Τοποθέτηση στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ στις 13-14 Απριλίου

1.Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ακόμη κυβέρνηση και ούτε υπάρχει ένα τεράστιο κύμα λαϊκών αγώνων ώστε η συζήτηση να γίνεται με το δεδομένο ότι είμαστε σε προεκλογική περίοδο. Αντίθετα, έχουμε μια κυβέρνηση ταξικού πολέμου που δεν θα πέσει σαν ώριμο φρούτο  από τις εσωτερικές της αντιθέσεις. Επομένως, το πρώτο ζήτημα που πρέπει να τίθεται από εμάς είναι το πώς θα την ανατρέψουμε, βάζοντας σε προτεραιότητα την ανάπτυξη πολιτικών πρωτοβουλιών αλλά και δράσεων που θα συμβάλουν στην ανάταξη του κινήματος αντίστασης.

2.Η τρικομματική κυβέρνηση δεν επιμένει σε κάποια «λανθασμένη πολιτική». Το μνημόνιο δεν είναι λάθος συνταγή, όπως τείνει να την περιγράφει ο δημόσιος λόγος του ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες. Η εκφώνηση αυτή, παρά τα όποια «συνοδευτικά» για το ρόλο του λαϊκού κινήματος, στέλνει καθησυχαστικό μήνυμα στην κοινωνία ότι αρκεί η ψήφος, αρκεί η αλλαγή διαχείρισης. Αυτό, αφενός σπέρνει σύγχυση και αφετέρου ούτε εμπνέει ούτε προετοιμάζει για τις μεγάλες και αναγκαίες κοινωνικές ανατροπές που προϋποθέτει  το πολιτικό σχέδιο για κυβέρνηση της Αριστεράς.

3.Υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση ότι ο κόσμος γενικώς «δεν τραβάει». Φωτογραφικά  αυτό είναι σωστό, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η εμπειρία δείχνει ότι η εργατική τάξη, η νεολαία και τα κινήματα πολιτών αντιδρούν όταν η κυβέρνηση και το κράτος αποπειρώνται  ευθέως να βιάσουν το δικαίωμά τους στη ζωή, την εργασία και την αξιοπρέπεια. Παρατηρούμε  τελευταία να αναπτύσσονται αγώνες με πολύ πρωτοπόρα χαρακτηριστικά, όπως αυτός στις Σκουριές. Εκείνο που όντως δεν υπάρχει είναι η ανάπτυξη γενικευμένων  αγώνων, κι αυτό για δύο κυρίως λόγους: εξ’ αιτίας της ραγδαία αναπτυσσόμενης ανεργίας που τσακίζει τα κόκαλα στην κοινωνία  και επειδή υπάρχει η προσδοκία και η προσμονή για τις εκλογές.

Στα θεμέλια της κοινωνίας συσσωρεύεται ένας συνδυασμός κατάθλιψης και οργής. Για να ξεπεραστεί αυτό, χρειάζεται  ο ΣΥΡΙΖΑ να εμπνεύσει, να ενθουσιάσει και να παράσχει πολιτική κάλυψη στο κίνημα. Στις εξαγγελίες τρόμου της κυβέρνησης για 15.000 απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και για μονιμοποίηση του χαρατσιού, δεν αρκεί μόνο να δηλώσουμε την κατηγορηματική μας αντίθεση ή να υποσχεθούμε την ακύρωσή τους όταν και αν βγούμε κυβέρνηση. Χρειάζεται εδώ και τώρα να βοηθήσουμε στην οργάνωση καμπάνιας πολιτικής ανυπακοής για τα χαράτσια  καθώς και ενός πολύμορφου αγώνα για την υπεράσπιση των θέσεων εργασίας στο Δημόσιο.

4.Με δεδομένο ότι  σαφώς τίθεται το θέμα των συμμαχιών/συνεργασιών, υπάρχουν δύο λογικές για να προσεγγίσουμε το θέμα:

α.Η πρώτη είναι στατική-αριθμητική: Εκκινεί από το εκλογικό ποσοστό που καταγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και προσπαθεί να βρει διαθέσιμους συμμάχους για το σχηματισμό κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Παίρνει ως δεδομένη τη θέση και τα ποσοστά των υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών και χρησιμοποιώντας ως μοναδικό κριτήριο τον «αντιμνημονιακό λόγο», καταλήγει να αφήνει ανοιχτές τις συμμαχίες με δυνάμεις που στέκονται στον αντίποδα του δικού μας προγράμματος, στο όνομα των «μίνιμουμ στόχων». Αθροίζει  έτσι δυνάμεις που κουβαλούν αντίθετα κοινωνικά και πολιτικά  φορτία, καταλήγοντας ουσιαστικά  το συνολικό τους αποτέλεσμα να είναι μηδέν – εν τέλει  αρνητικό. Μια συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με το εθνικιστικό κόμμα του Καμμένου δεν μπορεί να επιδράσει  ανασχετικά προς την ενίσχυση της ΧΑ και της ΝΔ, όπως πολλοί πιστεύουν, παρά μόνο αρνητικά  στην προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να παγιώσει την επιρροή του και να ενισχύσει τη δυναμική του στην εργατική τάξη και τα κινήματα.

β.Στην επιστήμη της πολιτικής υπάρχει μόνο η διαλεκτική-γεωμετρική λογική των πραγμάτων και είναι αυτή που μας έχει φέρει ως εδώ. Το αίτημα για κυβέρνηση της Αριστεράς  βασίστηκε στη δυναμική των αγώνων της προηγούμενης περιόδου και στην ενωτική δράση και απεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ προς την υπόλοιπη Αριστερά. Κατάφερε δε και απέκτησε τόσο μεγάλη δυναμική γιατί έγινε ηγεμονική πολιτική πρόταση στην εργατική τάξη και σε αυτή πρέπει να βασίζεται  το ταξικό πρόσημο των συνεργασιών μας. Εκεί βρίσκεται και η τεράστια σημασία της συνεχούς απεύθυνσης στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Κι αν όντως  η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ ακολουθεί μια εγκληματικά σεκταριστική πολιτική, αυτό δε μπορεί να αποτελεί το βασικό κριτήριο της πολιτικής μας απέναντι σε αυτό το κόμμα. Γιατί μπορεί η ηγεσία του ΚΚΕ  να επιτίθεται και να καταδικάζει τώρα τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως  τα ιερατεία καταδίκασαν κάποτε τον Γαλιλαίο, όμως η Γη δεν έπαψε να γυρίζει...Το ίδιο και οι διαφοροποιήσεις στις πολιτικές εξελίξεις...

Ετικέτες