Ο Ίαν Μπίρτσαλ παρουσιάζει μια νέα βιογραφία του Λέο Φρανκέλ. Ως επικεφαλής της Επιτροπής Εργασίας και Εμπορίου αλλά και χάρη στις μετέπειτα σχέσεις του με σημαντικές προσωπικότητες της Δεύτερης Διεθνούς, η ιστορία του Φρανκέλ αξίζει να γίνει ευρύτερη γνωστή.
Καλώς ή κακώς, η Παρισινή Κομμούνα δεν είχε επαναστατικό κόμμα, ούτε μία ηγετική προσωπικότητα όπως ο Λένιν. Η ηγεσία της προήλθε από μια ομάδα ακτιβιστών από ποικίλα πολιτικά υπόβαθρα, και για να κατανοήσουμε τα ισχυρά και αδύνατα σημεία της πρέπει να μελετήσουμε αυτούς τους αγωνιστές. Πρέπει, λοιπόν, να επικροτήσουμε αυτή τη νέα μελέτη του Λέο Φρανκέλ (Léo Frankel) από τον Ζιλιέν Σισβίλ (Julien Chuzeville). Ο Σισβίλ είχε γράψει στο παρελθόν για τα πρώτα χρόνια του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, υπονομεύοντας μερικούς από τους μύθους που δημιουργήθηκαν τόσο από τους Σταλινικούς όσο και από τους αντικομμουνιστές.
Γεννημένος στην Ουγγαρία και μεγαλωμένος σε εβραϊκή οικογένεια (αν και αργότερα δήλωνε δια βίου άθεος), ο Φρανκέλ έγινε χρυσοχόος. Όπως πολλοί βιοτέχνες, ταξίδεψε σ’ όλη την Ευρώπη για να βελτιώσει τις δεξιότητές του. Όπως σημειώνει ο Σισβίλ, «ήταν σε θέση να παρατηρήσει όλα όσα ήταν κοινά στη ζωή των εργαζομένων, παρά τα σύνορα». Αυτή η εμπειρία ήταν στο επίκεντρο του αδιάλλακτου διεθνισμού που χαρακτήρισε ολόκληρη την πολιτική του ζωή.
Εγκατεστημένος στο Παρίσι, έγινε μέλος της IWA (International Workmen’s Association/ Διεθνής Ένωση Εργατών), αργότερα γνωστή ως Πρώτη Διεθνή. Ασχολήθηκε με την οργάνωση μεταναστών εργαζομένων και βοήθησε στη δημιουργία ενός κλάδου της Διεθνούς για γερμανόφωνους εργαζομένους διαφόρων εθνικοτήτων. Έγραψε στον γερμανικό τύπο ζητώντας στήριξη των απεργών Γάλλων ανθρακωρύχων στο Le Creusot. Όπως ανέφερε η Διεθνής του Παρισιού: «Η Εργασία δεν έχει πλέον σύνορα».
Το 1871 εξελέγη μέλος της Κομμούνας. Οι αντιρρήσεις ότι δεν ήταν Γάλλος πολίτης απορρίφθηκαν συντόμως. Η Κομμούνα αυτοχαρακτηρίστηκε ως διεθνής οργανισμός, που δεν περιορίζεται στο γαλλικό κράτος και δήλωσε ότι «η σημαία της Κομμούνας είναι αυτή της παγκόσμιας Δημοκρατίας… κάθε πόλη έχει το δικαίωμα να δώσει τον τίτλο του πολίτη σε ξένους που την υπηρετούν». Η Διεθνής είχε προσφέρει σημαντική στήριξη στην Κομμούνα, αλλά δεν προσπάθησε να επιβάλει την ηγεσία της, δουλεύοντας εποικοδομητικά μέσα στο κίνημα.
Ο Σισβίλ δεν εξιδανικεύει την Κομμούνα. Πολλοί από εμάς έχουν αποδεχθεί τη δήλωση του Καρλ Μαρξ ότι «η δημόσια υπηρεσία έπρεπε να εκτελείται με μισθό εργάτη». Στην πραγματικότητα, τα μέλη της Κομμούνας ψήφισαν οι ίδιοι ένα ημερομίσθιο 15 φράγκων -τρεις φορές το μέσο μισθό των εργαζομένων. Ο Ζιλ Βαλές (Jules Vallès) πρότεινε να μειωθεί σε 10 φράγκα και ο Φρανκέλ υποστήριξε ανεπιτυχώς έναν συμβιβασμό μεταξύ αυτών των δύο. Όχι ότι έγινε άπληστος. Η μόνη του πολυτέλεια ήταν να πίνει τέσσερα ή πέντε φλιτζάνια ζεστή σοκολάτα την ημέρα - την οποία κατέγραφε και πλήρωνε σχολαστικά.
Όπως επισημαίνει ο Σισβίλ η Κομμούνα ήταν πάντα στο χείλος της στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Αυτό περιόρισε τα επιτεύγματά της, και ο Φρανκέλ ανησυχούσε για την ανάπτυξη ενός αυταρχικού ρεύματος μεταξύ μερικών από τους υποστηρικτές του.
Η σύντομη ζωή της Κομμούνας δεν επέτρεψε παρά μια εικόνα σε ένα πιθανό μέλλον. Ο Φράνκελ έγινε επικεφαλής της Επιτροπής Εργασίας και Εμπορίου. Ένα σημαντικό μέτρο ήταν το τέλος της νυχτερινής εργασίας στα αρτοποιεία. Αυτή δεν ήταν μια μεταρρύθμιση από πάνω, αλλά ικανοποίηση ενός μακροχρόνιου αιτήματος των εργαζομένων. Ο Φρανκέλ είχε παρευρεθεί σε μια συνέλευση που έθεσε αυτό το αίτημα πριν από ένα χρόνο. Ο Φρανκέλ το αποκάλεσε «το μόνο πραγματικά σοσιαλιστικό διάταγμα» της Κομμούνας -αν και ορισμένοι από τους άλλους Κομμουνάριους υποστήριξαν ότι δεν θα έπρεπε να παίρνουν θέση ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζομένους! Για να διασφαλιστεί η εφαρμογή του μέτρου, αποφασίστηκε ότι εάν οποιοσδήποτε εργοδότης αρτοποιίας συνέχιζε να επιβάλλει τη νυχτερινή εργασία, το ψωμί θα κατασχεθεί για διανομή στους άπορους.
Ο Φρανκέλ ήταν επίσης υπεύθυνος για εργαστήρια που είχαν εγκαταλειφθεί από τους ιδιοκτήτες τους. Στόχος του ήταν να τα καταστήσει παραγωγικά, «με τη συνεταιριστική ένωση εργαζομένων που είχαν εργαστεί εκεί». Ο Σισβίλ το αντιλαμβάνεται ως μια τάση για «autogestión» (αυτοδιαχείριση, έλεγχος των εργαζομένων), αν και μόνο σε ένα δοκιμαστικό πρώτο βήμα. [Ο Φρανκέλ] ανησυχούσε ιδιαίτερα για την ανεργία των εργαζομένων γυναικών και πρότεινε τη δημιουργία εργαστηρίων που θα τους παρείχαν απασχόληση.
Όταν η Κομμούνα συνετρίβη, ο Φρανκέλ κατάφερε να διαφύγει (αν και καταδικάστηκε σε θάνατο ερήμην). Πήγε στην Ελβετία, στη συνέχεια στο Λονδίνο, όπου προσχώρησε στον κύκλο του Καρλ Μαρξ. Ο Σισβίλ ανακάλυψε μέρος της αλληλογραφίας του με τον Μαρξ. Ήταν για μια μικρή περίοδο μνηστήρας της κόρης του Μαρξ, Ελέανορ (θα ήταν καλύτερος σύντροφος από τον Έντουαρντ Άβελινγκ [Edward Aveling]).
Το κύριο μέλημά του ήταν να προσπαθήσει και να ανοικοδομήσει το κίνημα, ώστε να είναι καλύτερα εξοπλισμένο για τον επόμενο αγώνα. Εργάστηκε στη Διεθνή, σε συνεργασία με τον Μαρξ. Η σκέψη του όμως παρέμεινε ανεξάρτητη. Όταν ο Μαρξ και ο Ένγκελς πρότειναν τη μεταφορά της Διεθνούς στη Νέα Υόρκη, μια απόφαση που αποδείχτηκε καταστροφική, ο Φρανκέλ υποστήριξε την παραμονή της στο Λονδίνο, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να ξαναχτιστεί.
Πάνω απ’ όλα, επιδίωκε ένα ενωμένο κίνημα. Σε κείμενα του για την Γαλλική Αριστερά, που ήταν χωρισμένη σε διαφορετικά ρεύματα -Μαρξιστές, Μπλανκιστές, «Ποσσιμπιλιστές» (ρεφορμιστές)- υποστήριξε ότι θα πρέπει να εργαστούν από κοινού σε μια ενιαία οργάνωση. «Καταλαβαίνω ότι υπάρχουν διαφωνίες, καταλαβαίνω και το να βγαίνουν ποικίλες εκδόσεις κι έντυπα για να εκφράσουν αυτές τις διαφωνίες… Αλλά δεν θα καταλάβω ποτέ γιατί αυτό σημαίνει να εγκαταλείψεις μια εργατική οργάνωση και να της κηρύξεις τον πόλεμο». Τέτοια επιχειρήματα εξακολουθούν να έχουν απήχηση σήμερα. Αργότερα εκπροσώπησε την Ουγγαρία στο ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς το 1889.
Ο Φρανκέλ αναγνώρισε ιδιαίτερα τη σημασία της συμμετοχής των γυναικών στο κίνημα. Τόνισε τη σημασία της ισότητας των γυναικών. «Όλες οι αντιρρήσεις για την ισότητα ανδρών και γυναικών είναι ίδιες με εκείνες που εκφράστηκαν κατά της χειραφέτησης των μαύρων, των εργατικών τάξεων κ.λπ.».
Το 1875 επέστρεψε στην Ουγγαρία και ενεργά προσπαθεί να οικοδομήσει μια σοσιαλιστική οργάνωση. Μιλούσε τουλάχιστον τέσσερις γλώσσες. Φυλακίστηκε για είκοσι μήνες. Αλλά δεν έχασε ποτέ το αίσθημα της ανυπακοής. Είχε τυπωμένες κάρτες με την ένδειξη «Λέο Φρανκέλ - Αιχμάλωτος του Βασιλείου της Ουγγαρίας».
Αργότερα επέστρεψε στη Γαλλία. Συνέχισε να γράφει παραγωγικά. Ο Σισβίλ έχει συλλέξει διάφορα άρθρα και επιστολές του. Είχε ένα ισχυρό πολεμικό στυλ. Μια φορά συνέκρινε τη συζήτηση με τους εχθρούς της Κομμούνας με το να συζητάς για αισθητική με γουρούνια. Σε μια ομιλία για τη θρησκεία είπε ότι ο μόνος παράδεισος ήταν αυτός που θα χτιστεί στη γη: «Ας αφήσουμε τον ουρανό στους αγγέλους και τους τσαρλατάνους».
Είχε πολλές επαφές στη διεθνή αριστερά, παρέχοντας μια σύνδεση μεταξύ της γενιάς της Κομμούνας και εκείνων που θα οικοδομήσουν τα κινήματα του εικοστού αιώνα. Αλληλογραφούσε με τον Ιταλό Μαρξιστή Αντόνιο Λαμπριόλα (Labriola) και τον Ρώσο Γκεόργκι Πλεχάνοφ (Georgi Plekhanov), είχε εκτενείς συζητήσεις με τον [Γερμανό] αναρχικό Ρούντολφ Ρόκερ (Rudolf Rocker) και έγραψε υπέρ του Σοσιαλιστικού Συνδέσμου του [Βρετανού] Γουίλλιαμ Μόρρις (William Morris). Η Κλάρα Τσέτκιν (Clara Zetkin) είχε σε μεγάλη εκτίμηση το περιοδικό Ère nouvelle (Νέα Εποχή), στο οποίο συμμετείχε.
Αλλά η υγεία του είχε υπονομευθεί από μια σκληρή ζωή, και πέθανε από φυματίωση σε ηλικία μόλις πενήντα δύο ετών. Στην κηδεία του παρέστησαν εκατοντάδες, συμπεριλαμβανομένων των Ζαν Ζωρές (Jean Jaurès) και Ζιλ Γκεσντέ (Jules Guesde), που θα ηγηθούν του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος τα χρόνια πριν από το 1914.
Η Κομμούνα συνετρίβη, αλλά άτομα όπως ο Φρανκέλ αφιέρωσαν τη ζωή τους στην ανοικοδόμηση του κινήματος και εξασφάλισαν ότι θα εμφανιστεί ένα νέο και ισχυρότερο κίνημα τις επόμενες δεκαετίες.