Tο μείζον για το σημερινό κίνημα αλληλεγγύης στους κρατούμενους δεν είναι γιατί οι πιο μαχητικές (και ορισμένες απλώς μηδενιστικές) εκδοχές του αρθρώνουν αντίλογο ή αντιπολιτεύονται ανοιχτά την αριστερή κυβέρνηση ή γιατί «δεν έκαναν τα ίδια και πριν». Δεν είναι, αφενός γιατί τα ίδια έκαναν και πριν, αφετέρου γιατί το μείζον είναι άλλο: ότι οι εκδοχές αυτές δεν ενδιαφέρονται (για), και ως εκ τούτου δεν έχουν, μια πρακτική για το κίνημα στο σύνολό του: δεν αναγνωρίζουν και δεν σέβονται στην πράξη την πολυμορφία του, δεν τους ενδιαφέρει να παρακινήσουν άλλους, δεν νοιάζονται γι' αυτό που ενώνει και κινητοποιεί πολλούς στον ίδιο στόχο.

1. Όπως κάθε κυβέρνηση, έτσι και αυτή «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» θα έχει αντίλογο, αντιπολίτευση και αντιπάλους. Έχει σημασία να τα ξεχωρίζουμε, γιατί μια αριστερή κυβέρνηση «καταλαβαίνει» τελείως διαφορετικά την εξουσία της σε σχέση με τις προηγούμενες – ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε. Αν λοιπόν εξουσία για την Αριστερά δεν είναι η ισχύς των ειδικών, των στελεχών ή των κορυφών των κρατικών μηχανισμών, αλλά η εξουσία που η ίδια «κοινωνικοποιεί» –που αποσπά δηλαδή από ειδικούς, στελέχη και μηχανισμούς, για να την αποδώσει σε εκείνους που δεν την έχουν–, τότε ένας ορισμένος αντίλογος και μια ορισμένη αντιπολίτευση δεν αποτελούν για την Αριστερά αντιπαλότητα. Το αντίθετο: αποτελούν προϋποθέσεις για τη διεύρυνση της εξουσίας της, και συνεπώς, για τη διεύρυνση της εξουσίας εκείνων που μέχρι σήμερα αποκλείονταν, και που στο εξής προσδοκούν περισσότερα – ενίοτε δε, τα απαιτούν.

2. Από αυτή τη σκοπιά, μια αριστερή κυβέρνηση είναι, θέλοντας και μη (αλλά γιατί να μην θέλει;) έναυσμα για την απελευθέρωση των προσδοκιών.

3. Δεν είναι όλες οι προσδοκίες ίδιες. Μια αριστερή κυβέρνηση θα έχει αντίλογο: είναι όμως άλλο ο αντίλογος με βάση π.χ. σημεία του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ που ενδεχομένως παραμερίζει η αριστερή κυβέρνηση, και άλλο για παράδειγμα ο αντίλογος στελεχών που διεκδικούν προσωπικούς ρόλους ή δυσανασχετούν για την μη επαρκή «αξιοποίησή» τους. Μια αριστερή κυβέρνηση θα έχει, επίσης, αντιπολίτευση: είναι όμως άλλο η «κοινωνική» αντιπολίτευση –οι αντιδράσεις π.χ. των μισθωτών για την Κυριακή ως εργάσιμη μέρα ή για την μη επαναφορά του κατώτατου μισθού–, και άλλο η συντεχνιακή αντιπολίτευση, ομάδων που θέλουν να αποκτήσουν ή να διατηρήσουν προνόμια.

4. Υπάρχει ένας ασφαλής τρόπος για να ξεχωρίζει, να αξιολογεί και να ιεραρχεί κανείς τις διαφορετικές προσδοκίες, δηλαδή τον αντίλογο και την αντιπολίτευση. Όλες οι προσδοκίες ξεκινούν από ένα μερικό αίτημα· κάποιες, όμως, αν ικανοποιηθούν, υπηρετούν ένα γενικότερο συμφέρον. Άλλες, αντίθετα, ξεκινούν από το μερικό, αλλά οι φορείς τους δεν νοιάζονται να τις μεταφράσουν σε «γενικό συμφέρον» – ούτε για το ενδεχόμενο να προκαλούν άλλους αντίλογους, που θα έθεταν σε κίνδυνο γενικότερες προσδοκίες.

5. Επιπλέον, διαφορετικά αιτήματα, διαφορετικές δηλαδή προσδοκίες, συνήθως αντιστοιχούν και σε διαφορετικά μέσα διεκδίκησης. Αυτοί που διεκδικούν με βάση γενικές προσδοκίες, συνήθως φροντίζουν το αίτημά τους να γίνεται όσο το δυνατό πιο κατανοητό, να προωθείται δηλαδή με μέσα που ενθαρρύνουν, αντί να αποτρέπουν την συμμετοχή των πολλών. Στον αντίποδα, η υποστήριξη μερικών αιτημάτων συνήθως αδιαφορεί για τα μέσα και το εύρος της στήριξης, σα να έχει αποφασίσει από πριν για τα πραγματικά όρια, άρα και τα αποτελέσματα του αγώνα.

6. Έρχομαι στα συγκεκριμένα των ημερών: Είναι πολύ σημαντικό ότι η κατάσταση στις φυλακές, τα δικαιώματα των κρατουμένων και η αντιτρομοκρατική νομοθεσία, ζητήματα πάνω στα οποία στήθηκαν συναινέσεις εδώ και 15 τουλάχιστον χρόνια, σήμερα βρίσκονται τόσο ψηλά στην πολιτική επικαιρότητα. Αν συμβαίνει αυτό σήμερα, σε βαθμό τουλάχιστον που δεν είχαμε ξαναδεί μέχρι πρότινος, είναι γιατί σήμερα υπάρχει μια αριστερή κυβέρνηση, η οποία στηρίχτηκε στη δυναμική και τα επιχειρήματα πολύμορφων κινημάτων για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Υλοποιώντας η ίδια μέρος του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα κωδικοποιεί σε νόμο μια στρατηγική α) υπεράσπισης δικαιωμάτων που ακυρώνονταν και β) περιορισμού μιας κρατικής εξουσίας που τα περιφρονούσε.

7. Ιδιαίτερο ρόλο στην ανάδειξη των ζητημάτων αυτών έπαιξαν όλα αυτά τα χρόνια, και φυσικά σήμερα, οι κινητοποιήσεις του αντιεξουσιαστικού χώρου, μεταξύ των οποίων και δεκάδες απεργίες πείνας – όσες επιφυλάξεις κι αν έχει κανείς για το μέσο αυτό, αλλά και με όλο το σεβασμό που οφείλεται στους αγωνιστές που το χρησιμοποίησαν. Ο α/α χώρος έκανε για χρόνια ορατές τις φυλακές και κεντρικό ζήτημα της δράσης του την αλληλεγγύη σε κρατούμενους, υπερασπιζόμενος πολλούς και πολλές με το όνομα και το επίθετό τους, με λόγο και πράξη. Δεν ήταν βεβαίως ο μόνος. Το ίδιο έκαναν επίσης οργανώσεις και στελέχη της Αριστεράς και της άκρας Αριστεράς, ενώσεις δικαιωμάτων, το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων και άλλοι.

8. Από αυτή τη σκοπιά, το μείζον για το σημερινό κίνημα αλληλεγγύης στους κρατούμενους δεν είναι γιατί οι πιο μαχητικές (και ορισμένες απλώς μηδενιστικές) εκδοχές του αρθρώνουν αντίλογο ή αντιπολιτεύονται ανοιχτά την αριστερή κυβέρνηση ή γιατί «δεν έκαναν τα ίδια και πριν». Δεν είναι, αφενός γιατί τα ίδια έκαναν και πριν, αφετέρου γιατί το μείζον είναι άλλο: ότι οι εκδοχές αυτές δεν ενδιαφέρονται (για), και ως εκ τούτου δεν έχουν, μια πρακτική για το κίνημα στο σύνολό του: δεν αναγνωρίζουν και δεν σέβονται στην πράξη την πολυμορφία του, δεν τους ενδιαφέρει να παρακινήσουν άλλους, δεν νοιάζονται γι' αυτό που ενώνει και κινητοποιεί πολλούς στον ίδιο στόχο. Αντίθετα, αυτό για το οποίο ενδιαφέρονται είναι να «αποκαλύψουν» τα όρια, ή χειρότερα, τις «προδοσίες» των πιο κοντινών τμημάτων τους μέσα στο κίνημα. Ορισμένοι, όπως γράφουν, θέλουν απλώς «προβοκάτσιες από αναρχική σκοπιά». Άλλοι, πάλι, στέκονται αμήχανοι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ, αντί να «προδώσει», όπως θα ήταν το φυσιολογικό (;), στηρίζει τα ίδια αιτήματα με αυτούς, μεριμνά δηλαδή για το κίνημα στο σύνολό του (βλ. πρόσφατη κινητοποίηση στην Ξάνθη).

9. Το μείζον, με άλλα λόγια, είναι ότι οι καταληψίες της Κουμουνδούρου, της Νομικής και του Κόκκινου (και προφανώς αυτοί που προκάλεσαν φθορές σε γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ και της Νεολαίας) λένε τα ίδια, κάνουν τα ίδια και αδιαφορούν το ίδιο, είτε με ακροδεξιά κυβέρνηση και φυλακές τύπου Γ, είτε με κυβέρνηση την Αριστερά, με ένα νομοσχέδιο που καταργεί τις φυλακές τύπου Γ και με τον ΣΥΡΙΖΑ να συμφωνεί με τα περισσότερα από τα αιτήματά τους.

10. Στα συμφραζόμενα αυτά, είναι σημαντικό για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν επιβεβαιώνει την προσδοκία της συστημικής στροφής ή της ...προδοσίας, που ορισμένοι αναρχικοί, αντί να θέλουν να αποτρέψουν όπως θα είχαν κάθε λόγο, στην πραγματικότητα επιδιώκουν ανοιχτά να προκαλέσουν. Είναι σημαντικό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει οχυρωθεί σαν δύναμη που γενικώς βάλλεται από εχθρούς, αλλά αντίθετα, συνεχίζοντας να μεριμνά για το κίνημα στο σύνολό του [1], υπερασπίζεται τα ίδια περιεχόμενα πολιτικής, χωρίς να κάνει όριο της πολιτικής του το σημερινό όριο της κυβέρνησης (κι ενώ στόχος αυτής της τελευταίας είναι να θωρακίσει τις θετικές πρωτοβουλίες της απέναντι στον συντηρητικό αντίλογο). Αυτή είναι και η μόνη δυνατότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ, πρώτον, να «αποκρούσει» τον ναρκισσιστικό ακτιβισμό μιας άνευ ορίων και έρματος «άμεσης δράσης» (στις εκδοχές που προανέφερα, πρόκειται απλώς για αντι-πολιτική), και δεύτερον (και πολύ σημαντικότερο...), να διευρύνει το όριο της κυβερνητικής πολιτικής προς τα αριστερά.

11. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, επιμένει στο κλείσιμο των φυλακών τύπου Γ, που δρομολογήθηκε ήδη. Συνεχίζει να υποστηρίζει το αίτημα για κατάργηση του κουκουλονόμου και τον περιορισμό της ασυδοσίας στη λήψη DNA. Έχει πρόβλημα με τις αυθαίρετες μεταγωγές κρατουμένων και την ποινικοποίηση των οικογενειακών σχέσεων. Και υπερασπίζεται τη ζωή, εν προκειμένω των απεργών πείνας, ως μείζον αγαθό. Από αυτή την άποψη, οι προβοκάτσιες «από αναρχική σκοπιά» έπεσαν στο κενό.

12. Ξεχωριστό σημείο σε όλα τα παραπάνω είναι αυτό που αφορά την αντιτρομοκρατική νομοθεσία. Κι εδώ χρειάζεται συζήτηση: είναι τουλάχιστον ακατανόητο γιατί να αποτελεί άμεση διεκδίκηση η κατάργηση του (άθλιου) 187 , ενόψει μιας κρίσιμης δίκης με βάση ακριβώς την παρ.1 του 187 ΠΚ. Στην παρούσα φάση, καιόχι γενικά ή αξιακά, κατάργηση ή τροποποίηση ενός ασφαλώς προβληματικού νόμου, θα σήμαινε ευνοϊκότερη ποινική μεταχείριση για μια εγκληματική οργάνωση που δεν «επεδίωκε» απλώς, αλλά είχε τελέσει αξιόποινες πράξεις που εμπίπτουν ιδεοτυπικά στις διατάξεις του 187ΠΚ. Πρόκειται για παράδοξο της αντιπολιτικής: ένα μαχητικό τμήμα του κινήματος να πολιτεύεται τόσο αυτοαναφορικά, που να αποκόβεται ακόμα κι απ' ό,τι θα όφειλε να ιεραρχεί ως μείζον.

______________________

[1] «Οι κομμουνιστές διαφέρουν από τα άλλα προλεταριακά κόμματα μονάχα κατά τούτο: ότι από τη μια μεριά, στους διάφορους εθνικούς αγώνες των προλετάριων τονίζουν και προβάλλουν τα συμφέροντα που είναι κοινά σ' όλο το προλεταριάτο κι ανεξάρτητα από την εθνότητα. Και από την άλλη, ότι στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης του αγώνα ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη, εκπροσωπούν πάντα τα συμφέροντα του κινήματος στο σύνολό του». Καρλ Μαρξ, Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Ετικέτες