Ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, σε ποίημά του, αναζητώντας προφανώς κάποια αγάπη του, και ψάχνοντας απεγνωσμένα μήπως ακούσει ή του πουν κάτι σχετικό, απευθυνόμενος νοερά προς αυτήν καταλήγει: «[…] Και έτσι βυθίζομαι στην άβυσσο μ’ απόγνωση αφού μακριά σου έτσι κι αλλιώς είμαι χαμένος η αγάπη είναι ένας σκύλος απ’ την κόλαση και εγώ έχω φτάσει εκεί και την προσμένω».

Σε ομα­δι­κή ει­κα­στι­κή Έκ­θε­ση, στο Μου­σείο Φρυ­σί­ρα, στην οποία συμ­με­τέ­χουν 38 καλ­λι­τέ­χνες από την Ελ­λά­δα και την υπό­λοι­πη Ευ­ρώ­πη, και η οποία πε­ρι­λαμ­βά­νει  92 έργα Αφιε­ρω­μέ­να στη γυ­ναί­κα και στον ερω­τι­σμό του γυ­μνού γυ­ναι­κεί­ου σώ­μα­τος, ο τί­τλος της είναι δα­νει­σμέ­νος από την ποι­η­τι­κή συλ­λο­γή του Μπου­κόφκ­σι: «Η αγάπη είναι ένας σκύ­λος από την κό­λα­ση».

Είναι γε­γο­νός ότι το σώμα της γυ­ναί­κας, και λι­γό­τε­ρο του άντρα, υπήρ­ξε πηγή έμπνευ­σης για καλ­λι­τέ­χνες, συγ­γρα­φείς και ποι­η­τές, ενώ «ως αντι­κεί­με­νο του πόθου, απα­σχο­λού­σε ανέ­κα­θεν την τέχνη και έχει απει­κο­νι­στεί με όλους τους πι­θα­νούς τρό­πους σε κάθε εποχή», όπως επι­ση­μαί­νε­ται στο Δελ­τίο Τύπου.

Πράγ­μα­τι, η εν λόγω Έκ­θε­ση ανα­δει­κνύ­ει όλα τα συ­ναι­σθή­μα­τα (έρωτα, πάθος, φα­ντα­σί­ω­ση, τρυ­φε­ρό­τη­τα, έλξη, εγ­γύ­τη­τα, ανα­στά­τω­ση, αμη­χα­νία κλπ.), ενώ υπάρ­χουν όλα τα θέ­μα­τα γύρω από το γυ­ναι­κείο γυμνό: γυ­ναί­κα ερω­τι­κή, αι­νιγ­μα­τι­κή, θεϊκή, εξω­τι­κή, προ­κλη­τι­κή, ποι­η­τι­κή, γλυ­κιά, μο­να­χι­κή, αν­θι­σμέ­νη.

Όμως, όλα αυτά κά­νουν την Αγάπη ένα σκύλο από την κό­λα­ση; Μπο­ρεί να είναι η αγάπη κό­λα­ση; Κό­λα­ση, σε μια «σχέση», ση­μαί­νει πολλά και εν πολ­λοίς αντι­φα­τι­κά πράγ­μα­τα: από­γνω­ση, απελ­πι­σία, κε­νό­τη­τα, φόβο, κυ­ριαρ­χία, εξάρ­τη­ση, μο­να­ξιά, εν­δο­τι­σμό άνευ όρων, και κυ­ρί­ως έλ­λει­ψη χαράς και ικα­νο­ποί­η­σης. Δη­λα­δή, είναι το αντί­θε­το της Αγά­πης, η οποία είναι νοιά­ξι­μο, μοί­ρα­σμα, φρο­ντί­δα, και διά­θε­ση ερω­τι­κού χρό­νου. Μά­λι­στα, είναι και αντι­φα­τι­κή η πα­ρο­μοί­ω­ση με «σκύλο από την κό­λα­ση», διότι ο σκύ­λος είναι ο ορι­σμός της αγά­πης, της πί­στης, της απο­δο­χής και της αφο­σί­ω­σης. Μπο­ρεί, τε­λι­κά, η κό­λα­ση να είναι αυτό που λέει ο Jean Rustin, πως «πίσω από την γοη­τεία του γυ­μνού σώ­μα­τος, υπάρ­χουν εί­κο­σι και πα­ρα­πά­νω αιώ­νες νε­κρών Χρι­στών, βα­σα­νι­σμέ­νων μαρ­τύ­ρων, αι­μα­τη­ρών επα­να­στά­σε­ων, σφα­γών, θρυμ­μα­τι­σμέ­νων ονεί­ρων, και πως μέσα στο σώμα, στην σάρκα γρά­φε­ται τε­λι­κά η ιστο­ρία των αν­θρώ­πων και ίσως και η ιστο­ρία της Τέ­χνης».

Η Αμά­ντα Μι­χα­λο­πού­λου, σε κεί­με­νό της στο Λεύ­κω­μα, το οποίο πε­ρι­λαμ­βά­νει έργα της Έκ­θε­σης, και έχει τίτλο, «Η εκ­δρο­μή των κο­ρι­τσιών που χά­θη­καν», πε­ρι­γρά­φο­ντας την προ­σω­πι­κή της αί­σθη­ση, λέει με­τα­ξύ άλλων τα εξής: «Τα γυ­ναι­κεία σώ­μα­τα είναι εγ­γυ­ή­σεις ζωής: το πρω­το­νιώ­σα­με στην εγκυ­μο­σύ­νη και μετά, όταν γεν­νή­σα­με. Πα­ρα­τη­ρή­σα­με στις κόρες μας τα στά­δια ανά­πτυ­ξης που απο­σιω­πή­σα­με, την έκρη­ξη των ορ­μο­νών, τη θη­λυ­κό­τη­τα σε όλο της το με­γα­λείο. Στο με­τα­ξύ, τα δικά μας σώ­μα­τα άρ­χι­σαν να πά­σχουν και να ωρι­μά­ζουν επι­κίν­δυ­να. Κά­ποιες από εμάς αρ­ρώ­στη­σαν, εγ­χει­ρί­στη­καν, έχα­σαν έναν μαστό ή και δύο, άρ­χι­σαν οι υστε­ρε­κτο­μές. Στον κα­θρέ­φτη άρ­χι­σε να αντι­κα­το­πτρί­ζε­ται το σώμα της μη­τέ­ρας μας: η κυτ­τα­ρί­τι­δα, η κοι­λιά, οι πρώ­τες ζάρες στον λαιμό και στο εσω­τε­ρι­κό της μα­σχά­λης. […] Με­γα­λώ­νου­με τις κόρες μας, τις κρυ­φο­κοι­τά­ζου­με όταν ντύ­νο­νται, θαυ­μά­ζου­με το σφι­χτό τσι­τω­μέ­νο δέρμα. Έτσι ήμουν κι εγώ, λέμε.

[…] Αλλά κου­βα­λά­με μέσα μας τα κο­ρί­τσια που υπήρ­ξα­με, τις πα­λιές φω­το­γρα­φί­ες μας με μαγιό. Την εκ­δρο­μή των κο­ρι­τσιών που χά­θη­καν. Άλ­λω­στε δεν χά­θη­καν. Σκιρ­τούν και ξυ­πνά­νε στην πρώτη ευ­και­ρία».

Ετικέτες