To γεγονός πως ο Τζίμι Κάρτερ έζησε τόσο πολύ όσο έζησε είναι καλό για την υστεροφημία του.

Για όσους δεν έζησαν τη διακυβέρνησή του μεταξύ 1977 και 1981, ο Κάρτερ έμεινε γνωστός ως υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της παγκόσμιας δημόσιας υγείας και της στήριξης των φτωχών. Χαρακτηρίζοντας τη μεταχείριση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ ως «απαρτχάιντ», κέρδισε ακόμη και τη φήμη του ανθρώπου που «έλεγε αλήθειες».

Η πολιτική αμνησία που δημιούργησε ο Κάρτερ κατά την περίοδο μετά την διακυβέρνησή του οδήγησε τους φιλελεύθερους να βλέπουν τα χρόνια του στην προεδρία ως πολύ πιο όμορφα από ό,τι ήταν. Ο αιδεσιμότατος Αλ Σάρπτον, ένας ακτιβιστής του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων που δεν είναι παρά ένας διαφημιστής του Δημοκρατικού Κόμματος στο φιλελεύθερο δίκτυο MSNBC, επαίνεσε την πρωτοπορία που επέδειξε ο Κάρτερ όταν διόρισε έναν από τους πολύ στενούς συνεργάτες του αιδεσιμότατου Δρ. Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τον Άντριου Γιανγκ, ως πρεσβευτή των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη.

Ο Σάρπτον παρέλειψε να σημειώσει ότι ο Κάρτερ απέλυσε τον Γιανγκ το 1979 -προκαλώντας την κατακραυγή των ηγεσιών του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων- για το αμάρτημα της συνάντησής του με έναν εκπρόσωπο της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. (Όπου κατά τα φαινόμενα, ο σκοπός του Γιανγκ ήταν να πείσει την PLO να υποστηρίξει την απόσυρση μιας έκθεσης του ΟΗΕ που ζητούσε ένα παλαιστινιακό κράτος!)

Για πολλούς στην ελίτ της Ουάσιγκτον και τους ειδήμονές της στο χώρο των μίντια, η προεδρία του Κάρτερ είναι η επιτομή μιας αποτυχημένης προεδρίας. Στις επιφανειακές συνοπτικές περιγραφές της θητείας του εμφανίζονται εικόνες από ουρές αυτοκινήτων που περιμένουν επί ώρες σε βενζινάδικα, προσωπικό της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη που κρατείται αιχμάλωτο με δεμένα μάτια, ή ένας παχύς, παραπαίων Κάρτερ που βαριανασαίνει κατά τη διάρκεια ενός τρεξίματος 10 χιλιομέτρων, εικόνες που συνδυάζονται για να σχηματίσουν την εικόνα ενός αδέξιου που δεν τα κατάφερε.

Όταν ο Κάρτερ έθεσε υποψηφιότητα για επανεκλογή, ένα σημαντικό τμήμα του Δημοκρατικού Κόμματος τον είχε απορρίψει και υποστήριξε τη φιλελεύθερη υποψηφιότητα του γερουσιαστή Έντουαρντ Κένεντι. Ο Κάρτερ έχασε το 1980 με συντριβή από τον Ρόναλντ Ρίγκαν, τον οποίο πολλοί θεωρούσαν πολύ «ακραίο» για να του παραδώσουν τους πυρηνικούς κώδικες. Όταν εγκατέλειψε το αξίωμά του, ο Κάρτερ είχε υποστήριξη λίγο πάνω από το 30% στις δημοσκοπήσεις.

Όταν εμείς οι σοσιαλιστές εξετάζουμε τη θητεία του, θα πρέπει να απορρίψουμε την επιφανειακή «βαθμολογία» που απασχολεί την ελίτ της Ουάσινγκτον. Για εμάς, ο Κάρτερ ήταν ένας απαίσιος πρόεδρος -αλλά όχι επειδή ήταν αναποτελεσματικός ή υπερβολικά διδακτικός στις δημόσιες δηλώσεις του. Ήταν πιο τραγικός ακριβώς όταν ήταν αποτελεσματικός, επειδή μεγάλο μέρος αυτού που έχουμε καταλήξει να αποκαλούμε «νεοφιλελεύθερη» εποχή ξεκίνησε υπό αυτόν και όχι υπό τον Ρίγκαν.

Δύο βαθιές υφέσεις, που σηματοδότησαν το τέλος της μακράς μεταπολεμικής άνθησης, οριοθέτησαν την θητεία του Κάρτερ. Η καθοδηγούμενη από τους Δημοκρατικούς πολιτική οικονομία του που στήριξε μεγάλο μέρος εκείνης της περιόδου άνθισης κατέρρευσε και η διακυβέρνηση του Κάρτερ αποτέλεσε τη μετάβαση σε ένα νέο υπόδειγμα που προσωποποίησαν ο Ρίγκαν και η Μάργκαρετ Θάτσερ στη Βρετανία. Αλλά ο Κάρτερ είχε φτάσει εκεί πρώτος.

Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ριγκανισμού; Περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες. Μειώσεις φόρων για τους πλούσιους με την απατηλή υπόσχεση ότι ο πλούτος τους θα διαχυθεί προς τα κάτω. Η στρατιωτική ενίσχυση. Αντιδραστική κοινωνική πολιτική.

Ανταποκρινόμενος σε μια συντονισμένη επιχειρηματική επίθεση που πίεζε για περικοπές στα κοινωνικά προγράμματα, ο Κάρτερ ανέτρεψε μια μακρά περίοδο επέκτασης των σχετικών εγχώριων προγραμμάτων. Το φορολογικό σχέδιο του το 1978 προοιωνίστηκε τη ριγκανική οικονομική πολιτική, καθώς μείωσε τους φόρους επί των κεφαλαιακών κερδών για τους πλούσιους, ενώ αύξησε τους φόρους κοινωνικής ασφάλισης για τους εργαζόμενους. Ήταν η πρώτη φορά από τη δεκαετία του 1930 που το Κογκρέσο -με μια συντριπτική πλειοψηφία του Δημοκρατικού Κόμματος- ψήφιζε ένα ξεκάθαρα αντιδραστικό φορολογικό σχέδιο.

Ο Κάρτερ διόρισε τον τραπεζίτη Πολ Βόλκερ ως πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας το 1979. Με την υποστήριξή του, ο Βόλκερ ανέβασε τα επιτόκια για να μειώσει τον διψήφιο πληθωρισμό. Ο Βόλκερ σχεδίασε σκόπιμα την πρόκληση μιας ύφεσης και μαζικής ανεργίας ώστε να μειώσει τις απαιτήσεις των εργαζομένων για μισθούς που να συμβαδίζουν με τον πληθωρισμό.

Το 1979, η κυβέρνηση Κάρτερ διαπραγματεύτηκε τη διάσωση της χρεοκοπημένης Chrysler Corp. από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, απαιτώντας παραχωρήσεις από τα συνδικάτα και ανοίγοντας το δρόμο για ένα κύμα σύναψης νέων συμβάσεων με παραχωρήσεις από τα μεγάλα συνδικάτα κατά την επόμενη δεκαετία. Ο Κάρτερ χρησιμοποίησε τον αντι-συνδικαλιστικό νόμο για να σταματήσει την απεργία των ανθρακωρύχων το 1977-78. Μια μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας που αποσκοπούσε να βοηθήσει τα συνδικάτα να οργανωθούν, ηττήθηκε στο Κογκρέσο το 1977, με τον Κάρτερ να την αφήνει να την πάρει ο άνεμος.

Η κυβέρνηση Κάρτερ εκπόνησε το σχέδιο για την απόλυση και την αντικατάσταση των απεργών ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, το οποίο εφάρμοσε ο Ρίγκαν το 1981.

Η κυβέρνηση Κάρτερ ξεκίνησε τη μανία των απορρυθμίσεων που έγινε το οικονομικό ευαγγέλιο για τις επόμενες κυβερνήσεις. Η απορρύθμιση του Κάρτερ στις μεταφορές φορτηγών, τα αεροπορικά ταξίδια και τις τιμές της ενέργειας οδήγησε σε υψηλότερες τιμές, χειρότερες υπηρεσίες και διάλυση των συνδικάτων σε όλους τους βασικούς κλάδους.

Όσον αφορά τη μετα-προεδρική του εικόνα ως νομπελίστα και υποστηρικτή της διεθνούς ειρήνης, είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι ο Κάρτερ ξεκίνησε τη στρατιωτική μεγέθυνση που εφάρμοσε με σθένος ο Ρίγκαν. Το 1980, στον απόηχο των επαναστάσεων στο Ιράν και τη Νικαράγουα και της εισβολής της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν, ο Κάρτερ αύξησε κατακόρυφα τον στρατιωτικό προϋπολογισμό, επανέφερε την εγγραφή σε στρατολογικούς καταλόγους για πιθανή επιστράτευση κληρωτών και δημιούργησε τη Δύναμη Ταχείας Ανάπτυξης για επεμβάσεις στη Μέση Ανατολή.

Το 1980, ο Κάρτερ άλλαξε το αμερικανικό πυρηνικό δόγμα ώστε να καταστήσει πιθανό ένα αμερικανικό «πρώτο χτύπημα» σε περίπτωση «περιορισμένου πυρηνικού πολέμου». Η κυβέρνηση Κάρτερ ξεκίνησε επίσης τον εξοπλισμό και την εκπαίδευση ισλαμιστών ανταρτών που πολεμούσαν τη φιλορωσική κυβέρνηση στο Αφγανιστάν πριν ακόμα εκδηλωθεί η εισβολή της ΕΣΣΔ. Αυτή η μυστική δράση, την οποία αργότερα υποστήριξε δημόσια η κυβέρνηση Ρίγκαν, εξέθρεψε τα δίκτυα από τα οποία θα αναδυόταν αργότερα η Αλ Κάιντα.

Ο Κάρτερ διακήρυξε το 1980 αυτό που ακόμη και ο ίδιος αποκαλούσε «δόγμα Κάρτερ», μια δήλωση ότι «μια προσπάθεια από οποιαδήποτε εξωτερική δύναμη να αποκτήσει τον έλεγχο της περιοχής του Περσικού Κόλπου θα θεωρηθεί επίθεση κατά των ζωτικών συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και μια τέτοια επίθεση θα αποκρουστεί με κάθε αναγκαίο μέσο, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής βίας». Αυτό ήταν το πρόσχημα για τον πόλεμο των ΗΠΑ κατά του Ιράκ που ξεκίνησε το 1991 και συνεχίστηκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο για άλλες δύο δεκαετίες.

Στο εσωτερικό μέτωπο, ο Κάρτερ υποστήριξε και υπέγραψε το 1977 την Τροπολογία που απαγόρευε τη χρηματοδότηση των αμβλώσεων από το [ομοσπονδιακό πρόγραμμα υγείας] . Ήταν μια από τις πρώτες νίκες του κινήματος κατά των αμβλώσεων στην εποχή μετά τη νομιμοποίησή τους σε εθνικό επίπεδο από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ το 1973. Όταν ένας δημοσιογράφος τον ρώτησεγιατί θα ενέκρινε μια διάταξη που θα είχε δυσανάλογο αντίκτυπο στις φτωχές γυναίκες, ο Κάρτερ απάντησε: «Υπάρχουν πολλά πράγματα στη ζωή που δεν είναι δίκαια, τα οποία οι πλούσιοι μπορούν να αντέξουν οικονομικά, ενώ οι φτωχοί όχι». Δεν ήταν ο ρόλος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να καταστήσει «τις ευκαιρίες ακριβώς ίσες, ιδίως όταν στο ζήτημα εμπλέκεται και ένας ηθικός παράγοντας».

Το αίσθημα της χριστιανικής ηθικής του Κάρτερ δεν θίχθηκε όμως το 1980, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Όσκαρ Ρομέρο του Ελ Σαλβαδόρ απηύθυνε έκκληση στα «θρησκευτικά αισθήματα και στα αισθήματά σας για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» για να σταματήσει η στρατιωτική βοήθεια προς την ακροδεξιά χούντα της χώρας αυτής, η οποία προέβαινε σε σφαγές αμάχων και δολοφονίες ακτιβιστών στον εμφύλιο πόλεμο. Ένα μήνα μετά από αυτή την επιστολή, μια ακροδεξιά παραστρατιωτική ομάδα δολοφόνησε τον Ρομέρο. Λίγο πριν εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο, ο Κάρτερ αύξησε τη βοήθεια προς τη χούντα του Σαλβαδόρ.

Κανείς δεν έκανε μεγαλύτερο λάθος για τον Κάρτερ από τον Μάικλ Χάρινγκτον, έναν από τους βασικούς ιδρυτές των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών Αμερικής (). Σε μια διάσημη συζήτηση με τον Πίτερ Καμέχο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (), που πραγματοποιήθηκε την παραμονή των εκλογών του 1976, ο Χάρινγκτον δήλωσε υποστηρίζοντας τον Κάρτερ: «...οι συνθήκες μιας νίκης του Κάρτερ είναι οι συνθήκες για τη άνοδο της μαχητικότητας της εργατικής τάξης, και της μαχητικότητας των γυναικών, και της μαχητικότητας του κινήματος για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Μπορούμε πραγματικά να πετύχουμε νίκες για την πλήρη απασχόληση, την εθνική υγεία και τέτοια ζητήματα».

Κόντρα στις προβλέψεις του Χάρινγκτον, εκτυλίχθηκε το ακριβώς αντίθετο σενάριο. Τα χρόνια του Κάρτερ σηματοδότησαν πράγματι ένα κομβικό σημείο –όχι όμως για μια έξαρση της μαχητικότητας, αλλά για την έναρξη δεκαετιών υποχώρησης και περιστολής. Όπως έγραψε ο Έντ Μπουρμίλα στο Chaotic Neutral, «ο Κάρτερ δεν επέβλεψε απλώς την κατάρρευση της μεταπολεμικής πολιτικής και οικονομικής τάξης πραγμάτων -την προώθησε ενεργά».

Οι σημερινοί φιλελεύθεροι μπορεί να θέλουν να βάλουν ένα φωτοστέφανο στον Κάρτερ και να κατηγορήσουν τον Ρίγκαν και τους Ρεπουμπλικάνους για τη δεξιά μετατόπιση που επικράτησε για γενιές ολόκληρες. Όμως ο Κάρτερ φέρει περισσότερο από το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί για το άνοιγμα αυτού του δρόμου.

Ετικέτες