Απεργία στις 17 Απρίλη
Στις 17 Απρίλη η νέα απεργία µπορεί να αποτελέσει ένα σηµαντικό κόµβο κλιµάκωσης των εργατικών αγώνων και διεκδικήσεων µετά τις προηγούµενες απεργιακές κινητοποιήσεις. H ΓΣΕΕ συνειδητά το προηγούµενο διάστηµα επίλεξε να µην έχει την παραµικρή σχέση το συνδικαλιστικό κίνηµα µε το φοιτητικό κίνηµα, µε τις αγροτικές κινητοποιήσεις, µε τις κινητοποιήσεις των υγειονοµικών, µε την απεργία τη µαύρη επέτειο του εγκλήµατος στα Τέµπη, µεταθέτοντας πολύ αργότερα την απόφασή της για απεργία. Παρ’όλα αυτά, οι εργαζόµενοι/ες και τα συνδικάτα χρειάζεται να εκµεταλλευτούν την ευκαιρία και να µετατρέψουν τη 17η Απρίλη, σε µέρα µαζικής απεργιακής απάντησης στην κυβερνητική πολιτική.
Πραγµατικές αυξήσεις στους µισθούς µε Συλλογικές Συµβάσεις
Η νέα αύξηση του κατώτατου µισθού από την κυβέρνηση της ΝΔ αποτελεί κοροϊδία για την πλειοψηφία των εργαζοµένων. Οι εργαζόµενοι/ες που αµείβονται µε το βασικό µισθό θα δουν «καθαρά» 39€ παραπάνω (!) κάθε µήνα, ενώ η ακρίβεια και ο πληθωρισµός συνεχίζουν αµείωτα να ροκανίζουν το εργατικό-λαϊκό εισόδηµα. Έτσι πλέον ο κατώτατος µισθός ορίζεται στο ποσό των 715€ καθαρά (830€ µικτά). Η κυβέρνηση πανηγυρίζει υποστηρίζοντας µάλιστα ότι σωρευτικά οι αυξήσεις στον κατώτατο µισθό πλέον είναι πάνω από τον πληθωρισµό.
Όµως, αυτή η µικρή αύξηση αφορά µόνο τον κατώτατο και δεν επηρεάζει ούτε όσους/ες αµοίβονται µε λίγα ευρώ παραπάνω από τον κατώτατο. Όταν οι συλλογικές διαπραγµατεύσεις δεν έχουν αποκατασταθεί και οι τριετίες µένουν επί της ουσίας παγωµένες, αφού πλέον µετράνε µόνο από το 2024 και µόνο εφόσον η ανεργία είναι κάτω από 10%, τέτοιες αυξήσεις ψίχουλα δεν µπορούν να κοροϊδέψουν κανέναν άνθρωπο που ζει από τη δουλειά του και βιώνει κάθε µήνα τις σκληρές συνέπειες της ακρίβειας και του πληθωρισµού.
Σύµφωνα µε στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ, το 78% των εργαζοµένων αµοίβεται µε έναν µέσο µισθό της τάξης των 900€ καθαρά, που σηµαίνει ότι η πλειοψηφία των εργαζοµένων δεν µπορεί να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες στέγασης και διατροφής. Οπότε οι πανηγυρισµοί της κυβέρνησης, µόνο εξοργιστικοί µπορούν να είναι.
Μόνο η διεκδίκηση Συλλογικών Συµβάσεων Εργασίας µε πραγµατικές αυξήσεις στους µισθούς µπορεί πραγµατικά να δώσει ανάσα στον κόσµο της εργασίας, σε συνδυασµό µε τη διεκδίκηση φορολογίας του πλούτου και όχι του εργατικού εισοδήµατος, ενάντια στα υπερκέρδη των µεγάλων επιχειρήσεων.
Ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία και την καταστολή
Το θεσµικό πλαίσιο που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση της ΝΔ µε τους νόµους Χατζηδάκη και Βορίδη αποτελεί την κανονικοποίηση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και της διάλυσης των εργασιακών δικαιωµάτων. Πολλοί/ες εργαζόµενοι/ες αναγκάζονται να δουλεύουν σε δύο και τρεις δουλειές για να τα βγάλουν πέρα, αφού η κατοχύρωση του 8ωρου έχει πάει περίπατο. Ο κόσµος της εργασίας ωθείται στον ακραίο ανταγωνισµό και την επισφάλεια και έτσι επιχειρεί η κυβέρνηση και η εργοδοσία να δηµιουργήσουν και άλλη µία διαιρετική τοµή, ελπίζοντας ότι δε θα µπορέσουν αν ενωθούν τα αιτήµατα και οι ανάγκες των εργαζοµένων. Η εργοδοτική αυθαιρεσία έχει θεσµοποιηθεί και τα αφεντικά έχουν στα χέρια τους ένα πολύ ευνοϊκό νοµικό πλαίσιο.
Πέρα από την εργοδοτική αυθαιρεσία υπάρχει και η καταστολή. Τα δικαστήρια βγάζουν συνέχεια απεργίες παράνοµες για µε κάθε πιθανή ή απίθανη αφορµή, καταστρατηγώντας επί της ουσίας το δικαίωµα στην απεργία, σέρνοντας µάλιστα σε δίκες εργαζόµενους/ες του δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα µε τεράστιο οικονοµικό κόστος. Κάθε λίγο και λιγάκι η ΑΔΕΔΥ δέχεται κυβερνητικές διώξεις λόγω της απεργίας-αποχής από την αξιολόγηση. Εργαζόµενος διοικητικός υπάλληλος στο ΕΚΠΑ (επί περίπου δύο δεκαετίες) που συµµετείχε σε κινητοποιήσεις αλληλεγγύης στο φοιτητικό κίνηµα ενάντια στην τηλε-εξεταστική είδε τη σύµβασή του να µην ανανεώνεται. Απεργίες στον ιδιωτικό τοµέα έρχονται συχνά αντιµέτωπες µε την αστυνοµική βία. Και σα να µην έφταναν αυτά, κάθε χρόνο εκατοντάδες άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους εν ώρα εργασίας, συχνά λόγω έλλειψης των απαραίτητων µέτρων ασφάλειας και της εντατικοποίησης της εργασίας για τη µεγαλύτερη κερδοφορία των εργοδοτών.
Να δοθεί απάντηση στο δρόµο
Οι κυβερνητικές προκλήσεις δε θα µείνουν αναπάντητες. Ήδη η προηγούµενη απεργία στις 28 Φλεβάρη ήταν µια σηµαντική απάντηση από τη µεριά του εργατικού κινήµατος, κόντρα στην αδράνεια στης ΓΣΕΕ. Σε αυτό το διάστηµα έχουν συνεχιστεί οι απεργιακές κινητοποιήσεις στα νοσοκοµεία, ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της δηµόσιας υγείας. Οι εργαζόµενοι/ες συνολικά στο δηµόσιο (Υγεία, Παιδεία, ΟΤΑ, εργαζόµενοι σε υπουργεία) αντιµετωπίζουν µια διαρκή επίθεση που στόχο έχει αφενός τη λειτουργία του δηµοσίου µε ολοένα περισσότερα ιδιωτικοοικονοµικά και «ανταγωνιστικά» κριτήρια και αφετέρου τη διάλυση των κοινωνικών υπηρεσιών.
Γι’ αυτό είναι αδιανόητη η απόφαση του Γενικού Συµβουλίου της ΑΔΕΔΥ να µην προκηρύξει απεργία στις 17 Απρίλη, αλλά κάποια µέρα στο δεύτερο 15νθήµερο του Μάη (!!). Οι δυνάµεις της Αριστεράς που ψήφισαν την απεργία στις 17/4 θα πρέπει να δώσουν τη µάχη να προκηρυχθεί η απεργία από πρωτοβάθµια και οµοσπονδίες του Δηµοσίου.
Στον ιδιωτικό τοµέα έχουν υπάρξει σειρά κινητοποιήσεων και κλαδικών απεργιών. Οι εργαζόµενοι στη ΛΑΡΚΟ επιµένουν απέναντι στα σχέδια της κυβέρνησης, οι εργαζόµενοι/ες στην πληροφορική και τις τηλεπικοινωνίες προχώρησαν σε µία εντυπωσιακή και από τα κάτω απεργία διαρκείας τον προηγούµενο µήνα. Δεκάδες κλαδικά σωµατεία και συνδικάτα έχουν προχωρήσει σε µία σειρά κινητοποιήσεις µε κεντρικό αίτηµα τη διεκδίκηση Συλλογικών Συµβάσεων µε αυξήσεις στους µισθούς.
Για να µαζικοποιηθεί η απεργία και να είναι επιτυχηµένη πρέπει να γίνουν συνελεύσεις σε όλους τους χώρους, µαζικές εξορµήσεις και περιοδείες για την ενηµέρωση όλων των εργαζοµένων. Οι δυνάµεις της ριζοσπαστικής αριστεράς µέσα στο συνδικαλιστικό κίνηµα είναι απαραίτητο να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Η 17η Απρίλη µπορεί και πρέπει να γίνει µέρα πανεργατικού ξεσηκωµού όπου θα συναντηθούν στο δρόµο όλα τα συνδικάτα του δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα, µαζί µε τη νεολαία, για να µπει επιτέλους φρένο στις επιθέσεις κυβέρνησης και αφεντικών.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά