Οι εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, η Αριστερά, βγαίνουν σταδιακά από μια μεγάλη δοκιμασία.
Μέσα στο 2015 υποχρεώθηκαν να βαδίσουν από την «καυτή περιοχή» –της ελπίδας για μια αντιμνημονιακή αντινεοφιλελεύθερη ανατροπή– στον «πάγο» της συνθηκολόγησης της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και την υπογραφή του Μνημονίου 3.
Αυτή η δοκιμασία έχει επιφέρει αποθάρρυνση και απώλειες, αλλά όχι συντριπτικό πλήγμα. Σημαντικό φορτίο σε αυτή την εξέλιξη σήκωσαν οι δυνάμεις που συγκρότησαν τη ΛΑΕ. Αν και όχι μόνες, πάντως σε μεγάλο βαθμό: Τα χτυπήματα «κάτω από τη μέση» που εξακολουθεί να καθοδηγεί το επιτελείο του Μαξίμου –κυρίως μέσω του μιντιακού μηχανισμού που έχει συγκροτήσει– αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Η 1η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΛΑΕ οφείλει να επιβεβαιώσει αυτή τη δυναμική. Όπως κάθε σχετικά μαζικό πολιτικό εγχείρημα στην αρχή του, η ΛΑΕ αντιμετωπίζει προβλήματα «εφηβείας», τα οποία θα πρέπει να ξεπεραστούν στη Συνδιάσκεψη, για να προετοιμαστεί μια αποτελεσματική πολιτική παρέμβαση σε συγκυρία απολύτως κρίσιμη.
Η εισηγητική εκτίμηση ότι η οικονομική και κατά συνέπεια και η πολιτική κρίση παρατείνονται και βαθαίνουν, η εκτίμηση ότι το μνημονιακό μπλοκ κέρδισε μάχες, αλλά όχι τον πόλεμο, είναι απολύτως ορθή. Και ταυτοχρόνως βάζει τα θεμέλια για έναν μάχιμο πολιτικό προσανατολισμό, για μια τακτική με έμφαση στην οργάνωση της αντίστασης του κόσμου, με στόχο τη νίκη και όχι την «τιμή των όπλων», όχι την «καταγραφή» στα λόγια.
Γι’ αυτό από τη μεριά μας υποστηρίζουμε ότι όχι μόνον είναι απαραίτητη η διατήρηση της ενότητας του υπαρκτού μέχρι σήμερα δυναμικού της ΛΑΕ, αλλά είναι αναγκαία η διεύρυνσή του. Αυτό που υποστηρίζαμε τον Σεπτέμβρη του 2015 («η ΛΑΕ να οικοδομηθεί ως κοινή κοίτη της αντιμνημονιακής-ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς») είναι σήμερα πιο αναγκαίο από ποτέ. Γι’ αυτό ισχυριζόμαστε ότι χρειάζεται, επίσης, μια ενισχυτική τομή στη δημοκρατική συγκρότηση της ΛΑΕ. Η δημοκρατία στη λειτουργία των πολιτικών φορέων της Αριστεράς ενισχύει την ενότητα και τη συσπείρωση, αλλά, επίσης, διευκολύνει τη διεύρυνση.
Όλα αυτά συνδέονται με μια συγκεκριμένη πολιτική «πρόταση», που παρά τα πολιτικά προβλήματα (και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς), επίσης τίθεται εισηγητικά προς την 1η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Τη σύνδεση της αντιμνημονιακής μάχης, της πάλης για την ανατροπή της λιτότητας, με μια σειρά κρίσιμων «ενδιάμεσων» μεταβατικών στόχων: Διαγραφή του χρέους με όπλο τη στάση πληρωμών. Εθνικοποίηση των Τραπεζών. Αντίσταση στις ιδιωτικοποιήσεις, επανακρατικοποίηση των ιδιωτικοποιημένων ΔΕΚΟ και Οργανισμών. Έξοδος από τη νεοφιλελεύθερη φυλακή του ευρώ, πολιτική απειθαρχίας-σύγκρουσης-ρήξης απέναντι στην ΕΕ. Και τέλος (τέλος!) ένταξη αυτού του προγράμματος στην προοπτική της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης, σε διάκριση με τις κεϊνσιανές ή εθνοκεντρικές –τάχα αντιμνημονιακές– αντιλήψεις για την αντιμετώπιση της κρίσης. Αυτή η «πρόταση» αξίζει, κατά τη γνώμη μας, να δοκιμαστεί ως οδηγός για δράση, έχοντας συμπυκνώσει στις γραμμές της τις θετικές και τις αρνητικές πλευρές της πλούσιας, αλλά και σκληρής εμπειρίας της τελευταίας 10ετίας στην Ελλάδα. Και παράλληλα, όχι απλώς θα πρέπει να μείνει ανοιχτή, θα πρέπει να ενισχυθεί αποφασιστικά η πολιτική συζήτηση μέσα στις γραμμές της ΛΑΕ για τα «κενά» αυτού του σχεδίου, για κάθε αναγκαία τροποποίησή του.
Οι πολιτικές ιδέες για να αλλάξουμε τον κόσμο έχουν μια βασική προϋπόθεση: να συνδέονται υλικά και συγκεκριμένα, να συγχωνεύονται με έναν πλατύ κόσμο της κοινωνικής αντίστασης. Η ΛΑΕ ξεκινά από ένα ικανοποιητικό σημείο αφετηρίας: Οι εγγραφές στις οργανώσεις βάσης αναδεικνύουν ένα πολύτιμο δυναμικό, ένα σύνολο αγωνιστών-τριών της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που κανείς δεν δικαιούται να υποτιμήσει. Η ΛΑΕ ενσωματώνει στην πείρα της την αντιμνημονιακή αριστερή ρήξη με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επίσης και τη «θετική» εκπαίδευση μεγάλου τμήματος των στελεχών της στη μαζική πολιτική και στη μαζική δράση, στην αναγκαία ρήξη με τα θερμοκήπια που σεχταρισμού και του βερμπαλισμού. Αυτός ο συνδυασμός (του αριθμητικού δυναμικού-της συγκροτημένης ύπαρξης οργανώσεων βάσης-της ενσωμάτωσης μιας σημαντικής πολιτικής εμπειρίας) αναδεικνύει τη ΛΑΕ ως κρίσιμο «τόπο», ως πολύτιμο σημείο στήριξης για την αναγκαία αριστερή αντεπίθεση στους μήνες (γιατί με αυτή τη μονάδα θα πρέπει να μετράμε τον πολιτικό χρόνο) που βρίσκονται μπροστά μας.
Και αυτές τις προοπτικές οφείλει να επιβεβαιώσει –χωρίς δικαίωμα αποτυχίας– η 1η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΛΑΕ. Δίνοντας την ευθύνη, την αρμοδιότητα και τελικά την «εξουσία» στα μέλη του εγχειρήματος, ενόψει μιας καθοριστικής πολιτικής περιόδου.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Έξοδος 133" (φ.8-24/6)