Το μακελειό που θέρισε 10 εκατομμύρια ανθρώπους, αλλά και που άλλαξε για πάντα την ευρωπαϊκή και παγκόσμια αριστερά

Απ’ τις αυταπάτες της σταθερής βελτίωσης, προσγείωση στην οδυνηρή πραγματικότητα

Τον Αύγουστο του 1914 ξεκίνησε ο πιο αιματηρός, ολοκληρωτικός και άσκοπος πόλεμος που είχε γνωρίσει ως τότε η ανθρώπινη φυλή. Θέατρό του, κυρίως η Ευρώπη, η ήπειρος που είχε συνηθίσει για περισσότερα από 40 χρόνια στη σταθερή ειρήνη[1] και στη διαρκή άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων της. Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εποχή οι άνθρωποι στην Ευρώπη πίστευαν σε ένα μέλλον όπου θα είχαν όλο και λιγότερα προβλήματα και έγνοιες. Κι όμως, ο πόλεμος το 1914 στην Ευρώπη ειδικά, διαδόθηκε από χώρα σε χώρα όπως η πυρκαγιά σε ξερά χόρτα. Μέσα σε λίγες μέρες εκατομμύρια άνθρωποι επιστρατεύτηκαν και σε ένα κλίμα τρελού ενθουσιασμού σχεδόν ολόκληρη η Ευρώπη μεταμορφώθηκε σε ένα απέραντο σφαγείο.

Η παράνοια που χτύπησε τις άρχουσες τάξεις και τις κυβερνήσεις είχε λόγο και αιτία. Πάλευαν οι μεγάλες αποικιακές αυτοκρατορίες (Αγγλία, Γαλλία και οι σύμμαχοί τους, Ρωσία, Ιταλία κλπ) για να κρατήσουν τις σφαίρες επιρροής που απαιτούσε η ανερχόμενη Γερμανία με τους συμμάχους της (Αυστροουγγαρία, Τουρκία, Βουλγαρία, κλπ). Ήταν ένας καυγάς μεταξύ αρπακτικών: από τη μια οι «χορτάτοι» αποικιοκράτες και ιμπεριαλιστές που ήθελαν να διατηρηθεί το status quo  της κυριαρχίας τους στις αποικίες και από την άλλη οι «πεινασμένοι» ιμπεριαλιστές που απαιτούσαν ξαναμοίρασμα της λείας. Τα κανόνια πήραν το λόγο για να λύσουν τη διαφορά και το κρέας για τα κανόνια ήταν μια ολόκληρη γενιά νέων ανθρώπων, που την κατάπιαν τα χαρακώματα. Μαζί όμως με το αίμα των φαντάρων κυλίστηκε στο χώμα και κηλιδώθηκε για πάντα και η τιμή της πανευρωπαϊκής Αριστεράς. Γιατί η Αριστερά της εποχής εκείνης, η Σοσιαλιστική Διεθνής, δεν στάθηκε στο ύψος της και δεν τόλμησε να αντισταθεί στον πόλεμο.

Κι αυτός ο γενικός κανόνας είχε ελάχιστες εξαιρέσεις.

Η εποχή της αθωότητας…

Στα τέλη του 19ου αιώνα με αρχές του 20ου σε μία σειρά ευρωπαϊκές χώρες η Αριστερά είχε πετύχει πολύ σημαντικές επιτυχίες: τα ποσοστά της συχνά κινούνταν από το ¼ έως και το 1/3 του εκλογικού σώματος. Τα συνδικάτα σε πολλές χώρες (πρώτα από όλα Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Βέλγιο) είχαν απίστευτη μαζικότητα και δύναμη και ήταν πραγματικά σε κάθε χώρα ένα κράτος εν κράτει. Σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η Αριστερά ήταν ενωμένη σε ένα κόμμα, που συνήθως είχε πολυάνθρωπο μισθοδοτούμενο κομματικό μηχανισμό. Όλα αυτά τα κόμματα ήταν ενωμένα σε μια μεγάλη διεθνή οργάνωση: τη Σοσιαλιστική Διεθνή.

Ποτέ ως σήμερα, η Αριστερά δεν έχει καταφέρει να ξαναπαρατάξει τόσο οργανωμένες και σφιχτοδεμένες στρατιές προλεταρίων, με τα «φρούριά» τους, τα συνδικάτα, με δεκάδες χιλιάδες επαγγελματικά στελέχη, που κήρυτταν τον αγώνα για μια άλλη κοινωνία, την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, τον σοσιαλισμό. Κι όμως, μπροστά στον πόλεμο, όλη αυτή η δύναμη της Αριστεράς κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα.

Η ντροπή και η κατρακύλα της Αριστεράς

 ή όταν η Αριστερά ανακάλυψε την «εθνική στρατηγική»

Πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, σε δύο παγκόσμια συνέδριά της, η Σοσιαλιστική Διεθνής πήρε ξεκάθαρες και ομόφωνες αποφάσεις πως, σε απειλή πολέμου, οι σοσιαλιστές σε κάθε χώρα θα αντιτάσσονταν και θα καλούσαν σε γενική απεργία κατά του πολέμου.

Όμως, όταν ξέσπασε ο πόλεμος, δεν υπήρξε πουθενά όχι γενική, αλλά έστω μια τοπική απεργία ή ακόμα και μια απλή διαμαρτυρία. Παντού οι σοσιαλιστές συμβιβάστηκαν με τη νέα κατάσταση, συνήθως σε λίγες μόνο ώρες, από το φόβο τους να μην υποστούν συνέπειες που θα στοίχιζαν τις βουλευτικές έδρες, τους πολυάνθρωπους μηχανισμούς στελεχών, τις εφημερίδες, τα συνδικάτα και τα πολύ ισχυρά ταμεία αλληλεγγύης. Έτσι, σχεδόν σε κάθε χώρα της Ευρώπης, τα αριστερά, σοσιαλιστικά κόμματα αρνήθηκαν να πάνε κόντρα στις κυβερνήσεις τους και το καθένα από αυτά σε ελάχιστο χρόνο ανακάλυψε μαρξιστικοφανείς δικαιολογίες για το γιατί του καθενός η πατρίδα «είχε δίκιο» στον πόλεμο. Τα σοσιαλιστικά κόμματα μετατράπηκαν από κήρυκες του διεθνούς σοσιαλισμού σε υπερασπιστές της πατρίδας «τους» και με πολύ γοργά βήματα προσαρμόστηκαν στην εθνική προσπάθεια της χώρας «τους». Σύντομα, μια σειρά από αυτά τα σοσιαλιστικά κόμματα, με πρώτο το γερμανικό, που ήταν το κόμμα - παράδειγμα όλης της Διεθνούς, άρχισαν να αναλαμβάνουν και υπουργεία, για να συστρατευτούν ακόμη καλύτερα με τους καπιταλιστές της χώρας τους οργανώνοντας το μακελειό του προλεταριάτου όλων των χωρών.

Παντού στην Αριστερά έβλεπες εικόνες αντάξιες του Όργουελ: Αρθρογράφοι που μια μέρα πριν έγραφαν πύρινα άρθρα ενάντια στον πόλεμο που πλησίαζε, την επόμενη μέρα να τον καλωσορίζουν με πατριωτικό ενθουσιασμό. Ομιλητές, που λίγες ώρες πριν σε συγκεντρώσεις στον ίδιο χώρο ξεσήκωναν τους εργάτες για επαγρύπνηση, τώρα να τους καλούν να ντυθούν στα χακί…

Ελάχιστα κόμματα της Διεθνούς τόλμησαν να εναντιωθούν στον πόλεμο, όπως το Ιταλικό σοσιαλιστικό κόμμα, αλλά και η πολυεθνική Φεντερασιόν στη Θεσσαλονίκη. Όμως ακόμη κι αυτά έμειναν μόνο στη «φρόνιμη» αντιπολεμική προπαγάνδα, δεν τόλμησαν να οργανώσουν απεργίες, σαμποτάζ της πολεμικής παραγωγής και συναδελφώσεις φαντάρων στο μέτωπο.

Την τιμή της Αριστεράς παγκόσμια έσωσαν δύο μειοψηφίες: οι μπολσεβίκοι του Λένιν στη Ρωσία και η ομάδα «Σπάρτακος» στη Γερμανία. Αυτές πραγματικά σήκωσαν στις πλάτες τους τον «πόλεμο κατά του πολέμου».

«Ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα»

Το καλοκαίρι του 1914 υπήρχε για λίγες μέρες μια ελπίδα σε όλους τους αντίπαλους του επερχόμενου πολέμου: η κοινοβουλευτική ομάδα του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στη Γερμανία, ενός κόμματος που είχε υψηλά ποσοστά και 110 έδρες στο κοινοβούλιο. Η πλειοψηφία τους δήλωνε πως ήταν αντίθετη στις πολεμικές πιστώσεις που καλούνταν να ψηφίσουν. Μια σκληρή μειοψηφία έντεκα βουλευτών έκανε φασαρία σε όλα τα κομματικά όργανα πως «δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να πειθαρχήσει σε καμία κομματική εντολή και να ψηφίσει τις πολεμικές πιστώσεις». Την κρίσιμη ώρα της ψηφοφορίας, ωστόσο, μόνο ένας βουλευτής τόλμησε να καταψηφίσει και να καταγγείλει τον πόλεμο, ο Καρλ Λήμπνεχτ. Μετά από την ψηφοφορία οι 109 «φρόνιμοι» βουλευτές κράτησαν ζεστές τις θεσούλες τους στο κοινοβούλιο και ο Λήμπνεχτ σε χρόνο μηδέν, αν και βουλευτής, σύρθηκε σε τάγμα εργασίας – δεν του εμπιστεύονταν ούτε καν όπλο.

Οι «Σπαρτακιστές» της Ρόζα Λούξεμπουργκ, που κέρδισαν σύντομα τον Λήμπνεχτ, ήταν μια ελάχιστη μειοψηφία μέσα στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD), ξεκίνησαν να οργανώνουν καμπάνιες ενάντια στον πόλεμο. Την Πρωτομαγιά του 1916 στο Βερολίνο ο «Σπάρτακος» κατάφερε να συγκεντρώσει 10.000 εργάτες σε συλλαλητήριο ενάντια στον πόλεμο. Ομιλητής ήταν ο Καρλ Λήμπνεχτ, που φορώντας τη στρατιωτική του στολή έκανε την πιο σύντομη, την πιο μεστή και την πιο συναρπαστική ομιλία που έχει κάνει ποτέ ρήτορας στην Ιστορία. Πρόλαβε να πει μόνο μια φράση: «Κάτω ο πόλεμος, κάτω η κυβέρνηση, ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα» πριν τον αρπάξει η αστυνομία. Οι διαδηλωτές πάλεψαν για δύο ώρες πριν διαλυθούν από την άγρια βία της αστυνομίας, προκειμένου να απελευθερώσουν τον ηγέτη τους, και αυτή ήταν η πρώτη τακτική μάχη του «πολέμου ενάντια στον πόλεμο». Λίγο μετά ο Λήμπνεχτ μπροστά στους στρατοδίκες δήλωνε: «Κανείς στρατηγός δεν ήταν ποτέ τόσο περήφανος για τη στολή του, όσο εγώ με αυτά τα ρούχα του κατάδικου».        

«Ειρήνη στις καλύβες, πόλεμος στα παλάτια»

Ένα παραπροϊόν της διάλυσης και της αποσύνθεσης της Σοσιαλιστικής Διεθνούς ήταν μια σειρά ομάδες που προέκυψαν στα αριστερά των σοσιαλιστών.

Τέτοια ομάδα πολύ χαρακτηριστική ήταν, στη Γερμανία, το Ανεξάρτητο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Εκείνοι οι βουλευτές, που ήταν «αδιάλλακτοι» εχθροί του πολέμου μέσα στα γραφεία τους και φρόνιμοι και μετρημένοι μπροστά στον ταξικό εχθρό, αποχώρησαν τελικά από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, παίρνοντας μαζί τους μέρος της βάσης του κόμματος και δυο διάσημους στοχαστές, τον Μπέρνσταϊν και τον Κάουτσκι.   

Οι «Ανεξάρτητοι», όπως και οι ομοϊδεάτες τους σε άλλες χώρες, μιλούσαν για την ανάγκη να γίνει ειρήνη και -γενικότερα- έκαναν «εκκλήσεις στη λογική» των κυβερνώντων και των καπιταλιστών. Το πιο αριστερό στοιχείο στα προγράμματά τους ήταν, στις καλύτερες περιπτώσεις,  το: «όχι προσαρτήσεις, όχι αποζημιώσεις». 

Οι επαναστάτες-διεθνιστές, όπως η ομάδα «Σπάρτακος», μπήκαν ως συνιστώσα μέσα στους «Ανεξάρτητους», για να εξασφαλίσουν κοινή δράση ενάντια στον πόλεμο. Ταυτόχρονα όμως, ασκούσαν ανελέητη κριτική στην τάση των «Ανεξάρτητων» να μένουν στα μισά του δρόμου και να διστάζουν να καλέσουν σε επαναστατική πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού.

Την πιο σκληρή γραμμή, ωστόσο, είχε ο Λένιν, ηγέτης των μπολσεβίκων στη Ρωσία: «Κάθε τάξη που είναι επαναστατική δεν μπορεί παρά να εύχεται την ήττα της κυβέρνησής της στον πόλεμο». Ο Λένιν καλούσε στη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο, ενάντια στην αστική τάξη της κάθε χώρας:

«Όχι “ειρήνη χωρίς προσαρτήσεις” αλλά “ειρήνη στις καλύβες και πόλεμος στα παλάτια“. Ειρήνη για το προλεταριάτο και για όλο τον εργαζόμενο λαό και πόλεμος στην αστική τάξη… Οι σοσιαλιστές, αν θέλουν να παραμείνουν σοσιαλιστές, είναι λάθος να είναι αντίθετοι σε κάθε πόλεμο… το να απαρνείται κανείς τον εμφύλιο πόλεμο ή να τον βγάζει από το μυαλό του σημαίνει ότι αποκηρύσσει τη σοσιαλιστική επανάσταση. Μια καταπιεσμένη τάξη που δεν επιδιώκει να μάθει να χρησιμοποιεί όπλα, που δεν επιδιώκει να πάρει όπλα στα χέρια της, αξίζει να της συμπεριφέρονται σαν σκλάβο… Το σύνθημα το δικό μας πρέπει να είναι ένα: “Εξοπλισμός του προλεταριάτου με στόχο την ήττα, την απαλλοτρίωση και τον αφοπλισμό της αστικής τάξης”».           

Ο Λένιν κατά τη διάρκεια του πολέμου καθιερώθηκε ως η άκρα αριστερά του σοσιαλιστικού διεθνισμού στη Ρωσία, αλλά και σε διεθνές επίπεδο.

Η δικαίωση του να επιμένεις στις αρχές σου

Τους πρώτους μήνες του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ήταν ουσιαστικά καθολική η συμμετοχή των ανθρώπων στην «εθνική προσπάθεια» της κάθε χώρας και παντού κυριαρχούσε ο πολεμικός ενθουσιασμός. Όσοι επέμεναν να εκφράζονται υπέρ της ειρήνης ήταν απειροελάχιστη μειοψηφία. Οι Σπαρτακιστές και οι μπολσεβίκοι, που καλούσαν σε πόλεμο κατά της κυβέρνησης και των αφεντικών της ίδιας τους της χώρας, έμοιαζαν με πλάσματα από άλλη διάσταση.

Στη Γαλλία ένας ρεφορμιστής σοσιαλιστής ηγέτης, ο Ζαν Ζωρές, τόλμησε να ταχτεί κατά του πολέμου και δολοφονήθηκε αμέσως, ενώ ο αρχηγός της άκρας Αριστεράς Ζυλ Γκεντ, έγινε παθιασμένος πατριώτης και μπήκε στην κυβέρνηση. Την ίδια εθνική στροφή έκανε και ο διάσημος αναρχικός φιλόσοφος Σορρέλ.

Στη Ρωσία ο Πλεχάνωφ, το σύμβολο του επαναστατικού μαρξισμού, έγινε φλογερός υπερασπιστής των δικαίων της πατρίδας. Το ίδιο και ο περίφημος αναρχικός Κροπότκιν και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό…

Το να μη συμμετέχει κάποιος στην πατριωτική υστερία σήμαινε απόλυτη απομόνωση και λίγοι σύντροφοι στην Αριστερά κατάφεραν να «δείξουν χαρακτήρα». Αλλά ο πατριωτικός κατακλυσμός δεν κράτησε για πάντα.

Μετά τους πρώτους μήνες του πολέμου και τις γρήγορες ανατροπές στα μέτωπα, η κατάσταση παγιώθηκε. Παντού υπήρχαν χαρακώματα, οι φαντάροι πέθαιναν κατά εκατοντάδες χιλιάδες για να καταλάβουν ελάχιστα μέτρα γης. Το αδιέξοδο στα μέτωπα, τα δελτία τροφίμων στα μετόπισθεν, οι απώλειες σε νεκρούς και σε σακατεμένους, άρχισαν να αλλάζουν το κλίμα μέσα στους εργάτες. Τον πατριωτισμό διαδέχτηκε η απογοήτευση και η ηττοπάθεια κι αμέσως ακολούθησε το μίσος κατά των κυβερνήσεων: Οι απομονωμένοι μαχητές του διεθνισμού βρέθηκαν σε πολύ λίγα χρόνια πρωταγωνιστές στις επαναστάσεις στη Ρωσία του ’17 και στη Γερμανία του ’18-‘19…

Αντί επιλόγου…

Ο αρχαίος Κινέζος φιλόσοφος Σουν Τζου έγραφε πως: «Ο στρατηγός που θέλει να κατακτήσει την παντοτινή δόξα, πρέπει μια για πάντα να πάψει να ενδιαφέρεται για την εφήμερη φήμη».

Όσοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο, δεν πρέπει να φοβούνται να γίνουν αντιδημοφιλείς λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους. Οι εκκλήσεις στον πατριωτισμό που κάνουν κυβερνήσεις και αφεντικά είναι προσπάθεια να κρύψουν τη δίψα για κέρδη και δεν σταματά μπροστά στο πιο μεγάλο έγκλημα. Η Αριστερά μονάχα θα μπερδέψει τους εργάτες με συνθήματα για «εθνική στρατηγική», «παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, «νέα Ελλάδα» κλπ. Αντίθετα, πρέπει να μιλήσει για το κοινό μέτωπο των εργατών απέναντι στα αφεντικά, για το ότι πρέπει να ανατρέψουμε τους πλούσιους και την κυβέρνησή τους στην Ελλάδα καταργώντας Μνημόνια και χρέος και απαλλοτριώνοντας τον μεγάλο πλούτο. Για να ανάψουμε την πυρκαγιά της εργατικής αντεπίθεσης σε όλη την Ευρώπη…

Όπως και εκατό χρόνια πριν, οι καπιταλιστές στην Ευρώπη δεν θα διστάσουν σε τίποτε για να σώσουν τον πλούτο τους. Όπως και εκατό χρόνια πριν, η Αριστερά που είναι «χρήσιμη και υπεύθυνη» στον κόσμο της εργασίας, είναι τελικά η Αριστερά του διεθνισμού και της επανάστασης. Η Αριστερά που δεν φοβάται την απομόνωση, επειδή λέει τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, αλλά και που δεν ξεχνά κάθε μέρα πως πρέπει να οργανώνει τον αγώνα για την εργατική εξουσία. Είναι εκείνη η Αριστερά που ανακαλύπτει τον εαυτό της στα παρακάτω λόγια του Λένιν:   

           «Οι ιδέες που έχουν πεθάνει, είναι αυτές που εμφανίζονται με κομψότητα, χωρίς ίχνος δριμύτητας ή τόλμης. Είναι νεκρές, γιατί χαίρουν γενικής καθημερινής κυκλοφορίας μέσα στην κοινωνία, αποτελούν μέρος των ιδεολογικών αποσκευών του ατέλειωτου στρατού των μικρόψυχων διανοούμενων.

Οι ρωμαλέες ιδέες είναι αυτές που σοκάρουν και σκανδαλίζουν, που ξεσηκώνουν αγανάκτηση, θυμό, εχθρότητα σε κάποιους, αλλά ενθουσιασμό σε κάποιους άλλους».     

 

[1] Από το 1871 με τον Γαλλοπρωσσικό Πόλεμο.