Οι αυτοδιοικητικές εκλογές στα τέλη Μαΐου, στη συγκυρία της οικονομικής και πολιτικής κρίσης, αποκτούν δικαιωματικά κεντρικό πολιτικό χαρακτήρα.
Μπορούν και πρέπει να γίνουν τμήμα του αγώνα για την ανατροπή των πολιτικών κοινωνικής εξόντωσης και των πολιτικών δυνάμεων που τις εφαρμόζουν. Ιδιαίτερα αν δεν έχουν προηγηθεί βουλευτικές εκλογές, η κάλπη για στην τοπική αυτοδιοίκηση (μαζί με εκείνη των ευρωεκλογών) είναι ευκαιρία να αποτελέσει «χαστούκι» για το αστικό μπλοκ, αλλά και ευκαιρία για τη διεύρυνση της επιρροής της Αριστεράς στην κοινωνία.
Ξεκινώντας από αυτή την παραδοχή, τα δημοτικά σχήματα, το πρόγραμμα, οι συμμαχίες και οι υποψήφιοι δήμαρχοι που θα στηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί παρά να αντανακλούν την αποφασιστικότητα της ριζοσπαστικής Αριστεράς να συγκρουστεί τόσο με το ασφυκτικό μνημονιακό πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η κεντρική εξουσία στους ΟΤΑ, όσο και με λογικές «χρηστής διαχείρισης» και «θεσμολαγνείας», που αποτελούν ανάχωμα για τις εργατικές-λαϊκές αντιστάσεις και αντιστοιχούν στις πρακτικές των τοπικών παραγόντων των αστικών κομμάτων και της σοσιαλδημοκρατίας.
Όπως στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο ο ΣΥΡΙΖΑ ευαγγελίζεται την ανατροπή του παλιού, έτσι και σε τοπικό επίπεδο, το πλαίσιο, με το οποίο θα δοθεί η μάχη των αυτοδιοικητικών εκλογών, πρέπει να εκφράζει την πολιτική βούληση για το ξήλωμα των επιλογών και των πελατειακών δικτύων «φθαρμένων βλαχοδημάρχων», που έβαλαν πλάτη για να περάσει ο οδοστρωτήρας των μνημονίων.
Υποψήφιοι
Η κεντρική διακήρυξη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να πάρουμε όσους περισσότερους δήμους γίνεται, ώστε την Κυριακή των εκλογών να «κοκκινίσει» ο χάρτης, έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα στην εξειδίκευσή της, ειδικά αν γίνεται αντιληπτή μόνο ως άθροισμα ψήφων χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η σύγκλιση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, που θα ασχοληθεί με το ζήτημα των αυτοδιοικητικών εκλογών και θα πάρει αποφάσεις για τους συνδυασμούς και τους υποψηφίους που θα στηριχτούν, αναβάλλεται συνεχώς. Πιθανότερο είναι ότι θα διεξαχθεί στις αρχές Φλεβάρη.
Μια τέτοια καθυστέρηση είναι φυσιολογική, αν σκεφτεί κανείς ότι σε μια σειρά Ο.Μ. έχει προκληθεί έντονη αντιπαράθεση και έχουν «τραυματιστεί» συντροφικές σχέσεις, με επίδικο την τακτική και τα πρόσωπα που θα δώσουν τη μάχη για τους δήμους, από τη μεριά της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Για παράδειγμα στου Ζωγράφου ή τη Γλυφάδα, δύο από τις πιο δραστήριες οργανώσεις της Αττικής, τους τελευταίους μήνες βρίσκονται σε μόνιμο καθεστώς εσωστρέφειας και παραλυτικής αδράνειας ως προς τα κινηματικά τους καθήκοντα, διχασμένες πάνω στο ζήτημα των δημοτικών εκλογών.
Παρά το γεγονός ότι σε όλα τα επίσημα ντοκουμέντα των αρμόδιων οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνεται η ανάγκη η Αριστερά να μην λειτουργήσει ως «πλυντήριο» τοπικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ και λοιπών «μετανοημένων» ή δήθεν «ανεξάρτητων» παρατρεχάμενων, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αναζητούνται διευρύνσεις προς τέτοια πρόσωπα (ακόμα και από το χώρο της Δεξιάς). Πρόκειται για τακτική που αναπόφευκτα αλλοιώνει τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά των σχημάτων του ΣΥΡΙΖΑ, λειαίνει τις προγραμματικές αιχμές τους και υποβιβάζει τον κεντρικό πολιτικό στόχο της ανατροπής.
Οι συνεργασίες με τοπικά στελέχη και παράγοντες τέτοιου «ηθικού εκτοπίσματος» απειλεί την ενότητα των τοπικών οργανώσεων, τις παρασύρει σε μια εκλογικίστικη προσέγγιση («να μας βγουν τα κουκιά»), αποστρατεύει αντί να συσπειρώνει τα πιο ενεργά μέλη τους και φυσικά απωθεί ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, που δεν ξεχνά ποιοι ευθύνονται για τη λεηλασία της ζωή του και αποστρέφεται τα «λαμπερά πρόσωπα».
Αθήνα
Εξίσου εύλογες αντιδράσεις έχουν προκληθεί και στο δήμο Αθηναίων. Το υπαρκτό δυναμικό της «Ανοιχτής Πόλης» (παράταξη με επικεφαλής την Ε. Πορτάλιου και παρεμβάσεις σε όλη τη διάρκεια της τετραετίας, εντός και εκτός δημοτικού συμβουλίου, όπως η τελευταία με το εξώδικο σε ΤΑΙΠΕΔ και τράπεζες για το ξεπούλημα ακινήτων του Δημοσίου. Με ένα αξιοπρόσεκτο δίκτυο συντρόφων με προσφορά στους αγώνες, τις δομές αλληλεγγύης, τα τοπικά ζητήματα) και οι διαδικασίες της, ελάχιστα λαμβάνονται υπόψη στις αποφάσεις των ηγετικών κύκλων του ΣΥΡΙΖΑ για το μεγαλύτερο δήμο της χώρας.
Από την ονοματολογία των υποψήφιων δημάρχων έχουν παρελάσει διάφορα ονόματα, προφανώς με κριτήρια «αναγνωρισιμότητας». Η πρόσφατη ιστορία με τον Π. Τατσόπουλο προειδοποιεί για επιλογές καλλιτεχνών ή μη, που δεν δεσμεύονται από κανένα συλλογικό σχέδιο και εκθέτουν την Αριστερά. Ειδικά αν δεν έχουν υπαρκτούς δεσμούς με τις αρχές, τις αξίες και τα οράματά της.
Δυστυχώς, τέτοιες αναζητήσεις εντείνονται και από την απομονωτική στάση του ΚΚΕ που δεν συζητά καμία συνεργασία, αλλά και από την «αντικαπιταλιστική καταγραφή» που κυρίως επιδιώκουν τα περισσότερα σχήματα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Σε μια εποχή όμως όπου επικρατεί ο Καλλικράτης (αυξημένες αρμοδιότητες χωρίς τους αντίστοιχους πόρους), το «Παρατηρητήριο Οικονομικής Αυτοτέλειας», οι απολύσεις στους δήμους, η υποβάθμιση ή ιδιωτικοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών και η εκποίηση δημόσιων χώρων, η τοπική αυτοδιοίκηση δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς να μετατραπεί σε κύτταρο αντίστασης και αλληλεγγύης. Χωρίς να γίνει παράδειγμα τοπικής εξουσίας με λαϊκή συμμετοχή, κοινωνική λογοδοσία και έλεγχο. Θα πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη ρήξη με τις λογικές της ανάθεσης και της συνδιαλλαγής με οικονομικά συμφέροντα, να ενθαρρύνει και να εμπνέει τη συλλογική δράση των κατοίκων κάθε πόλης και τη μαχητική-κινηματική διεκδίκηση των αιτημάτων τους.
Προϋποθέσεις
Για να επιτευχθούν όλα αυτά, τα σχήματα που θα στηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να επιδιώκουν την πλατύτερη δυνατή ενότητα των δυνάμεων της πολιτικής και κοινωνικής Αριστεράς. Να έχουν σαφή αντιμνημονιακά-αντικαλλικρατικά, ριζοσπαστικά και αντιφασιστικά χαρακτηριστικά. Να δημιουργήσουν ανοιχτά τις θέσεις και τα όργανά τους και να αποφασίσουν συλλογικά και δημοκρατικά τον/την επικεφαλής και τους εκπροσώπους τους.
Να συμμετέχουν σε συλλογικότητες αλληλεγγύης, αντιφασιστικά μέτωπα και να προωθούν τη δημιουργία λαϊκών επιτροπών αγώνα σε κάθε γειτονιά, με παρουσία στους αγώνες ενάντια σε διαθεσιμότητες-απολύσεις εργαζομένων στους ΟΤΑ, συγχωνεύσεις σχολείων, διάλυση της ΠΦΥ και του ΕΟΠΥΥ.
Να συμμετέχουν στην απόκρουση της φασιστικής απειλής και των ρατσιστικών διατάξεων της κυβέρνησης και της ΕΕ, διάσταση που δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως η Χρυσή Αυγή θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει τις επερχόμενες εκλογές ως ευκαιρία ανάκαμψης μετά και το νέο γύρο φυλακίσεων βουλευτών της και επανανομιμοποίησή της, μέσω της ανάδειξή της ως τρίτης δύναμης πανελλαδικά. Γι’ αυτό και θα επιδιώξει να έχει παρουσία στο δεύτερο γύρο σε μεγάλους δήμους της χώρας (π.χ. Αθήνα με τον Κασιδιάρη).
Να είναι δηλαδή παρατάξεις που θα εγγράφονται στις διεργασίες για τη συνολική ανατροπή των πολιτικών της άγριας λιτότητας και του αυταρχισμού, στους συσχετισμούς στην αυτοδιοίκηση, με ένα κοινό μέτωπο αιρετών-δημοτών-εργαζομένων στους ΟΤΑ και στο στόχο της κυβέρνησης της Αριστεράς.
Πολύ περισσότερο, οι δήμαρχοι και οι περιφερειάρχες, που θα εκλεγούν με τη σημαία του ΣΥΡΙΖΑ, με την αγωνιστική τους στάση πρέπει να αποδείξουν ότι η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να αποτελέσει πυλώνα προάσπισης τους κόσμου της εργασίας, των ανέργων και των συνταξιούχων, του κοινωνικού κράτους, των δημόσιων αγαθών και των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
Ότι από «εργαστήριο» ελαστικών σχέσεων εργασίας και ιμάντα μεταβίβασης χρημάτων στο ιδιωτικό κεφάλαιο (5μηνα, ΚΟΙΝΣΕΠ, ΣΔΙΤ κ.ά.) το δημαρχείο ή η Περιφέρεια θα γίνουν χώροι σταθερής δουλειάς με πλήρη δικαιώματα και κέντρα αγώνα για την ανατροπή κυβέρνησης και τρόικας. Ότι από εστίες «μιζαδόρων», θα ανοίξουν το δρόμο για συμμετοχικούς θεσμούς (λαϊκές συνελεύσεις και τοπικά συμβούλια με αποφασιστικό χαρακτήρα) που θα ενθαρρύνουν τους κατοίκους στην ενασχόληση με τα προβλήματά τους, χωρίς να περιμένουν να τους τα λύσουν οι «ειδικοί».
Πρόγραμμα
Με κριτήριο τις παραπάνω επισημάνσεις, οι προγραμματικές θέσεις των παρατάξεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι απαραίτητο να κινούνται με το παρακάτω διεκδικητικό πλαίσιο:
* Όχι απολύσεις στους ΟΤΑ. Κατάργηση όλων των προγραμμάτων μερικής απασχόλησης και μετατροπής τους σε μόνιμες θέσεις εργασίας.
* Καμία ιδιωτικοποίηση του νερού, της διαχείρισης απορριμμάτων και δημοτικών υπηρεσιών.
* Ελάφρυνση των δημοτών από υπέρογκα δημοτικά τέλη, φόρους και πρόστιμα.
* Υπεράσπιση και διεύρυνση κοινωνικών δομών (κατάργηση τροφείων στους βρεφονηπιακούς σταθμούς – πρόγραμμα «βοήθεια στο σπίτι» – επέκταση δημοτικών ιατρείων και δωρεάν πρόσβαση κάθε ανασφάλιστου – ενίσχυση ΚΑΠΗ – κοινωνικά επιδόματα – επαρκής σχολική θέρμανση και σίτιση παιδιών σε όλα τα σχολεία).
* Μέτρα ανακούφισης των ανέργων (δωρεάν μεταφορές) και υπεράσπιση του δικαιώματος στη στέγη (κανένας πλειστηριασμός).
Και φυσικά μια τέτοια τοπική αυτοδιοίκηση είναι η μόνη που μπορεί να αποτελέσει στήριγμα και συμμέτοχο στη διαρκή διαδικασία ρήξεων και ανατροπών μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, στην οικονομία και το κράτος, η οποία θα αναμετρηθεί με το εγχείρημα του κοινωνικού μετασχηματισμού με προοπτική το σοσιαλισμό.