Ποιους ενοχλεί η εργατική επανάσταση στην Ουγγαρία του ’56;
Μα πώς συμβιβαζόταν κάτι τέτοιο με τον υποτιθέμενο σοσιαλιστικό χαρακτήρα της χώρας; Πριν το ξέσπασμα της εξέγερσης η ρώσικη ηγεσία οσμιζόταν στον αέρα τη λαϊκή αγανάκτηση - και όχι κάποιο δυτικόφιλο πραξικόπημα ή συνωμοσία. Γι’ αυτό μεταξύ ’53 και ’56 είχε αλλάξει τρεις φορές τον κουμανταδόρο πρωθυπουργό της Ουγγαρίας* - και όχι τον αρχηγό των … μυστικών υπηρεσιών ή της αστυνομίας…
Όντως είχε δίκιο. Τα ίδια χρόνια εκδηλώνονταν όλο και πιο μαζικά περιστατικά διαμαρτυρίας, ενθαρρυμένα από το θάνατο του Στάλιν (3/1953) αλλά κυρίως από τις ελπίδες για μεταρρύθμιση και ελευθερία λόγου που απελευθέρωσε, μάλλον αθέλητα, η κριτική του νέου ηγέτη Χρουστσόφ για το προηγούμενο καθεστώς, μετά το 1956.
Στην Ουγγαρία η επανάσταση είχε συντριβεί το 1919 και όσοι επαναστάτες κομουνιστές είχαν στηρίξει τη βραχύβια Σοβιετική Ουγγαρία κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη σοβιετική Ρωσία. Για να καταλήξουν στα εκτελεστικά αποσπάσματα και τις φυλακές του σταλινισμού τα χρόνια του Μεγάλου Τρόμου (1936-1938). Με την ήττα των Ναζί από το ρωσικό στρατό, η Ουγγαρία πέρασε στα λόγια σε «κομουνιστικό καθεστώς». Στην πραγματικότητα έγινε ένα είδος προτεκτοράτου της ΕΣΣΔ -όπως η Ελλάδα των Άγγλων- και είχε τόσο κομουνισμό και εργατική εξουσία όσο και η ΕΣΣΔ. Το 1948, για παράδειγμα, η ρημαγμένη από τον Β’ Παγκόσμιο Ουγγαρία έπρεπε να πληρώνει στην ΕΣΣΔ το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της σαν πολεμική αποζημίωση! Αυτή η… σοσιαλιστική αλληλεγγύη συγκρίνεται με αυτήν που δείχνουν στον ελληνικό λαό οι δανειστές σήμερα.
Το ουγγρικό Σύνταγμα του 1949 δήλωνε ότι «όλη η εξουσία ανήκει στον εργαζόμενο λαό», αλλά ούτε αυτό ούτε η σοβιετική «ορθοδοξία» του καιρού μπόρεσαν ποτέ να εξηγήσουν σοβαρά την εργατική εξέγερση κατά του σταλινισμού το 1956: πώς ο «εργαζόμενος λαός» εξεγέρθηκε κατά της δικής του εξουσίας; Η τοτινή ρώσικη προπαγάνδα δικαιολόγησε, στους κομουνιστές διεθνώς, την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης από τα ρώσικα τανκς, χρησιμοποιώντας τη συνηθισμένη από τη δεκαετία του ’30 πρακτορολογία. Μιλούσαν για «αντεπαναστάτες συνωμότες» που χρηματοδοτούνταν από το «δυτικό ιμπεριαλισμό».
Ειλικρινείς αγωνιστές μπορεί και σήμερα να επηρεάζονται από τις αντηχήσεις εκείνης της φωνακλάδικης «ερμηνείας», κάνοντας την υποχώρηση ότι η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Αλλά η αλήθεια είναι «μονοκόμματα» με τους εργάτες και όχι στη μέση: στην ουγγρική εξέγερση συμμετείχαν τεράστιες μάζες λαού που κανείς εχέφρων δεν μπορεί να αποδώσει στο μισθολόγιο της… CIA. Μόνο στην πρώτη διαδήλωση στη Βουδαπέστη (23/10/’56) συμμετείχαν πάνω από 100.000. Μετά ξεδιπλώθηκε μια μεγάλη γενική απεργία που ανάγκασε σε άλλη μια πρωθυπουργική αντικατάσταση και σε απελευθέρωση 6.000 πολιτικών κρατουμένων. Αλλά η απεργία συνεχίστηκε, παίρνοντας τον έλεγχο πολλών εργοστασίων και επαρχιακών πόλεων μέσω εργατικών συμβουλίων. «Αυτές οι επιτροπές , αξιοσημείωτα ομοιογενείς, σχηματίζουν δίκτυο που απλώνεται σε όλη τη χώρα… θυμίζουν χτυπητά τα σοβιέτ των εργατών, αγροτών και στρατιωτών αντιπροσώπων που ξεπήδησαν στη Ρωσία το 1905…» μετέδιδε το 1956 όχι κάποιος… Αμερικανός προβοκάτορας αλλά ο «ορθόδοξος» ανταποκριτής της «ορθόδοξης» κομουνιστικής εφημερίδας Daily Worker (και γι’ αυτό λογοκρίθηκε από την εφημερίδα και διαγράφτηκε από το ΚΚ Βρετανίας). Η ύπαρξη εργατικών συμβουλίων που προσπαθούσαν να κυβερνήσουν περιοχές και εργατικούς χώρους, ο συντονισμός τους στο Κεντρικό Συμβούλιο της Βουδαπέστης, τα οικονομικά μα και πολιτικά αιτήματα (αύξηση των μισθών και των εργατικών κατοικιών, αποχώρηση του ρωσικού στρατού και των βάσεων από τη χώρα, αντικατάσταση της μυστικής αστυνομίας από πολιτοφυλακή, ελεύθερες εκλογές, διακηρύξεις κατά του καπιταλισμού κ.ά.), κάνουν σωστό το χαρακτηρισμό της ουγγρικής εξέγερσης ως επανάστασης: στην πραγματικότητα ο οργανωμένος κόσμος ζητούσε αλλαγή καθεστώτος.** Πάλευε για να πάρει την εξουσία. Η κυβέρνηση είχε καταστείλει την πρώτη διαδήλωση με αστυνομικές σφαίρες αφήνοντας νεκρούς, έπειτα έκανε ελιγμούς μπροστά στη γιγαντωμένη οργή και την απεργία, άλλαξε πρωθυπουργό και κομματικό γ.γ., διαπραγματεύτηκε με τους εξεγερμένους. Από την πρώτη μέρα η στρατιωτική φρουρά της Βουδαπέστης αρνήθηκε να πυροβολήσει τον κόσμο και άρχισε να περνά με το μέρος του, μερικές φορές μαζί με τα όπλα της. «…Η πλειοψηφία των στρατιωτών είναι έτοιμη να πολεμήσει μαζί με τους διαδηλωτές», μετέδιδε ο παραπάνω ανταποκριτής (Πίτερ Φράιερ). Όλα τα προηγούμενα είναι ασύμβατα με τη θεωρία της… ιμπεριαλιστικής συνωμοσίας ή της… φασιστικής-αντικομουνιστικής εξέγερσης. Όπως ασύμβατα είναι και τα εισαγόμενα ρουμανικά και ουκρανικά τανκς, η ισοπέδωση ολόκληρων εργατικών συνοικιών από πυροβολικό και αεροπορία, οι χιλιάδες των νεκρών που άφησαν οι Ρώσοι το Νοέμβρη (2.500 ως 20.000 το εύρος των εκτιμήσεων, για μια Βουδαπέστη 1,5 εκατομμυρίου), οι μάχες που συνεχίστηκαν για βδομάδες, η γενική απεργία που κράτησε τη χώρα χωρίς ρεύμα, υπηρεσίες, παραγωγή μέχρι και το Δεκέμβρη!
Η ουγγρική επαναστατική απόπειρα του ’56 υπενθύμισε ότι ο πραγματικός εργατικός έλεγχος και ο σοσιαλισμός εξακολουθούσαν να αποτελούν ανάγκη για τις χειμαζόμενες μάζες που βίωναν απίστευτες στερήσεις και κρατική τρομοκρατία στις χώρες του Ανατολικού Μπλοκ. Άλλωστε, δεν ήταν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία λαϊκή εξέγερση εκεί.*** Η κατάπνιξή της οδήγησε πολλά ευρωπαϊκά ΚΚ σε κρίση και μαζικές αποχωρήσεις (Ιταλία, Αγγλία, Γαλλία κ.ά.). Οι ηγεσίες των ΚΚ που επέμεναν να συνδέονται με το καθεστώς της ΕΣΣΔ προσπάθησαν να στεριώσουν πάνω στη συκοφαντική λάσπη κατά της εξέγερσης.
Και σήμερα; Σήμερα είναι γνωστό ότι η ακροδεξιά μπορεί να εκμεταλλεύεται όλες τις εξεγέρσεις κατά του ρώσικου «σοβιετικού» καθεστώτος για να «αποδείξει» τη βαρβαρότητα του σοσιαλισμού εν γένει. Όμως τι μπορεί να καθιστά σύνθημα, που ελπίζει σε μαζική απήχηση, την εξίσωση της ΕΣΣΔ με την… Κομισιόν, στα χείλη του ακροδεξιού πρωθυπουργού Ουρμπάν; Τι παρέχει στην ακροδεξιά αυτήν την προπαγανδιστική δυνατότητα να ταυτίζει το Ανατολικό Μπλοκ με την καταπίεση και την εκμετάλλευση; Τι άλλο από τη μαζική εμπειρία ότι τα καθεστώτα που έστησε η ΕΣΣΔ ήταν όντως βάρβαρα, καταπιεστικά και εκμεταλλευτικά; Το αναγνωρίζει αυτό η πλειοψηφία των Ούγγρων και όχι απλά οι απόγονοι των… φιλοναζιστών του Β’ Παγκοσμίου.
Και τι άλλο μπορεί να συνιστά την αποτελεσματικότερη απάντηση στην ακροδεξιά παραχάραξη παρά η αποσύνδεση του ονόματος του σοσιαλισμού από εκείνα τα καθεστώτα και η σύνδεσή μας με τα ταξικά αιτήματα των εξεγέρσεων; Άλλωστε, όταν ο ακροδεξιός Ουρμπάν προσπαθούσε να καπηλευτεί την αξιοσέβαστη επέτειο του ’56 πριν λίγες μέρες, βρήκε απέναντί του διαδηλωτές - που δεν υπερασπίζονταν ούτε τον χασάπη Ράκοσι ούτε τον Στάλιν παρά κατήγγελλαν την εθνικιστική διαστρέβλωση, υπενθύμιζαν τους αριστερούς αγωνιστές και τα επίκαιρα, λαϊκά αιτήματα του ’56 για ελευθερία έκφρασης και κατά της κρατικής καταστολής. Πράγματα πολύ αντιπαθητικά για τον κάθε Ουρμπάν.
Ας θυμηθούν όσοι αρέσκονται σε παραλληλισμούς: αυτά τα καθεστώτα, που δεν εξέλεγαν καν τις κυβερνήσεις τους, αλλά τις έβλεπαν να διορίζονται από τη Μόσχα, αναγνωρίζονταν τότε και αναγνωρίζονται και σήμερα από το δυτικό ιμπεριαλισμό ως «κομουνιστικά». Γιατί άραγε; Για ποιον άλλο λόγο παρά για να σπιλωθεί η ίδια η έννοια;...
Στο κάτω-κάτω, και ο Τσίπρας καπηλεύεται σήμερα την Καισαριανή. Σημαίνει ότι όσοι πολέμησαν τους Γερμανούς τότε θα τάσσονταν σήμερα με τη δική του εκδοχή… «διάσωσης της πατρίδας»; Έτσι ίσως ελπίζει να σκεφτούμε. Αλλά, προφανώς, όχι.
Όλες οι μεγάλες στιγμές της εργατικής αυτενέργειας κατά του καπιταλισμού, της λαϊκής αντίστασης κατά της οποιασδήποτε κατοχής, γερμανικής ή ρώσικης, ενοχλούν πάντα τους εκάστοτε κυρίαρχους. Η αντιμετώπιση μπορεί να κυμαίνεται από την ενορχηστρωμένη λήθη ως την οικειοποίηση και διαστρέβλωση, όταν η λήθη είναι αδύνατη. Η Αριστερά όμως θυμάται ακόμη.
------
*Ράκοσι ως 6/’53, Νάγκι ως 4/’55, πάλι Ράκοσι ως 7/’56, Γκέρο ως 10/’56.
**Βέβαια, δεν είχε στη διάθεσή του κανένα επαναστατικό κόμμα και στο πρώτο στάδιο επένδυσε τις ελπίδες του κυρίως σε ό,τι υπήρχε: στα πιο «μεταρρυθμιστικά» στελέχη του ίδιου του καθεστώτος (Νάγκι). Η διάλυση της επαναστατικής διαδικασίας με τη δύναμη των όπλων δεν έδωσε ευκαιρία στο λαό να αναδείξει αυθεντικά δικές του ηγεσίες.
*** Π.χ. τον Ιούνη του 1956, στην Πολωνία, χιλιάδες φοιτητές κι εργάτες κατέστρεψαν αστυνομικά τμήματα, εξοπλίστηκαν και απελευθέρωσαν πολιτικούς κρατούμενους. Η βραχύβια εξέγερση αντιμετωπίστηκε με την καταστολή, αλλά και με ελιγμό εκτόνωσης: το καθεστώς «έβαλε τα ρούχα του αλλιώς», τοποθετώντας στο τιμόνι ένα παλιό στέλεχος που είχε φυλακιστεί επί Στάλιν.