Σχόλιο με αφορμή την προβολή της χολυγουντιανής υπερπαραγωγής «Οι τελευταίοι Τζεντάϊ» της σειράς «Πόλεμος των Άστρων»
[Προσοχή, λάτρεις της ταινίας: Παρόλο που ξεκινάμε το άρθρο με την περιγραφή του τελευταίου λεπτού των «Τελευταίων Τζεντάϊ», αποφύγαμε να αποκαλύψουμε οποιαδήποτε από τις πολλές ανατροπές και μυστικά της ταινίας. Διαβάστε την παρουσίαση αυτή άφοβα!]
Η νέα - 8η- ταινία της σειράς «Πόλεμος των Άστρων» παίζεται ήδη για δεύτερη εβδομάδα σε πάνω από 200 αίθουσες ταυτόχρονα σε όλη την Ελλάδα. Είναι τόσο σημαντικό και ξεχωριστό όσο λέγεται, το συγκεκριμένο φιλμ; Όποιος και όποια αμφιβάλλει, αξίζει να παρακολουθήσει το ενθουσιαστικό χειροκρότημα των θεατών όταν τελειώνει η ταινία.
Ο κόσμος δεν χειροκροτά απλώς επειδή πέρασε καλά, ούτε επειδή στο τέλος χάσανε οι κακοί ή το καλό παλικάρι κέρδισε την κοπέλα. Η ταινία μας δεν έχει διόλου τέτοιο περιεχόμενο. Αντίθετα, επί δυόμιση ώρες βλέπουμε στο πανί τον επαναστατικό στρατό της Δημοκρατίας να βαδίζει συνεχώς από ήττα σε ήττα. Στο τελευταίο λεπτό πριν πέσουν τα γράμματα, οι επιζώντες των επαναστατικών δυνάμεων στριμώχνονται όπως - όπως στο σαραβαλιασμένο πειρατικό αστρόπλοιο του μακαρίτη Χαν Σόλο για να διαφύγουν.
Σε τι διαφέρει ο ηγέτης από τον ήρωα:
Εκεί, η ηρωίδα της ταινίας, η Ρέι, που μόλις έχει σώσει από βέβαιο αφανισμό τα τελευταία απομεινάρια των επαναστατών, ανταλλάσει λίγες κουβέντες με την ηγέτιδα, τη Λέϊα Οργκάνα:
«Τι θα απογίνει η επανάσταση; Έχουμε μείνει πια τόσο λίγοι...». Και η ηγέτιδα (η υπέροχη Κάρι Φίσερ που πέθανε μόλις πέρυσι, στα τελειώματα της ταινίας) αναμετρά τους ελάχιστους και ταλαιπωρημένους μαχητές και μαχήτριες και απαντά με λάμψη στο βλέμμα: «Έχουμε εδώ ό,τι μας χρειάζεται».
Κι αμέσως βλέπουμε, στο επόμενο και τελευταίο πλάνο, τρία μικρά σκλαβάκια που δουλεύουν στον ιππόδρομο της Ξιπασμένης πόλης με την απίστευτη χλιδή. Τα μικρά παιδιά μιλούν μεταξύ τους με ενθουσιασμό για την Επανάσταση, τους ήρωες και τις ηρωίδες της. Κι εκεί πέφτουν τα γράμματα της ταινίας…
Ο Ράϊαν Τζόνσον, σκηνοθέτης των «Τελευταίων Τζεντάϊ» που τον είχαμε λατρέψει στο φουτουριστικό «Looper», εδώ δείχνει πως μπορεί όχι μόνο να μας μαγέψει, αλλά και να μας διδάξει. Με μια λιτή κι απέριττη σκηνή μάς τυπώνει στο μυαλό πως για να γίνεις ήρωας-ίδα χρειάζεσαι χαρακτήρα: να ξεπερνάς κάθε όριο στην αυτοθυσία για τον κοινό σκοπό. Αλλά για να γίνεις ηγέτης και ηγέτιδα έχεις ανάγκη επιπλέον τη στρατηγική. Πρέπει τη στιγμή του απόλυτου θριάμβου να προσπαθείς καχύποπτα να διακρίνεις την παγίδα της Ιστορίας. Και τη στιγμή της γενικής απελπισίας να μπορείς να εμπιστεύεσαι πως θα ξανανοίξουν οι προοπτικές και να οργανώνεσαι για τις επόμενες μάχες, ακούραστα και από την αρχή.
Επανάληψη του «Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται»;
Υπάρχει μια συζήτηση μεταξύ των κριτικών, αλλά και του κοινού στο διαδίκτυο, για το αν οι «Τελευταίοι Τζεντάϊ» είναι όντως η καλύτερη ταινία της σειράς. Εδώ συχνά οι κριτικοί απαντούν όχι, ενώ μεγάλο κομμάτι του κοινού υποστηρίζει με φανατισμό το ναι. Το κυριότερο αντεπιχείρημα απέναντι στους «Τελευταίους Τζεντάϊ» είναι πως πρόκειται για ξαναζεσταμένο φαγητό, αφού το στόρι της ταινίας θυμίζει πάρα πολύ το 2ο επεισόδιο της σειράς, το «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται». Μάλιστα, όσοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη, ψηφίζουν με ενθουσιασμό πως η «Αυτοκρατορία» είναι αξεπέραστα το καλύτερο επεισόδιο με μεγάλη διαφορά.
Θα προσπαθήσουμε να δείξουμε πως εδώ δεν υπάρχει τόσο διχογνωμία καλλιτεχνικού γούστου όσο σύγκρουση διαφορετικών πολιτικών απόψεων και στάσεων. Οι γνώμες και τα γούστα απέναντι σε μια ταινία επιστημονικής φαντασίας καθορίζονται εν πολλοίς από τη στάση που κρατά ο καθένας και η καθεμιά μας στις πολιτικές διαμάχες της πραγματικότητας που βιώνουμε στο σήμερα. Και οι ενθουσιώδεις θαυμαστές της «Αυτοκρατορίας» γοητεύονται από ιδέες που ταιριάζουν πιο πολύ στο νεοφιλελεύθερο στρατόπεδο και εν πάση περιπτώσει είναι αντίπαλες ή αδιάφορες απέναντι στα κινήματα, ιδιαίτερα αυτά που έκαναν την εμφάνισή τους στις ΗΠΑ με την εκλογή του ακροδεξιού Τραμπ. Αντίθετα, ο κόσμος που νιώθει να ταιριάζει η κοσμοαντίληψή του με τις ιδέες των «Τελευταίων Τζεντάι» είναι ενδεχομένως πολύ πιο κοντά σε μια στάση αντιπαλότητας με τον προελαύνοντα νεοφιλελευθερισμό, και ακόμη συμπάθειας ή και ενεργής συμμετοχής στα κινήματα.
Πρώτα από όλα όμως θα χρειαστεί να κάνουμε δύο παραδοχές:
α) Το έργο «Η Αυτοκρατορία αντεπιτίθεται» του 1980, είναι μια πανέμορφη ταινία, που μπορεί και σε μαγεύει ακριβώς τη στιγμή που περνά τις πιο αντιδραστικές πολιτικά θέσεις της. Είναι μια δουλειά που θα αντέξει ακόμα στον χρόνο, παρά τον συντηρητισμό και τις προβληματικές απόψεις που προβάλει.
β) Οι «Τελευταίοι Τζεντάι» του 2017 έχουν όντως πάρα πολλές ομοιότητες με την «Αυτοκρατορία» τόσο στην πλοκή όσο και στη μορφή. Την ίδια στιγμή, όμως, διαθέτουν ένα εντελώς διαφορετικό φορτίο ιδεών. Και αυτό είναι που έχει σημασία.
Στο «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται» ο ήρωας Λουκ Σκάϊγουώκερ, ο «οδοιπόρος του Ουρανού», βιώνει την πιο κρίσιμη καμπή της σύγκρουσης με τις δυνάμεις της Αυτοκρατορίας στον παγωμένο πλανήτη Χοθ. Όμως υποχρεώνεται από το φάντασμα του Όμπιουαν Κενόμπι να εγκαταλείψει τη μάχη και τους συντρόφους του για να φύγει στο μακρινό πλανήτη Ντάκομπα. Εκεί εκπαιδεύεται ως Ιππότης Τζεντάϊ από τον Γιόντα, τον δάσκαλο των Τζεντάϊ. Μαθαίνει τις αρχαίες διδαχές και τον διαλογισμό που μετακινεί βράχους και εξερευνά τον εαυτό του, την ώρα που, πολύ μακριά, κατασφάζονται οι σύντροφοί του από την προελαύνουσα Αυτοκρατορία.
Ο Λουκ φεύγει κάποια στιγμή από το ησυχαστήριό του και συναντιέται με τους φίλους του στη «Συννεφιασμένη Πόλη», μια αποικία που πλέει σε αέριο και θυμίζει πολύ στους κινηματογραφόφιλους μια εκδοχή των ανέμελων στρωμάτων της πλουτοκρατίας της «Μητρόπολης» του Φριτς Λανγκ. Οι άρχοντες της πόλης στην αρχή δίνουν άσυλο στους επαναστάτες, μετά όμως τους παραδίδουν στον διώκτη τους τον Σκοτεινό Άρχοντα Νταρθ Βέϊντερ από την Αυτοκρατορία, για να μην κινδυνέψει η πόλη τους. Αλλά η «Συννεφιασμένη Πόλη» κατακτιέται αιφνιδιαστικά από τον στρατό της Αυτοκρατορίας και ο επικεφαλής των αρχόντων της, ο Λάντο, αναγκάζεται να συμμαχήσει με την Επανάσταση για να την ελευθερώσει πάλι.
Εν τω μεταξύ, εν μέσω μαχών, μονομαχιών με φωτόσπαθα και άγριων κυνηγητών, ο Λουκ μαθαίνει πως η πριγκίπισσα Λέϊα που αγαπά είναι η αδελφή του, ενώ ο Νταρθ Βέϊντερ δεν είναι άλλος από τον βιολογικό του πατέρα.
Στην «Αυτοκρατορία» οι συνήθειες και οι συμπεριφορές των πρωταγωνιστών της θυμίζουν τους νέους των ανώτερων στρωμάτων, που καταδέχονται να ασχοληθούν με την «υψηλή πολιτική» μόνο εν μέσω εσωτερικών αναζητήσεων και προσωπικών διαδρομών. Εδώ, μετράνε μόνο οι τακτικές και οι συζητήσεις στα «λόμπι», οι συμμαχίες γίνονται ανάμεσα σε πρωτοκλασάτους και λύονται όσο εύκολα συνομολογούνται. Τα πάντα τα αποφασίζουν οι «σημαντικοί» παίκτες, οι άρχοντες του κόσμου, ενώ οι ταπεινοί είναι απλώς τα πιόνια της Ιστορίας που προσφέρουν τις ζωές τους και διακοσμούν με το άφθονο αίμα τους τις σκηνές των μαχών.
Εδώ η αξία της καθεμιάς και του καθενός πάει μαζί με το αίμα, την καταγωγή, και η επιτυχία κρύβει τα μυστικά της στα πέπλα του μυστικισμού.
Το ιδεολογικό στίγμα της ταινίας βρίσκεται στη συνάντηση των αξιών του νεοφιλελευθερισμού με τα μυστήρια του ταοϊσμού. Καθόλου τυχαία, η εμβληματική μορφή του Δάσκαλου Γιόντα, του εκπαιδευτή των Τζεντάϊ, παρέπεμπε στη φιγούρα του Λάο - Τσε και στην απόμακρη φιλοσοφία του.
Κάθε καρέ του έπους της «Αυτοκρατορίας» είναι ένας εξαιρετικός ζωγραφικός πίνακας. Και η διάδοση των ταοϊστικών δοξασιών στη Δύση οφείλει πολλά στη σειρά «Πόλεμος των Άστρων» και ιδιαίτερα στο «Η Αυτοκρατορία αντεπιτίθεται».
Όμως, παρά την όποια αίγλη του στα υψηλά μορφωμένα μεσοαστικά στρώματα στη Δύση, ο Ταοϊσμός είναι μια από τις πιο καθυστερημένες θρησκείες παγκόσμια. Έχει ξεπέσει σε ένα σύνολο προλήψεων και μαγγανειών, σαφώς πιο σάπιο και καθυστερημένο από τον Βουδισμό και τον Κομφουκιανισμό. Ο Ταοϊσμός είναι, εδώ και αιώνες, συνώνυμο του πιο βρωμερού σκοταδισμού και οι ταοϊστές καλόγεροι είναι κατά κανόνα αγράμματοι, γλοιώδεις και φιλοχρήματοι όσο και τα πιο ελεεινά παραδείγματα των λιγδιάριδων θεομπαιχτών της χριστιανικής ορθοδοξίας.
Η καινούργια ταινία, «Οι τελευταίοι Τζεντάϊ», ακολουθεί πιστά την ιστορία της «Αυτοκρατορίας», μόνο για να της ανατρέψει ολοκληρωτικά το ιδεολογικό φορτίο.
Στην υπόθεση του έργου η τωρινή ηρωίδα Ρέι εγκαταλείπει τη σύγκρουση με τις δυνάμεις του Σκοτεινού «Πρώτου Τάγματος» για να πάει να μαθητεύσει εξαναγκαστικά δίπλα στον γερασμένο πια, Λουκ Σκάϊγουώκερ. Όμως εδώ σκοπός δεν είναι η μαθητεία, αλλά η προσπάθεια της Ρέι να επαναφέρει τον δάσκαλο Λουκ στους ενεργούς επαναστάτες, βγάζοντάς τον από την ησυχία της απομόνωσης. Αυτός θα προσπαθήσει να της διδάξει τη ματαιότητα των πραγμάτων, αλλά εδώ η προσεκτική μαθήτρια θα ανατρέψει όλες τις βεβαιότητες και τις θέσεις του μελαγχολικού και αποτραβηγμένου δασκάλου και θα τον κάνει να μεταβάλλει τη στάση του.
Σ’ αυτήν την ταινία, όπως και στην προηγούμενη «Η Δύναμη Ξυπνά», πρωταγωνιστές είναι άνθρωποι ταπεινής καταγωγής: Η κεντρική ηρωίδα, η Ρέι, είναι μια πρώην ρακοσυλλέκτρια που ανακαλύπτει τον πλούτο των ικανοτήτων της δουλεύοντας για τις δυνάμεις της Αντίστασης. Ο Φιν (πρώην FN 2187) είναι ένας μαύρος, στρατιώτης του εχθρού που αυτομόλησε στην Επανάσταση, ενώ η νεοεμφανιζόμενη Ρόουζ είναι μια απλή στρατιωτίνα των Επαναστατικών δυνάμεων, κόρη μεταλλωρύχων ασιατικής καταγωγής.
Στους «τελευταίους Τζεντάϊ» δεν λείπουν οι ίντριγκες και η προσπάθεια των επαναστατών να κάνουν συμμαχίες με ύποπτης φήμης υποκείμενα. Αλλά εδώ αυτές οι ενέργειες δεν τους βγαίνουν σε καλό. Αντίθετα, ακόμη και στις πιο απελπιστικές στιγμές κυνηγητού από τους διώκτες τους, οι επαναστάτες όπως ο Φιν και η Ρόουζ, βρίσκουν υποστήριξη και αλληλεγγύη από τους υπόλοιπους καταπιεσμένους. Στην «Ξιπασμένη Πόλη» του τζόγου και του εμπορίου όπλων, έχουμε και πάλι αναφορά στο αρχέτυπο της «Μητρόπολης», μόνο που εδώ ο φακός δεν σταματά στις αίθουσες απίστευτης χλιδής των πλούσιων, όπως στο «Η Αυτοκρατορία αντεπιτίθεται». Αντίθετα, κατεβαίνει στην κοιλιά του κτήνους, εκεί που σκλάβοι εργάτες και βασανισμένα ζώα συντηρούν τον μηχανισμό της σάπιας πόλης των κηφήνων. Είναι συγκινητικό πως όχι μόνο οι τσακισμένοι σκλάβοι, αλλά ακόμα και το ζωικό βασίλειο θα βοηθήσει τους επαναστάτες που τους κυνηγά η αστυνομία και θα συνεγερθεί μαζί τους.
Σε τούτη την ταινία, οι προηγούμενοι «ήρωες από σόι» δυσκολεύονται να βρουν τη θέση τους, ενώ προλετάριοι έχουν πάρει σε σημαντικό βαθμό την υπόθεση στα χέρια τους. Και η ίδια η «Δύναμη» αποδεικνύεται ένα σκοτεινό παιγνίδι του μυαλού, μπροστά στην πραγματικά καθηλωτική ενέργεια των καταπιεσμένων που σηκώνουν κεφάλι και αποφασίζουν να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους.
Όσο για τον δάσκαλο Γιόντα και την εκπληκτική εμφάνισή του σ’ αυτό το φιλμ: εδώ δεν είναι σε καμιά περίπτωση ο Λάο Τσε, ο γενάρχης του ταοϊσμού. Αντίθετα είναι μια εκρηκτικά χαρούμενη φιγούρα, εμπρηστής συμβόλων αντί για άγιο εικόνισμα, ένας ριζοσπάστης που θυμίζει φανερά τον σοφό δάσκαλο Ριντζάι του Ζεν Βουδισμού, το δημιουργό του περίφημου ποιήματος «Σκότωσε μέσα σου τον δάσκαλο». Και ο Λουκ Σκάϊγουώκερ, μεταμορφώνεται κι αυτός σε Ριτζάι, σε «τρελό που τραβάει τα μουστάκια της τίγρης», και κατεβαίνει να πολεμήσει δίπλα στους επαναστάτες στο πιο κρίσιμο σημείο της μάχης στην τελική σύγκρουση.
Οι επιρροές του σκηνοθέτη:
Είναι φανερό για καθένα και καθεμιά που αγαπά το σινεμά πως ο σκηνοθέτης των «Τελευταίων Τζεντάι» βρίσκει την ευκαιρία σε πολλές σκηνές να αποδώσει τιμές στους δικούς του μεγάλους Δασκάλους.
Αναφέραμε ήδη τον Φριτς Λανγκ και τη «Μητρόπολη». Σημειώνουμε ακόμα την αφήγηση του Λουκ Σκαϊγουώκερ για τον Κάϊλο Ρεν, τον μαθητή του που πέρασε στη Σκοτεινή πλευρά της Δύναμης, αφήγηση που είναι ύμνος και σπουδή πάνω στο «Ρασομόν» του Κουροσάβα. Να σημειώσουμε ακόμα τη μάχη μέσα στο Αρχηγείο του Πρώτου Τάγματος που είναι φόρος τιμής στο ιαπωνικό σινεμά της Εκδίκησης, και ιδιαίτερα στο «Σεπούκου» του Κομπαγιάσι. Κάθε καρέ αυτής της σκηνής κολυμπά στο κόκκινο χρώμα, που εδώ συμβολίζει, κατά τη γνώμη μας, την Κάθαρση μέσα από τη σφαγή.
Το κόκκινο χρώμα κυριαρχεί και στην τελική μάχη στο αλατωρυχείο του πλανήτη Χοθ. Όμως εδώ το κόκκινο είναι το χρώμα του αλατιού, ο κόπος και ο ιδρώτας των ταπεινών που γίνεται συνείδηση και απόφαση για μάχη.
Τα παιγνίδια που κάνει η φωτογραφία της ταινίας με το κόκκινο, ενώ οι ελάχιστοι επαναστάτες και επαναστάτριες αντιμετωπίζουν στα ίσα την καταθλιπτική υπεροχή του εχθρού σε όπλα και στρατιώτες, παραπέμπουν στο ενθουσιαστικό κόκκινο χρώμα της σημαίας του «Θωρηκτού Ποτέμκιν». Η αφοβιά και η απόφαση για μάχη μέχρι το τέλος μετατρέπονται σε χρώμα και σημαία, και ο «Πόλεμος των Άστρων» μεταμορφώνεται στο 8ο επεισόδιό του σε μανιφέστο ιδεών, εντελώς αντίθετων με αυτές που είχε ενστερνιστεί στα πρώτα επεισόδια.
Όμως ίσως η πιο δυνατή επαναστατική αναφορά είναι το σύνθημα «είμαστε η σπίθα που θα ανάψει τη φλόγα» που επαναλαμβάνεται κάποιες φορές στην ταινία. Πρόκειται για στίχο του εμβληματικού «Δαίμονα» που έγραψε ο δολοφονημένος ποιητής Λέρμοντοφ, τον 19ο αιώνα. Εμπνεόμενος από αυτό το στίχο ο ρομαντικός επαναστάτης Λένιν ονόμασε την πρώτη εφημερίδα του ως «Σπίθα» («Ίσκρα»). Το να ακούς ξανά και ξανά τον αγαπημένο στίχο του Λένιν ως ενθουσιαστική ατάκα από το στόμα ηθοποιών ταινίας του Χόλλυγουντ, είναι σχεδόν σαν όνειρο.
Δεν ξέρουμε για πόσο ακόμη το Χόλλυγουντ θα υποθάλπει και θα αναδεικνύει ταινίες που προκαλούν στα ίσα τον Τραμπ και κηρύττουν τον πόλεμο στον ρατσισμό και στη συντήρηση. Αλλά, αυτή τη στιγμή, μια σειρά ταινίες που προέρχονται από τα στούντιό του εμπνέονται από τα κινήματα στις ΗΠΑ και στέκονται φιλικά στον αγώνα των καταπιεσμένων για τα δικαιώματά τους. Δεν αμφιβάλλουμε πως αυτό δεν μπορεί να κρατήσει για καιρό.
Όμως τώρα που αυτό συμβαίνει, τέτοια έργα τα καλωσορίζουμε ως προμήνυμα νέων σκιρτημάτων από τα κάτω, που εν μέρει τα βιώνουν και εν μέρει τα προαισθάνονται οι ευαίσθητοι καλλιτέχνες και τα αναδείχνουν μέσα από τα έργα τους. Και τα χρησιμοποιούμε αυτά τα έργα, για να ανοίξουμε την κουβέντα για το ότι ο κόσμος αλλάζει με οργανωμένη δράση από τα κάτω. Κι ακόμα, τα απολαμβάνουμε τούτα τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, γιατί μας βοηθούν να συντηρήσουμε μέσα μας τη μουσική του μέλλοντος και τη σταθερή απόφαση να τον αλλάξουμε τον κόσμο με Επανάσταση.