Οι πυρκαγιές ανέδειξαν την ανεπάρκεια του κρατικού µηχανισµού

Είναι δεδοµένο ότι βρισκόµαστε µπροστά σε µια τελείως νέα κατάσταση. Η κλιµατική κρίση είναι παρούσα και οι συνέπειές της εκδηλώνονται µε πολλούς και διάφορους τρόπους σε σταθερή βάση. Τα υψηλά επίπεδα ανοµβρίας, λειψυδρίας, καυσώνων και πυρκαγιών, µας θυµίζουν τα σενάρια που διαβάζαµε στα σχολικά βιβλία για κάποιο απώτερο και µακρινό µέλλον. Μόνο που αυτό το µέλλον το βρίσκουµε πλέον εφιαλτικά µπροστά µας. Και ο εγχώριος και διεθνής αστισµός σφυρίζει αδιάφορα.

Καύσωνες – Πυρκαγιές

Για ακόµη µια χρονιά γίναµε µάρτυρες στην Ελλάδα σε ένα θέατρο του παραλόγου. Μικρές ή µεγαλύτερες πυρκαγιές εκδηλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα, µε την πολιτική ηγεσία να κρύβεται όσο πυροσβέστες, εθελοντές και κάτοικοι έδιναν µάχες µε τις φλόγες, κι έπειτα να εµφανίζεται κατόπιν εορτής για καταγραφή ζηµιών, µε αξύριστες µούρες, σηκωµένα µανίκια και θλιµµένα βλέµµατα. Το έργο είναι γνωστό και χιλιοπαιγµένο και δεν πείθει ακόµη και τον πιο καλοπροαίρετο.

Η τεράστια πυρκαγιά στη βορειοανατολική Αττική υπήρξε το αποκορύφωµα της πολιτικής υποκρισίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Σύµφωνα µε το Ευρωπαϊκό Σύστηµα Πληροφόρησης για τις Δασικές Πυρκαγιές, στην Αττική κάηκαν περίπου 105.000 στρέµµατα µέσα στον Αύγουστο. Πρόκειται για τη δεύτερη χειρότερη πυρκαγιά που έπληξε την ίδια περιοχή µετά από δεκαπέντε χρόνια. Σε ανάλυσή του το Αστεροσκοπείο Αθηνών τονίζει ότι και οι δύο πυρκαγιές προκλήθηκαν µε πανοµοιότυπο τρόπο και ότι οι καµένες εκτάσεις τους παρουσιάζουν ποσοστό αλληλοεπικάλυψης 60%, γεγονός που κάνει έκδηλη την επιβάρυνση του οικοσυστήµατος στην περιοχή και δυσχεραίνει τροµαχτικά τη φυσική αναγέννηση του τοπίου τα επόµενα χρόνια.

Είναι ανατριχιαστικό και µόνο στο άκουσµα, αλλά η Αττική µέσα στα τελευταία οκτώ χρόνια, έχει χάσει από πυρκαγιές το 37% των δασών της. Μιλάµε για φοβερή επιτυχία που την καρπώνονται από κοινού Τσίπρας και Μητσοτάκης. Σε σχετική ανακοίνωση του meteo τονίζεται ότι από το 2017 µέχρι και τις 13 Αυγούστου του 2024, 13 µεγάλες πυρκαγιές έχουν κάψει περισσότερα από 700.000 στρέµµατα, όταν η συνολική επιφάνεια της περιφέρειας Αττικής είναι 2.500.000 στρέµµατα. Φέτος µάλιστα περάσαµε σε άλλο επίπεδο επικινδυνότητας µε την είσοδο της φωτιάς κυριολεκτικά εντός του αστικού ιστού. Μια φωτιά που ξεκίνησε από το Βαρνάβα και έφτασε να καίει τους δρόµους του Χαλανδρίου, είναι σίγουρα µια φωτιά που δεν «ξέφυγε» απλώς όπως διατυµπάνιζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά ξεγύµνωσε τις ανεπάρκειες και τη µη ετοιµότητα του ελληνικού κρατικού µηχανισµού µπροστά στις νέες συνθήκες.

Και δεν έχει κανένας αρµόδιος το δικαίωµα να πει ότι πιάστηκε στον ύπνο ή δεν γνώριζε τους κινδύνους. Το φετινό Ιούλιο η Ελλάδα γνώρισε το µεγαλύτερο καύσωνα που έχει επηρεάσει ποτέ τη χώρα. Ο αµέσως επόµενος ήταν µόλις… το προηγούµενο καλοκαίρι. Όλοι γνώριζαν λοιπόν, το τι εύφλεκτη ύλη έχει συσσωρευθεί, το πόσοι κίνδυνοι εγκυµονούνται από την άνοδο της θερµοκρασίας και το πόσα προβλήµατα µπορούν να προκαλέσουν οι θυελλώδεις θερινοί άνεµοι. Στο φετινό καύσωνα ο αριθµός µετεωρολογικών σταθµών µε µέγιστη θερµοκρασία 37 βαθµούς Κελσίου και πάνω, δεν έπεσε ποτέ κάτω των 100 για 16 συνεχόµενες ηµέρες. Σε πολλές περιοχές της χώρας όπως στη Μακεδονία, στη Θράκη, στην Πελοπόννησο και στη Δυτική Ελλάδα, οι θερµοκρασίες που σηµειώθηκαν µέσα στον καύσωνα του 2024 ήταν οι υψηλότερες που σηµειώθηκαν από το 2010. Γίνεται λοιπόν, αντιληπτό, ότι η ελληνική επικράτεια έγινε κυριολεκτικά µια µπαρουταποθήκη. Όταν πήρε για τα καλά το φυτίλι στη βορειοανατολική Αττική, η κατάσταση για ακόµη µα χρονιά έδειχνε µη αντιµετωπίσιµη.

Ανοµβρία - Λειψυδρία

Οι καύσωνες και οι πυρκαγιές όµως δεν είναι το µοναδικό αποτύπωµα της κλιµατικής κρίσης. Από πέρυσι έχει ανοίξει η συζήτηση σχετικά µε τα ανησυχητικά επίπεδα ανοµβρίας και λειψυδρίας. Τα τελευταία δύο χρόνια η µείωση των βροχών και των χιονοπτώσεων έχει προκαλέσει µείωση στα υδατικά αποθέµατα των ταµιευτήρων που τροφοδοτούν την Αττική. Ο ταµιευτήρας του Ευήνου, µαζί µε το Μόρνο, το Μαραθώνα και την Υλίκη αποτελούν τους τέσσερις ταµιευτήρες νερού, που τροφοδοτούν την Αττική µε περισσότερα από 400 εκατ. κυβικά µέτρα νερού το χρόνο. Το υδροδοτικό σύστηµα είναι σχεδιασµένο ώστε τα αποθέµατα των ταµιευτήρων να µη µειώνονται. Τα τελευταία δύο έτη όµως, λόγω της ανοµβρίας, τα αποθέµατα µειώθηκαν από 1.158.127 εκατ. κυβικά µέτρα στις 26/8/2022 σε 703.339 εκατ. κυβικά µέτρα στις 26/08/2024, δηλαδή κατά µέσο όρο περίπου 225 εκατ. κυβικά µέτρα το έτος.

Ενδεικτικές της κατάστασης είναι εικόνες που έδωσε στη δηµοσιότητα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών για την έκταση της τεχνητής λίµνης του Μόρνου. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανάρτηση, παρατηρείται µείωση της έκτασής της τους τελευταίους µήνες λόγω της απουσίας βροχών, των υψηλών θερµοκρασιών και του πολύ ήπιου χειµώνα µε τις περιορισµένες χιονοπτώσεις στα ορεινά. Με βάση τα δορυφορικά δεδοµένα που επεξεργάστηκε η µονάδα meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, από τον ευρωπαϊκό δορυφόρο Sentinel-2, στις 16 Αυγούστου 2022 η συνολική έκταση της επιφάνειας της λίµνης ήταν περίπου 16.8 km², ενώ στις 21 Αυγούστου 2023 υπολογίστηκε περίπου στα 15.3 km². Φέτος, στις 20 Αυγούστου 2024 η έκταση της λίµνης υπολογίστηκε προσεγγιστικά στα 12.0 km². Την συγκεκριµένη χρονική περίοδο η έκταση της λίµνης είναι κατά 15-20% συρρικνωµένη σε σχέση µε τη µέση τιµή από το 2010.

Την ίδια στιγµή, ακόµη πιο ζοφερή δείχνει η συνθήκη στα ελληνικά νησιά. Ειδικά τους καλοκαιρινούς µήνες όπου οι ανάγκες τους λόγω της τουριστικής κίνησης πολλαπλασιάζονται, η επάρκεια σε νερό δείχνει αµφίρροπη. Ήδη από την άνοιξη το φάσµα της λειψυδρίας πλανιέται πάνω από πολλά νησιά, όπως τη Νάξο, τη Μύκονο, την Κύθνο, τη Σέριφο, όπου τα φράγµατα έχουν στεγνώσει. Η ανεπάρκεια νερού συχνά οδηγεί στην υπεράντληση υδάτων µέσω γεωτρήσεων, όπως στη Λέσβο, στη Λήµνο, στη Χίο, στη Σάµο κ.α., οι οποίες σε ορισµένες περιπτώσεις έχουν φτάσει ακόµη και κάτω από τη στάθµη της θάλασσας. Η κατάσταση δείχνει εφιαλτική και αν δεν ακολουθηθεί µια πολιτική που πραγµατικά να ιεραρχεί τις ανάγκες των κατοίκων πάνω από τα τουριστικά success stories και τα κέρδη των επιχειρηµατιών µε τις πισίνες.

Πολιτικές ευθύνες

Όλα τα παραπάνω δεν κατέβηκαν από τον ουρανό. Είναι δηµιουργήµατα της ανεξέλεγκτης ανθρώπινης δράσης εντός του ασύδοτου καπιταλιστικού πλαισίου. Εκείνου που επί δεκαετίες έχει αφήσει σε διεθνές επίπεδο τους καπιταλιστές να κερδοσκοπούν µε κάθε τρόπο επιβαρύνοντας το κλίµα και τον πλανήτη συνολικά. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια η επιστηµονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για όσα έρχονται, αλλά η αλαζονεία των πολιτικών ηγεσιών σε παγκόσµιο επίπεδο την αγνοεί πλήρως. Μόνο η φωνή των διεθνών περιβαλλοντικών κινηµάτων, φέρνει στη δηµόσια σφαίρα το ζήτηµα της κλιµατικής κρίσης. Γι’ αυτό και είναι πάρα πολύ σηµαντικό αυτά τα κινήµατα να δυναµώσουν και στην Ελλάδα τώρα που η κατάσταση έχει αποκτήσει πολύ επικίνδυνα χαρακτηριστικά. Είναι πολύ σηµαντικό το εργατικό κίνηµα και η Αριστερά να ιεραρχήσουν ψηλά στην ατζέντα τους τα ζητήµατα της κλιµατικής κρίσης και του περιβάλλοντος. Η σύνδεση του ταξικού λόγου µε την περιβαλλοντική ανησυχία είναι το σηµείο κλειδί στην αντιµετώπιση της κατάστασης.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη για ακόµη µια φορά έδειξε πολύ µικρή µπροστά στις µεγάλες προκλήσεις µε τις οποίες είναι αντιµέτωπη. Από την αρχή του καλοκαιριού τα φιλικά διακείµενα ΜΜΕ, παρήγαγαν σωρηδόν ρεπορτάζ για την «ετοιµότητα του κρατικού µηχανισµού» µπροστά στους κινδύνους πυρκαγιών. Το αποτέλεσµα ήταν να φτάσει η φωτιά µέχρι το Χαλάνδρι. Η αλήθεια είναι ότι λόγω και των προηγούµενων καταστροφικών πυρκαγιών σε ολόκληρη τη χώρα, έχει αναβαθµιστεί µερικώς ο πυροσβεστικός στόλος, όµως σε καµία περίπτωση δεν επαρκεί για να αντιµετωπίσει τέτοιου µεγέθους φαινόµενα και καταστάσεις. Δεν αρκούν µόνο τα drones για να προλάβεις πυρκαγιές που εξαπλώνονται µε απίστευτη ταχύτητα. Χρειάζονται κατάλληλες επενδύσεις σε διαµόρφωση αντιπυρικών ζωνών, δηµιουργία πυροσβεστικών σταθµών, προσλήψεις µόνιµων πυροσβεστών, αγορά νέων ελικοπτέρων, αεροσκαφών και πυροσβεστικών οχηµάτων.

Πέραν όµως των κατασταλτικών µηχανισµών απέναντι στον κίνδυνο της φωτιάς, χρειάζεται η υιοθέτηση µιας συνολικότερης περιβαλλοντικής πολιτικής απέναντι στις απειλές της κλιµατικής κρίσης. Μιας πολιτικής που δε θα βασίζεται στην πράσινη ανάπτυξη των καπιταλιστών, αλλά στον πραγµατικό σεβασµό του περιβάλλοντος. Δεν τρέφουµε την αυταπάτη ότι οποιαδήποτε αστική κυβέρνηση θα ενσωµατώσει πλήρως µια τέτοια πολιτική. Αναγνωρίζουµε όµως την ανάγκη το εργατικό κίνηµα και η Αριστερά να πιέσουν σε αυτή την κατεύθυνση.

Η απάντηση στη λειψυδρία δεν είναι οι νέες αναθέσεις σε εργολάβους για ΑΠΕ και γεωτρήσεις, αλλά η προτεραιοποίηση των αναγκών των κατοίκων και οι δηµόσιες επενδύσεις ώστε κοινωνικά αγαθά όπως το νερό να µην είναι είδη πολυτελείας. Η απάντηση στις καταστροφικές πυρκαγιές δεν είναι η ατοµική ευθύνη και ο καθαρισµός των οικοπέδων, αλλά ένα συνολικό κρατικό επιχειρησιακό πλάνο που θα µπορεί να περιορίζει και να ελέγχει τη φωτιά. Όλα τα παραπάνω όµως δεν είναι αυτονόητα. Απαιτούν την εγρήγορση και την κινητοποίηση της εργατικής τάξης για να σώσει τον εαυτό της. Βρισκόµαστε πλέον σε αυτό το σηµείο: Είναι ζήτηµα ζωής ή θανάτου.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες