Rproject
Published on Rproject (https://rproject.gr)

Αρχική > Τι μάθαμε από την περιοδεία Τραμπ στον Κόλπο;

Τι μάθαμε από την περιοδεία Τραμπ στον Κόλπο;

04.06.2025
Πάνος Πέτρου
Τι μάθαμε από την περιοδεία Τραμπ στον Κόλπο;
Όπως και στην προηγούμενή του θητεία, ο Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε ως προορισμό της πρώτης του περιοδείας ως Πρόεδρος των ΗΠΑ τις μοναρχίες του Κόλπου.

Είναι γνωστό ότι αισθάνεται άνετα σε αυτά τα κράτη, καθώς κυκλοφορεί σε συνθήκες ακραίας υπερπολυτέλειας, χωρίς τη δυνατότητα ενοχλητικών διαδηλώσεων εναντίον του, και συνομιλεί με υπερπλούσιους αυταρχικούς ηγέτες που (ως μονάρχες) δεν διαχωρίζουν τις προσωπικές συμφωνίες/χάρες/δώρα από την κρατική πολιτική. Είναι ένας κόσμος όπως τον ονειρεύεται ο Ντόναλντ Τραμπ. 

Έγινε επίσης γνωστό ότι η περιοδεία του κατέληξε σε θηριώδεις οικονομικές συμφωνίες που εξασφάλισαν μαζικές ροές πετροδολαρίων προς τις αμερικανικές επιχειρήσεις, αλλά και τον ίδιο προσωπικά. 

Ο συμβολισμός του πρώτου σκέλους και -πολύ περισσότερο- η υλική ισχύς του δεύτερου δεν πρέπει να υποτιμηθεί στην αποτίμηση της επιλογής του Τραμπ να κάνει αυτήν την περιοδεία. 

Αλλά είναι προφανές ότι όταν συνομιλεί ο Πρόεδρος των ΗΠΑ με τις ηγεσίες της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, το μέλλον της περιοχής είναι επίσης στην ημερήσια διάταξη. Πολύ περισσότερο στις σημερινές συνθήκες. 

Συρία

Η πιο μεγάλη συγκεκριμένη είδηση που ανακοινώθηκε επίσης, αφορούσε την άρση των κυρώσεων στη Συρία. 

Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, η σχετική ανακοίνωση αιφνιδίασε τους πάντες -στο κόμμα, στο κράτος, στο Κογκρέσο- που μέχρι και πριν μια μέρα εργάζονταν με δεδομένη την παράτασή τους και επεξεργάζονταν σχέδια για τη μορφή που θα μπορούσε να πάρει μια σταδιακή -υπό όρους- άρση τους, τις τεχνικές λεπτομέρειες μιας τέτοιας (όχι απλής) διαδικασίας κ.ο.κ. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή κωλοτούμπα. Δύο μέρες πριν ο Τραμπ συναντήσει τον Αλ Σάρα και μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για αυτόν, ο μονάρχης της Ιορδανίας είχε προειδοποιήσει Αμερικανούς αξιωματούχους ότι δεν είναι καλή η ιδέα (που κυκλοφορούσε μέσα στο αμερικανικό κράτος) να τον δολοφονήσουν! 

Με αυτήν την έννοια, η ερμηνεία μοιάζει να είναι όντως αυτή που επικαλέστηκε ο Τραμπ: Πείστηκε να χαλαρώσει την πίεση στη Συρία από τον Ταγίπ Ερντογάν και τον Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, που λειτούργησαν ως «δικηγόροι» της Δαμασκού. Πρόκειται για μια διπλωματική νίκη της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας. Για το συριακό λαό, η ανακούφιση είναι δεδομένη και καλοδεχούμενη. Αλλά το πώς θα ανταποδώσει η συριακή ηγεσία -είτε απευθείας στην Ουάσινγκτον, είτε στην Άγκυρα και το Ριάντ- τη «χάρη» είναι μια πολύ διαφορετική ιστορία…

Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη διπλωματική επιτυχία Τουρκίας-Σαουδικής Αραβίας έχει ενδιαφέρον γιατί προκάλεσε μια διαφοροποίηση της Ουάσινγκτον από την γραμμή του Ισραήλ, που επιμένει να απεργάζεται σχέδια διαμελισμού της Συρίας και έκανε επίμονο λόμπινγκ όλους τους προηγούμενους μήνες με στόχο να πειστούν οι ΗΠΑ να διατηρήσουν τις κυρώσεις στη Δαμασκό και την στρατιωτική τους παρουσία στη βορειοανατολική Συρία. 

Αυτή η απόκλιση έρχεται να συμπληρώσει και κάποιες άλλες κινήσεις του Τραμπ που εξελίχθηκαν πριν την περιοδεία του ή παράλληλα με αυτήν. 

Ιράν-Υεμένη

Το πρώτο ήταν η συμφωνία με τους Χούθι της Υεμένης για κατάπαυση του πυρός. Πρόκειται για διμερή συμφωνία: Ο αμερικανικός στρατός σταματά να χτυπά την Υεμένη και οι Χούθι σταματάνε να στοχοποιούν αμερικανικά πλοία. Καμία πρόβλεψη δεν υπήρξε για τερματισμό της δράσης των Υεμένιων ανταρτών κατά του Κράτους του Ισραήλ. 

Το δεύτερο αφορά την επιδίωξη συμφωνίας με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα, βάζοντας -προσωρινά- «πάγο» στη διαρκή, στρατηγική επιδίωξη του Νετανιάχου για καταστροφή του μέσα από στρατιωτική επίθεση. Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να ερμηνευτεί και η αιφνιδιαστική απόλυση του Μάικ Γουόλτζ από τη θέση του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας. Ήταν γνωστό ότι ο Γουόλτζ ανήκε στην ομάδα των «ιρανοφάγων» στο -διχασμένο πάνω σε αυτό το ζήτημα- επιτελείο του Τραμπ. Η απομάκρυνσή του ήρθε μέσα σε ένα όργιο φημών ότι είχε αρχίσει μόνος του τις επαφές με το Κράτος του Ισραήλ για το πώς και πότε μπορεί να υπάρξει στρατιωτικό χτύπημα κατά της Τεχεράνης…

Η αποκλιμάκωση στην Υεμένη και η επιμονή στον δρόμο του διαλόγου με την Τεχεράνη έχουν κάτι κοινό με την άρση των κυρώσεων κατά της Συρίας. Αποτελούν προτεραιότητες της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ. Η πρώτη «κάηκε» άσχημα κατά τον πολυετή βάρβαρο πόλεμό της κατά των Χούθι και έχει μετατοπιστεί προς την ανάγκη να παραμείνει ενεργή η κατάπαυση του πυρός στην Υεμένη. Παράλληλα, έχει βελτιώσει σημαντικά τις σχέσεις της με το Ιράν. Το Κατάρ αποτελούσε παραδοσιακά μια δύναμη που διατηρούσε ή επεδίωκε σχέσεις με το Ιρανικό καθεστώς, ακόμα και όταν αυτό του κόστισε την οικονομική απομόνωση από τα άλλα μέλη του Συμβουλίου του Κόλπου. Όταν ο Τραμπ ανανέωνε ρητορικά την επιμονή του στο δρόμο των διαπραγματεύσεων με την Τεχεράνη, συμπλήρωνε εμφατικά ότι «το Ιράν είναι πολύ τυχερό που έχει τον Εμίρη [του Κατάρ] γιατί παλεύει για αυτούς».

Η περιοδεία Τραμπ αποτύπωσε έτσι μια απόκλιση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από τους πιο έξαλλους στόχους της κυβέρνησης Νετανιάχου σε ό,τι αφορά την ευρύτερη περιοχή (Συρία, Ιράν, Υεμένη) και το φλερτ μιας γενικευμένης σύρραξης σε αυτήν. 

Σε προηγούμενο άρθρο, ο υπογράφων είχε βιαστεί να ισχυριστεί ότι «η σχολή σκέψης που θέλει μια ιμπεριαλιστική σταθερότητα, στηριγμένη και σε αραβικές συναινέσεις, δείχνει να παλιώνει με γρήγορους ρυθμούς στην εποχή Τραμπ-Νετανιάχου». Αποδείχθηκε ότι ο Λευκός Οίκος ενδιαφέρεται για τη σχέση με τις αραβικές μοναρχίες (και τα πετροδολάρια τους), που με τη σειρά τους ενδιαφέρονται για τη σταθερότητα (και τη «βελούδινη» κυριαρχία τους) στην περιοχή. 

Αποδείχθηκε επίσης ότι με τον Τραμπ δεν μπορεί κανείς να βγάζει συμπεράσματα μακράς πνοής όσον αφορά την κατεύθυνση της αμερικανικής στρατηγικής. Όσον αφορά την ευρύτερη περιοχή, φαίνεται ότι -σε αυτόν το γύρο- η συναλλαγματική αντίληψη της πολιτικής και η συνιστώσα «Πρώτα η Αμερική» επικράτησε της φανατικής Χριστιανοσιωνιστικής συνιστώσας. 

Αλλά αυτό δεν επιτρέπει την παραμικρή αυταπάτη περί συνολικότερου «παραγκωνισμού» του Ισραήλ ή αποδυνάμωσης των Χριστιανοσιωνιστών στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (και στον στενό κύκλο του Τραμπ). Χαράσσοντας μια διαφορετική προσέγγιση σε άλλα μέτωπα και προτιμώντας να ικανοποιήσει τις αραβικές προσδοκίες σε αυτά, ο Τραμπ δεν πετάει το Ισραήλ από το τρένο, ούτε διαφοροποιείται στον κομβικό, υπαρξιακό στόχο του Σιωνισμού -την εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων και την εξαφάνιση κάθε δυνατότητας ύπαρξης κανονικού  παλαιστινιακού κράτους ή δημοκρατικής αυτοδιάθεσης και πολιτικής ισότητας του Παλαιστινιακού λαού σε οποιαδήποτε περιοχή ανάμεσα στον Ιορδάνη Ποταμό και τη Μεσόγειο Θάλασσα. 

Ο Τραμπ, που δήλωσε δημόσια στον Νετανιάχου ότι «θα ήταν κακή ιδέα» να χτυπήσει το Ισραήλ την Τεχεράνη (καθώς πύκνωναν οι διαρροές για μονομερή Ισραηλινή ενέργεια), δεν έχει δείξει αντίστοιχη -ρητορική έστω- ευαισθησία για τις διακηρυγμένες προθέσεις του Σιωνιστικού Κράτους ως προς τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Η αμερικανική στήριξη και κάλυψη παραμένει πλήρης, με τον Νετανιάχου να συνδέει ευθέως το τέλος του πολέμου (εκκένωση της Γάζας) με την «πρόταση Τραμπ» (για Ριβιέρα). Η μόνη περίπτωση να κλονιστεί -προσωρινά και σε επίπεδο τακτικών (τέτοιες είναι οι προσπάθειες Γουίτκοφ για προσωρινή κατάπαυση του πυρός)- αυτή η ταύτιση στο ορατό μέλλον συνδέεται με την αντίσταση των Παλαιστινίων που -όσο συνεχίζεται- αυξάνει το πολιτικό και οικονομικό κόστος συνέχειας του γενοκτονικού πολέμου. 

Το πιο αποκαλυπτικό του περιεχομένου της περιοδείας αφορά τη σιωπή που συνόδευσε αυτό το ζήτημα, το πλέον δραματικό της εποχής και της περιοχής. Οι αραβικές μοναρχίες ξόδεψαν χρόνο, χρήμα και διπλωματικό βάρος για να επηρεάσουν ένα μεγάλο εύρος αποφάσεων, αλλά η γενοκτονία στη Γάζα απουσίαζε εκκωφαντικά από το «μενού». Είτε το έθεσαν ψοφοδεώς και συνάντησαν τοίχο άρνησης, είτε επέλεξαν να μην χαλάσουν το κλίμα συνεννόησης και αλληλοκατανόησης σε άλλα ζητήματα, αποφεύγοντας το παλαιστινιακό «αγκάθι». Χαλάνε οι μεγάλες δουλειές για τους νεκρούς Γαζαίους; Όχι.  

Η μόνη αραβική «κόκκινη γραμμή» φαίνεται πως ήταν η άρνηση να ξαναπάρουν μπρος οι «Συμφωνίες του Αβραάμ» όσο το Ισραήλ συνεχίζει να εγκληματεί και να απειλεί. Όχι τυχαία, ήταν το μόνο μεγάλο ζήτημα (μαζί με το Παλαιστινιακό) το οποίο δεν έβγαλε καμία απολύτως είδηση από την περιοδεία. Για παράδειγμα, η παλιά συζήτηση ΗΠΑ-Σαούντ (για αμερικανική στήριξη στο πυρηνικό πρόγραμμα του Βασιλείου με αντάλλαγμα την εξομάλυνση με το Ισραήλ) δεν εμφανίστηκε καν στις επαφές του Τραμπ με τον Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, που τελευταία «θυμήθηκε» την παλιά σαουδαραβική πρόταση του 2002 («Γη για Ειρήνη», δηλαδή αναγνώριση Παλαιστινιακού Κράτους από το Ισραήλ ως προαπαιτούμενο). Έχουμε ξαναγράψει ότι δεν πρόκειται για έγνοια απέναντι στον Παλαιστινιακό λαό, αλλά για τον φόβο της εσωτερικής αποσταθεροποίησης αν προχωρήσουν σε ένα τέτοιο βήμα στον κόσμο που διαμορφώθηκε μετά την Επίθεση της 7ης Οκτώβρη. 

Κάτι αντίστοιχο μπορεί να ειπωθεί και για τις πρώτες σχετικές διερευνητικές επαφές με την συριακή μεταβατική κυβέρνηση. Ο Τραμπ δήλωσε ότι η προσχώρηση της Συρίας στις Συμφωνίες του Αβραάμ μπορεί να συμβεί μόνο «αφού [οι Σύριοι] διευθετήσουν τα ζητήματά τους, κι έχουν πάρα πολλά να διευθετήσουν ακόμα». Μία πτυχή αφορά το εσωτερικό μέτωπο. Κανένας ηγέτης της Συρίας δεν μπορεί να κάνει ένα τέτοιο βήμα χωρίς να ρισκάρει να ανατραπεί -και ο Αλ Σάρα βρίσκεται ακόμα στα πρώτα επισφαλή βήματα της προσπάθειας να εδραιωθεί στην εξουσία. Αλλά αφορά και το εξωτερικό. Ακόμα κι αν η Δαμασκός αποπειραθεί να «πετάξει τους Παλαιστίνιους από το τρένο», δεν μπορεί να αποδεχτεί την απώλεια των εδαφών της από το Ισραήλ. Η απροθυμία του Ισραήλ να επιστρέψει τα Γκολάν εμπόδισε τους Άσαντ στο παρελθόν να πάρουν το δρόμο του Σαντάτ (που ανέκτησε το Σινά). Σήμερα τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για σκέψεις συνθηκολόγησης, καθώς το Ισραήλ κατέλαβε ακόμα περισσότερα συριακά εδάφη και συνεχίζει να χτυπά το νέο καθεστώς. 

Η αμερικανική πολιτική

Πώς απολογίζεται η αμερικανική πολιτική στην περιοχή, στο φόντο της περιοδείας και των ειδήσεων που έβγαλε;  

Ο Τραμπ φαίνεται ότι δίνει μια ευκαιρία σε «βελούδινες» μεθόδους εδραίωσης της ιμπεριαλιστικής σταθερότητας. Με μια έννοια, το Ισραήλ πέφτει θύμα των επιτυχιών του. Αφού πλήγωσε άσχημα τη Χεζμπολά και κατέστρεψε τις στρατιωτικές δυνατότητες της νέας Συρίας, δίνει τη δυνατότητα στην Ουάσινγκτον να επιχειρήσει με πολιτικά/οικονομικά μέσα να ρυμουλκήσει τη Συρία στο δυτικό στρατόπεδο και να διαμορφώσει μια νέα «κανονικότητα» στο Λίβανο. Αλλά αυτοί οι στόχοι προϋποθέτουν τη σταθεροποίηση αυτών των χωρών (που σημαίνει περιορισμό των σιωνιστικών φιλοδοξιών εις βάρος τους). Αντίστοιχα και με την συνολικότερη αποδυνάμωση του λεγόμενου «Άξονα της Αντίστασης». Αυτό το τετελεσμένο άνοιξε το παράθυρο για συνομιλίες με το Ιράν, όπως και τη μετατόπιση των αραβικών μοναρχιών, που ενώ το 2015 αντιπαρατέθηκαν με την πυρηνική συμφωνία Ομπάμα και το 2017 πανηγύρισαν την ανατροπή της από τον Τραμπ, σήμερα ενδιαφέρονται για μια τέτοια προοπτική συμφωνίας. 

Ασφαλώς, αν δεν αποδώσουν οι «βελούδινες» μέθοδοι τα αναμενόμενα οφέλη, τίποτα δεν αποκλείει αλλαγή γραμμής πλεύσης. Όσον αφορά τη  Συρία, ο Αλ Σάρα διατηρεί ακόμα αρκετούς εχθρούς μέσα στην Ουάσινγκτον. Στη νότια Υεμένη, οι αντίπαλοι των Χούθι (που έχουν τη στήριξη των ΗΑΕ) δεν εγκαταλείπουν τις ελπίδες τους για μια αντεπίθεση (προφανώς με ξένες πλάτες για να έχει ελπίδες επιτυχίας). Αλλά η πιθανότητα να μιλήσει το «μαστίγιο» αν δεν αρκέσει το «καρότο» αφορά πολύ περισσότερο τις συνομιλίες με το Ιράν. Που έχει πολύ περισσότερους εχθρούς στην Ουάσινγκτον, παραμένει «εμμονή» του Ισραήλ και έχει τις δικές του «κόκκινες γραμμές» στις συνομιλίες. Σε αυτό το απολύτως κρίσιμο μέτωπο, παραμένουν πολλά ερωτηματικά. Οι δημόσιες δηλώσεις του Γουίτκοφ («μηδενικός εμπλουτισμός ουρανίου») και το ανέβασμα των τόνων από την Τεχεράνη («παράλογες αμερικανικές απαιτήσεις στις οποίες δεν θα λυγίσουμε»), έδειχναν τάσεις εκτροχιασμού των διαπραγματεύσεων. Αλλά στη συνέχεια ολοκληρώθηκε ομαλά ο 5ος γύρος συνομιλιών, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως «ο πιο επαγγελματικός μέχρι σήμερα» από τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών…

Ενώ επιδιώκει να «τακτοποιήσει» σχέσεις και τρόπους συνύπαρξης στην περιοχή, ο Τραμπ περιμένει από το Ισραήλ «να τελειώσει τη δουλειά» στην Παλαιστίνη, που στέκεται εμπόδιο στα όμορφα επιχειρηματικά πλάνα «οικονομικής ενοποίησης κι ευημερίας για όλους». Στην πρώτη του θητεία, ο Τραμπ επιχείρησε να προωθήσει αυτό το όραμα παραγκωνίζοντας τους Παλαιστίνιους. Διαπίστωσε ότι αυτή η μέθοδος δεν αποδίδει, γιατί το Παλαιστινιακό δεν «κλείνει» αγνοώντας το -και παράγει σεισμούς και μετασεισμούς. Πέρα από τακτικές στροφές που ίσως δούμε στη διαδρομή, αυτήν τη φορά ο Τραμπ δείχνει προσηλωμένος στο στόχο να κλείσει αυτή την Υπόθεση μέσω της πλήρους συντριβής κάθε όψης της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Η αποτροπή αυτών των σχεδίων, αποτελεί δουλειά των Παλαιστινίων, του κινήματος αλληλεγγύης και των αραβικών μαζών… 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά