Συνέντευξη με τον ηθοποιό Βασίλη Κυριάκου για τον «Μαρξ στο Σόχο»

Για τέσσερις μέρες η αίθουσα εκδηλώσεων του πολυχώρου «Κομμούνα» μετατράπηκε σε θεατρική σκηνή. Με φόντο τον πίνακα του Ζακ  Ταρντί, ο ηθοποιός Βασίλης Κυριάκου, υποδύθηκε τον Καρλ Μαρξ, ξαναζωντανεύοντας τον θεατρικό μονόλογο του Αμερικάνου ιστορικού και ακτιβιστή Χάουαρντ Ζιν. Ο Βασίλης Κυριάκου, με το περιοδεύον θεατρικό εγχείρημα «Ρε Αλέξη», έχει παρουσιάσει το έργο σε κοινωνικούς χώρους, πλατείες, καφενεία, με μεγάλη επιτυχία. Στην «Κομμούνα» ο Μαρξ προσγειώθηκε αρχικά για μια μέρα, ήταν όμως τόση η επιτυχία των παραστάσεων, που η μία μέρα έγινε τέσσερις. Είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε μαζί με τον Βασίλη, για το θεατρικό έργο, την πολιτική επικαιρότητα και την θεατρική εμπειρία του. Τη συνέντευξη πήρε η Κατερίνα Σεργίδου.

Βασίλη, κατ’ αρχάς θα ήθελα να σε ρωτήσω πώς προέκυψε η ιδέα να υποδυθείς τον Μαρξ και να ανέβει το έργο «Ο Μαρξ στο Σόχο»…

Προέκυψε μεταξύ σφύρας και άκμονος. Μεταξύ του να τελειώσω τη Νομική Σχολή είτε να τζογάρω αυτό που αγαπούσα από παιδί στην Κύπρο. Και η Κύπρος ήταν και είναι ένας καθοριστικός παράγοντας για μένα, όπως και ένα σχολείο πολιτικής διαπαιδαγώγησης. Η αριστερή διαχείριση της εξουσίας από το ΑΚΕΛ με ώθησε στο να σκεφτώ ότι «δεν είμαι μαρξιστής» με την έννοια την κυνική αν θες, ότι δεν χειρίζομαι τα επιστημονικά εργαλεία για να φέρω είτε αριστερά μνημόνια, είτε συμμαχίες με το κράτος φονιά του Ισραήλ (χωρίς να υπονοώ ότι υπάρχει και καλό αστικό κράτος), είτε να μην επιτρέψω τους ευρωβουλευτές να μπουν στο «Μαβί Μαρμαρά» σαν «προστασία» των ακτιβιστών, είτε να βαράω προσοχές στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό κάνοντας ουσιαστικά πειρατεία σε διεθνή ύδατα με τα γνωστά αποτελέσματα με την έκρηξη στη ναυτική βάση. Επίσης, θεωρώ πως το τέλος της Ιστορίας δεν επήλθε ακόμη όσο υπάρχουν εκείνες οι αιτίες οι παλιές που δολοφονούσαν τη νεολαία στη βαριά βιομηχανία του Μάντσεστερ και την σκοτώνουν είτε σε ούτω καλούμενα εργατικά ατυχήματα είτε σε φασιστικές δολοφονίες είτε ως «ιδανικούς αυτόχειρες» στην «μετα-μνημονιακή» Ελλάδα. Θεωρώ πως κριτήριο ήταν η πρώτη φορά αριστερή διαχείριση του συστήματος στην Κύπρο και εντός περιβάλλοντος Ε.Ε., γεγονός και εμπειρία που θεωρώ πως υποτίμησαν μεγάλα κομμάτια της Αριστεράς στην Ελλάδα.

Πώς έχει υποδεχτεί ο κόσμος αυτή την παράσταση; Πώς είναι να παίζεται αυτό το έργο σε τόσους κοινωνικούς χώρους;

Πολύ, μα πολύ διαφορετικά, κάθε φορά. Κάθε παράσταση είναι ο ένας ή οι πολλοί απέναντι στον έναν ή στους πολλούς θεατές. Και η συνθήκη με τους θεατές κάθε φορά είναι διαφορετική και αυτό είναι ευχάριστο γιατί δεν γίνεται έτσι κομματική τέχνη αλλά μένει στα όρια της στράτευσης με τα μάτια των δημιουργών. Άλλωστε τέχνη κατά παραγγελία κομματικού φορέα αίρει και τον εαυτό της. Το καλύτερο σχόλιο που έχω λάβει ποτέ ήταν από κάποιον που τυχαία βρισκόταν εκεί και δήλωσε: «Δεν μου άρεσε το έργο γιατί μ' έβαλε να σκεφτώ και εγώ δεν το κάνω αυτό γιατί δεν ασχολούμαι με την πολιτική, οπότε με ανάγκασε το έργο να μισήσω τον ήρωα και να πάρω θέση. Και η θέση που πήρα ήταν εναντίον σου γιατί με ανάγκασε να σκεφτώ και να πάρω θέση». Όπως έλεγε και ο Αναγνωστάκης: Είστε υπέρ ή κατά;

Πώς ήταν η εμπειρία της παράστασης στον χώρο της «Κομμούνας»;

Δεν υπήρχε ιδανικότερος χώρος να παιχτεί παρά αυτός μπροστά από τον καμβά με την Παρισινή Κομμούνα. Συνέβαλε αποφασιστικά στη ροή και στη δράση. Στον ξεσηκωμό και στις χιλιάδες κομμουνάρων που δολοφόνησε ο Θιέρσος μπαίνοντας στο Παρίσι στην Πιερ Λασέζ. Ο κόσμος του εγχειρήματος της «Κομμούνας» πίστεψε στο έργο και θαρρώ και στην παράσταση. Έτσι ξεκινήσαμε με μία και καταλήξαμε με τέσσερις. Επίσης πολύ σημαντικό ήταν η όσο γίνεται θεατρικοποίηση του χώρου με το πάλκο που στήθηκε – πολύ σημαντικό στο να βλέπω τους θεατές και να με βλέπουν σε όλες τις στιγμές του έργου. Χωρίς συνάντηση των παιχτών, όπως έλεγε και ο Μαστρογιάνι, με τους θεατές, δεν θα έχουμε θέατρο. Και τι είναι άλλωστε το θέατρο αν όχι η πιο πολιτική τέχνη; Είναι αυτό που έδωσε ζωή στους εξόριστους στη Μακρόνησο και τους όρισε ως ανθρώπους μας, διηγείται ο Νίκος Κούνδουρος. Ευχαριστώ όμως κυρίως τον χώρο «Κομμούνα» για την φιλοξενία που έχω για τις πρόβες. Η ανεξάρτητη τέχνη έχει τα τιμήματά της και η αλληλεγγύη είναι ένα κομμάτι που εξισορροπεί τα πράγματα. Θέλω να πω πως αυτά δεν είναι δεδομένα γιατί ως μπουλούκι που λειτουργώ με τα φώτα υπό μάλης, έχω συναντήσει και κάκιστες συμπεριφορές από κοινωνικούς χώρους. Αντίφαση θα μου πεις.

Πες μας λίγα περισσότερα πράγματα για το θεατρικό εγχείρημα «Ρε Αλέξη».

Αρχικά να ευχαριστήσω τον δάσκαλό μου Νίκο Σέργη για τη συνεργασία που είχαμε στα Γιάννενα με την ομάδα που φτιάξαμε, την Σφάλμα επί Γκοντώ με αποκορύφωμα τον «Φον Δημητράκη» του Ψαθά επί πρώτου μνημονίου και με το εγχείρημα Φάντης Μπαστούνι και την περιοδεία που κάναμε με τον Μαρξ.

Ακολούθως ο «Ρε Αλέξης» είναι η ίδια η ιστορική μνήμη. Είναι ο καπετάνιος επαναστάτης Αλέξης που τον Μεσαίωνα τα έβαλε με θεούς και δαίμονες για να φτιάξει και αγροτική κομμούνα στην μεσαιωνική Κύπρο. Η ιστορική του μνήμη δεν τιμάται καθόλου από το υπουργείο Παιδείας. Λογικό. Η κύηση της εννιαμηνίτικης επανάστασης των Κυπρίων δουλοπάροικων γέννησε τα επαναστατικά συμβούλια, τα καπετανάτα και το μοίρασμα της γης και των αγαθών στους «κακούς Λας», στον κακό λαό, όπως έλεγε και ο Λεόντιος Μαχαιράς. Εγώ τον γνώρισα λαθραία διαβάζοντας την Ιστορία της Κύπρου του Κώστα Γραικού. Συνεπώς θέλω να μνημονεύσω τον «Ρε Αλέξη» μέσα από τα έργα που παίζω και μέσα και από τη ζωή πολλές φορές των ίδιων των συγγραφέων. Η ιστορική μνήμη είναι το πιο σημαντικό εργαλείο για έναν λαό για να είναι τουλάχιστον δύσπιστος στην αστική τάξη και στους εκπροσώπους της και χωρίς αυταπάτες να περάσει από την Προϊστορία στην Ιστορία, στην αληθινή ευδαιμονία της ανθρωπότητας χωρίς αφεντικά και δούλους. Αντε, το πολύ πολύ να έχουμε δούλους τις μηχανές όπως εύστοχα περιέγραφε ο Όσκαρ Ουάιλντ στο «Η ψυχή του Ανθρώπου στον Σοσιαλισμό».

Στη διασκευή που έχεις κάνει στο καταπληκτικό κείμενο του Χάουαρντ Ζιν, κάνεις αναφορές στο μνημόνιο. Τι πιστεύεις για τις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα; Πώς αποτιμάς την «έξοδο από τα μνημόνια;»

Είμαστε σε περίοδο υποχώρησης του εργατικού κινήματος, κακά είναι τα ψέματα. Ο προφητικός βιομήχανος Ανιέλι μάλλον θα είχε τον ΣΥΡΙΖΑ στο μυαλό του ως τον ιδανικότερο υπηρέτη της εκάστοτε αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών οργανισμών όπως της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις έχουν ατονήσει παρά τους αγώνες που γίνονται και με κάποιες νίκες σε χώρους εργασίας. Η ροή της ιστορίας δεν παύει με μια μονοκοντυλιά ούτε η ταξική πάλη είναι μάχης μιας γερής διπλής ζαριάς. Το δίλημμα δεν πρέπει να είναι φτώχεια με μεμοράντουμ Γιούνκερ ή με μεμοράντουμ Βαρουφάκη, αλλά ζωή με καπιταλισμό ή χωρίς. Ουτοπικό; Τουλάχιστον ο ορίζοντας σε βοηθάει να περπατάς μπροστά και πίσω όταν τον κοιτάς. Άλλωστε, όπως λέμε εμείς στο έργο, είναι ότι ο ίδιος ο ΟΗΕ αναφέρει ότι όλοι μπορούμε να ζούμε μια ζωή χαρισάμενη με μόνο δύο ώρες εργασίας γιατί, όπως συμπληρώνουμε, στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ έχει φτιαχτεί ένα μηχάνημα που κτίζει ένα σπίτι 180 τ.μ. σε λίγες ώρες μόνο με τη γενική διάνοια του ανθρώπου, με το πάτημα ενός κουμπιού καταργώντας ουσιαστικά τη χειρωνακτική εργασία. Βέβαια ο καπιταλισμός θα πουλήσει ακριβά το τομάρι του στους νεκροθάφτες του, την εργατική τάξη και ακόμη θα μας πουλήσει ακόμη και εκείνο το σκοινί που θα τους κρεμάσουμε. Στην Κύπρο έχετε φύγει από τα μνημόνια, μου λένε. Εάν έχουν φύγει και οι μνημονιακοι νόμοι τότε έχουν φύγει και τα μνημόνια, απαντώ. Οι μνημονιακοί νόμοι δεν έχουν πέσει και το βιοτικό επίπεδο έχει πέσει στο ίδιο επίπεδο με το δικό σας με αποτέλεσμα να ψάχνουν οι συνταξιούχοι να πάνε σε κάποια άλλη χώρα να ζήσουν για να βγάλουν το κόστος του ενοικίου. Ο ίδιος ο μετα-μνημονιακός αέρας ο κουπανιστός ισχύει και για την Ελλάδα.

Τελικά πόσο ζωντανός είναι ο Μαρξ και οι ιδέες του;

Θα πεθάνει μόνο όταν και στην τελευταία γωνία της Γης αρθούν οι συνθήκες εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Οι «Τimes» τον μνημονεύουν διαρκώς διαβάζοντάς τον βέβαια ανάποδα. Μην υποτιμάμε την αστική τάξη. Μελετάει. Δεν είναι ανίκητη. Για την ώρα όμως μας παίζει σαν την γάτα με τον ποντικό. Και επειδή διαβάζει η αστική τάξη και δεν πιστεύει στον ντετερμινισμό, θέλει να πιστεύει ότι μεταξύ του «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» θα νικήσει η Βαρβαρότητα. Άλλωστε μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας παρά την εξέγερση των δούλων του Σπάρτακου ακολούθησε το βαθύ σκοτάδι του Μεσαίωνα. Το παιχνίδι παίζεται όμως ακόμη. Νερό να πάρουμε.

Τι μας ετοιμάζεις για τη συνέχεια;

Θα ανεβάσω ξανά την Απολογία του Θεόφιλου Τσάφου τις Παρασκευές του Νοεμβρίου, στο Βρυσάκι. Είναι έργο του Νίκου Κούνδουρου. Είναι η απολογία ενός φονιά δικηγόρου με τη δράση να διαδραματίζεται εδώ στη γειτονιά, στην Αγαθουπόλεως και Σόροβιτς στο ξενοδοχείο «Αθηνά». Ο αντι-ήρωας μου θύμιζε το Κράτος και την Βία, τον Ρουπακιά και τους πραξικοπηματίες στην Κύπρο. Δικαιοσύνη δεν επήλθε για το θύμα του, την Καίτη την φοιτήτρια Γεωπονίας. Ο φονιάς ταυτισμένος με το καθεστώς της χούντας και παίζοντας με τα νομικά εργαλεία της ψυχασθένειας, προσπαθεί να αθωωθεί όπως και το κατορθώνει με μια γελοία νομολογία που ατιμάζει το θύμα. Εκεί οργίστηκα, είναι η αλήθεια. Και κάτι κάνω για την κάθαρση του πράγματος. Ακολούθως ανεβάζω τον Αποχαιρετισμό του Ρίτσου που έχει να κάνει με τις τελευταίες στιγμές του Γρηγόρη Αυξεντίου στη σπηλιά της Μονής Μαχαιρά, αφιερωμένο στους ήρωες του κόσμου που έγιναν παρανάλωμα για την ελευθερία. Τα αλλά εν καιρώ..

Ετικέτες