Rproject
Published on Rproject (https://rproject.gr)

Αρχική > Oι Ρομά ως βασικός εσωτερικός εχθρός και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους ως αναπόσπαστο κομμάτι του συνολικού αγώνα για ελευθερίες και κοινωνική δικαιοσύνη

Oι Ρομά ως βασικός εσωτερικός εχθρός και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους ως αναπόσπαστο κομμάτι του συνολικού αγώνα για ελευθερίες και κοινωνική δικαιοσύνη

20.11.2025
Εμμανουέλα Κουρούση*
Oι Ρομά ως βασικός εσωτερικός εχθρός και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους ως αναπόσπαστο κομμάτι του συνολικού αγώνα για ελευθερίες και κοινωνική δικαιοσύνη
Η παρέμβαση στην εκδήλωση "52 χρόνια μετά: Στα τείχη του αυταρχισμού να ανοίξουμε ρωγμές Ελευθερίας"

52 χρόνια από το πολυτεχνείο μέχρι σήμερα. Μέσα σε αυτό το συνεχές του κρατικού αυταρχισμού, η δική μου παρέμβαση επιχειρεί να φωτίσει τη θέση των Ρομά. Η κεντρική ιδέα είναι ότι ο κρατικός αυταρχισμός δεν είναι μια συγκυριακή εκτροπή αλλά μια σταθερή λειτουργία του κράτους, που χρειάζεται να κατασκευάζει «εσωτερικούς εχθρούς» για να επιβάλλει τις ταξικές του πολιτικές. Στην τρέχουσα συγκυρία, οι Ρομά είναι ένας από τους βασικούς εσωτερικούς εχθρούς και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους δεν είναι ένα «ειδικό» ζήτημα, αλλά αναπόσπαστο κομμάτι του συνολικού αγώνα για ελευθερίες και κοινωνική δικαιοσύνη απέναντι στην αυταρχική θωράκιση του συστήματος.

Θα ξεκινήσω με κάτι που έμαθα σχετικά πρόσφατα, από όταν μπήκα στην Πρωτοβουλία και άρχισα να ψάχνω για τους Ρομά, κάτω από την επιφάνεια: Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, υπάρχουν σαφή τεκμήρια πως μέλη της κοινότητας των Ρομά συμμετείχαν ενεργά στην Αντίσταση — είτε ως σύνδεσμοι, είτε ως μέλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ενώ ορισμένοι εκτελέστηκαν ή φυλακίστηκαν. Αυτή η συμμετοχή, η υποφωτισμένη στην επίσημη ιστοριογραφία, που πρέπει να την ψάξεις για να την βρεις, μας επιβεβαιώνει πως η κοινωνική περιθωριοποίηση δεν απέκλεισε την ενεργό συμμετοχή πολλών Ρομά στο συλλογικό απελευθερωτικό αγώνα.

Έχοντας αυτό στο μυαλό μας, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε (ή να αναρωτηθούμε):   «Στην περίοδο της δικτατορίας υπήρξαν Ρομά που συμπορεύθηκαν, έστω και σποραδικά, με την αντιδικτατορική δράση;» Δεν θα πάρουμε απάντηση. Η έλλειψη τεκμηριωμένων αρχείων για τη συμμετοχή τους δεν μπορεί να ακυρώσει την πιθανότητα· όμως, φανερώνει τον τρόπο με τον οποίο οι ιστορίες των μειονοτήτων παραμένουν αόρατες, εκτός των κυρίαρχων αφηγήσεων. Η μνήμη των αγώνων είναι πάντοτε ταξική και πολιτική υπόθεση — και ο αποκλεισμός των Ρομά από αυτήν, δεν είναι τυχαίος, αλλά αντανάκλαση του ίδιου κρατικού και κοινωνικού αυταρχισμού που τους περιθωριοποιεί.

Η πρακτική του κράτους απέναντι στην αντίσταση, από όπου κι αν αυτή προέρχεται έχει ένα σταθερό μοτίβο: την κατασταλτική διαχείριση της διαφωνίας. Οι Ρομά, όντας κοινωνικά απομονωμένοι και πολιτικά ανυπεράσπιστοι, βιώνουν στο έπακρο αυτήν τη διαχείριση.

Ας δούμε 2-3 στοιχεία για την κατάσταση των Ρομά στην Ελλάδα, από επίσημες πηγές και την Απογραφή:

-το 96% (το υψηλότερο % στην Ευρώπη) ζει σε συνθήκες κινδύνου φτώχειας,

-το 84% σε συνθήκες σοβαρής υλικής στέρησης,

-πάνω από 12.000 ρομά ζουν σε μη αποδεκτές συνθήκες διαβίωσης, δηλαδή σε καταυλισμούς με καλύβια, παραπήγματα και απουσία βασικών υποδομών όπως ύδρευση, αποχέτευση,  ασφαλτοστρωμένους δρόμους, κάδους απορριμάτων κλπ.

-το 33% δεν έχει εσωτερική τουαλέτα

-το 22% ζει σε νοικοκυριά χωρίς τρεχούμενο νερό

-υπάρχουν καταυλισμοί δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό.

-το 85% των νέων 20-24 δεν έχουν τελειώσει δευτεροβάθμια εκπαίδευση

-το 64% είναι στην ανεργία ενώ και η απασχόλησή τους είναι 54% άτυπη

Αν η πρόσβαση στα βασικά αγαθά επιβίωσης είναι σε τέτοιο επίπεδο, εύκολα συνάγεται τι γίνεται με την πρόσβαση σε άλλες κοινωνικές υπηρεσίες. Τ Ι Π Ο Τ Α .

Μέσα σε αυτήν την συνθήκη που από μόνη της συνιστά μορφή βίας, πλήθος περιστατικών και η δικαστική τους αντιμετώπιση, αποκαλύπτουν την κυριολεκτική, καθαρή βία που ασκεί στους Ρομά ο κρατικός αυταρχισμός.

-αστυνομικές δολοφονίες (Σαμπάνη, Φραγκούλη, Μιχαλόπουλο)

-τραμπούκικες επιχειρήσεις στους καταυλισμούς

-αμέτρητες συλλήψεις για μικροκλοπές και ρευματοκλοπές

-βασανιστήρια κατά τη σύλληψη ή φυλάκισή τους, τα οποία έχουν επιφέρει καταδίκες της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

-δικαστικές υποθέσεις που συνοδεύτηκαν από προσπάθειες συγκάλυψης, ποινικής επιείκειας προς τους αστυνομικούς ή και πλήρους ατιμωρησίας. 

Και επιπλέον,

Αυτές τις μέρες τέθηκε σε εφαρμογή επιχειρησιακό σχέδιο 24ωρης αστυνόμευσης σε καταυλισμούς Ρομά, με στοχευμένες περιπολίες και επεμβάσεις στα σπίτια τους, ενώ πριν λίγο καιρό, ανακοινώθηκε η δημιουργία ειδικής αστυνομικής δύναμης στα ΜΜΜ της Δυτικής Αττικής με ρητό στόχο την «αντιμετώπιση της παραβατικότητας». Όπως φαίνεται στα σχετικά ρεπορτάζ, οι επιχειρήσεις αυτές περιλαμβάνουν μαζικούς ελέγχους, εισβολές και εφόδους, και τελικά αναπαράγουν ένα καθεστώς κανονικοποιημένης επιτήρησης, δημιουργώντας μια εικόνα (όχι μόνο φαντασιακή αλλά και τηλεοπτική) ότι ολόκληρες κοινότητες είναι «ύποπτοι πληθυσμοί».

Αυτές οι πολιτικές «ασφάλειας» εναντίων των Ρομά είναι κομμάτι της αυταρχικής στροφής που συνοδεύει τις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις: το κράτος αποσύρεται από την παροχή κοινωνικής προστασίας (στους Ρομά εν προκειμένω) αλλά ενισχύεται στον τομέα της ασφάλειας και της καταστολής, δημιουργώντας αυτό που έχει ονομαστεί «Τιμωρητικό κράτος». Με άλλα λόγια, όσο λιγότερη κοινωνική προστασία υπάρχει, τόσο περισσότερο το κράτος καταφεύγει στην αστυνομία για να «διαχειριστεί» τις κοινωνικές συνέπειες των ανισοτήτων που το ίδιο παράγει.

Ταυτόχρονα, η επίκληση «εγκληματολογικών» στατιστικών για τους Ρομά χρησιμοποιείται και αυτή ως εργαλείο ποινικού λαϊκισμού: είτε  παραποιούνται τα πραγματικά δεδομένα, όπως τα στατιστικά της ΕΛ.ΑΣ., είτε οι υποτιθέμενοι δείκτες «παραβατικότητας» βασίζονται όχι σε καταδίκες, αλλά σε αστυνομικούς ελέγχους.  Προφανώς! εκεί όπου εφαρμόζεται περισσότερη αστυνόμευση και έλεγχοι, εκεί εντοπίζεται και περισσότερη εγκληματικότητα.

Η πολιτική στοχοποίηση των Ρομά, δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Είναι προέκταση του ίδιου κρατικού αυταρχισμού που ιστορικά αντιμετωπίζει ως απειλή κάθε μορφή συλλογικής ανυπακοής — από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες στο Πολυτεχνείο το ΄73 μέχρι τους απεργούς, τις μειονότητες και τα κινήματα υπεράσπισης δικαιωμάτων. Ο ρατσισμός λειτουργεί εδώ ως ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους: απονομιμοποιεί τη φτώχεια, στιγματίζει τους φτωχούς ως «παραβατικούς» και ενισχύει την ποινικοποίηση της κοινωνικής περιθωριοποίησης.

Ο παραλληλισμός με το παρελθόν δεν γίνεται για να εξισώσει τη σημερινή δημοκρατία με τη δικτατορία, αλλά για να δείξει τη συνέχεια των μηχανισμών καταστολής που η εξουσία επιστρατεύει κάθε φορά απέναντι στους «ανεπιθύμητους» των εκάστοτε εποχών.

-Στην περίοδο της χούντας, στοχοποιήθηκαν όσοι αμφισβητούσαν τον εθνικό κορμό.

-Σήμερα, η ίδια λογική αναπαράγεται σε ένα άλλο επίπεδο: αντιμετωπίζονται ως δυνητικοί εχθροί όσοι περισσεύουν από την αγορά ή αμφισβητούν την «κανονικότητα».

Ποιοι περισσεύουν από την αγορά; Οι κοινωνικές ομάδες που το οικονομικό σύστημα δεν θεωρεί “χρήσιμες”, γιατί:

-δεν ενσωματώνονται στην αγορά εργασίας,

-ζουν σε ακραία φτώχεια,

-βρίσκονται σε στιγματισμένες περιοχές,

-θεωρούνται «κόστος» αντί για «παραγωγικό δυναμικό».

Ποιοι αμφισβητούν την κανονικότητα: όσες και όσοι αμφισβητούν ιδεολογικά ή πολιτικά τις κυρίαρχες επιλογές του κράτους:

-φοιτήτριες/φοιτητές που διαδηλώνουν,

-περιβαλλοντικά και αντιρατσιστικά κινήματα,

-συνδικαλιστές/ριες,

-κάτοικοι περιοχών όπως τα Εξάρχεια,

-ακτιβιστές υπέρ της Παλαιστίνης,

-πολιτικές, πολιτισμικές μειονότητες.

Οι κοινότητες των Ρομά εμπίπτουν και στις δύο κατηγορίες!

-Το καθεστώς της χούντας χρησιμοποιούσε την καταστολή για να συντηρήσει τον φόβο,

-σήμερα η διαρκής παρουσία των σωμάτων ασφαλείας, φυσικών και ψηφιακών, λειτουργεί ως υπενθύμιση ότι κάθε πράξη αντίστασης παρακολουθείται.

Συνοψίζοντας: Η υπόθεση των Ρομά δεν είναι μια «παρέκκλιση» από τον κανόνα· αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο το κράτος οργανώνει τη βιοπολιτική του εξουσία, δηλαδή τη διαχείριση της ίδιας της ζωής. Όπως έχει αναλυθεί από θεωρητικούς (Foucault και Agamben), η εξουσία στις σύγχρονες κοινωνίες δεν ασκείται μόνο μέσω της άμεσης βίας, αλλά και μέσα από τη διαχείριση της ίδιας της ζωής:  ποιοι ζουν, πώς ζουν και υπό ποιους όρους. Οι Ρομά, μέσα από την εγκατάλειψη, την αστυνομική επιτήρηση και την κοινωνική στοχοποίηση που βιώνουν, κατοικούν σε μια «ζώνη εξαίρεσης»: μια περιοχή του κοινωνικού σώματος όπου η ζωή είναι συνεχώς υπό παρακολούθηση αλλά σπάνια προστατευμένη. Εκεί όπου τα δικαιώματα υπάρχουν περισσότερο ως νομική διακήρυξη παρά ως καθημερινή πραγματικότητα. Ο τρόπος με τον οποίο το κράτος αντιμετωπίζει τους Ρομά, λοιπόν, αποκαλύπτει όχι ένα μεμονωμένο πρόβλημα, αλλά τη βαθύτερη λογική της κρατικής αυταρχικοποίησης — μια λογική που καθορίζει ποιοι θεωρούνται “πολίτες με πλήρη δικαιώματα” και ποιοι “διαρκείς ύποπτοι”..

Γι’ αυτό, όταν μιλάμε σήμερα για το Πολυτεχνείο:

-δεν μιλάμε μόνο για την εξέγερση των φοιτητών.

-Μιλάμε  και για τη συνέχεια της καταπίεσης και της αντίστασης,

-αναγνωρίζουμε ότι ο αυταρχισμός δεν πέθανε το ’74, αλλά προσαρμόστηκε, άλλαξε πρόσωπο, πήρε τη μορφή της «κανονικότητας».

-Και θυμόμαστε ότι η αντίσταση δεν έχει πάντα μεγάλα συνθήματα· αλλά συχνά βρίσκεται στα περιθώρια, στους καταυλισμούς, στις γειτονιές που το κράτος προτιμά να ξεχνά.

Η στάση μας απέναντι στους Ρομά δεν μπορεί να είναι αποσπασματική ούτε απλώς «ανθρωπιστική».

Είναι πολιτική και βαθιά ταξική υποχρέωση να αναδεικνύουμε συστηματικά τις συνθήκες ζωής τους, να στηρίζουμε τους αγώνες τους και να διεκδικούμε την πλήρη προστασία των δικαιωμάτων τους..

*Μέλος της Πρωτοβουλίας "Στο πλευρό των Ρομά"