπορεί «η τέχνη της συμφωνίας» να απενεργοποιήσει έτσι εύκολα τη δυναμική που τροφοδοτεί την ρωσο-ουκρανική σύρραξη συγκεκριμένα και τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για το μέλλον της ανατολικής Ευρώπης γενικότερα.
Τι είδους αμερικανική αποχώρηση;
Ο επικοινωνιακός μηχανισμός των Ρεπουμπλικάνων προσπαθεί να διαφυλάξει το προφίλ του Τραμπ ως «ικανού στις συμφωνίες». Χάρη στην αμερικανική μεσολάβηση, λέει, μάθαμε πού στέκονται οι δύο πλευρές και φτάσαμε κοντά, αλλά υπάρχουν πράγματα που τις χωρίζουν, οπότε «πρέπει να πάρουν την απόφαση και να τα λύσουν». Μάλιστα. Μέχρι τότε; Ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς εκτίμησε ότι «αυτός ο πόλεμος δεν θα λήξει σύντομα». Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο προανήγγειλε ότι αν δεν υπάρξει σύντομα ανταπόκριση και από τη Μόσχα και το Κίεβο, η αμερικανική κυβέρνηση θα σταματήσει να ασχολείται, καθώς «υπάρχουν σημαντικότερα πράγματα στον πλανήτη που πρέπει να δούμε».
Η διπλωματική απόπειρα του Τραμπ λογοδοτούσε στην επαναπροσέγγιση με τη Μόσχα και την απόσπαση κερδών από την αμερικανική «επένδυση» στην Ουκρανία. Σημείωσε σημαντικές προόδους και στους δύο στόχους (δίαυλος επικοινωνίας με τον Πούτιν πάνω σε μεγάλη γκάμα ζητημάτων, πέρα από το ουκρανικό + συμφωνία με τον Ζελένσκι για τα ορυκτά) και από εκεί ίσως προκύπτει η πρόθεση «να ασχοληθεί με άλλα ζητήματα». Αλλά η συνέχεια του πολέμου θα αφήσει και τους δυο στόχους εκτεθειμένους σε ανατροπές. Ο Τραμπ μπορεί να αποσύρει τις ΗΠΑ από την προσπάθεια να τερματιστεί ο πόλεμος. Αυτό που όμως δεν αποσαφηνίζει ακόμα είναι αν θα αποχωρήσει και από την εμπλοκή των ΗΠΑ σε αυτόν τον πόλεμο…
Συνέχεια του πολέμου;
Ένα τμήμα της ρωσικής άρχουσας γραφειοκρατίας θεωρεί το 2025 «έτος κατάρρευσης της ουκρανικής άμυνας». Πλησιάζοντας στα μισά του 2025, παρά την οριακή κατάσταση του ουκρανικού στρατού, η εικόνα στο πεδίο της μάχης δεν δικαιώνει αυτήν την πρόβλεψη. Εδώ και ενάμιση χρόνο, ο ρωσικός στρατός έχει την πρωτοβουλία κινήσεων σε όλη τη γραμμή του μετώπου. Αλλά καταγράφει κέρδη με ρυθμό σαλιγκαριού (που επιβραδύνθηκε ακόμα περισσότερο το 2025) και με τεράστιες απώλειες: και τα δύο μαζί (όπως και η κινητοποίηση Βορειοκορεατών στρατιωτών στο Κουρσκ) συγκλίνουν σε πολυπληθή αλλά κακής ποιότητας/εκπαίδευσης στρατεύματα που ρίχνονται σε αδιάκοπα κύματα πάνω στην ουκρανική άμυνα. Αυτή η εικόνα (και η συσσώρευση αντιφάσεων στη ρωσική οικονομία), έκανε τον Γουίτκοφ αισιόδοξο ότι ο Πούτιν θα δεχτεί «μια καλή διέξοδο», σαν την πρόταση που παρουσιάστηκε. Με τον αδιάκοπο ρυθμό των ρωσικών επιθέσεων, η Μόσχα δείχνει ότι ποντάρει τα πάντα στη διασφάλιση των μέγιστων κερδών στο έδαφος πριν συζητήσει τη διέξοδο αυτή. Για πόσο θα αντέξει να επιμένει σε αυτήν τη τακτική, τι θα αποδώσει και πώς θα υποδεχτεί ο απρόβλεπτος Τραμπ ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι τα άμεσα ερωτήματα για την πορεία του πολέμου.
Ευρωπαϊκός μιλιταρισμός και ειρήνη
Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο μετατροπής του πολέμου σε «ευρωπαϊκή υπόθεση». Έσπευσαν να συγκροτήσουν μια «συμμαχία των προθύμων», η οποία στέκεται αμήχανη ως προς τον ρόλο της, πέρα από τη συνέχεια υλικής στήριξης της ουκρανικής κυβέρνησης και εκκλήσεων στην Ουάσινγκτον να μην αλλάξει πολιτική. Μεγάλες αποφάσεις, όπως η παρουσία ευρωπαϊκών στρατευμάτων σε ουκρανικό έδαφος, δείχνουν να συναρτώνται κυρίως από αμερικανικές εγγυήσεις (στρατιωτικής) κάλυψής τους και δευτερευόντως (ελλείψει τέτοιων εγγυήσεων) από την αποδοχή της Ρωσίας (που δεν το συζητά…). Αλλά τα φλογερά λόγια «υπεράσπισης της Ουκρανίας» ως «προμαχώνα της Ευρώπης» (που κινδυνεύει!) αξιοποιούνται για να νομιμοποιήσουν τον θηριώδη επανεξοπλισμό του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, με το βλέμμα σε μελλοντικές αναμετρήσεις -στην ανατολική Ευρώπη ή και αλλού.
Μια κατάπαυση του πυρός θα επιτρέψει να ανασάνει ο ουκρανικός λαός και να σταματήσει η «κρεατομηχανή» να αλέθει καθημερινά φαντάρους και των δύο χωρών. Όμως μια δίκαιη λύση, που θα απενεργοποιεί κινδύνους, απαιτεί πολύ περισσότερα, όπως η απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων, η επιστροφή των εκτοπισμένων Ουκρανών στις εστίες τους, δημοκρατικές αποφάσεις για το μέλλον της Κριμαίας και των «μικτών» περιοχών του Ντονμπάς, που να παίρνουν υπόψη τις ευαισθησίες και τις προστασίες που απαιτούνται (των εθνικά Ρώσων και των Ουκρανών που ζουν στα ανατολικά, των Τατάρων της Κριμαίας) μετά την αναζωπύρωση των εθνικισμών, μια πολιτική φιλίας και συναδέλφωσης μεταξύ των λαών των δύο χωρών, σε ρήξη με τα ιμπεριαλιστικά μπλοκ. Αλλά ο αγώνας για μια τέτοια λύση περνά μέσα από την αντιπαράθεση με τις υπαρκτές κρατικές ηγεσίες και τις άρχουσες ολιγαρχίες τους. Χωρίς μεγάλες πολιτικές-κοινωνικές ανατροπές, τα εθνικιστικά πάθη και οι ανοιχτές ιστορικές εκκρεμότητες θα συνεχίσουν να υπονομεύουν μια βιώσιμη ειρήνη.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά, πριν την ανακίνηση του σεναρίου διμερών Ρωσο-Ουκρανικών συνομιλιών σε τουρκικό έδαφος, των οποίων η έναρξη, το περιεχόμενο και η κατάληξη παραμένουν «θολά»