Συνέντευξη με τον Χρήστο Παναγιωτόπουλο (πρόεδρο του Σωματείου Εργαζομένων του Δήμου Βύρωνα και μέλος της Πανελλήνιας Ανεξάρτητης Ταξικής Κίνησης). Τη συνέντευξη πήρε η Κατερίνα Γιαννούλια
Ποια νομίζεις ότι θα είναι τα βασικά ζητήματα για τα οποία θα έρθει αντιμέτωπο το εργατικό κίνημα το επόμενο διάστημα με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας;
Νομίζω ότι με τα αποτελέσματα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών κλείνει ένας κύκλος μιας πολυτάραχης δεκαετίας της οικονομικής κρίσης, των έντονων κοινωνικών αγώνων, της προσπάθειας μιας πολιτικής αποσταθεροποίησης των «πάνω». Και κλείνει αυτός ο κύκλος με τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Με την πολιτική που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ, από μία δύναμη που ψηφίστηκε το 2015 ενάντια στα μνημόνια, ενάντια στο χρέος κλπ, ουσιαστικά εξελίχθηκε σε μία δύναμη εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών και γενικότερα έπαιξε σημαντικό ρόλο στη σταθεροποίηση του αστικού συστήματος την περίοδο της κρίσης. Αυτός ο κύκλος έκλεισε με την εκλογική άνοδο της Νέας Δημοκρατίας. Και λέω εκλογική άνοδο και όχι πλειοψηφική αποδοχή των θέσεων και των νεοφιλελεύθερων επιλογών της στην ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα στα λαϊκά στρώματα.
Μπαίνουμε σε έναν νέο κύκλο, που η ΝΔ είναι υποχρεωμένη (εξάλλου το εξήγγειλε και προεκλογικά) να ακολουθήσει την ίδια μνημονιακή πολιτική, με πολύ πιο έντονους ρυθμούς σε διάφορα ζητήματα, σε μία νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Θα υλοποιήσει ό,τι δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει ο ΣΥΡΙΖΑ στα πλαίσια των μνημονιακών, καπιταλιστικών πολιτικών και αναδιαρθρώσεων και στην προσπάθειά της αυτή, οι πρώτες μέρες δείχνουν ότι επιλέγει ένα όχι μικρό, αλλά συγκεντρωτικό κυβερνητικό σχήμα, με ασφυκτικό έλεγχο από το γραφείο του Μητσοτάκη, με αξιοποίηση πολλών εξωκοινοβουλευτικών τεχνοκρατών, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει να επιβάλει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της.
Το στοίχημα είναι αν αυτή η πολιτική, που θα συνεχιστεί σε βάρος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, οι «από τα κάτω», οι εργαζόμενοι, οι δυνάμεις της Αριστεράς, που έχουν υποστεί μεγάλη ήττα στις εκλογές, θα μπορέσουν να συγκροτηθούν και να βάλουν ένα φρένο σε αυτή τη συνεχή αντιλαϊκή πολιτική, που θα ενταθεί το επόμενο διάστημα.
Αυτό είναι ένα κρίσιμο στοίχημα.
Δεν είναι εύκολο να θεωρήσει κανείς ότι θα ξεσπάσουν άμεσα εργατικοί αγώνες. Ο κόσμος, παρόλο που έχει μια λαϊκή δυσαρέσκεια με την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και με αυτά που βιώνει καθημερινά, δυστυχώς αυτή η δυσαρέσκεια δεν εκφράστηκε προς τα αριστερά, εκφράστηκε με την ενίσχυση των νεοφιλελεύθερων ιδεών της Νέας Δημοκρατίας, αλλά το στοίχημα είναι αυτό.
Το ερώτημα είναι αν θα μπορέσουν οι δυνάμεις που δρουν στους χώρους εργασίας, με γνώμονα τα συμφέροντα των εργαζομένων, αυτό που συνηθίζουμε να λέμε σε μία εργατική-ταξική κατεύθυνση, αν θα μπορέσουμε άμεσα να συγκεντρώσουμε δυνάμεις, να ξεδιπλώσουμε πολιτικές και δράσεις τέτοιες, που σε μικρό διάστημα να έχουμε κάποια στοιχεία ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, έτσι ώστε με τις επίσημες εξαγγελίες, τις προγραμματικές δηλώσεις του Μητσοτάκη, τους νέους προϋπολογισμούς θα μπορέσουμε να αναχαιτίσουμε αυτούς τους σχεδιασμούς.
Ποια είναι τα βήματα που θα μπορούσαν να κάνουν οι αριστερές ταξικές δυνάμεις στους εργατικούς χώρους και τα σωματεία, για να βοηθήσουν την αγωνιστική ανασύνταξη του κινήματος; Γιατί, όπως έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες, είναι δύσκολο το εργατικό κίνημα να βγει μαζικά στους δρόμους.
Χρέος όλων των αγωνιστών και όλων των δυνάμεων που δρουν στους χώρους εργασίας και τα συνδικάτα και έχουν αναφορά στην ταξική πολιτική και στα δικαιώματα των εργαζομένων είναι στο να συμβάλλουμε να υπάρξει μία συγκέντρωση, καταρχήν, όλων εκείνων των δυνάμεων που αντιλαμβάνονται τη συνέχιση της επέλασης και με πιο γρήγορους και πιο επιθετικούς ρυθμούς το επόμενο διάστημα, με το τιμόνι της διακυβέρνησης της χώρας στη Νέα Δημοκρατία, ώστε να μπορέσουμε να αναχαιτίσουμε αυτή την επίθεση.
Αυτό προϋποθέτει να υπάρχει μια ανοιχτή συζήτηση στους χώρους δουλειάς, να υπερβούμε αδυναμίες, αγκυλώσεις, στείρους παραταξιακούς διαχωρισμούς και να βρούμε εκείνα τα στοιχεία της ταξικής ενότητας και αλληλεγγύης ανάμεσα στους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από σχέσεις εργασίας (μόνιμοι, αορίστου χρόνου, ιδιωτικού τομέα κλπ), πολύ περισσότερο να μπορέσουμε να ακουμπήσουμε σε τμήματα που πλήττονται από την ανεργία, ώστε να διαμορφώσουμε στόχους και αιτήματα αναχαίτισης αυτής της επίθεσης, αλλά και μία προσπάθεια να αναδείξουμε την ανάγκη να υπάρχει μια βελτίωση της ζωής μας.
Άρα δεν είναι μόνο να αποκρούσουμε τα νέα μέτρα που θα φέρει ο Μητσοτάκης, το συντομότερο ή λίγο αργότερα, αλλά με ποιο τρόπο θα βάλουμε μπροστά τις σύγχρονες, πραγματικές μας ανάγκες. Διανύουμε μια δεκαετία που υποτιμάται συνεχώς η ζωή μας, υποτιμάται διαρκώς ο μισθός μας, αυξάνεται η ανεργία, χτυπιέται η μόνιμη σταθερή εργασία, αυξήθηκε η ελαστική εργασία και η εκ περιτροπής εργασία την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά είναι ζητήματα που πρέπει το εργατικό κίνημα να τα θέσει τώρα στη δική του ατζέντα και να πάρει πρωτοβουλίες μη περιμένοντας την κυβέρνηση της ΝΔ να ξεδιπλώσει το δικό της, επιθετικό, αντιλαϊκό σχέδιο. Ζητήματα όπως είναι η αύξηση των μισθών σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, η απαίτηση να μη γίνει καμία απόλυση, ούτε στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, ζητήματα που σχετίζονται με τους αντεργατικούς ασφαλιστικούς νόμους, τον περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας.
Όλα αυτά, με μία ιεράρχηση, θα πρέπει να μπουν στις πρωτοβουλίες των εργατικών Σωματείων και με κέντρο τις γενικές συνελεύσεις, τα διοικητικά συμβούλια των Σωματείων να συμβάλουν, ώστε τα σωματεία να γίνουν πραγματικά χώροι-κυψέλες συγκέντρωσης, διαπαιδαγώγησης, δημοκρατικής συζήτησης και αυτά να καθορίζουν τους στόχους, τα αιτήματα και τις μορφές πάλης. Γιατί πολλές φορές υπάρχουν και στείρες παραταξιακές αντιπαραθέσεις στους χώρους δουλειάς, που δεν επιτρέπουν να υπάρχει κλίμα ταξικής εργατικής ενότητας και συμπόρευσης ευρύτερων δυνάμεων, ανεξάρτητα από τις επιμέρους πολιτικές ή κομματικές τους επιλογές, πάνω στη βάση της αντιμετώπισης των προβλημάτων που ισχύουν και αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει το επόμενο διάστημα να αντιμετωπιστεί με ένα πνεύμα ενότητας, κοινής δράσης, συντονισμού «από τα κάτω». Οι αποφάσεις να είναι στα ίδια τα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος και να μην υπάρχουν κομματικού χαρακτήρα παρεμβάσεις.
Το κύριο ζήτημα στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι ο εργοδοτικός και κυβερνητικός συνδικαλισμός και η τακτική της γραφειοκρατίας, κυρίως στο επίπεδο των τριτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων, που κινούνται στα πλαίσια της αστικής πολιτικής και πολλές φορές λειτουργούν ως ιμάντες εφαρμογής των πολιτικών που ασκούν οι κυβερνήσεις ή οι δήμοι στο επίπεδο του κράτους, της τοπικής διοίκησης.
Αυτά είναι θέματα που πρέπει να συζητηθούν στην κατεύθυνση μιας ανεξάρτητης εργατικής δράσης, η οποία θα διευκολύνει τη συμπόρευση, τη συνάντηση ευρύτερων δυνάμεων, πέρα από τις επιμέρους κομματικές προτιμήσεις και επιλογές.
Πρώτα πρέπει να τεθούν τα εργατικά συμφέροντα, ως προϋπόθεση στην προσπάθεια να υπάρχει μία επανεκκίνηση εργατικού κινήματος και δευτερευόντως, τα επιμέρους κομματικοί-πολιτικοί σχεδιασμοί, που έχει δικαίωμα ο κάθε αγωνιστής να κάνει.
Πιστεύεις ότι η διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη (ΔΕΘ), ή ακόμα και το συνέδριο της ΑΔΕΔΥ (που είναι αρχές του ερχόμενου Δεκεμβρίου) θα μπορούσαν να αποτελέσουν μία νέα αρχή για ενότητα των ταξικών δυνάμεων, ώστε να γίνουν πιο θελκτικές για το εργατικό κίνημα;
Προσωπικά πιστεύω στην ενότητα των ταξικών δυνάμεων, διατηρώντας καθεμία τις δικές τις προσεγγίσεις.
Τα συνδικάτα δεν είναι ενώσεις ομοϊδεατών, είναι ενώσεις εργαζομένων.
Το κύριο για τις δυνάμεις της πολιτικής Αριστεράς είναι να συμβάλουν, ώστε τα συνδικάτα να έχουν μία ταξική πολιτική και προσέγγιση.
Από αυτή την άποψη, πράγματι, θα μπορούσαν σταθμοί, όπως είναι η διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη, που θα σηματοδοτεί την πρώτη αναμέτρηση των συνδικάτων με τη νέα νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ, θα έπρεπε να γίνει προσπάθεια να υπάρχει μία κοινή, ενιαία, διαδήλωση ενάντια στην κυβέρνηση και την πολιτική της και ο καθένας να ξεδιπλώσει τις επιμέρους, δικές του, αντιλήψεις και προσεγγίσεις. Αλλά η διαδήλωση καλό θα είναι, τουλάχιστον για τις δυνάμεις που έχουν ταξική αναφορά, να είναι ενιαία και κοινή.
Το ίδιο πιστεύω ότι πρέπει να γίνουν προσπάθειες για μία κοινή στάση και στις εκλογικές διαδικασίες των δευτεροβάθμιων οργανώσεων και της ΑΔΕΔΥ. Είναι κάτι το οποίο κατά καιρούς συζητιέται από διάφορες δυνάμεις στο χώρο της ταξικής Αριστεράς, με πολύ, όμως, περιορισμένα αποτελέσματα. Αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει με γνώμονα την υπέρβαση των σημερινών δυσκολιών, έτσι ώστε οι περισσότερες δυνάμεις, αν όχι όλες, να συγκλίνουν στο να έχουν μία κοινή στάση δυσκολιών. Οι περισσότερες δυνάμεις αν όχι όλες προστατευμένες κάναμε μία κοινή στάση απέναντι σε αυτά τα ζητήματα, διατηρώντας ο καθένας τις επί μέρους του αντιλήψεις, προτάσσοντας την ανάγκη για μία ταξική, εργατική ενότητα, στη σημερινή εποχή.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά