Κατά τον περασμένο αιώνα, οι ιστορίες για το 1917 συνήθως στηρίζονταν στους σοσιαλιστές στην Πετρούπολη και στη Ρωσία. Όμως η Ρωσική αυτοκρατορία αποτελείτο κυρίως από μη Ρώσους και οι εξεγέρσεις στην περιφέρεια της αυτοκρατορίας ήταν σχεδόν εξίσου εκρηκτικές με εκείνες του κέντρου. Η ανατροπή του Τσάρου τον Φλεβάρη του 1917 απελευθέρωσε ένα επαναστατικό κύμα που άμεσα κατέκλυσε ολόκληρη την Ρωσία. Ίσως η πιο ξεχωριστή από τις εξεγέρσεις αυτές ήταν η Φινλανδική Επανάσταση, την οποία ένας ακαδημαϊκός χαρακτήρισε τον «πιο ξεκάθαρα ταξικό πόλεμο της Ευρώπης στον 20ο αιώνα.»

Η Φι­λαν­δι­κή Εξαί­ρε­ση

Οι Φι­λαν­δοί απο­τε­λούν ξε­χω­ρι­στή πε­ρί­πτω­ση συ­γκρι­τι­κά με όλες τις  άλλες εθνό­τη­τες υπό την κυ­ριαρ­χία του Τσά­ρου. Προ­σαρ­τη­μέ­νη από την Σου­η­δία το 1809, η Φι­λαν­δία είχε εξα­σφα­λί­σει αυ­το­νο­μία, πο­λι­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες και τε­λι­κά ακόμα και το δικό της δη­μο­κρα­τι­κά εκλεγ­μέ­νο κοι­νο­βού­λιο. Αν και ο Τσά­ρος επι­χεί­ρη­σε να πε­ριο­ρί­σει την αυ­το­νο­μία της, η πο­λι­τι­κή ζωή στο Ελ­σίν­κι θύ­μι­ζε πε­ρισ­σό­τε­ρο  το Βε­ρο­λί­νο από την Πε­τρού­πο­λη.

Σε μία εποχή που οι σο­σια­λι­στές σε άλλα μέρη της αυ­το­κρα­το­ρι­κής Ρω­σί­ας ήταν ανα­γκα­σμέ­νοι να ορ­γα­νώ­νο­νται σε πα­ρά­νο­μα κόμ­μα­τα, διω­κό­με­νοι από την μυ­στι­κή αστυ­νο­μία, το Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό Κόμμα της Φι­λαν­δί­ας  (SDP) δρα­στη­ριο­ποιό­ταν ανοι­χτά και νό­μι­μα. Όπως και η γερ­μα­νι­κή Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία, οι Φι­λαν­δοί από το 1899 και μετά ανέ­πτυ­ξαν ένα μα­ζι­κό κόμμα της ερ­γα­τι­κής τάξης , με συ­μπα­γή ερ­γα­τι­κή κουλ­τού­ρα,  με τα δικά του κέ­ντρα συ­να­θροί­σε­ων, τις δικές του ομά­δες γυ­ναι­κών, χο­ρω­δί­ες και αθλη­τι­κές ομά­δες.

Από πο­λι­τι­κή άποψη το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα των Φι­λαν­δών ήταν προ­σα­να­το­λι­σμέ­νο σε μία κοι­νο­βου­λευ­τι­κή στρα­τη­γι­κή στα­δια­κής επι­μόρ­φω­σης και ορ­γά­νω­σης των ερ­γα­τών. Η πο­λι­τι­κή του αρ­χι­κά ήταν με­τριο­πα­θής: η συ­ζή­τη­ση περί επα­νά­στα­σης ήταν σπά­νια και η συ­νερ­γα­σία με τους φι­λε­λεύ­θε­ρους συχνή.

Όμως το SDP  υπήρ­ξε μο­να­δι­κό με­τα­ξύ των μα­ζι­κών νό­μι­μων σο­σια­λι­στι­κών κομ­μά­των της Ευ­ρώ­πης επει­δή απέ­κτη­σε πιο μα­χη­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα στα χρό­νια πριν τον Πρώτο Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο. Αν η Φι­λαν­δία δεν απο­τε­λού­σε τμήμα της Τσα­ρι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας, είναι πι­θα­νό η Φι­λαν­δι­κή Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία να είχε ακο­λου­θή­σει ένα με­τριο­πα­θές μο­νο­πά­τι,  πα­ρό­μοιο με εκεί­νο των πε­ρισ­σο­τέ­ρων δυ­τι­κο-ευ­ρω­παι­κών σο­σια­λι­στι­κών κομ­μά­των, όπου τα ρι­ζο­σπα­στι­κά στοι­χεία πε­ρι­θω­ριο­ποιού­νταν όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο μέσα από την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή εν­σω­μά­τω­ση και την γρα­φειο­κρα­τι­κο­ποί­η­ση.

Όμως η συμ­με­το­χή στην Επα­νά­στα­ση του 1905 ώθησε το κόμμα προς τα αρι­στε­ρά. Κατά την γε­νι­κή απερ­γία του Νο­έμ­βρη 1905, ένας Φι­λαν­δός σο­σια­λι­στής ηγέ­της έγρα­φε εντυ­πω­σια­σμέ­νος από την λαϊκή εξέ­γερ­ση:

Ζούμε σε μία εξαι­ρε­τι­κή χρο­νι­κή πε­ρί­ο­δο… Άν­θρω­ποι τα­πει­νοί, που αδια­μαρ­τύ­ρη­τα σή­κω­ναν το βάρος της δου­λεί­ας ξαφ­νι­κά απο­τί­να­ξαν τον ζυγό από πάνω τους. Ομά­δες που μέχρι σή­με­ρα έτρω­γαν ρίζες, τώρα ζη­τά­νε ψωμί.

Στον από­η­χο της Επα­νά­στα­σης του 1905, με­τριο­πα­θείς σο­σια­λι­στές βου­λευ­τές, ηγέ­τες συν­δι­κά­των και αξιω­μα­τού­χοι βρέ­θη­καν να είναι μία μειο­ψη­φία μέσα στο SDP. Επι­διώ­κο­ντας να εφαρ­μό­σει στην πράξη την στρα­τη­γι­κή του Γερ­μα­νού θε­ω­ρη­τι­κού Καρλ Κά­ου­τσκι, από το 1906 και μετά, το κόμμα υιο­θέ­τη­σε νό­μι­μες τα­κτι­κές και έναν κοι­νο­βου­λευ­τι­κό προ­σα­να­το­λι­σμό με έντο­νο το στοι­χείο της πάλης των τά­ξε­ων. «Το τα­ξι­κό μίσος είναι κα­λο­δε­χού­με­νο και είναι αρετή», δια­κή­ρυτ­τε ένα κομ­μα­τι­κό δη­μο­σί­ευ­μα.

Μόνο ένα ανε­ξάρ­τη­το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, τό­νι­ζε το SDP, μπο­ρού­σε να προ­ω­θή­σει τα συμ­φέ­ρο­ντα των ερ­γα­τών, να προ­α­σπί­σει και να επε­κτεί­νει την αυ­το­νο­μία της Φι­λαν­δί­ας από την Ρωσία και να εξα­σφα­λί­σει πλήρη πο­λι­τι­κή δη­μο­κρα­τία. Μία σο­σια­λι­στι­κή επα­νά­στα­ση θα έπρε­πε να είναι ο τε­λι­κός στό­χος, αλλά μέχρι τότε το κόμμα θα έπρε­πε με­θο­δι­κά να φρο­ντί­ζει για την ανά­πτυ­ξη του και να απο­φεύ­γει πρό­ω­ρες συ­γκρού­σεις με την άρ­χου­σα τάξη.

Αυτή η στρα­τη­γι­κή της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας – με το μα­χη­τι­κό της μή­νυ­μα και τις αργές αλλά στα­θε­ρές με­θό­δους- είχε θε­α­μα­τι­κή επι­τυ­χία στην Φι­λαν­δία. Το 1907 πάνω από 100.000 ερ­γά­τες είχαν εντα­χθεί στο κόμμα, κά­νο­ντας το την με­γα­λύ­τε­ρη σο­σια­λι­στι­κή ορ­γά­νω­ση σε ανα­λο­γία προς τον πλη­θυ­σμό στον κόσμο. Τον Ιού­λιο του 1916 το Φι­λαν­δι­κό Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό κόμμα έγρα­ψε ιστο­ρία κα­τα­κτώ­ντας για πρώτη φορά στην ιστο­ρία την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή πλειο­ψη­φία . Όμως λόγω των πρό­σφα­των χρό­νων της Τσα­ρι­κής «Ρω­σο­ποί­η­σης»,  στο με­γα­λύ­τε­ρο μέρος της η κρα­τι­κή εξου­σία στην Φι­λαν­δία ήταν στα χέρια της Ρω­σι­κής διοί­κη­σης. Μόνο το 1917 το SDP αντι­με­τώ­πι­σε τις προ­κλή­σεις της σο­σια­λι­στι­κής κοι­νο­βου­λευ­τι­κής πλειο­ψη­φί­ας μέσα σε μία κα­πι­τα­λι­στι­κή κοι­νω­νία.

Οι Πρώ­τοι Μήνες

Η εί­δη­ση από την εξέ­γερ­ση του Φλε­βά­ρη στην γει­το­νι­κή Πε­τρού­πο­λη αιφ­νι­δί­α­σε την Φι­λαν­δία. Μόλις όμως οι φήμες επι­βε­βαιώ­θη­καν, Ρώσοι στρα­τιώ­τες σταθ­μευ­μέ­νοι στο Ελ­σίν­σι προ­χώ­ρη­σαν σε ανταρ­σία ενά­ντια στους αξιω­μα­τι­κούς τους, όπως πε­ρι­γρά­φει ένας αυ­τό­πτης μάρ­τυ­ρας:

Το πρωί, στρα­τιώ­τες και ναύ­τες πα­ρέ­λα­σαν στους δρό­μους με κόκ­κι­νες ση­μαί­ες τρα­γου­δώ­ντας την Μασ­σα­λιώ­τι­δα, άλλοι στοι­χη­μέ­νοι άλλοι σε σκόρ­πιες ομά­δες, μοι­ρά­ζο­ντας στον κόσμο κόκ­κι­νες κορ­δέ­λες. Πε­ρι­πο­λί­ες από οπλι­σμέ­νους γα­λα­ζο­χί­τω­νες ξε­χύ­θη­καν σε ολό­κλη­ρη την πόλη, αφο­πλί­ζο­ντας όλους τους αξιω­μα­τι­κούς, που όταν πρό­βα­λαν την πα­ρα­μι­κρή αντί­δρα­ση ή αρ­νού­νταν να πά­ρουν το κόκ­κι­νο σύμ­βο­λο, εκτε­λού­νταν επί τόπου και αφή­νο­νταν εκεί.

Ρώσοι διοι­κη­τι­κοί  υπάλ­λη­λοι εκ­διώ­χθη­καν, Ρώσοι στρα­τιώ­τες σταθ­μευ­μέ­νοι στην Φι­λαν­δία δια­κή­ρυ­ξαν την αλ­λη­λεγ­γύη τους με τα Σο­βιέτ της Πε­τρού­πο­λης και η φι­λαν­δι­κή αστυ­νο­μία εξαρ­θρώ­θη­κε από τα κάτω. Η μαρ­τυ­ρία από πρώτο χέρι για την επα­νά­στα­ση από τον συ­ντη­ρη­τι­κό συγ­γρα­φέα Henning Soderhjelm το 1918 – μία ανε­κτί­μη­τη έκ­φρα­ση των από­ψε­ων της Φι­λαν­δι­κής ελιτ – θρη­νού­σε την απώ­λεια του κρα­τι­κού μο­νο­πω­λί­ου της βίας:

Ήταν συ­γκε­κρι­μέ­νος ο στό­χος (του φι­λαν­δι­κού SDP) να εξαρ­θρώ­σει πλή­ρως την αστυ­νο­μία. Η αστυ­νο­μία, που είχε εκ­διω­χθεί από τους Ρώ­σους στρα­τιώ­τες στην απαρ­χή της επα­νά­στα­σης, δεν ξα­να­συ­στά­θη­κε ποτέ. Ο «λαός» δεν είχε εμπι­στο­σύ­νη στον θεσμό αυτό και στην θέση ενός το­πι­κού σώ­μα­τος για την δια­τή­ρη­ση της τάξης δη­μιουρ­γή­θη­κε μία «πο­λι­το­φυ­λα­κή», οι άν­δρες της οποί­ας έπρε­πε να ανή­κουν στο Ερ­γα­τι­κό Κόμμα.

Τι θα μπο­ρού­σε να πάρει την θέση της πα­λιάς το­πι­κής Ρω­σι­κής διοί­κη­σης; Ορι­σμέ­νοι ρι­ζο­σπά­στες πί­ε­ζαν για μία Κόκ­κι­νη Κυ­βέρ­νη­ση, όμως ήταν  μειο­ψη­φία. Όπως και στην υπό­λοι­πη αυ­το­κρα­το­ρία, η Φι­λαν­δία τον Μάρτη κα­τα­κλύ­στη­κε από την έκ­κλη­ση για «εθνι­κή ενό­τη­τα». Με την ελ­πί­δα της δια­σφά­λι­σης μίας ευ­ρεί­ας αυ­το­νο­μί­ας από την νέα Προ­σω­ρι­νή Κυ­βέρ­νη­ση στη Ρωσία , μία πτέ­ρυ­γα των με­τριο­πα­θών ηγε­τών του SDP δια­φο­ρο­ποι­ή­θη­κε από την μα­κρό­χρο­νη θέση του κόμ­μα­τος και εντά­χθη­κε στην κυ­βέρ­νη­ση συ­να­σπι­σμού με τους Φι­λαν­δούς φι­λε­λεύ­θε­ρους. Διά­φο­ροι ρι­ζο­σπά­στες σο­σια­λι­στές απο­κή­ρυ­ξαν την κί­νη­ση αυτή ως «προ­δο­σία» και κα­τά­φω­ρη πα­ρα­βί­α­ση των Μαρ­ξι­στι­κών αρχών του SDP – άλλοι ηγέ­τες πρώ­της γραμ­μής όμως συ­ντά­χθη­καν με την εί­σο­δο στην κυ­βέρ­νη­ση προ­κει­μέ­νου να απο­τρα­πεί ένα ρήγμα μέσα στο κόμμα.

Ο πο­λι­τι­κός μήνας του μέ­λι­τος στην Φι­λαν­δία ήταν βρα­χύ­βιος. Η νέα κυ­βέρ­νη­ση συ­να­σπι­σμού γρή­γο­ρα βρέ­θη­κε ανά­με­σα στα δια­σταυ­ρού­με­να πυρά της τα­ξι­κής πάλης καθώς πρω­το­φα­νείς εκ­δη­λώ­σεις μα­χη­τι­κό­τη­τας ξέ­σπα­σαν στους χώ­ρους δου­λειάς στη Φι­λαν­δία, στους δρό­μους και στις αγρο­τι­κές πε­ριο­χές. Με­ρί­δα Φι­λαν­δών σο­σια­λι­στών εστί­α­σε τις προ­σπά­θειες της στην ορ­γά­νω­ση πο­λι­το­φυ­λα­κών από ένο­πλους ερ­γά­τες. Άλλοι προ­ω­θού­σαν τις απερ­γί­ες, τον μα­χη­τι­κό συν­δι­κα­λι­σμό και τον ακτι­βι­σμό στους χώ­ρους δου­λειάς. Ο Soderhjelm πε­ρι­γρά­φει την δυ­να­μι­κή αυτή:

Το προ­λε­τα­ριά­το δεν πα­ρα­κα­λού­σε και δεν προ­σευ­χό­ταν πια, αλλά διεκ­δι­κού­σε και απαι­τού­σε. Δεν νο­μί­ζω ποτέ άλ­λο­τε, ένας ερ­γά­της να ένοιω­σε τόσο γε­μά­τος από εξου­σία όσο το 1917 στην Φι­λαν­δία.

Η φι­λαν­δι­κή ελίτ είχε αρ­χι­κά ελ­πί­σει ότι η εί­σο­δος των με­τριο­πα­θών σο­σια­λι­στών στην κυ­βέρ­νη­ση συ­να­σπι­σμού θα ανά­γκα­ζε το SDP να εγκα­τα­λεί­ψει την γραμ­μή του τα­ξι­κού αγώνα. Ο Soderhjelm εξέ­φρα­ζε την απο­γο­ή­τευ­ση του για την διά­ψευ­ση αυτών των ελ­πί­δων:

Η κυ­ριαρ­χία του πραγ­μα­τι­κού όχλου κα­θιε­ρώ­θη­κε με απρό­σμε­νη τα­χύ­τη­τα. ..Πάνω από όλα υπεύ­θυ­νη ήταν η τα­κτι­κή του Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος… Ακόμα κι αν το Ερ­γα­τι­κό Κόμμα τη­ρού­σε μία σχε­τι­κά αξιο­πρε­πή στάση στις επί­ση­μες εκ­δη­λώ­σεις του, δεν έπαυε να συ­νε­χί­ζει με θέρμη την εξε­γερ­τι­κή πο­λι­τι­κή του κατά της αστι­κής τάξης.

Ενώ οι με­τριο­πα­θείς σο­σια­λι­στές μέσα στην νέα κυ­βέρ­νη­ση, αλλά και οι σύμ­μα­χοι τους στην ηγε­σία του Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος,  επε­δί­ω­ξαν να κα­τευ­νά­σουν την λαϊκή εξέ­γερ­ση, η άκρα αρι­στε­ρά του κόμ­μα­τος επί­μο­να ζη­τού­σε ρήξη με την αστι­κή τάξη. Ανά­με­σα στους δύο αυ­τούς σο­σια­λι­στι­κούς πό­λους υπήρ­χε ένα άμορ­φο κε­ντρώο ρεύμα που πα­ρεί­χε πε­ριο­ρι­σμέ­νη στή­ρι­ξη στην νέα κυ­βέρ­νη­ση. Και πα­ρό­τι οι πε­ρισ­σό­τε­ροι ηγέ­τες του SDP σε γε­νι­κές γραμ­μές έδι­ναν προ­τε­ραιό­τη­τα στην κοι­νο­βου­λευ­τι­κή αρένα, η πλειο­ψη­φία στή­ρι­ζε – ή του­λά­χι­στον ακο­λου­θού­σε –την εξέ­γερ­ση από τα κάτω.

Μπρο­στά στο ανα­πά­ντε­χο αυτό κύμα αντί­στα­σης, η αστι­κή τάξη της Φι­λαν­δί­ας έγινε όλο και πιο επι­θε­τι­κή και αδιάλ­λα­κτη. Ο ιστο­ρι­κός Maurice Carrez δια­πι­στώ­νει ότι η Φι­λαν­δι­κή άρ­χου­σα τάξη δεν συμ­βι­βά­στη­κε ποτέ με την ιδέα «να μοι­ρά­ζε­ται την εξου­σία με έναν πο­λι­τι­κό σχη­μα­τι­σμό που θε­ω­ρού­σε ότι ήταν ο διά­βο­λος προ­σω­πο­ποι­η­μέ­νος.»

Τα­ξι­κή Πό­λω­ση

Η κα­τάρ­ρευ­ση της φι­λαν­δι­κής κυ­βέρ­νη­σης συ­να­σπι­σμού ξε­κί­νη­σε το κα­λο­καί­ρι. Προς τον Αύ­γου­στο το σύ­στη­μα προ­μη­θειών τρο­φί­μων της αυ­το­κρα­το­ρί­ας είχε κα­ταρ­ρεύ­σει και οι Φι­λαν­δοί ερ­γά­τες βρί­σκο­νταν μπρο­στά στο φάσμα της λι­μο­κτο­νί­ας. Στις αρχές του μήνα είχαν ξε­σπά­σει τα­ρα­χές για τις ελ­λεί­ψεις τρο­φί­μων και η ορ­γά­νω­ση του SDP στο Ελ­σίν­κι κα­τήγ­γει­λε την άρ­νη­ση της κυ­βέρ­νη­σης να λάβει δρα­στι­κά μέτρα για την αντι­με­τώ­πι­ση της κρί­σης. «Οι πει­να­σμέ­νες μάζες των ερ­γα­τών σύ­ντο­μα έχα­σαν κάθε εμπι­στο­σύ­νη στην κυ­βέρ­νη­ση συ­να­σπι­σμού,» ανα­φέ­ρει ο Otto Kuusinen, βα­σι­κός αρι­στε­ρός θε­ω­ρη­τι­κός του SDP, ο οποί­ος τον επό­με­νο χρόνο προ­χώ­ρη­σε στην ίδρυ­ση του κι­νή­μα­τος των Φι­λαν­δών Κομ­μου­νι­στών.

Η αδιαλ­λα­ξία των σο­σια­λι­στών στον αγώνα για εθνι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση κλι­μά­κω­νε πε­ραι­τέ­ρω την τα­ξι­κή πό­λω­ση. Οι Φι­λαν­δοί σο­σια­λι­στές αγω­νί­στη­καν σκλη­ρά για να βά­λουν τέλος στις συ­νε­χι­ζό­με­νες πα­ρεμ­βά­σεις της Ρω­σι­κής κυ­βέρ­νη­σης στις εσω­τε­ρι­κές τους υπο­θέ­σεις. Κερ­δί­ζο­ντας την ανε­ξαρ­τη­σία τους ευ­ελ­πι­στού­σαν ότι θα αξιο­ποιού­σαν την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή τους πλειο­ψη­φία – και τον έλεγ­χο που είχαν στις ερ­γα­τι­κές πο­λι­το­φυ­λα­κές – για να προ­ω­θή­σουν ένα φι­λό­δο­ξο πρό­γραμ­μα πο­λι­τι­κών και κοι­νω­νι­κών με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων.

Ένας σο­σια­λι­στής ηγέ­της εξη­γεί τον Ιού­λιο ότι «μέχρι τότε εί­χα­με ανα­γκα­στεί να πο­λε­μή­σου­με σε δύο μέ­τω­πα – κατά της δικής μας αστι­κής τάξης και κατά της Ρω­σι­κής κυ­βέρ­νη­σης. Αν θέ­λου­με ο τα­ξι­κός μας αγώ­νας να είναι νι­κη­φό­ρος, αν μπο­ρέ­σου­με να συ­γκε­ντρώ­σου­με όλες μας τις δυ­νά­μεις σε ένα μέ­τω­πο, κατά της δικής μας αστι­κής τάξης, πρέ­πει να έχου­με την ανε­ξαρ­τη­σία μας, κάτι για το οποίο η Φι­λαν­δία είναι πλέον έτοι­μη.»

Αλλά και οι συ­ντη­ρη­τι­κοί και οι φι­λε­λεύ­θε­ροι της Φι­λαν­δί­ας ήθε­λαν για τους δι­κούς τους λό­γους να ενι­σχυ­θεί η αυ­το­νο­μία της Φι­λαν­δί­ας. Δεν ήταν όμως δια­τε­θει­μέ­νοι να στρα­φούν σε επα­να­στα­τι­κές με­θό­δους για την επί­τευ­ξη αυτού του στό­χου, ούτε σε γε­νι­κές γραμ­μές στή­ρι­ζαν την γραμ­μή του SDP για πλήρη ανε­ξαρ­τη­σία.

Η σύ­γκρου­ση ήρθε τε­λι­κά τον Ιού­λιο. Στο κοι­νο­βού­λιο της Φι­λαν­δί­ας η σο­σια­λι­στι­κή πλειο­ψη­φία πρό­τει­νε τον κο­ρυ­φαίο νόμο valtaki (Νόμος της Εξου­σί­ας) που μο­νο­με­ρώς δια­κή­ρυτ­τε την πλήρη ανε­ξαρ­τη­σία της Φι­λαν­δί­ας. Παρά την σφο­δρή αντί­θε­ση της συ­ντη­ρη­τι­κής μειο­ψη­φί­ας στο κοι­νο­βού­λιο, το valtaki εγκρί­θη­κε στις 18 Ιου­λί­ου. Όμως η Ρω­σι­κή Προ­σω­ρι­νή κυ­βέρ­νη­ση , υπό του Αλε­ξά­ντερ Κε­ρέν­σκι, απέρ­ρι­ψε αμέ­σως την ισχύ του valtaki και απεί­λη­σε να κα­τα­λά­βει την Φι­λαν­δία αν η από­φα­ση αυτή δεν γι­νό­ταν σε­βα­στή.

Όταν οι Φι­λαν­δοί σο­σια­λι­στές αρ­νή­θη­καν να κά­νουν πίσω ή να απο­κη­ρύ­ξουν το valtaki, οι φι­λε­λεύ­θε­ροι και οι συ­ντη­ρη­τι­κοί της Φι­λαν­δί­ας άδρα­ξαν την ευ­και­ρία. Με την ελ­πί­δα ότι θα απο­μό­νω­ναν το SDP και θα έβα­ζαν τέλος στην κοι­νο­βου­λευ­τι­κή του πλειο­ψη­φία, στή­ρι­ξαν με κυ­νι­σμό, νο­μι­μο­ποιώ­ντας με αυτόν τον τρόπο, την από­φα­ση του Κε­ρέν­σκι να δια­λύ­σει το δη­μο­κρα­τι­κά εκλεγ­μέ­νο φι­λαν­δι­κό κοι­νο­βού­λιο. Νέες εκλο­γές προ­κη­ρύ­χθη­καν στις οποί­ες οι μη σο­σια­λι­στές κέρ­δι­σαν με μικρή μόνο πλειο­ψη­φία.

Η διά­λυ­ση του φι­λαν­δι­κού κοι­νο­βου­λί­ου απο­τέ­λε­σε ένα κρί­σι­μο σταυ­ρο­δρό­μι. Μέχρι εκεί­νη την στιγ­μή υπήρ­χαν πολ­λές ελ­πί­δες με­τα­ξύ των ερ­γα­τών και των εκ­προ­σώ­πων τους ότι το κοι­νο­βού­λιο μπο­ρού­σε να αξιο­ποι­η­θεί σαν όχημα για την κοι­νω­νι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση. Ο Kuusinen το εξη­γεί λέ­γο­ντας:

Η αστι­κή τάξη δεν διέ­θε­τε ούτε στρα­τό, ούτε καν μία αστυ­νο­μι­κή δύ­να­μη στην οποία θα μπο­ρού­σε να στη­ρι­χθεί …άρα όλα έδει­χναν ότι ήταν λο­γι­κό να πα­ρα­μεί­νου­με στον δο­κι­μα­σμέ­νο δρόμο της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής νο­μι­μό­τη­τας, στον οποίο η Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία έδει­χνε να κερ­δί­ζει την μία νίκη μετά την άλλη.

Όμως γι­νό­ταν όλο και πιο σαφές σε έναν αυ­ξα­νό­με­νο αριθ­μό ερ­γα­τών και κομ­μα­τι­κών στε­λε­χών ότι το κοι­νο­βού­λιο είχε εξα­ντλή­σει την χρη­σι­μό­τη­τα του.

Οι Σο­σια­λι­στές απο­κή­ρυ­ξαν το αντι-δη­μο­κρα­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα και κα­τήγ­γει­λαν την αστι­κή τάξη ότι συ­νερ­γά­στη­κε με το Ρω­σι­κό κρά­τος σε βάρος των εθνι­κών δι­καιω­μά­των της Φι­λαν­δί­ας και των δη­μο­κρα­τι­κών θε­σμών. Σύμ­φω­να με το SDP οι νέες βου­λευ­τι­κές εκλο­γές ήταν πα­ρά­νο­μες και είχαν κερ­δη­θεί μέσα από εκτε­τα­μέ­νη εκλο­γι­κή νο­θεία. Στα μέσα Αυ­γού­στου το κόμμα διέ­τα­ξε όλα τα μέλη του να πα­ραι­τη­θούν από την κυ­βέρ­νη­ση. Εξί­σου ση­μα­ντι­κό είναι ότι οι Φι­λαν­δοί σο­σια­λι­στές όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο τάσ­σο­νταν στο πλευ­ρό των Μπολ­σε­βί­κων,  που ήταν το μόνο Ρω­σι­κό κόμμα που στή­ρι­ζε το αί­τη­μα τους για ανε­ξαρ­τη­σία. Καμία πλευ­ρά δεν ήταν πλέον δια­τε­θει­μέ­νη να υπο­χω­ρή­σει κι έτσι η μέχρι τότε ει­ρη­νι­κή Φι­λαν­δία όδευε προς μία επα­να­στα­τι­κή έκρη­ξη.

Η μάχη για την εξου­σία

Τον Οκτώ­βριο, η κρίση σε όλη την επι­κρά­τεια της Ρω­σι­κής αυ­το­κρα­το­ρί­ας είχε φθά­σει σε κλι­μά­κω­ση. Φι­λαν­δοί ερ­γά­τες στην πόλη και την ύπαι­θρο ζη­τού­σαν πιε­στι­κά από τους ηγέ­τες τους να κα­τα­λά­βουν την εξου­σία. Βί­αιες συ­γκρού­σεις άρ­χι­σαν να εκ­δη­λώ­νο­νται σε όλη την Φι­λαν­δία. Ωστό­σο πολ­λοί στην ηγε­σία του SDP συ­νέ­χι­ζαν να πι­στεύ­ουν ότι η στιγ­μή της επα­νά­στα­σης μπο­ρού­σε να κα­θυ­στε­ρή­σει έως ότου η ερ­γα­τι­κή τάξη θα ήταν κα­λύ­τε­ρη ορ­γα­νω­μέ­νη και οπλι­σμέ­νη. Άλλοι πάλι φο­βό­ντου­σαν να εγκα­τα­λεί­ψουν την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή αρένα. Στα τέλη Οκτω­βρί­ου αυτά ήταν τα λόγια του σο­σια­λι­στή ηγέτη Kullervo Manner:

Δεν μπο­ρού­με να απο­φύ­γου­με την επα­νά­στα­ση για πολύ ακόμα… Η πίστη στην αξία της ει­ρη­νι­κής δρά­σης έχει χαθεί και η ερ­γα­τι­κή τάξη αρ­χί­ζει να εμπι­στεύ­ε­ται μόνο τις δικές της δυ­νά­μεις… Αν κά­νου­με λάθος για την γρή­γο­ρη έλευ­ση της επα­νά­στα­σης, θα είμαι ευ­τυ­χής.

Μετά την κα­τά­λη­ψη της εξου­σί­ας από τους Μπολ­σε­βί­κους στα τέλη Οκτω­βρί­ου, όλα έδει­χναν ότι η Φι­λαν­δία ήταν η επό­με­νη στην σειρά. Χωρίς την στρα­τιω­τι­κή στή­ρι­ξη της Ρω­σι­κής Προ­σω­ρι­νής Κυ­βέρ­νη­σης, η φι­λαν­δι­κή ελίτ είχε επι­κίν­δυ­να απο­μο­νω­θεί. Οι Ρώσοι στρα­τιώ­τες – σταθ­μευ­μέ­νοι στην Φι­λαν­δία κατά δε­κά­δες χι­λιά­δες- στή­ρι­ζαν σε γε­νι­κές γραμ­μές τους Μπολ­σε­βί­κους και την έκ­κλη­ση τους για ει­ρή­νη. «Το κύμα του νι­κη­φό­ρου Μπολ­σε­βι­κι­σμού θα ρίξει νερό στον μύλο των σο­σια­λι­στών μας και είναι βέ­βαιο ότι θα τον κά­νουν να γυ­ρί­σει», έγρα­φε ένας Φι­λαν­δός φι­λε­λεύ­θε­ρος.

Οι οπα­δοί του SDP και οι Μπολ­σε­βί­κοι της Πε­τρού­πο­λης εκλι­πα­ρού­σαν τους Φι­λαν­δούς σο­σια­λι­στές ηγέ­τες να κα­τα­λά­βουν άμεσα στην εξου­σία. Όμως η ηγε­σία του κόμ­μα­τος αμ­φι­τα­λα­ντευό­ταν. Δεν ήταν ξε­κά­θα­ρο σε κα­νέ­ναν αν η κυ­βέρ­νη­ση των Μπολ­σε­βί­κων θα άντε­χε πάνω από με­ρι­κές ημέ­ρες. Οι με­τριο­πα­θείς σο­σια­λι­στές δεν άφη­ναν την ελ­πί­δα ότι μπο­ρού­σε να βρε­θεί μία ει­ρη­νι­κή κοι­νο­βου­λευ­τι­κή λύση. Ορι­σμέ­νοι ρι­ζο­σπά­στες υπο­στή­ρι­ζαν ότι η κα­τά­λη­ψη της εξου­σί­ας ήταν και εφι­κτή αλλά και άμεσα ανα­γκαία. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι ηγέ­τες αμ­φι­τα­λα­ντεύ­ο­νταν ανά­με­σα στις δύο αυτές επι­λο­γές.

Ο Kuusinen θυ­μά­ται την ανα­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα του κόμ­μα­τος στην κρί­σι­μη αυτή στιγ­μή: «Εμείς οι Σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες, ‘ενω­μέ­νοι στην βάση του τα­ξι­κού πο­λέ­μου’, πή­γα­με πρώτα προς την μία πλευ­ρά και μετά στην άλλη, γέρ­νο­ντας πρώτα από όλα έντο­να προς την επα­νά­στα­ση, για να κά­νου­με και πάλι πίσω στην συ­νέ­χεια.»

Αδύ­να­μο να κα­τα­λή­ξει σε συμ­φω­νία για μία ένο­πλη εξέ­γερ­ση, το κόμμα αντι­θέ­τως προ­κή­ρυ­ξε γε­νι­κή απερ­γία στις 14 Νο­εμ­βρί­ου υπέρ της δη­μο­κρα­τί­ας  και κατά της αστι­κής τάξης, υπερ των δρα­μα­τι­κών οι­κο­νο­μι­κών ανα­γκών των ερ­γα­τών και υπέρ της εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας της Φι­λαν­δί­ας. Η αντα­πό­κρι­ση από την βάση ήταν συ­ντρι­πτι­κή – μά­λι­στα πήγε πολύ πα­ρα­πέ­ρα από την σχε­τι­κά συ­γκρα­τη­μέ­νη έκ­κλη­ση για απερ­γία.

Η Φι­λαν­δία πα­ρέ­λυ­σε. Σε διά­φο­ρες πό­λεις, οι το­πι­κές ορ­γα­νώ­σεις του SDP και οι Ερυ­θροί Φρου­ροί κα­τέ­λα­βαν την εξου­σία, κα­τέ­λα­βαν κτί­ρια στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας και συ­νέ­λα­βαν τους αστούς πο­λι­τι­κούς.

Φαι­νό­ταν ότι αυτό το εξε­γερ­τι­κό μο­ντέ­λο θα επα­να­λαμ­βα­νό­ταν σύ­ντο­μα και στο Ελ­σίν­κι. Στις 16 Νο­έμ­βρη το Συμ­βού­λιο Γε­νι­κής Απερ­γί­ας στην πρω­τεύ­ου­σα ψή­φι­σε υπέρ της κα­τά­λη­ψης της εξου­σί­ας. Όμως όταν τα με­τριο­πα­θή συν­δι­κά­τα και οι σο­σια­λι­στές ηγέ­τες απο­κή­ρυ­ξαν την από­φα­ση αυτή και πα­ραι­τή­θη­καν από το σώμα, το συμ­βού­λιο υπα­να­χώ­ρη­σε την ίδια ημέρα. Απο­φάν­θη­κε ότι εφό­σον «μία τόσο με­γά­λη μειο­ψη­φία δια­φω­νεί, το Συμ­βού­λιο δεν μπο­ρεί σε αυτή την φάση να αρ­χί­σει την δια­δι­κα­σία κα­τά­λη­ψης της εξου­σί­ας από τους ερ­γά­τες, αλλά θα συ­νε­χί­σει να δρα με στόχο την αύ­ξη­ση των πιέ­σε­ων στην αστι­κή τάξη.» Σύ­ντο­μα μετά η απερ­γία ανα­κλή­θη­κε.

Ο Φι­λαν­δός ιστο­ρι­κός Hannu Soikkanen έχει το­νί­σει ότι η απερ­γία του Νο­έμ­βρη υπήρ­ξε μία με­γά­λη χα­μέ­νη ευ­και­ρία:

Δεν υπάρ­χει αμ­φι­βο­λία ότι αυτή ήταν η κα­λύ­τε­ρη στιγ­μή για τις ορ­γα­νώ­σεις των ερ­γα­τών να κα­τα­λά­βουν την εξου­σία. Η πίεση από την βάση ήταν τε­ρά­στια και το αγω­νι­στι­κό πνεύ­μα στα κα­λύ­τε­ρα του… Η γε­νι­κή απερ­γία έπει­σε την αστι­κή τάξη, με ελά­χι­στες εξαι­ρέ­σεις, για τον σο­βα­ρό κίν­δυ­νο των σο­σια­λι­στών. Αξιο­ποί­η­σαν τον χρόνο μέχρι το ξέ­σπα­σμα του ολο­μέ­τω­που εμ­φύ­λιου πο­λέ­μου για να ορ­γα­νω­θούν κάτω από μία ισχυ­ρή ηγε­σία.

Δια­πι­στώ­νο­ντας την δι­στα­κτι­κό­τη­τα του SDP να κα­τα­φύ­γει σε μα­ζι­κή δράση, ο Antony Upton υπο­στη­ρί­ζει ότι οι «Φι­λαν­δοί επα­να­στά­τες ήταν σε γε­νι­κές γραμ­μές οι πιο μί­ζε­ροι επα­να­στά­τες στην ιστο­ρία.» Ενας τέ­τοιος ισχυ­ρι­σμός θα μπο­ρού­σε να έχει κά­ποια βάση αν η ιστο­ρία μας τέ­λειω­νε τον Νο­έμ­βρη – όμως τα γε­γο­νό­τα που ακο­λού­θη­σαν έδει­ξαν ότι η επα­να­στα­τι­κή ψυχή της Φι­λαν­δι­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας επι­κρά­τη­σε τε­λι­κά.

Μετά την γε­νι­κή απερ­γία, απο­γοη­τευ­μέ­νοι ερ­γά­τες έψα­ξαν για όπλα και στρά­φη­καν σε ενέρ­γειες άμε­σης δρά­σης. Με την σειρά της η αστι­κη τάξη προ­ε­τοι­μα­ζό­ταν για εμ­φύ­λιο πό­λε­μο προ­ε­τοι­μά­ζο­ντας την δική της πο­λι­το­φυ­λα­κή των «Λευ­κών Φρου­ρών» και στρε­φό­με­νη στην Γερ­μα­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση για στρα­τιω­τι­κή βο­ή­θεια.

Παρά την γρή­γο­ρη διά­λυ­ση της κοι­νω­νι­κής συ­νο­χής, πολ­λοί σο­σια­λι­στές ηγέ­τες συ­νέ­χι­σαν να ασχο­λού­νται με άσκο­πες κοι­νο­βου­λευ­τι­κές δια­πραγ­μα­τεύ­σεις. Εντού­τοις την ίδια στιγ­μή η αρι­στε­ρή πτέ­ρυ­γα του SDP σκλή­ρυ­νε την στάση της και δια­κή­ρυτ­τε ότι όποια άλλη κα­θυ­στέ­ρη­ση στην επα­να­στα­τι­κή δράση θα οδη­γού­σε μοι­ραία στην κα­τα­στρο­φή. Μετά από μία μακρά πε­ρί­ο­δο εσω­τε­ρι­κών συ­γκρού­σε­ων τον Δε­κέμ­βρη και στις αρχές του Γε­νά­ρη, οι ρι­ζο­σπά­στες πήραν τε­λι­κά το πάνω χέρι.

Τον Γε­νά­ρη τα επα­να­στα­τι­κά λόγια του SDP με­του­σιώ­θη­καν τε­λι­κά σε πράξη. Για να ση­μα­το­δο­τή­σουν την αρχή της εξέ­γερ­σης, κομ­μα­τι­κά στε­λέ­χη το από­γευ­μα της 26ης Γε­νά­ρη άνα­ψαν ένα κόκ­κι­νο φα­νά­ρι στον πύργο του κτι­ρί­ου των Ερ­γα­τών του Ελ­σίν­κι. Μέσα στις επό­με­νες ημέ­ρες, οι Σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες και οι αδελ­φές ερ­γα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις κα­τέ­λα­βαν σχε­τι­κά εύ­κο­λα την εξου­σία σε όλες τις με­γά­λες πό­λεις της Φι­λαν­δί­ας –ο αγρο­τι­κός βοράς, όμως πα­ρέ­μει­νε στα χέρια της άρ­χου­σας τάξης.

Οι εξε­γερ­μέ­νοι της Φι­λαν­δί­ας εξέ­δω­σαν μία ιστο­ρι­κή δια­κή­ρυ­ξη όπου ανα­κοί­νω­ναν ότι η επα­νά­στα­ση ήταν ανα­γκαία δε­δο­μέ­νου ότι η αστι­κή τάξη της Φι­λαν­δί­ας , σε συ­νερ­γα­σία με τον ξένο ιμπε­ρια­λι­σμό, είχε ηγη­θεί αντε­πα­να­στα­τι­κού «πρα­ξι­κο­πή­μα­τος» κατά των κα­τα­κτή­σε­ων των ερ­γα­ζο­μέ­νων και της δη­μο­κρα­τί­ας:

Η επα­να­στα­τι­κή εξου­σία στην Φι­λαν­δία από τώρα και στο εξής ανή­κει στην ερ­γα­τι­κή τάξη και τις ορ­γα­νώ­σεις της… Η προ­λε­τα­ρια­κή επα­νά­στα­ση έχει ευ­γε­νή κί­νη­τρα αλλά είναι αυ­στη­ρή… αυ­στη­ρή για τους θρα­σύ­τα­τους εχθρούς του λαού, αλλά έτοι­μη να προ­σφέ­ρει αρωγή στους κα­τα­πιε­σμέ­νους και τους πε­ρι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νους.

Αν και η νε­ο­συ­στα­θεί­σα Κόκ­κι­νη Κυ­βέρ­νη­ση επε­δί­ω­ξε αρ­χι­κά να χα­ρά­ξει μία σχε­τι­κά προ­σε­κτι­κή πο­λι­τι­κή πο­ρεία, η Φι­λαν­δία σύ­ντο­μα κα­τρα­κύ­λη­σε σε έναν αι­μα­τη­ρό εμ­φύ­λιο πό­λε­μο. Η κα­θυ­στέ­ρη­ση στην κα­τά­λη­ψη της εξου­σί­ας είχε κο­στί­σει ακρι­βά στην φι­λαν­δι­κή ερ­γα­τι­κή τάξη καθώς από τον Γε­νά­ρη οι πε­ρισ­σό­τε­ροι Ρώσοι στρα­τιώ­τες είχαν επι­στρέ­ψει στην πα­τρί­δα τους. Η αστι­κή τάξη εκ­με­ταλ­λεύ­θη­κε το τρί­μη­νο μετά την απερ­γία του Νο­έμ­βρη για να ενι­σχύ­σει τα στρα­τεύ­μα­τα της στην Φι­λαν­δία και την Γερ­μα­νία. Συ­νο­λι­κά, πάνω από 27.000 μέλη του Φι­λαν­δι­κού Κόκ­κι­νου Στρα­τού έχα­σαν την ζωή τους στον πό­λε­μο. Κι όταν η δεξιά πτέ­ρυ­γα εξα­φά­νι­σε την Δη­μο­κρα­τία των Φι­λαν­δών Σο­σια­λι­στών Ερ­γα­τών τον Απρί­λη του 1918, άλλοι 80.000 ερ­γά­τες και σο­σια­λι­στές κλεί­στη­καν σε στρα­τό­πε­δα συ­γκέ­ντρω­σης.

Οι ιστο­ρι­κοί δια­φω­νούν για το αν η Φι­λαν­δι­κή επα­νά­στα­ση θα είχε θριαμ­βεύ­σει αν είχε αρ­χί­σει νω­ρί­τε­ρα και αν είχε υιο­θε­τή­σει μια πιο επι­θε­τι­κή πο­λι­τι­κή και στρα­τιω­τι­κή γραμ­μή. Ορι­σμέ­νοι υπο­στη­ρί­ζουν ότι ο βα­σι­κός κα­θο­ρι­στι­κός πα­ρά­γο­ντας ήταν η στρα­τιω­τι­κή πα­ρέμ­βα­ση του Γερ­μα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού τον Μάρτη και Απρί­λη του 1918. Σε αυτό πε­ρί­που κα­τα­λή­γει και ο Kuusinen:

Ο Γερ­μα­νι­κός ιμπε­ρια­λι­σμός έτει­νε ευ­ή­κοο ους στις εκ­κλή­σεις της αστι­κής τάξης και με προ­θυ­μία έσπευ­σε να ακυ­ρώ­σει την νέο-απο­κτη­θεί­σα ανε­ξαρ­τη­σία, που μετά από αί­τη­μα των Φι­λαν­δών Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τών είχε χο­ρη­γη­θεί στην Φι­λαν­δία από την Σο­βιε­τι­κή Δη­μο­κρα­τία της Ρω­σί­ας. Το εθνι­κό αί­σθη­μα της αστι­κής τάξης δεν επλή­γη κα­θό­λου από το γε­γο­νός αυτό και ο ζυγός του ξένου ιμπε­ρια­λι­σμού δεν τους τρό­μα­ζε κα­θό­λου όταν έβλε­παν ότι η «πα­τρί­δα» τους ήταν πολύ κοντά στο να γίνει η πα­τρί­δα των ερ­γα­τών. Ήταν πρό­θυ­μοι να θυ­σιά­σουν όλο τον λαό στον με­γά­λο Γερ­μα­νό λή­σταρ­χο, αρκεί να δια­τη­ρού­σαν για τον εαυτό τους τον ατι­μω­τι­κό ρόλο των φρου­ρών των σκλά­βων.

Χρή­σι­μα μα­θή­μα­τα

Ποιο είναι το δί­δαγ­μα από την Φι­λαν­δι­κή επα­νά­στα­ση; Το πιο προ­φα­νές είναι ότι η ερ­γα­τι­κή επα­νά­στα­ση δεν ήταν απο­κλει­στι­κά φαι­νό­με­νο της Ρω­σί­ας. Ακόμα και στην ει­ρη­νι­κή, κοι­νο­βου­λευ­τι­κή Φι­λαν­δία, εδραιώ­θη­κε με­τα­ξύ των ερ­γα­ζο­μέ­νων η πε­ποί­θη­ση ότι μόνο μία σο­σια­λι­στι­κή κυ­βέρ­νη­ση μπο­ρού­σε να προ­σφέ­ρει μία διέ­ξο­δο από την κοι­νω­νι­κή κρίση και την εθνι­κή κα­τα­πί­ε­ση.

Ούτε οι Μπολ­σε­βί­κοι ήταν το μο­να­δι­κό κόμμα στην αυ­το­κρα­το­ρία που ήταν σε θέση να οδη­γή­σει τους ερ­γά­τες στην εξου­σία. Από πολ­λές από­ψεις η εμπει­ρία του Φι­λαν­δι­κού SDP επι­βε­βαιώ­νει την πα­ρα­δο­σια­κή αντί­λη­ψη περί επα­νά­στα­σης του Καρλ Κά­ου­τσκι: μέσα από μία υπο­μο­νε­τι­κή δια­δι­κα­σία ενί­σχυ­σης της τα­ξι­κής συ­νεί­δη­σης και επι­μόρ­φω­σης, οι σο­σια­λι­στές κέρ­δι­σαν την πλειο­ψη­φία στο κοι­νο­βού­λιο, ανα­γκά­ζο­ντας την Δεξιά να δια­λύ­σει τον θεσμό, που με την σειρά του πυ­ρο­δό­τη­σε μία επα­νά­στα­ση με ηγε­σία  τους σο­σια­λι­στές.

Η προ­τί­μη­ση του κόμ­μα­τος για μια αμυ­ντι­κή κοι­νο­βου­λευ­τι­κή στρα­τη­γι­κή δεν το εμπό­δι­σε σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση να ανα­τρέ­ψει την κα­πι­τα­λι­στι­κή εξου­σία και να κάνει βή­μα­τα προς τον σο­σια­λι­σμό. Αντί­θε­τα, η γρα­φειο­κρα­τι­κο­ποι­η­μέ­νη Γερ­μα­νι­κή Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία – που από καιρό είχε απο­ποι­η­θεί την στρα­τη­γι­κή του Κά­ου­τσκι – στή­ρι­ξε ενερ­γά την κα­πι­τα­λι­στι­κή εξου­σία το 1918-1919  και κα­τέ­στει­λε βίαια τις από­πει­ρες ανα­τρο­πής της.

Όμως η Φι­λαν­δία δεν έδει­ξε μόνο τα δυ­να­τά ση­μεία αλλά και τις υπαρ­κτές  αδυ­να­μί­ες της επα­να­στα­τι­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας: μία δι­στα­κτι­κό­τη­τα να εγκα­τα­λει­φθεί το κοι­νο­βου­λευ­τι­κό πεδίο, μία υπο­τί­μη­ση της μα­ζι­κής δρά­σης και μία τάση στή­ρι­ξης των με­τριο­πα­θών σο­σια­λι­στών προ­κει­μέ­νου να δια­σω­θεί η ενό­τη­τα του κόμ­μα­τος.