Οι άνθρωποι που φτάνουν κατά εκατοντάδες στα νησιά του Βορείου Αιγαίου τους τελευταίους μήνες, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή, έρχονται στην Ελλάδα κυρίως από χώρες που βρίσκονται σε πολεμικές συγκρούσεις, όπως η Συρία. Στην πλειοψηφία τους, λοιπόν, δεν είναι μετανάστες, αλλά πρόσφυγες. Καθώς οι ροές θα συνεχιστούν, είναι προφανές ότι η υποδοχή των προσφύγων απαιτεί τη συνεργασία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στον αντίποδα της κοινής λογικής, ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το ζήτημα ως εθνική υπόθεση. Αντί της υποδοχής, επιλέγει την παράνομη πρακτική της αποτροπής και την κράτηση των προσφύγων, αναθέτοντας εξ ολοκλήρου σε Λιμενικό και Αστυνομία ένα έργο που δεν τους αντιστοιχεί.
Η ανάθεση του προσφυγικού, όπως και του μεταναστευτικού, στην Αστυνομία, η μετατροπή δηλαδή ενός κοινωνικού και πολιτικού ζητήματος σε αστυνομικό/δημόσιας τάξης, είναι μια αποτυχημένη πολιτική. Το επιβεβαιώνουν οι χιλιάδες έγκλειστοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων, που προσπαθούν να επιβιώσουν σε άθλιες συνθήκες. Η επέκταση της κράτησής τους πέραν του 18μηνου, που έχει οδηγήσει πολλούς στο δρόμο της αυτοκτονίας, προσβάλλεται συνεχώς στα δικαστήρια, ενώ και ο ίδιος ο Επίτροπος της ΕΕ για Θέματα Μετανάστευσης Δ. Αβραμόπουλος, παραδέχεται ότι το μέτρο είναι παράνομο.
Σε ό,τι αφορά ειδικά τα νησιά, η ανέγερση του φράχτη στον Έβρο, που θεωρήθηκε προ ετών μεγάλη επιτυχία, σήμερα σπρώχνει τους πρόσφυγες προς τα μη ασφαλή περάσματα του Βορείου Αιγαίου. Την ίδια στιγμή, δομές φιλοξενίας που θα μπορούσαν αποδεδειγμένα να στηρίξουν μια ρεαλιστική πολιτική υποδοχής (π.χ. πρώην κατασκηνώσεις ΠΙΚΠΑ, ξενώνας ανηλίκων της Θεομήτορος), είτε επιχειρείται να λειτουργήσουν ως προέκταση των στρατοπέδων κράτησης, είτε απαξιώνονται οικονομικά από το κράτος και κλείνουν.
Αντί να παραδεχτεί το αδιέξοδο, η κυβέρνηση περνά σήμερα από την αστυνόμευση στη στρατιωτικοποίηση της μεταναστευτικής και της προσφυγικής πολιτικής. Τις τελευταίες μέρες, σκάφη του Πολεμικού Ναυτικού μεταφέρουν εν κρυπτώ πρόσφυγες σε κέντρα κράτησης, ενώ σύμφωνα με δημοσιεύματα, εξετάζεται η χρήση ακόμα και μη στελεχωμένων αεροσκαφών (drones) για την αποτροπή της εισόδου προσφύγων στις ελληνικές θάλασσες. Και όλα αυτά, μετά τις δεκάδες απώλειες ανθρώπινων ζωών, πριν και μετά τα γεγονότα στο Φαρμακονήσι.
Είναι επιτακτικά αναγκαία μια διαφορετική πολιτική. Η πολιτική αυτή δεν υπαγορεύεται απλώς από διαφορετικές αξίες. Προκύπτει από διεθνείς συμβάσεις και νόμους του ελληνικού κράτους που η κυβέρνηση εξακολουθεί να αγνοεί. Πιο συγκεκριμένα, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει ότι τα κράτη-μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν το δικαίωμα ασύλου, όπως προβλέπει η Σύμβαση της Γενεύης. Η τελευταία ορίζει την υποχρέωση των κρατών να εγγυώνται την ασφαλή δίοδο των προσφύγων που έρχονται από εμπόλεμες χώρες, ενώ πρόσφατη Οδηγία (2001/55/ΕΚ) του Συμβουλίου της Ευρώπης ορίζει τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας για τους Σύρους πρόσφυγες. Τέλος, ο ν. 3907/2011 προβλέπει την ίδρυση δομών φιλοξενίας αιτούτων άσυλο ή υπηκόων τρίτων χωρών που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες (άρθρο 8Α). Οι δομές αυτές χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων και άλλα προγράμματα της ΕΕ.
Η τήρηση της νομιμότητας, και μαζί η αναγνώριση της επείγουσας κατάστασης, απαιτούν:
1. Τη ριζική τροποποίηση του Κανονισμού Δουβλίνο 3, ώστε να επιτραπεί η μετάβαση των προσφύγων και σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαικής Ένωσης. Μέχρι να συμβεί αυτό, είναι επείγουσα η ανάληψη πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε η Ευρώπη να αναλάβει την υποδοχή των προσφύγων του πολέμου. Μέχρι σήμερα, οι πλούσιες χώρες έχουν δεσμευτεί στο να προσφέρουν ένα ασφαλές καταφύγιο σε 37.432 ανθρώπους, ήτοι το 1% των 3 εκατομμυρίων προσφύγων στις γειτονικές με την Ε.Ε. χώρες. Από τα 4 δισεκατομμύρια που διέθεσε η Ε.Ε. την περίοδο 2007-2013 στο πλαίσιο της μεταναστευτικής και προσφυγικής πολιτικής, σχεδόν τα μισά (1,82 δισεκατομμύρια) διατέθηκαν για τον έλεγχο των συνόρων, και μόνο το 17% (700 εκατομμύρια) διατέθηκε για την υποστήριξη των διαδικασιών ασύλου. Από τις 13 ως τις 26 Οκτωβρίου, στις χώρες της Ε.Ε θα υλοποιηθεί η επιχείρηση Μοs Maiorum, ένα ανθρωποκυνηγητό μεταναστών χωρίς χαρτιά, στο πρότυπο του ελληνικού “Ξένιου Δία”, για το οποίο ελάχιστα είναι γνωστά. Επιπλέον, τον Δεκέμβριο του 2013 τέθηκε σε λειτουργία το EUROSUR, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Επιτήρησης Συνόρων, με κόστος 338 εκ. ευρώ μέχρι το 2020. Όλο και πιο συχνά, τέλος, η Frontex καταγγέλλεται για συμμετοχή σε παράνομες επαναπροωθήσεις, ενώ ρόλος της (θα έπρεπε να) είναι η διάσωση όσων κινδυνεύουν στις περιοχές της ευθύνης της.
2. Έναν εθνικό σχεδιασμό που να ανταποκρίνεται στις διεθνείς υποχρεώσεις για την ασφαλή δίοδο και την υποδοχή των προσφυγικών ροών, με ευθύνη του Υπουργείου Εσωτερικών –όχι του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη–, με την ενεργοποίηση της Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας, το Υπουργείο Εργασίας και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
3. Τη μετατροπή των κλειστών κέντρων υποδοχής και των στρατοπέδων κράτησης σε ανοιχτά κέντρα υποδοχής και φιλοξενίας, τη λειτουργία των οποίων θα εποπτεύει η Τοπική Αυτοδιοίκηση (Δήμοι, Περιφέρειες), καθώς και την επαναλειτουργία των δομών φιλοξενίας ανηλίκων.
4. Την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που δικαιούται η Ελλάδα για τη λειτουργία υπηρεσιών ασύλου στα σημεία εισόδου και την επαρκή στελέχωσή τους με εξειδικευμένο προσωπικό (μεταφραστές, γιατροί, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί). Το σχετικό πρόγραμμα για την περίοδο 2008-2013 ανήλθε σε 15.5 εκατομμύρια ευρώ, ο τρόπος διάθεσης των οποίων δεν έχει μέχρι σήμερα γνωστοποιηθεί.
5. Την κατάργηση του μέτρου της παράτασης κράτησης προσφύγων και μεταναστών πέραν των 18 μηνών (βάσει της γνωμοδότησης 44/2014 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους) και την απαγόρευση κράτησης ευάλωτων κοινωνικών ομάδων σε στρατόπεδα κράτησης.
6. Τη δέσμευση του ΕΣΡ να επιβάλλει κυρώσεις σε όσα μέσα ενημέρωσης διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις με σκοπό τον εκφοβισμό της ελληνικής κοινωνίας και τη δαιμονοποίηση των προσφύγων.