Έχουμε μπει στην καρδιά της προεκλογικής περιόδου, στις τελευταίες εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές.

Οι κεντροδεξιές, οι φιλελεύθερες και  οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις που συνέκλιναν δημιουργώντας το λεγόμενο «ακραίο κέντρο» και διαμόρφωσαν (ως εθνικές κυβερνήσεις) και ενέκριναν (ως πλειοψηφία της ευρωβούλης) την νεοφιλελεύθερη, ρατσιστική, μιλιταριστική αρχιτεκτονική του ιμπεριαλιστικού μηχανισμού της ΕΕ, θα επιδιώξουν την καταγραφή μιας κάποιας εκλογικής «νομιμοποίησης» της πορείας που έχει πάρει η ΕΕ τα τελευταία χρόνια και με ταχύ βήμα κλιμάκωσης τους τελευταίους μήνες, με το νέο ρατσιστικό Σύμφωνο Μετανάστευσης, την επαναφορά Συμφώνου Σταθερότητας και τις αποφάσεις για πολεμικές δαπάνες. 

Οι διάφορες φυλές της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς, σε ανησυχητική τροχιά πραγματικής ενίσχυσης σε πολλές χώρες και με μεγάλη προϊστορία «υπερ-απόδοσης» στις ευρωεκλογές, φιλοδοξούν να καταγράψουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο ένα ρεύμα «αντίδρασης» στους φεμινιστικούς αγώνες, στις οικολογικές κινητοποιήσεις, στην ενίσχυση της ΛΟΑΤΚΙ ορατότητας, στη μετανάστευση και στη διεκδίκηση για ίσα δικαιώματα, αξιοποιώντας την υιοθέτηση σοβαρών τμημάτων της αντιδραστικής ατζέντας τους από το «κέντρο» για να πιέσουν για ακόμα πιο αντιδραστικές πολιτικές, στο όνομα της υπεράσπισης μιας κάποιας λευκής, «αρρενωπής», εξορυκτικά απενοχοποιημένης απέναντι στον «οικολογικό εξτρεμισμό», συχνά «χριστιανικής», πάντα όμως… νεοφιλελεύθερης Ευρώπης. Όπως λέει το μότο της Μελόνι: «Πατρίδα, Θεός, Οικογένεια, Επιχειρήσεις». 

Η ενίσχυση της Αριστεράς, ιδιαίτερα των δυνάμεων που στέκονται απέναντι στα σχέδια του «ακραίου κέντρου» των Βρυξελλών, ενώ διατηρούν αποφασιστικό μέτωπο απέναντι στην ακροδεξιά και τις ιδέες της, θα είναι σημαντική σε αυτό το τοπίο. Τα νέα σε αυτό το μέτωπο δεν είναι καλά, με την ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά να αντιμετωπίζει διάφορες κρίσεις ή πολιτικές συγχύσεις –αλλά η ανάγκη ισχυροποίησης φωνών αριστερής-εργατικής-διεθνιστικής αμφισβήτησης της ΕΕ παραμένει επιτακτική. 

Ασφαλώς, είναι γνωστό ότι η ευρω-κάλπη συνήθως λειτουργεί ως «πανεθνική, επίσημη, δημοσκόπηση», ως ένα (έστω διεθλασμένο από τον χαρακτήρα της αναμέτρησης) μέτρημα εκλογικής δύναμης με το βλέμμα στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις.

Στην Ελλάδα, έχουμε βγει από τον μακρύ εκλογικό κύκλο του 2023 και τις άμεσες πολιτικές του συνέπειες (κρίση/διάσπαση ΣΥΡΙΖΑ, διαγκωνισμός με το ΠΑΣΟΚ, μαζική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της ακροδεξιάς), ενώ έχουμε διανύσει το πρώτο έτος της δεύτερης θητείας Μητσοτάκη σε ένα τοπίο γεμάτο επιθέσεις αλλά και σημαντικές αντιστάσεις. Τον Ιούνη, θα κριθεί/μετρηθεί από ποια «θέση» θα ξεκινήσει η κάθε πολιτική δύναμη και ο κάθε πολιτικός «χώρος» τον πολιτικό αγώνα που θα ξεδιπλωθεί στη διάρκεια της θητείας Μητσοτάκη που αναμένεται «καυτή». 

Πρώτο ζητούμενο παραμένει να βγει από αυτή τη δοκιμασία το δεξιό κυβερνητικό κόμμα με ψαλιδισμένα φτερά, με ένα αποτέλεσμα που θα επιτείνει την εικόνα φθοράς και σταδιακής «αποσυσπείρωσης» του κοινωνικού μπλοκ που στήριξε την αυτοδύναμη νίκη του Μητσοτάκη το 2023. Ασφαλώς αυτός το στόχος συνδυάζεται με την επιδίωξη να κοπεί ο δρόμος στα ακροδεξιά κόμματα, που επιδιώκουν να παρουσιαστούν ως ο «πόλος διαμαρτυρίας» για τα συντηρητικά ακροατήρια. 

Αυτός ο διπλός στόχος περνά από την ενεργοποίηση του δικού μας κόσμου –του «λαού της Αριστεράς» και των ταξικών δυνάμεων στις οποίες αναφέρεται, των εργαζόμενων στρωμάτων των οποίων η αποσυσπείρωση/απόσυρση από τις εκλογικές μάχες διευκόλυνε τη δεξιά μετατόπιση του κεντρικού πολιτικού συσχετισμού. 

Αυτόν το στόχο δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν αποτελεσματικά οι δυνάμεις της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασελάκη φαίνεται ότι θα διαγκωνιστούν για τη δεύτερη θέση και τον ενισχυμένο ηγετικό ρόλο σε ένα «προοδευτικό στρατόπεδο» το οποίο δείχνει απολύτως ανίκανο να πείσει ως εναλλακτική στη νεοφιλελεύθερη Δεξιά. 

Το μήνυμα που θέλουμε να βγει από την μέτρηση δυνάμεων στην ευρω-κάλπη του Ιούνη είναι ένα μήνυμα ενίσχυσης της αριστερής-μαχητικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, ενίσχυσης όσων στέκονται έξω από τα ασφυκτικά πλαίσια διαχείρισης της υπάρχουσας κατάστασης και δηλώνουν τη διάθεση να την αμφισβητήσουν. Γνωρίζοντας τα λάθη, τις αδυναμίες, τις πολιτικές επιλογές που βαραίνουν το κάθε ένα από τα διαθέσιμα ψηφοδέλτια που εξυπηρετούν αυτό τον στόχο (ΚΚΕ, συμμαχία του ΜΕΡΑ25 με την ΛΑΕ και την Ανταγωνιστική Αριστερά, ΑΝΤΑΡΣΥΑ), θα παλέψουμε για την εκλογική τους ενίσχυση. 

Αλλά για να έχει πραγματικό αντίκτυπο ένα καλό εκλογικό αποτέλεσμα για αυτό το «φάσμα», για να αποδειχθεί χρήσιμο στους «από κάτω» ένα  καλύτερο πλασάρισμα της Αριστεράς σε αυτές τις «προκριματικές» εκλογές, θα χρειαστεί να αλλάξουν πολλά ώστε να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες του υπόλοιπου «αγώνα».  

Χρειάζεται η συντονισμένη δράση και παρέμβαση μέσα στο εργατικό κίνημα, για να διευκολυνθεί η τάση επανεμφάνισης της εργατικής αγωνιστικότητας και να ξεπεραστούν εμπόδια και τρικλοποδιές που την εμποδίζουν ή την κατακερματίζουν. Για να διεκδικηθεί στα σοβαρά και με μαζικούς όρους η αναγκαία ανατροπή της λιτότητας, με αγώνες για γενναίες-πραγματικές αυξήσεις και συλλογικές συμβάσεις. 

Είναι αναγκαία η συστηματική κοινή παρέμβαση στο πανεπιστήμιο, για να μπορέσει να μετουσιωθεί σε διαρκή συλλογική δράση η παρακαταθήκη της ενεργοποίησης των φοιτητικών συλλόγων στη μάχη ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, για να μετουσιωθούν σε μάχιμη δύναμη τα καλά εκλογικά αποτελέσματα στις φοιτητικές εκλογές των τελευταίων χρόνων, που στις 22 Μάη πρέπει να περιφρουρηθούν και να ενισχυθούν.    

Χρειάζεται προσήλωση και δέσμευση στην κοινή δράση στα κοινωνικά κινήματα: Ο αγώνας του φεμινιστικού κινήματος για προστασία ενάντια στις γυναικοκτονίες, η υπεράσπιση των ΛΟΑΤΚΙ διεκδικήσεων, η συστηματική αντιπαράθεση με τον ρατσισμό (με διαχρονικό σημείο αναφοράς το Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ), η συγκεκριμένη αντιπαράθεση με τις εφαρμοσμένες κυβερνητικές πολιτικές για το περιβάλλον (από τις εξορύξεις στις ανεμογεννήτριες κι από την αδράνεια απέναντι στην κλιματική αλλαγή στην εγκληματική εγκατάλειψη κάθε μέτρου προστασίας απέναντι στις συνέπειές της) δεν είναι καθόλου «δευτερεύοντα ζητήματα». Χρειάζονται την αποφασιστική στήριξη όλων των δυνάμεων και την κοινή πολιτική προσπάθεια για την ενίσχυση του ριζοσπαστισμού τους. 

Θα πρέπει να αναμετρηθούμε με τα αντιπολεμικά καθήκοντα που μας θέτει η σκληρή εποχή στην οποία έχουν μπει οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί: Με τη συστηματική αντιπαράθεση στην κούρσα εξοπλισμών και με «σημαία» την αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, ένα κορυφαίο μέτωπο της εποχής μας στο οποίο δεν έχουν ακόμα γίνει όσα του αντιστοιχούν. 

Η κοινή δράση και πρωτοβουλία των οργανώσεων της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς σε αυτά τα μέτωπα είναι αναγκαία. Μέσα από αυτήν θα μπορέσουμε να σταθούμε επαρκώς απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις που φέρνει η συνέχεια της θητείας Μητσοτάκη, αλλά και να χτίσουμε την πολιτική δύναμη που θα διεκδικήσει στα σοβαρά την ανατροπή της πολιτικής της και των συσχετισμών. 

Ετικέτες