Δεν έχουν περάσει παρά λίγοι μήνες από τη δολοφονία ενός μικρού κοριτσιού Ρομά στην Άμφισσα. Παρόμοιο σκηνικό φαίνεται πως αυτή τη φορά επαναλήφθηκε με τραγικό τρόπο στην Κόρινθο. Ξανά ο δολοφόνος ήταν ντόπιος, ξανά το εγκληματικό μέσο ήταν μια καραμπίνα και ξανά το θύμα ήταν Ρομά. Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά μιλάμε για έναν 52χρονο άντρα και όχι για ένα μικρό κοριτσάκι.
Εκτός όμως από τα πραγματικά περιστατικά που παρουσιάζουν μια τρομακτική ομοιότητα, φαίνεται πως κοινά υπήρξαν και όλα τα συμπαρομαρτούντα του εγκλήματος. Δηλαδή η δικαιολόγηση της αυτοδικίας, η συγκάλυψη του ρατσισμού και η υποκρισία των αρχών, των κομμάτων και των ΜΜΕ.
Πραγματικά περιστατικά
Να τα πάρουμε όμως από την αρχή. Ένας Έλληνας, κάτοικος Κορίνθου, αντιλαμβανόμενος ότι δύο Ρομά επιδιώκουν να του κλέψουν κάποιες κότες, αρπάζει μια καραμπίνα, τους καταδιώκει, πυροβολεί προς το μέρος τους και τελικά σκοτώνει τον έναν από τους δύο. Έπειτα, με πλήρη συνείδηση των πράξεών του, συλλέγει το πτώμα, το κρύβει, καλύπτει τα ίχνη του όσο μπορεί και στη συνέχεια αρνείται στις αρχές την εγκληματική πράξη του. Ομολογεί μόνο, όταν οι αστυνομικοί του αποκαλύπτουν ότι βρέθηκε αίμα του νεκρού Ρομά στο βανάκι του.
Όσο τρομαχτικό κι αν ακούγεται, κυκλοφορούν ανάμεσά μας άνθρωποι που με απίστευτη ευκολία σηκώνουν μια καραμπίνα και πυροβολούν, παίρνοντας το νόμο στα χέρια τους. Αυτή η ροπή στην αυτοδικία όμως δεν είναι έμφυτη. Καλλιεργείται εντατικά από ένα σύστημα που αξιολογεί την ανθρώπινη ζωή με βάση την εθνικότητα, το χρώμα του δέρματος ή τη θρησκεία. Κάπως έτσι κάποιοι αισθάνονται προνομιούχοι έναντι κάποιων άλλων. Κάποιοι πιστεύουν ότι «τους παίρνει» να σηκώσουν όπλο, προκειμένου να υπερασπίσουν αξίες αδιαπραγμάτευτες στον σύγχρονο καπιταλισμό, όπως είναι η ιδιοκτησία, η οικογένεια και η πατρίδα. Το χέρι του δολοφόνου οπλίστηκε από τα παραπάνω.
Διάχυτη υποκρισία
Εκτός από τη δολοφονία του 52χρονου Ρομά, οργή προκαλεί και η διαχείριση του όλου ζητήματος από τις αρχές και τα ΜΜΕ. Φαίνεται πως όταν ο δολοφόνος είναι Έλληνας, τυγχάνει μιας ιδιαίτερης μεταχείρισης από τις δικαστικές αρχές. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ μιλάμε για ένα φρικτό έγκλημα με καταδίωξη, πισώπλατους πυροβολισμούς και προσπάθεια κάλυψης εκ των υστέρων, ο ανακριτής, με τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα έκριναν ότι ο κατηγορούμενος μπορεί να αφεθεί ελεύθερος, χωρίς να προφυλακισθεί και να του επιβληθούν απλώς περιοριστικοί όροι. Θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια αρκετά επιεική απόφαση των δικαστικών αρχών, που σε άλλες περιπτώσεις έχουν εξαντλήσει την αυστηρότητά τους.
Την ίδια στιγμή τα ΜΜΕ προχωρούν σε μια δεύτερη δολοφονία του θύματος. Κορυφαία ΜΜΕ, αντί να ασχοληθούν δημοσιογραφικά με την εγκληματική πράξη, αναλαμβάνουν το ρόλο του αυτόκλητου ντεντέκτιβ και προβαίνουν σε σενάρια για το πώς προκλήθηκε ο δράστης. Πίσω από αυτά τα σενάρια χτίζεται το προφίλ του «φιλήσυχου πολίτη που δεν είχε πειράξει ποτέ ούτε μυρμήγκι». Μόνο που πολλοί τέτοιοι «φιλήσυχοι πολίτες» κρύβουν μια καραμπίνα κάτω από το μαξιλάρι. Ακόμη πιο προκλητική ήταν η κάλυψη των γεγονότων έξω από το δικαστικό μέγαρο στην Κόρινθο. Οι εύλογες αντιδράσεις τη κοινότητας των Ρομά για τη δολοφονία ενός μέλους τους «ντύθηκε» με βαρύγδουπους τίτλους για «συγκρούσεις», «επεισόδια» και «μάχες» με την αστυνομία. Πίσω από όλο αυτό όμως βρίσκεται για μια ακόμη φορά η στοχοποίηση μιας ήδη περιθωριοποιημένης και αποκλεισμένης κοινωνικής ομάδας, αυτής των Ρομά.
Απάντηση σε αυτοδικία και ρατσισμό
Η αντιμετώπιση των επαναλαμβανόμενων φαινομένων αυτοδικίας έναντι των Ρομά δεν βρίσκεται σε ατάκες ίσων αποστάσεων από θεσμικούς παράγοντες και εκπροσώπους της κυβέρνησης. Αυτοί που ευθύνονται για τη διαρκή φτωχοποίηση, τη συντήρηση των διακρίσεων και την άνοδο του κοινωνικού αυτοματισμού, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να κρύβονται πίσω από τις ευθύνες τους. Το ζήτημα δεν είναι «η ομαλή ένταξη των Ρομά» σε μια κοινωνία που ανέχεται την αυτοδικία, τη βία και το ρατσισμό. Το ζήτημα είναι η κοινή πάλη μαζί με τους Ρομά απέναντι στις πολιτικές που οπλίζουν «φιλήσυχους πολίτες που δεν είχαν δώσει δικαιώματα».
Η Αριστερά οφείλει να πάρει πρωτοβουλίες και να συνδεθεί με τους Ρομά. Δεν είναι ζήτημα φιλανθρωπίας, αλλά ταξικής αλληλεγγύης και αντιρατσιστικής πολιτικής. Οι αυτόκλητοι υπερασπιστές του νόμου και οι κάθε λογής «νταήδες» που δεν διστάζουν να πυροβολούν και μάλιστα κατά κύριο λόγο φτωχούς, μετανάστες ή Ρομά, πρέπει να λάβουν μια ηχηρή πολιτική απάντηση. Όσο αυτή η απάντηση δεν συγκροτείται και δεν εκφράζεται στο δρόμο και στο κίνημα, τόσο θα αυξάνεται ο αριθμός των θυμάτων ενός συστήματος που δεν σέβεται και δεν αναγνωρίζει συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά