Η κλιμάκωση των πολέμων στη Μέση Ανατολή με σκοπό τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών έχει ως αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι να έχουν πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς, κυρίως από τα μέτωπα της Συρίας.

Άνθρωποι που έχουν αφήσει πίσω τους τον τόπο τους, τους ανθρώπους τους, την ίδια τους τη ζωή, αναζητώντας έναν ασφαλή τόπο γι’ αυτούς και τα παιδιά τους. Το πέρασμά τους είναι δύσκολο και πολλές φορές αβέβαιο, ειδικά μετά τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για κλειστά σύνορα, τη FRONTEX, τους φράχτες, το ΝΑΤΟ, τους πνιγμούς στο Αιγαίο.

Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να υλοποιήσει κατά γράμμα και σκληρά τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας έχει ως αποτέλεσμα να παγιδευτούν χιλιάδες πρόσφυγες μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Οι άθλιες και απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν στα κέντρα φιλοξενίας, όπως το μεγάλο πρόβλημα του χώρου με τον έναν πάνω στον άλλο, αλλά και της σίτισης που είτε δεν είναι σταθερής βάσης, είτε ελλιπής και κακής ποιότητας, κάνουν τη ζωή τους ακόμα πιο δύσκολη.

Από τον Απρίλιο, όσο κλιμακώνεται η επίθεση στη Συρία, οι ροές των προσφύγων αυξήθηκαν, όχι μόνο μέσω θαλάσσης, αλλά και από τον Έβρο μετά την κατάληψη της Αφρίν, όπως ήταν επόμενο. Το μεγαλύτερο κομμάτι των προσφύγων είναι από τη Συρία. Γνωρίζουμε ότι εκατοντάδες Κούρδοι είναι εγκλωβισμένοι στον Έβρο, στη Θεσσαλονίκη, στα νησιά. Τον τελευταίο μήνα 300 Κούρδοι μεταφέρθηκαν στο παλαιό αεροδρόμιο της Ελευσίνας. 

Στο κέντρο φιλοξενίας Λαυρίου, οι ροές προσφύγων είναι επίσης αυξημένες και ο πληθυσμός μεταβάλλεται συνεχώς. Οι περισσότεροι πρόσφυγες είναι από τη Ροζάβα, το Κομπάνι και τελευταία από την Αφρίν. Το κέντρο φιλοξενίας Λαυρίου από το 1950 που λειτουργεί, αποτελεί ένα ασφαλές λιμάνι για πολιτικούς πρόσφυγες και πρόσφυγες πολέμου, αφού είναι και το μοναδικό (ανοιχτό;) κέντρο πολιτικών προσφύγων σε όλη την Ευρώπη. Το κέντρο έχει πολύ μεγάλη σημασία στις ζωές των προσφύγων, καθώς έχει γλυτώσει πολλά γυναικόπαιδα από τον κίνδυνο να μείνουν στον δρόμο, είναι μια σανίδα σωτηρίας, μια πόρτα που πάντα ήταν και πρέπει να παραμείνει ανοιχτή. 

Δυστυχώς η κατάσταση τους τελευταίους 11 μήνες στο κέντρο είναι δραματική. Το κέντρο όλα αυτά τα χρόνια λειτουργεί υπό την εποπτεία του ΟΗΕ και από το 2010 την οικονομική διαχείριση (σίτιση, υγειονομική περίθαλψη) ανέλαβε ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ). Από το 2010 έχει μπει έμμεσα στην ατζέντα των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων και όχι μόνον, παράλληλα με την πολιτική της Τουρκίας, το κλείσιμο του κέντρου. Η Τουρκία επειδή το θεωρούσε και το θεωρεί ως χώρο εκπαίδευσης τρομοκρατών, η ελληνική κυβέρνηση λόγω της συμφωνίας με την Τουρκία και η δημοτική αρχή για τη διεκδίκηση του κτιρίου.

Γνωρίζουμε ότι το κτίριο αποτελεί «φιλέτο» και κατά καιρούς οι εκάστοτε κυβερνήσεις ασκούσαν ψυχολογική βία στους πρόσφυγες με τη διακοπή της σίτισης για κάποιους μήνες. Η παρούσα μάλιστα δημοτική αρχή αποφάσισε την κατεδάφιση του κτιρίου, που είναι σημαντικό κομμάτι ιστορίας και πολιτισμού για την πόλη, με σκοπό να ανεγερθεί στη θέση του «θεματικό πάρκο» (εμπορικό κέντρο φυσικά). Μάλλον εσκεμμένα λοιπόν δεν έχει γίνει και όλα αυτά τα χρόνια κάποια έστω μια στοιχειώδης παρέμβαση συντήρησης του κτιρίου, το οποίο απειλεί κυριολεκτικά τις ζωές των ανθρώπων.

Το τελειωτικό χτύπημα δόθηκε τον Αύγουστο του 2017, όταν η επί πολλά χρόνια μη έγκαιρη σύναψη των οικονομικών συμβάσεων μεταξύ του εκάστοτε υπουργείου με τον ΕΕΣ οδήγησε στην αποχώρησή του από το κέντρο στις 31 Ιουλίου του 2017, με αποτέλεσμα 450 άνθρωποι, και κυρίως γυναίκες και παιδιά, να μείνουν στο έλεός τους. Να τονιστεί εδώ ότι όλο αυτό το διάστημα οι άνθρωποι επιβιώνουν καθαρά από την αλληλεγγύη του κόσμου. Με απόφαση του τότε Υπουργού Μεταναστευτικής πολιτικής Γιάννη Μουζάλα, το κέντρο χαρακτηρίστηκε από ανοιχτό σε προσωρινό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή της χρηματοδότησης και την αποχώρηση του ΕΕΣ. 

Το κλείσιμο των συνόρων είχε ως αποτέλεσμα να συσσωρευτεί πολύς κόσμος στο κέντρο, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να χρειάζονται επειγόντως επιπλέον χώρο. Λόγω της επιτακτικής αυτής ανάγκης προχώρησαν σε χρήση των κοντέινερ που βρίσκονται στην περιοχή Νεράκι, 3 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης, ενός χώρου που προοριζόταν από την αρχή γι’ αυτούς. Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη, αφού ο Δήμος είχε κόψει την παροχή ρεύματος και νερού, καθώς επίσης τα κοντέινερ είχαν λεηλατηθεί. Με τη συνδρομή του Εργατικού Κέντρου και των Γάλλων αλληλέγγυων  ηλεκτρολόγων συνδικαλιστών, δόθηκε ρεύμα και νερό. Στα κοντέινερ ζουν και προσπαθούν να επιβιώσουν τα τελευταία 2 χρόνια 130 κούρδοι πρόσφυγες, κυρίως γυναίκες και παιδιά. Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν τοποθετηθεί και τρείς σκηνές, ενώ προβλέπεται να τοποθετηθούν κι άλλες λόγω της μεγάλης προσφυγικής ροής.

Από τον Αύγουστο του 2017, όπως αναφέραμε, μέχρι σήμερα 450 περίπου άνθρωποι, πληθυσμός που μεταβάλλεται συνεχώς, σιτίζονται αποκλειστικά και μόνο από την αλληλεγγύη του κόσμου. Συλλογικότητες και ομάδες από την Αθήνα, Γάλλοι συνδικαλιστές, Ισπανοί αλληλέγγυοι, έχουν φέρει τεράστιες ποσότητες τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης όλο αυτό το διάστημα. 

Το κράτος και η κυβέρνηση πρέπει να πάρουν την ευθύνη και να δώσουν άμεσα λύση στο πρόβλημα της λειτουργίας του κέντρου και όχι να κάνουν τους υποκριτές, από τη μια διοργανώνοντας καμπάνιες αλληλεγγύης και από την άλλη κόβοντας τη χρηματοδότηση του κέντρου και αφήνοντας 400 και παραπάνω ψυχές στην τύχη τους. Στην τελευταία συνάντηση που είχε η επιτροπή προσφύγων με τον Βίτσα, νέο Υπουργό Μετανάστευσης, τους διαβεβαίωσε ότι θα δοθεί άμεσα λύση στο πρόβλημά τους. Έχουν περάσει δύο μήνες και ακόμη περιμένουν. Το ίδιο παραμύθι άκουγαν και από τον Μουζάλα. 

Η σημερινή κατάσταση απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη στήριξη από συλλογικότητες, σωματεία και συνδικάτα. Οι ανάγκες είναι τεράστιες, καθημερινές και συνεχώς μεταβαλλόμενες. Πρέπει να στηρίξουμε και να σταθούμε δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες