Η 29η Διεθνής Διάσκεψη για το Κλίμα (COP29) που έγινε στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν στα μέσα Νοέμβρη, ήταν για άλλη μια φορά απογοητευτική.
Οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης σε όλο τον κόσμο είναι πλέον εμφανείς, η μέση θερμοκρασία του πλανήτη ανέβηκε φέτος για πρώτη φορά κατά 1.5οC, τα «ακραία» καιρικά φαινόμενα είναι η νέα κανονικότητα στον τρόπο που εκφράζονται. Και όμως, οι κυβερνητικές ηγεσίες του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι εντελώς ανίκανες να πάρουν έστω τα στοιχειώδη μέτρα.
Καταρχάς, η ίδια η επιλογή της διεξαγωγής της COP στο Αζερμπαϊτζάν ήταν προκλητική. Πρόκειται για μία χώρα που πρωτοστατεί στην παραγωγή υδρογονανθράκων αλλά και μία χώρα που επιτίθεται στρατιωτικά τόσο στη γειτονική Αρμενία όσο και στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Πρόκειται για μία χώρα η οποία έχει φυλακίσει πάνω από 300 ακτιβιστές του κλίματος σύμφωνα με την ανακοίνωση του φεμινιστικού – αντιπολεμικού κινήματος του Καυκάσου (Caucusus Feminist Anti-War Movement) που συγκεντρώνει ακτιβιστές-τριες από το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία και την Αρμενία. Στην ίδια ανακοίνωση καταγγέλλεται η προσπάθεια να νομιμοποιηθεί ένα απολυταρχικό-αυταρχικό καθεστώς μέσω του «green-washing», με τη διεξαγωγή της COP.
Τα λόμπι των ορυκτών καυσίμων καθορίζουν την ατζέντα
Έχουν περάσει οχτώ χρόνια από την περίφημη Συμφωνία του Παρισιού που έθετε ως στόχο τη σταθεροποίηση της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 1.5οC, ένας στόχος που πλέον μοιάζει ανέφικτος. Ήδη η φετινή χρονιά ξεπέρασε αυτό το όριο ενώ πολλοί ερευνητές αλλά και περιβαλλοντικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι έχει ξεπεραστεί το σημείο εκείνο όπου θα μπορούσε να επιτευχθεί μία αντιστροφή της κλιματικής κρίσης.
Μία από τις βασικές αιτίες για την υπερθέρμανση του πλανήτη είναι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου -και κυρίως οι εκπομπές άνθρακα- που προέρχονται κατά βάση από την κάυση ορυκτών καυσίμων. Και όμως παρά το γεγονός ότι όλες οι ενδείξεις τείνουν στην απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και τη στροφή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η απόφαση της COP29 δεν έχει την παραμικρή αναφορά σε κάποιον σχετικό στόχο.
Αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι. Στην πραγματικότητα τα λόμπι των ορυκτών καυσίμων αλλά και η δυνατότητα παραγωγής κέρδους από μία κάποια διαδικασία «πράσινης μετάβασης» καθορίζουν την ατζέντα. Από την περσινή COP28 στο Ντουμπάι όλοι οι συμμετέχοντες είναι υποχρεωμένοι να γνωστοποιούν ποιον εκπροσωπούν στη διάσκεψη. Σύμφωνα με τον κλιματικό συνασπισμό KBPO (Kick Big Poluters Out – Διώξτε Έξω τους Μεγάλους Ρυπαντές) στη διάσκεψη του Μπακού βρέθηκαν 1773 λομπίστες ορυκτών καυσίμων, ξεπερνώντας σε μέγεθος τις αντιπροσωπείες των πιο ευάλωτων χωρών στην κλιματική κρίση. Οι μεγαλύτεροι όμιλοι παραγωγής ορυκτών καυσίμων (που συνδέονται με τα γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα χωρών όπως ο Καναδάς, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Ιταλία) ήταν παρόντες στις συνομιλίες της COP29 ενώ την ίδια ώρα το καθεστώς του Αζερμπαϊτζάν φυλακίζει ακτιβιστές του κλίματος. Ο ίδιος οργανισμός καταγγέλλει επίσης ότι πολλές από αυτές τις εταιρείες τροφοδοτούν το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ με καύσιμα και είναι συνυπεύθυνες για τη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού.
Επιπλέον, το BBC αποκάλυψε σε σχετικό ρεπορτάζ, συνομιλία αξιωματούχου του Αζερμπαϊτζάν που προσπαθεί να «κλείσει δουλειές» για παραγωγή φυσικού αερίου με πιθανούς επενδυτές, στο περιθώριο της διάσκεψης για το κλίμα.
Είναι αδύνατον να υπάρξει οποιαδήποτε πρόοδος στην κατεύθυνση απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, ότι τη συζήτηση επηρεάζουν με τόσο ισχυρό τρόπο τα οικονομικά συμφέροντα και οι επιδιώξεις των πετρελαιάδων. Σύμφωνα με στοιχεία του Climate Action Tracker, η ρύπανση του αέρα από τα ορυκτά καύσιμα ευθύνεται για έναν στους πέντε θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο, αριθμός που ισοδυναμεί με τον πληθυσμό της Νέας Υόρκης, δηλαδή περίπου 8 εκατομμύρια.
Η παραγωγή κερδών πάνω από όλα
Εκ του αποτελέσματος, η στρατηγική για το λεγόμενο εμπόριο ρύπων, όπου οι μεγάλοι ρυπαντές καλούνται να πληρώσουν για τους ρύπους που παράγουν είναι απολύτως αδιέξοδη. Μάλιστα, καμία σχετική αναφορά δεν υπάρχει στη συμφωνία της COP29. Η δέσμευση για χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χωρών με 300δις μέχρι το 2035 ήταν η μόνη απόφαση που πήρε η διάσκεψη για το κλίμα στο Μπακού. Περιβαλλοντικές οργανώσεις όπως η Greenpeace, αναφέρουν ότι η απόφαση είναι «απελπιστική» καθώς αυτή η χρηματοδότηση είναι πολύ λίγη, έρχεται πολύ αργά, δεν ξεκαθαρίζει εάν αυτοί οι πόροι θα δοθούν ως δάνεια ή ως επιχορηγήσεις ενώ την ίδια στιγμή δε γίνεται αναφορά στους ρυπαντές των ορυκτών καυσίμων ούτε στην ανάγκη για απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Ακόμα και ο πρόεδρος του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες δήλωσε απογοητευμένος από την κατάληξη.
Είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν μπορούν να συμφωνήσουν οι κυβερνήσεις σε μία μετάβαση προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Εάν η μισή απάντηση είναι η τεράστια επιρροή του λόμπυ των ορυκτών καυσίμων η άλλη μισή είναι η κερδοφορία. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η πορεία προς μία παραγωγή και μία οικονομία απεξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα πρέπει να καθοδηγηθεί από τον ιδιωτικό τομέα της παγκόσμιας οικονομίας και όχι από τα κράτη. Όμως αυτό δεν πρόκειται να γίνει εάν η παραγωγή υψηλών κερδών δεν είναι εξασφαλισμένη. Σύμφωνα με τον Μάικλ Ρόμπερτς, όσο η κερδοφορία από την παραγωγή ορυκτών καυσίμων είναι δεδομένη και υψηλή συγκριτικά με τις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο καπιταλισμός είναι αδύνατον να μπορέσει να κάνει οτιδήποτε στην κατεύθυνση αντιστροφής της κλιματικής κρίσης.
Αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη το περιβάλλον και οι άνθρωποι θα ήταν μία προοπτική μιας παραγωγής και μίας οικονομίας, σχεδιασμένες για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών, για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων μεταξύ του παγκόσμιου βορρά, που ευθύνεται συντριπτικά για την κλιματική κρίση, και του παγκόσμιου νότου που βιώνει με πιο εκρηκτικό τρόπο τις συνέπειες. Οι διασκέψεις για το κλίμα και ουσιαστικά οι ισχυροί του πλανήτη, κράτη και καπιταλιστές, δεν μπορούν και δε θέλουν να κάνουν τίποτα για αυτό.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά