Στην Έκθεση Ζωγραφικής με τίτλο, «Από τον κόσμο του Καβάφη», η Άννα Φιλίνη παρουσιάζει το σύνολο της δουλειάς της πάνω στην Καβαφική ποίηση, στο Μουσείο Μπενάκη (στην Πειραιώς), από 18 Ιανουαρίου έως 17 Φεβρουαρίου 2019.
Όπως αναφέρεται σε σημείωμα της Έκθεσης, η ποίηση του Καβάφη απαρτίζεται τόσο από ιστορικά πρόσωπα όσο και από σύγχρονούς του, ενώ «Ακόμη και όταν αναφέρεται στο παρελθόν, μιλά για την πραγματική ζωή, όπως τη βιώνει στις μέρες του, και συνεχίζει το ίδιο να μιλά σε εμάς μέσα στην εποχή μας». Βέβαια, έμμεσα, μέσα από την ποίησή του, μας δίνει ταυτόχρονα και στοιχεία της δικής του φιλοσοφίας για τη ζωή και τα πολιτικά τεκταινόμενα, αλλά και για θέματα καθημερινά που απασχολούν τον άνθρωπο, όπως ο έρωτας, η νιότη, τα γηρατειά, ο θάνατος, η ελευθερία, η αξιοπρέπεια, ο αυτοσεβασμός κλπ.
Τόσο τα πορτραίτα όσο και τα 24 σχέδια, που στηρίζονται σε ισάριθμα ποιήματα, αλλά και κάποιοι λίγοι πίνακες, που ουσιαστικά περιγράφουν την ιδέα του ταξιδιού ως αυτοσκοπός, όλα εμπνέονται από το έργο του Καβάφη.
Όμως, οι πίνακες της Φιλίνη, παρουσιάζοντας την καβαφική ποίηση, επιδιώκουν, κατά κύριο λόγο, να αναδείξουν το θέμα της πολιτικής εξουσίας (την αλαζονεία, τις δολοπλοκίες, την φαυλότητα, την ευνοιοκρατία, την εξαχρείωση του δημοσίου βίου, τους εκάστοτε φανατικούς και ηθικολόγους υποκριτές κλπ.), αλλά ταυτόχρονα και την Αντίσταση σε αυτή, όπως φαίνεται στον ανάλογο πίνακα-σχέδιο, που είναι εμπνευσμένο από το ποίημα του Καβάφη, «Δημήτριος Σωτήρ», ο οποίος αντιστάθηκε στη ρωμαϊκή εξουσία. «Συγκλονιστικά επίκαιρος αναδεικνύεται ο σαρκασμός του Καβάφη απέναντι στους ‘’πολιτικούς αναμορφωτές’’ στο ποίημα ‘’Εν μεγάλη ελληνική αποικία’’, που φέρνουν στο νου την ‘’Τρόϊκα’’ στη διάρκεια της τελευταίας ελληνικής κρίσης», όπως επισημαίνει η Φιλίνη, καθώς επίσης «στην ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίζει στο ‘’Ας φρόντιζαν’’ τους αυλοκόλακες και γραφειοκράτες κάθε εποχής».
Δίνω ιδιαίτερη έμφαση στο ποίημά του, «Che fece… il gran rifiuto», που σημαίνει, «ο οποίος έκανε… την μεγάλη άρνηση», ίσως επειδή και αυτό έχει κοινά στοιχεία με το σήμερα. Με αυτό το ποίημα, ο Καβάφης θέλει να δείξει τους πολλούς λόγους που μπορούν να κάνουν κάποιον/-α να πει «το μεγάλο το Όχι» και να απόσχει από τα κοινά (π.χ. από μια δράση ή ένα κοινωνικό αγώνα), και να αφιερωθεί-αφοσιωθεί σε κάτι άλλο, όπως ο ποιητής στην τέχνη του, παρά το βαρύ τίμημα της απομόνωσης.
«[…] Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι -το σωστό- εις όλην την ζωή του».
Αυτό συνήθως συμβαίνει σε εποχές σήψης και παρακμής, οι οποίες ταυτόχρονα παράγουν φαινόμενα απογοήτευσης. Είναι οι εποχές που πολλοί άνθρωποι αποσύρονται και αδρανοποιούνται, συνειδήσεις οπισθοχωρούν και λυγούν, χαρακτήρες αλλοιώνονται, η ψυχολογία είναι αρνητική, το ιδεολογικό επίπεδο πέφτει και πολλά αντιδραστικά φαινόμενα κάνουν την εμφάνισή τους (π.χ. φασισμός, ακροδεξιά, εθνικισμός, ανορθολογισμός, θρησκοληψία, μεταφυσική κ.ά.τ.). Με λίγα λόγια, είναι οι εποχές που ακολουθούν κυρίως μετά από μεγάλες ήττες. Είναι οι εποχές, που την ιστορική συνέχεια των Ιδεών τη σώζει μια μειονότητα ανθρώπων, που πάει αντίθετα με το ρεύμα, που με την μικρή της δράση προσπαθεί να κρατήσει και να συνδέσει την πείρα του παρελθόντος με το Τώρα, μέχρι να γίνουν ξανά οι ριζοσπαστικές ιδέες υλική δύναμη.
Βέβαια, όποιος παίρνει μια απόφαση αποχής, δεν σημαίνει, κατ’ ανάγκη, ότι περιφρονεί τη δράση, αλλά πιθανόν να μην εμπνέεται από τα παρακμιακά φαινόμενα και έτσι προκειμένου να συντονιστεί μαζί τους, τα αρνείται. Μπορεί, επίσης, να απέχει επειδή δεν υπάρχει κάποιο άλλο όραμα για το μέλλον ή επειδή θεωρεί ότι δεν μπορεί ή δεν έχει να δώσει κάτι άλλο. Είναι όταν υπάρχει «ασυμφωνία του ατόμου με το περιβάλλον του», όπως λέει ο Λαμπρίδης. Τελικά, μήπως η παθητική αντίσταση, με όποιο τρόπο και αν γίνεται, είναι και αυτό μια μορφή δράσης και αντίστασης, ένα αθόρυβο ρεύμα, που δεν πρέπει να υποτιμάται;