Απέχουμε-Απεργούμε από την «αξιολόγηση» υπαλλήλων / Συλλογικά και μαζικά να αντισταθούμε στη διάλυση του Δημοσίου
Η μνημονιακή πειθαρχία όλων των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια επιτάχυνε τις ακραίες νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις» που ξεκίνησαν πριν από 25 χρόνια, και με άλλοθι την κρίση θέλουν να ολοκληρώσουν ένα σχέδιο που προβλέπει εργασιακές σχέσεις – λάστιχο, δουλειά χωρίς δικαιώματακαι κράτος χωρίς κοινωνικές παροχές προς τους πολίτες, παρά μόνο προνοιακές για επιβίωση.
Στο Δημόσιο, ήδη, από το 2000, με τη θεωρία περί ευέλικτου και επιτελικού κράτους, εκχωρήθηκαν πολλές αρμοδιότητες σε εργολάβους και ιδιώτες, υποβαθμίστηκαν οι κοινωνικές υπηρεσίες και όλες οι τεχνικές και άλλες υπηρεσίες που σχετίζονται με την συντήρηση και την ανάπτυξη των υποδομών των πόλεων καιιδιωτικοποιήθηκαν όσες ήταν κερδοφόρες και υπήρχε ενδιαφέρον από τους ιδιώτες.
Σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές όλων των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μετά την ψήφιση του 3ου μνημονίου, ψηφίζει και υλοποιεί το «πακέτο» που αφορά στην οργάνωση και στη λειτουργία του δημόσιου τομέα. Και μάλιστα, αν κρίνουμε από αυτά που γράφονται στις εγκυκλίους που εκδίδει το υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, βιάζεται ιδιαίτερα!
Μαζί με το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και των δημόσιων δομών, τους μειωμένους προϋπολογισμούς για την λειτουργία του δημοσίου και την διατήρηση του παγώματος των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού, έχει νομοθετήσει για τη «στοχοθεσία», την «κινητικότητα», την «αξιολόγηση» δομών και προσωπικού έχοντας ως στόχο τη δημιουργία και τη λειτουργία ενός κράτους καθαρά επιτελικού και νεοφιλελεύθερου, με ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες, ελαστικές σχέσεις εργασίας, μακριά από τις ανάγκες και των εργαζόμενων στο δημόσιο αλλά και των πολιτών.
Κορωνίδα όλων αυτών αποτελεί ο νόμος 4369/2016 για την «αξιολόγηση», ένας νόμος «αντιγραφή» του προηγούμενου του Μητσοτάκη, που οι αγώνες των εργαζόμενων κατήργησαν στην πράξη το καλοκαίρι του 2014. Ένας νόμος, που στην ουσία του υλοποιεί τις συμφωνημένες με την τρόικα πολιτικές για το δημόσιο από το 2012. Ένας νόμος, που πρέπει να καταργηθεί στην πράξη, για μια ακόμη φορά.
Η απεργία – αποχή από τις διαδικασίες «αξιολόγησης», που πρότεινε το ΜΕτωπο Ταξικής Ανατροπής (META) κι αποφάσισε η ΑΔΕΔΥ χρειάζεται να απλωθεί σε κάθε χώρο δουλειάς, να οργανωθεί από τα συλλογικά όργανα (πρωτοβάθμια σωματεία, ομοσπονδίες), να τονωθεί η αυτοπεποίθηση των συναδέλφων/-ισσών και να ενισχυθεί το αγωνιστικό τους φρόνημα, με συνελεύσεις, εξορμήσεις και περιοδείες παντού.
Ως ΜΕΤΑ, καλώντας και τις υπόλοιπες αριστερές, ριζοσπαστικές, αγωνιστικές παρατάξεις, θα πρωτοστατήσουμε σε αυτόν τον αγώνα.
Όχι μόνο για να προστατευθούν οι εργαζόμενοι του Δημοσίου, αλλά για να ωφεληθεί το σύνολο του κόσμου της δουλειάς και να μη δημιουργηθεί το «επιτελικό – ευέλικτο δημόσιο» των…ιδιωτών, με τις πανάκριβες και ανεξέλεγκτες υπηρεσίες, που δε διασφαλίζουν ποιότητα και ασφάλεια στις όποιες παροχές ή προϊόντα, παρά μόνο κέρδη για τους ίδιους.
Οι μύθοι και οι απάτες που συνοδεύουν την «αξιολόγηση» χρήζουν αποκάλυψης
α) Η συνολική στοχοθεσία της υπηρεσίας (και κατ’ επέκταση και η ατομική στοχοθεσία) καθορίζεται από τα πάνω, από τον υπουργό ή το όργανο διοίκησης κάθε φορέα. Οι στόχοι δηλαδή για τους οποίους θα βαθμολογηθεί ο υπάλληλος είναι καθορισμένοι, υποχρεωτικοί και άρρηκτα συνδεδεμένοι με την εφαρμογή της μνημονιακής – νεοφιλελεύθερης κυβερνητικής πολιτικής. Στο περιβάλλον του υποστελεχωμένου και υποχρηματοδοτημένου δημόσιου τομέα, αρκετοί από τους στόχους πιθανότατα είτε να μην είναι εφικτοί είτε να βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις ανάγκες της κοινωνίας. Για παράδειγμα, στην υγεία, στόχος θα είναι η μικρότερη παραμονή του ασθενή στο νοσοκομείο, με σκοπό την περικοπή της δαπάνης, τη λειτουργία του νοσοκομείου με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, κι όχι την καλύτερη παροχή υπηρεσίας στον πολίτη. Με αυτόν τον τρόπο, δημόσιες δομές θα αξιολογούνται αρνητικά, θα οδηγούνται σε περαιτέρω συρρίκνωση και κατάργηση. Παράλληλα, ο εργαζόμενος θα χρεώνεται ο ίδιος την αρνητική αξιολόγηση της επίτευξης της συνολικής στοχοθεσίας και θα τον συνοδεύει σε όλο τον εργασιακό του βίο.
β) Οι πολυδιαφημιζόμενες Ολομέλειες των Διευθύνσεων και των Τμημάτων δεν έχουν αποφασιστικό ρόλο. Στο τέλους του έτους, μάλιστα, καλούνται να εγκρίνουν την έκθεση αξιολόγησης (βάσει της στοχοθεσίας) του έργου που παρήγαγαν την οποία συντάσσει ο προϊστάμενος. Η δε επίφαση της δημοκρατίας με την αξιολόγηση των προϊσταμένων από τους υφιστάμενους με ανώνυμο ερωτηματολόγιο είναι ουτοπία, καθώς οι καθημερινές σχέσεις θα αποκαλύπτουν πώς αξιολόγησε καθένας τον προϊστάμενό του, καλλιεργώντας ταυτόχρονα την καχυποψία, τη συναλλαγή και το αντισυναδελφικό κλίμα.
γ) Τα κριτήρια της αξιολόγησης των εργαζομένων είναι σκόπιμα αόριστα και υποκειμενικά όπως «η αφοσίωση», η «επίδειξη ενδιαφέροντος», η «πρωτοβουλία», οι «καινοτομίες» κ.ά. Αλήθεια, πόσο «καινοτόμος» μπορεί να είναι ή πόσο μπορεί να «αναπτύξει τις δεξιότητες» του ο εργαζόμενος, όταν π.χ. ο μισός εξοπλισμός του εργαστηρίου του είναι χαλασμένος κι ο άλλος μισός υπολειτουργεί ή όταν μία νοσηλεύτρια έχει στην ευθύνη της 40-50 ασθενείς; Παράλληλα οι εργαζόμενοι καλούνται να αξιολογηθούν για την «ικανατότητα άσκησης πολλαπλών καθηκόντων». Με την εισαγωγή αυτού του κριτηρίου, νόμιμα πλέον υποχρεώνονται να εκτελούν καθήκοντα που δεν περιλαμβάνονται στο εργασιακό τους αντικείμενο και μάλιστα βαθμολογούνται γι’ αυτά. Ταυτόχρονα, σε ένα ρημαγμένο δημόσιο αξιολογούνται για την «αναβάθμιση του εργασιακού περιβάλλοντος»!
δ) Υπάρχει σύνδεση της αξιολόγησης με το μισθολόγιο και δημιουργία διαφορετικών κατηγοριών αμειβόμενων υπαλλήλων στον ίδιο κλάδο, αφού προβλέπεται ταχύτερη μισθολογική εξέλιξη για τους «άριστους» και αναστολή της μισθολογικής εξέλιξης για όλους όσοι αξιολογηθούν «ανεπαρκείς» ή «ακατάλληλοι».
ε) Οι προαγωγές των εργαζομένων και η εξέλιξή τους εξαρτώνται άμεσα από τις εκθέσεις αξιολογήσεις. Oι χαρακτηρισμοί των βαθμολογημένων υπαλλήλων σε «επαρκείς», «μέτριους», «ανεπαρκείς» και «ακατάλληλους», θα συνοδεύουν το φάκελο κάθε εργαζόμενου. Επιπροσθέτως, όπως περιγράφεται ρητά σε άλλους πρόσφατους νόμους, θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανά πάσα στιγμή στον εργασιακό βίο του υπάλληλου κι από οποιαδήποτε πολιτική ηγεσία. Επίσης όπως αναφέρεται όσοι χαρακτηριστούν δύο συνεχόμενες φορές «ανεπαρκείς» και «ακατάλληλοι», θα δημιουργήσουν μια «δεξαμενή προβληματικών» και δυνητικά «διαθέσιμων» υπαλλήλων, βλέποντας κοντά τους την πόρτα της εξόδου.
στ) Στην Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης (η οποία αποτελείται μόνον από τους Γενικούς Διευθυντές) που εξετάζει τις ενστάσεις των υπαλλήλων, οι αιρετοί εκπρόσωποι των εργαζόμενων συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου. Εδώ να σημειώσουμε ότι οι επιτροπές αυτές δεν έχουν συσταθεί ακόμα, ενώ στις αντίστοιχες εγκυκλίους περιγράφονται με τρόπο που δεν αποσαφηνίζει τα όρια μεταξύ αυτών και των Υπηρεσιακών Συμβουλίων. Πρόκειται για… καινοτόμα μορφή «δημοκρατίας»!
ζ) Η κυβέρνηση (με τη Διεύθυνση Παρακολούθησης και Στατιστικής Ανάλυσης των Βαθμολογιών Αξιολόγησης) εξασφαλίζει την εξουσία να παρεμβαίνει στη βαθμολόγηση εφαρμόζοντας το «συντελεστή διόρθωσης». Ουσιαστικά βάζει τα ποσοστά στην αξιολόγηση με «έξυπνο» τρόπο, αφού, για παράδειγμα, μπορεί να μειώσει τον αριθμό αυτών που έχουν αξιολογηθεί ως πολύ επαρκείς ή άριστοι υπάλληλοι.
η) Συγκροτείται η Επιτροπή Ακρόασης (σε σχέση με τη λογοδοσία, τον κοινωνικό έλεγχο κ.λπ.) που θα ασχολείται με τα αιτήματα κοινωνικών φορέων ή μεμονωμένων πολιτών. Είναι ολοφάνερο ότι όποιος ιδιώτης δεν καλύπτεται από την υπηρεσιακή απόφαση ή άποψη, ή θεωρεί ότι δεν ικανοποιούνται τα ατομικά του συμφέροντα θα καταφεύγει στην Επιτροπή στοχοποιώντας τον κάθε υπάλληλο ατομικά, αφού ισχύει η μνημονιακή ρύθμιση που αφήνει τον υπάλληλο εκτεθειμένο και υπόλογο για τις υπηρεσιακές αποφάσεις.
ι) Η «αξιολόγηση» σχετίζεται και με την κινητικότητα, όπως αναφέρεται στο σχετικό νόμο 4440/2016, ο οποίος προβλέπει υποχρεωτική μετακίνηση υπαλλήλων -ακόμη κι εκτός νομού-, αρκεί ο φορέας προέλευσης να έχει κάλυψη στο ελάχιστο 50% των θέσεών του.
Η «αναδιάρθρωση», ή «μεταρρύθμιση» του κράτους, η δημιουργία «ευέλικτου, επιτελικού Δημοσίου» μπορεί να ηχούν ωραία και να παραπέμπουν στην πραγματική ανάγκη για βελτίωση των υπηρεσιών του Δημοσίου προς το κοινωνικό σύνολο, που τις χρειάζεται γιατί υπερφορολογείται και δεν πληρώνεται από τους εργοδότες του, ώστε να καλύπτει έστω και τις στοιχειώδεις ανάγκες του.
Δεν έχει σχέση όμως με την παραπάνω πραγματική ανάγκη αυτό που οργανώνει η σημερινή κυβέρνηση, σε συνέχεια των προηγούμενων κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Κρύβει πίσω από αυτές τις διατυπώσεις όσα σχεδιάζει και υλοποιεί ταχύτατα, για τη μεγαλύτερη διάλυση του Δημοσίου και το χαρίζει στα αρπακτικά των «αγορών».
Το θεσμικό πλαίσιο κινητικότητας – «αξιολόγησης» υπαλλήλων διασταυρώνεται με το ψηφιακό οργανόγραμμα και τα επιμέρους οργανογράμματα υπουργείων-αυτοδιοίκησης – φορέων, με τη συγχώνευση και κατάργηση ειδικοτήτων και κλάδων και συμπληρώνεται από την ιδιωτικοποίηση μέσω εργολαβιών και από τη διεύρυνση των ελαστικών σχέσεων εργασίας μέσω ΚΟΙΝΣΕΠ, «ωφελούμενων», συμβασιούχων, αναπληρωτών κ.λπ.
Όλη αυτή η νομοθεσία, με την ισχύ και της προηγούμενης μνημονιακής που δεν καταργήθηκε ποτέ, απορρυθμίζει τις εργασιακές σχέσεις στο Δημόσιο, πλήττει τους μισθούς και τα δικαιώματα, υποβαθμίζοντας και ακριβαίνοντας συγχρόνως τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τα φτωχομεσαία κοινωνικά στρώματα.
Όλα αυτά τα σχέδια πρέπει και μπορούμε να τα ακυρώσουμε οι εργαζόμενοι και εργαζόμενες στο Δημόσιο, για να διασώσουμε ό, τι δημόσιο απέμεινε, για να περισωθούν εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις του κόσμου της δουλειάς.
Στο πλαίσιο της απόφασης της ΑΔΕΔΥ για απεργία – αποχή από τις διαδικασίες της «αξιολόγησης», οργανώνουμε τη συλλογική αντίσταση βήμα βήμα, με τα σωματεία και τις ομοσπονδίες μας και τη στήριξη της ΑΔΕΔΥ, με την αγωνιστική αλληλεγγύη μεταξύ συναδέλφων και συναδελφισσών, ΔΕ διστάζουμε, ΔΕ φοβόμαστε, ΕΝΩΝΟΥΜΕ τις ΔΥΝΑΜΕΙΣ και προχωράμε.
Αξιοποιούμε τη θετική εμπειρία του αγώνα μας για να μην περάσει η “αξιολόγηση” του κ. Μητσοτάκη που οδηγούσε σε διαθεσιμότητες κι απολύσεις. Ο νόμος εκείνος ακυρώθηκε στην πράξη, γιατί συνάντησε τη δυναμική αντίδραση των εργαζομένων και με τη μαζική ανυπακοή και την άρνηση της συμμετοχής σε όλα τα βήματα της “αξιολόγησης”.
Το ΜΕΤΑ νιώθει δικαιωμένο γι’ αυτή την επιλογή του, που με επιμονή, παρά την άρνηση και τις επιφυλάξεις των άλλων συνδικαλιστικών παρατάξεων, συνέβαλε στο να δοθεί ο νικηφόρος αγώνας που αποτελεί αγωνιστική παρακαταθήκη για το μέλλον.
1) Κανένα σωματείο και καμιά ομοσπονδία να μην αποδεχθεί νέα οργανογράμματα και Οργανισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας (ΟΕΥ), που θα είναι προσαρμοσμένα στο μνημονιακό κουστούμι.
2) Οργανώνουμε Γενικές Συνελεύσεις και περιοδείες σε κάθε χώρο δουλειάς.
3) Οι εργαζόμενοι παραδίδουμε τα έντυπα αξιολόγησης στα σωματεία και τις ομοσπονδίες μας.
4) Κανένας εργαζόμενος δεν αξιολογεί ούτε τον προϊστάμενό του, ούτε τον υφιστάμενό του.
5) Στις ολομέλειες τμήματος/διεύθυνσης παρεμβαίνουν τα σωματεία/ Ομοσπονδίες/ΑΔΕΔΥ για να εξηγήσουν τι κρύβουν οι νόμοι «αξιολόγησης», κινητικότητας, τα οργανογράμματα κλπ και απέχουμε από κάθε διαδικασία αξιολόγησης.
6) Δεν υπογράφουμε τα έντυπα μετά τη συμβουλευτική συνέντευξη με τον προϊστάμενο, ούτε μετά την ολομέλεια τμήματος/διεύθυνσης.
ΜΑΡΤΗΣ 2017