Το φετινό καλοκαίρι δεν ήταν για όλους το ίδιο. Για κάποιους ήταν εφιαλτικό.
Οι πρόσφυγες στην Ελλάδα είναι έρμαια της γεωπολιτικής,της οικονομικής και της υγειονομικής κρίσης με τους χειρότερους όρους για την ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι αντιμέτωποι με την επαναπροώθηση, την εξαθλίωση και το θάνατο. Όσο κάποιοι διατυμπάνιζαν το σύνθημα «Greek summer is a state of mind» κάποιοι άλλοι βίωναν την υποκρισία του στο πετσί τους.
Ενώ η ελληνοτουρκική κρίση μαίνεται και τα πολεμικά σενάρια πάνε και έρχονται σε χείλη πολιτικών, στρατιωτικών και δημοσιογράφων, οι πρόσφυγες για μια ακόμη φορά μετατρέπονται σε εργαλείο επικοινωνιακής διαχείρισης κρίσεων. Άλλωστε, ανάλογα με την περίσταση και τις εθνικές ανάγκες υπάρχει μια ευρεία γκάμα προσδιορισμού τους. Άλλοτε αντιμετωπίζονται ως «εισβολείς» που πρέπει να αποκρούσει η εθνική μηχανή και άλλοτε ως «αδύναμοι» που καλείται να περισώσει και πάλι η ίδια. Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, η εθνική μηχανή επιτελεί το χρέος της απέναντι στην τουρκική απειλή. Κάπως έτσι, πριν λίγες ημέρες κορυφαία αστικά μέσα διέδιδαν με πάθος την είδηση της παρεμπόδισης των ελληνικών αρχών να περισώσουν πρόσφυγες ανοιχτά της Χάλκης από αντίστοιχες τουρκικές.
Ναι, πρόκειται για τα ίδια μέσα που λίγους μήνες πριν, καλούσαν τους πολίτες να σχηματίσουν ένοπλες πολιτοφυλακές στον Έβρο και στα νησιά προκειμένου να μην προσεγγίσουν την ελληνική επικράτεια οι «λαθροεισβολείς» του Ερντογάν. Ανάλογα με τις περιστάσεις, λοιπόν, οι πρόσφυγες μεταλλάσσονται στο δημόσιο λόγο. Όμως πίσω από την εργαλειακή χρησιμοποίησή τους κρύβεται πάντα το λεγόμενο «εθνικό συμφέρον». Οι ελληνικές αρχές ενδιαφέρθηκαν για τους πρόσφυγες στη Χάλκη, όχι από ανθρωπιστικό καθήκον, αλλά από ανάγκη ενεργοποίησης στο Αιγαίο και εμπλοκής στους στρατιωτικούς ανταγωνισμούς. Οι αμέτρητες καταγγελίες επαναπροωθήσεων που κινητοποίησαν μέχρι και την Ύπατη Αρμοστεία άλλωστε επιβεβαιώνουν αυτή την εθνική αυτοεκπλήρωση που λέει ότι «μόνο εμείς μπορούμε είτε να σώζουμε είτε να πνίγουμε κόσμο στα συγκεκριμένα ύδατα, κι αν σας αρέσει».
Την ίδια στιγμή, οι πρόσφυγες που κατόρθωσαν να φτάσουν στην Ελλάδα βιώνουν απίστευτες συνθήκες. Η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές με κάθε τρόπο ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι αόρατοι. Μέσα σε συνθήκες καύσωνα και πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης, δεν έχει υπάρξει κανένα μέτρο στήριξης και επαρκούς φροντίδας για όσους έφτασαν στην Ελλάδα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Το κολαστήριο της Μόριας, η ντροπή της σύγχρονης Ευρώπης, μεταφέρεται και στις δομές της ηπειρωτικής Ελλάδας. Με ευθύνη του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου Νότη Μηταράκη, στο όνομα της «αποσυμφόρησης» των νησιών, γίνεται μια υπερσυσσώρευση ανθρώπων σε ήδη υπεράριθμες δομές.
Έτσι λοιπόν, σε άλλοτε «δομές πρότυπα» όπως ο Ελαιώνας, εκατοντάδες πρόσφυγες που μεταφέρονται εκεί, αναγκάζονται να στήνουν τις σκηνές τους ανάμεσα σε κοντέινερς προκειμένου να μην πάθουν θερμοπληξία από τις υψηλές θερμοκρασίες και τον ήλιο του καλοκαιριού. Οι εκκενώσεις των δομών στα νησιά καθώς και οι εξώσεις προσφύγων από το πρόγραμμα ESTIA, πραγματοποιήθηκαν χωρίς καμία μέριμνα για το τι θα απογίνουν και πώς θα επιβιώσουν αυτοί οι άνθρωποι. Κάπως έτσι, για να μη χαλούν τη χαζοχαρούμενη εικόνα που προσπαθεί να επιβάλει ο Κ. Μπακογιάννης στην Αθήνα κρύβοντας τα υπαρκτά προβλήματα κάτω από το χαλί, μεταφέρονται σε δομές που αδυνατούν να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες τους.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες οι πρόσφυγες καλούνται να αντιμετωπίσουν και τον κορωνοϊό. Ξεχασμένοι από τις αρχές και την επίσημη πολιτεία, απλώς τίθενται σε καραντίνα, όποτε εμφανίζεται κρούσμα σε κάποια δομή, χωρίς να υπάρξουν επαρκή μέτρα πρόληψης και προστασίας. Ήδη σε δομές σε όλη την Ελλάδα εμφανίζονται κρούσματα εγείροντας ανησυχίες. Χαρακτηριστικότερα είναι τα είκοσι κρούσματα που προέκυψαν σε δομή φιλοξενίας ανηλίκων στο Βύρωνα καθώς και άλλα οκτώ που αφορούν σε εργαζομένους. Η πολιτική του Μητσοτάκη εκθέτει στον ιό τόσο τους πρόσφυγες όσο και όσους τους φροντίζουν. Οι πρώτοι όμως φυλάσσονται από την αστυνομία λες και είναι εγκληματίες και χαρακτηρίζονται «υγειονομική βόμβα» από τα ΜΜΕ ενώ οι δεύτεροι απλώς αυτοπεριορίζονται στο σπίτι τους. Αυτή είναι η διαφορά.
Οι βόμβες όμως δε σκάνε από μόνες τους, κάποιοι τις πετάνε, κάποιοι έχουν την ευθύνη. Όμως αν αυτή η ευθύνη έχει ξεχαστεί, αντιλαμβάνεται κανείς σε τι δυσμενή θέση βρίσκονται οι πρόσφυγες σήμερα στην Ελλάδα. Απέναντι σε όλα τα παραπάνω το αντιρατσιστικό κίνημα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποχωρήσει. Χρειάζεται να ασκηθούν πιέσεις προκειμένου να σταματήσουν οι εγκληματικές τακτικές των απωθήσεων, χρειάζεται να διεκδικήσουμε ανοιχτές και αξιοπρεπείς δομές για τους πρόσφυγες και να παλέψουμε ώστε να μη μείνουν γυμνοί μπροστά στην υγειονομική κρίση. Από κοινού να αγωνιστούμε και να φέρουμε τα αιτήματά τους στη δημόσια συζήτηση. Και πρέπει να το κάνουμε γρήγορα, πριν να είναι απελπιστικά αργά.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά