Τη Θεσσαλονίκη επέλεξε ο πρόεδρος της Επιτροπής Διαλόγου για την Παιδεία Αντώνης Λιάκος για να επιχειρήσει να αποδείξει ότι ο διάλογος είναι σε πλήρη εξέλιξη. Αυτό ήταν απαραίτητο μετά τις δύο αποτυχημένες απόπειρες έναρξης του διαλόγου που έγιναν στην Αθήνα. Όπως και στην Αθήνα όμως, οι ζωντανές δυνάμεις της εκπαίδευσης παρενέβησαν δυναμικά.

Φοιτητικοί σύλλογοι,  οι ΕΛΜΕ της πόλης, η Ομοσπονδία Ενώσεων Γονέων & Κηδεμόνων Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, Διδασκαλικοί σύλλογοι, ο νεοϊδρυθείς σύλλογος Αδιόριστων Εκπαιδευτικών, παρατάξεις και κόμματα της Αριστεράς, ήταν όλοι εκεί, μπλοκάροντας την πρόσβαση στην αίθουσα όπου θα γίνονταν η συνεδρίαση. Στην ανακοίνωσή τους οι ΕΛΜΕ, καλώντας στη διαμαρτυρία,δήλωναν ότι «Είναι αναγκαίο να μην τους επιτρέψουμε να κάνουν το πρώτο βήμα του «διαλόγου» στη Θεσσαλονίκη. Να μην τους αφήσουμε λίγες μέρες πριν τη μεγάλη απεργία για το ασφαλιστικό και τη ζωή μας, να προχωρήσουν τα σχέδια τους για τη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης».

Γιατί ο διάλογος δεν είναι τίποτε άλλο από μια προσπάθεια να εξασφαλίσει η κυβέρνηση συναίνεση για την πολιτική της. Δεν είναι άλλωστε καμμιά πρωτότυπη μέθοδος. Όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις καλούσαν σε «διάλογο» κάθε φορά που η επιβολή της πολιτικής τους στη παιδεία συναντούσε αντιδράσεις. Η καταστολή ήταν το επόμενο βήμα όταν ο «διάλογος» δεν απέδιδε και έπρεπε να εφαρμοστούν τα «απαραίτητα» κάθε φορά μέτρα.

Και αυτή τη φορά φαίνεται ότι η πολιτική για την παιδεία είναι όχι μόνο προαποφασισμένη αλλά καθορίζεται από τους σιδερένιους νόμους του Μνημονίου και της οικονομικής πραγματικότητας. Ο όποιος διάλογος λοιπόν έχει μια απαραίτητη προϋπόθεση. Τη διατήρηση της υποχρηματοδότησης της παιδείας.

Κάποια από τα αποτελέσματα της υποχρηματοδότησης τα αναφέρει η Ομοσπονδία γονέων: «…στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης, η κατάσταση είναι τραγική, παρά τις υποσχέσεις των αρμοδίων, που δίνονται όλα αυτά τα χρόνια.…  Στο Δήμο Κορδελιού Εύοσμου, για παράδειγμα, υπάρχουν τμήματα με 27 παιδιά, με τάξεις προκατ, με αποθήκες και υπόγεια  που μεταμορφώνονται σε αίθουσες. Το ίδιο και στην Θέρμη και σε  πολλές άλλες περιοχές.  Βλέπουμε σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης να συστεγάζονται με εκείνα της  δευτεροβάθμιας, νηπιαγωγεία να  στεγάζονται σε ενοικιαζόμενα καταστήματα, σχολεία όλων των βαθμίδων να  λειτουργούν σε διπλοβάρδια, να χρησιμοποιούνται λυόμενα και πολλές φορές ακατάλληλα και επικίνδυνα κτίρια….»

Και μια που αναφέραμε το Μνημόνιο 3, αυτό προβλέπει είναι εναρμόνιση με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Κάποιες από αυτές σημαίνουν αύξηση των μαθητών ανά τάξη, αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών (4-5 ώρες εβδομαδιαία), συγχωνεύσεις σχολείων, αξιολόγηση των εκπαιδευτικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αλλά και ακόμα πιο αποφασιστική προώθηση της απλήρωτης εργασίας-μαθητείας για τους μαθητές των ΕΠΑΛ και ΕΠΑΣ που είναι παιδιά κάτω των 18 ετών. Όσον αφορά τα πανεπιστήμια η βασική ιδέα είναι η σύνδεση των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις με ότι συνεπάγεται αυτό για το πρόγραμμα σπουδών και την έρευνα στα ΑΕΙ.

Η κινητοποίηση ολοκληρώθηκε με πορεία στους δρόμους της πόλης, που κατέληξε στην Πρυτανεία του ΑΠΘ όπου και έγινε παράσταση διαμαρτυρίας για τη μη ανανέωση των συμβάσεων εργασίας 14 υπαλλήλων, που απασχολούνταν μέσω εργολαβίας στο πανεπιστήμιο.

Ο διάλογος για την παιδεία στη Θεσσαλονίκη υλοποιήθηκε τελικά ως σύσκεψη για τη συνεργασία εκπαίδευσης και τοπικής αυτοδιοίκησης μεταξύ του κ. Λιάκου, του δημάρχου Θεσσαλονίκης και των επικεφαλής των τριών βαθμίδων της εκπαίδευσης σε κάποια αίθουσα του 3ου ορόφου του δημαρχείου!  Μη κρύβοντας τον εκνευρισμό του ο κ. Λιάκος μίλησε για «χόκεϋ επι πάγου» και «επαναστατικές πιρουέτες» όσων διαμαρτύρονται.

Αυτό που μένει μετά από όσα έγιναν, είναι η αίσθηση ότι η μάχη είναι ανοικτή. Και ότι η Αριστερά όταν δρα από κοινού μπορεί να προσφέρει στον κόσμο, αυτό που χρειάζεται για να ανατρέψει τα μνημόνια και τις πολιτικές που εκπορεύονται απ’ αυτά. Την ελπίδα και την αυτοπεποίθηση ότι όλα είναι εφικτά!