Μεγάλη κινητοποίηση θα πραγματοποιήσουν το Σάββατο 25 Γενάρη στην Αθήνα οι εργαζόμενοι στη ΛΑΡΚΟ, αλλά και οι φορείς που συμμετέχουν στις επιτροπές αλληλεγγύης ενάντια στην εκποίηση και το κλείσιμο της εταιρείας.
Η ΛΑΡΚΟ είναι μια από τις ιστορικές και μεγαλύτερες βαριές βιομηχανίες της Ελλάδας με κύρια εργασία της την παραγωγή κράματος σιδηρονικελίου, που αποτελεί το βασικό στοιχείο για την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα. Εξαιτίας αυτής της δραστηριότητας είναι μέσα στις πέντε μεγαλύτερες εταιρείες του είδους της παγκοσμίως και βασική προμηθεύτρια πολυεθνικών κολοσσών της παγκόσμιας αγοράς.
Η εταιρία της οποίας βασικός μέτοχος (55,19%) είναι το Ελληνικό Δημόσιο (το υπόλοιπο 33,36 % έχει η Εθνική Τράπεζα και 11,45 % η ΔΕΗ), έχει στην κατοχή της πάνω από ένα εκατομμύριο στρέμματα γης, που στο υπέδαφός της υπάρχουν εκτιμημένα κοιτάσματα σιδηρονικελίου σημερινής αξίας 20 δισ. δολαρίων. Επίσης, εκτός από το εργοστάσιο στη Λάρυμνα, διαθέτει τρία μεταλλεία (Εύβοια, Βοιωτία, Καστοριά), ένα λιγνιτωρυχείο (Κοζάνη ), δύο ιδιόκτητα λιμάνια και δύο οικισμούς. Διαχρονικά ο ετήσιος κύκλος εργασιών της είναι της τάξης των 300 εκατ. ευρώ, ενώ ως εξαγωγική εταιρία συμμετέχει στις κρατικές εξαγωγές με ποσοστό 3% και εισάγει διαχρονικά γύρω στο ένα εκατομμύριο δολάρια την ημέρα. Δεν επιδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ έχει πλήρως εξοφλημένες τις υποχρεώσεις της στο Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Ο δημόσιος έλεγχος είναι που την έκανε βιώσιμη, γιατί πριν 40 περίπου χρόνια, που λειτουργούσε με ιδιωτικό έλεγχο, είχε φτάσει στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Γίνεται έτσι απόλυτα κατανοητό στο πού στοχεύει η προσπάθεια να ξεπουληθεί σε καρχαρίες ιδιώτες, οι οποίοι αδημονούν να βάλλουν τα δόντια τους σε ένα τέτοιο φιλέτο. Επειδή ως γνωστόν τέτοιοι καρχαρίες είναι αχόρταγοι και δεν θέλουν να νοιώσουν κάποιο κοκαλάκι να ακουμπάει τα δόντια τους, θέλουν επίσης να μειωθεί το προσωπικό. Υπάρχουν περίπου 1.200 εργαζόμενοι μόνιμοι και εργολαβικοί. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι βιομηχανικοί εργάτες πλήρως εξειδικευμένοι. Οι 1.200 αυτοί εργαζόμενοι όμως δίνουν δουλειά και σε άλλους ανθρώπους στις περιοχές όπου εργάζονται. Οι άμεσα και έμμεσα σχετιζόμενοι με τη ΛΑΡΚΟ ανέρχονται σε 15.000 ως φυσικά και νομικά πρόσωπα. Παρ’ όλα αυτά θεωρούνται πολλοί από τους υποψήφιους «επενδυτές», παρά το γεγονός ότι το 80% αυτών έχει προσληφθεί την τελευταία 12ετία με τις κατώτατες απολαβές που προβλέπουν οι Κλαδικές Συμβάσεις, ενώ στο σύνολο των εργαζομένων οι μισθοί έχουν «παγώσει» για 13 χρόνια, από την τελευταία Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση του 2007.
Η ΕΕ μέχρι τώρα μαζί με τις ντόπιες κυβερνήσεις φέρουν την κύρια ευθύνη για τις εξελίξεις στη ΛΑΡΚΟ. Η ΕΕ κατηγορεί τη ΛΑΡΚΟ για νόθευση του ανταγωνισμού, παρόλο που δεν υπάρχει ανταγωνιστής της ΛΑΡΚΟ στην ΕΕ, καθώς είναι η μοναδική μεταλλευτική εταιρεία που παράγει σιδηρονικέλιο από εγχώρια μεταλλεύματα. Η κύρια αφορμή όμως που βρήκε η ΕΕ είναι η προ δεκαετίας συμμετοχή του Δημόσιου στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας και η εγγύηση για ένα τραπεζικό δάνειο, το οποίο σήμερα έχει σχεδόν αποπληρωθεί. Η ΕΕ το θεώρησε σαν παράνομη κρατική ενίσχυση και σήμερα απαιτεί από το ελληνικό κράτος να ανακτήσει από τη ΛΑΡΚΟ 136 εκατ. ευρώ και τους τόκους και έτσι οδηγεί τη ΛΑΡΚΟ στο κλείσιμο αρχικά και στην παράδοσή της στο κεφάλαιο αμέσως μετά.
Απέναντι σε αυτή την πολιτική χρειάζεται να αντιταχθούμε. Αν υπάρχει οποιαδήποτε προοπτική θετικής εκμετάλλευσης της ΛΑΡΚΟ αυτό σημαίνει να παραμείνει υπό δημόσιο έλεγχο και να μη χάσει τη δουλειά του ούτε ένας εργαζόμενος σε αυτήν. Άλλωστε η συμμετοχή των εργαζομένων στα συνολικά έξοδα της εταιρίας είναι στο χαμηλό, για τα δεδομένα του κλάδου παγκοσμίως, 20%. Να χρηματοδοτηθεί από το Δημόσιο και να καλυφθούν τα χρέη προς τη ΔΕΗ που είναι και μέτοχος της εταιρείας. Να γίνουν μελέτες για να αξιοποιείται ο ορυκτός πλούτος χωρίς να καταστρέφεται το περιβάλλον. Να γίνει αξιοποίηση των ιδιόκτητων λιμανιών από το βασικό μέτοχό της, δηλαδή το Ελληνικό Δημόσιο.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά