(με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Χάρη Κωστούλα: «Ο Μισέλ Πάμπλο, η Αλγερινή Επανάσταση και η εποχή μας»)

Υπάρχει ένας διαδεδομένος μύθος μέσα στον κόσμο της Αριστεράς. Ο μύθος πως οι επαναστατικές οργανώσεις που αναφέρονται στις ιδέες του Τρότσκι, δεν έχουν σχέση με το αντιϊμπεριαλιστικό κίνημα. Κι ακόμα πως το υποβαθμίζουν και εν τέλει το περιφρονούν, δίνοντας όλη τους την προσοχή στις εξελίξεις στις Μητροπόλεις του ανεπτυγμένου καπιταλισμού.

Όμως, η πραγματικότητα δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον μύθο. Οι τροτσκιστές είχαν πάντα μια ουσιαστική συμμετοχή στην αντιιμπεριαλιστική πάλη, παρά τις πολύ μικρές οργανωμένες τους δυνάμεις. Και η πιο χαρακτηριστική διάψευση του κατασκευασμένου μύθου ήταν η εμπλοκή στην Αλγερινή Επανάσταση ολόκληρου του δυναμικού της 4ης Διεθνούς στο πλευρό των Αράβων εξεγερμένων, ενάντια στον γαλλικό ιμπεριαλισμό.

Σε αντίθεση με το σύνολο σχεδόν της γαλλικής αριστεράς που κράτησε «φρόνιμες αποστάσεις», οι τροτσκιστές όχι μόνο συμμετείχαν αλλά πήραν πάνω τους και όλη την ευθύνη για την επιτυχία του αλγερινού αντάρτικου. Η 4η Διεθνής οργάνωσε τη σταθερή ροή όπλων για τον αλγερινό επαναστατικό στρατό κατασκευάζοντας κρυφά 4 εργοστάσια στο Μαρόκο για την παραγωγή τους. Έφτιαξε ακόμη κι ένα παράνομο εκτυπωτήριο πλαστών γαλλικών χαρτονομισμάτων στην Ολλανδία για τη χρηματοδότηση της Αλγερινής Αντίστασης.  

Το βιβλίο:

Αυτή την - άγνωστη σε πολλούς και πολλές - εποποιία ξαναθυμίζει το βιβλίο του Χάρη Κωστούλα που κυκλοφορεί τους τελευταίους μήνες: «Ο Μισέλ Πάμπλο, η Αλγερινή Επανάσταση και η εποχή μας». Το συγκεκριμένο έργο βασίζεται στη σχετική διάλεξη που έδωσε ο συγγραφέας του το 2016 στο Ινστιτούτο «Παντελής Πουλιόπουλος». Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΕΝΕΚΕΝ» του ποιητή Γιώργου Γιαννόπουλου και είναι αφιερωμένο στον βετεράνο σύντροφο Δημήτρη Λιβιεράτο, έναν από τους τροτσκιστές που έφτιαξαν ένα από τα 4 εργοστάσια όπλων στο Μαρόκο.

Ο τριαντάχρονος συγγραφέας Χάρης Κωστούλας είναι οργανωμένος από τα μαθητικά του χρόνια σε τροτσκιστικές οργανώσεις και είναι τα τελευταία χρόνια μέλος της πολιτικής ομάδας Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση. Αυτό εδώ είναι το πρώτο του βιβλίο που δημοσιεύεται.

Η Αλγερία πριν τη χειραφέτηση:

Η Αλγερία είναι η μεγαλύτερη σε έκταση αραβική χώρα και ταυτόχρονα η μεγαλύτερη  χώρα της Αφρικής. Κι όμως, μέχρι το 1962 η Αλγερία θεωρούνταν «μητροπολιτικό έδαφος της Γαλλίας». Η Αλγερία, υπόδουλη στους Γάλλους από το 1830, είχε πάνω από 15 εκατομμύρια πληθυσμό στις αρχές του 1950, από τους οποίους το 1 εκατομμύριο ήταν Γάλλοι άποικοι. Δικαιώματα εκλογικά και σοβαρή οικονομική δύναμη διέθεταν μόνο οι Ευρωπαίοι άποικοι, ενώ οι Άραβες και Βέρβεροι ντόπιοι ζούσαν με τον φόβο της αυθαιρεσίας και της καταστολής και σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Δύο μόνο διέξοδοι υπήρχαν: είτε η μετανάστευση – εκατοντάδες χιλιάδες Αλγερινοί γίνονταν ανειδίκευτο και κακοπληρωμένο εργατικό δυναμικό στην ίδια τη Γαλλία - είτε η στρατολόγηση στον γαλλικό στρατό. Ακόμη κι όταν θα ξεσπάσει η πολύνεκρη αλγερινή επανάσταση, από τους 120.000 νεκρούς των δυνάμεων καταστολής, περίπου τα ¾ θα είναι Αλγερινοί μουσουλμάνοι και λιγότεροι από 30.000 οι νεκροί Γάλλοι στρατιώτες και αστυνομικοί.  Οι νεκροί από την πλευρά των εξεγερμένων θα αγγίξουν το μισό εκατομμύριο…   

Αλγερία: η ντροπή της σοσιαλδημοκρατίας και του σταλινισμού

Στο 4ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1922, ο Τρότσκι πήρε τον λόγο για να καταγγείλει το «σκάνδαλο Σίντι Μπελ Αμπές». Ήταν μια τοπική οργάνωση του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην Αλγερία που είχε στείλει επιστολή στην κομματική ηγεσία με την οποία κατήγγειλε την «Έκκληση της Μόσχας» για στήριξη στην ανεξαρτησία των γαλλικών αποικιών στη Β. Αφρική. Για τους αποίκους που αποτελούσαν τα μέλη της, οι ντόπιοι ήταν «εκ γενετής ανίκανοι για οικονομική, κοινωνική, ηθική ανάπτυξη». Ο Τρότσκι δήλωσε ορθά κοφτά ότι το επαναστατικό κόμμα «δεν μπορεί να ανεχτεί όχι δυο ώρες αλλά ούτε δυο λεπτά στις γραμμές του συντρόφους με νοοτροπία δουλοκτήτη»[1].

Τα Κομμουνιστικά Κόμματα και μαζί τους το Γαλλικό, πήραν γρήγορα διαζύγιο από αυτή τη διεθνιστική παράδοση με την επικράτηση του σταλινισμού στη Ρωσία και την εξορία του Τρότσκι. Το 1936, με τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου στις γαλλικές εκλογές, ήρθε η πρώτη ευκαιρία να αποδειχθεί πως η Γαλλική Αριστερά ήταν πολύ κατώτερη των προσδοκιών των αποικιοκρατούμενων μαζών. Ένα νομοσχέδιο για την επέκταση του δικαιώματος της ψήφου σε 25.000 μουσουλμάνους της Αλγερίας βάλτωσε και χάθηκε κάπου μεταξύ Εθνοσυνέλευσης και Γερουσίας και αντί των δικαιωμάτων ακολούθησε άγρια καταστολή. Το 1939, λίγο πριν βγει στην παρανομία το Γαλλικό Κ.Κ., ο Μωρίς Τορέζ, ο γενικός γραμματέας του, πρόλαβε να ανακοινώσει σε ομιλία του στο Αλγέρι πως το αλγερινό έθνος είναι ακόμη «υπό διαμόρφωση» και άρα δεν δικαιούται ανεξαρτησία, παρά μόνο «διευρυμένη αυτονομία».

Όμως, καμιά απογοήτευση δεν είχε τη γεύση του αδικοχυμένου αίματος που δοκίμασαν οι Αλγερινοί το 1945. Η «σφαγή του Σετίφ» θα μείνει στον κατάλογο των πιο φρικτών εγκλημάτων καταστολής της παγκόσμιας αποικιοκρατίας. Μέσα σε μια μέρα, η διαδήλωση των Αλγερινών -που γιόρταζαν το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διεκδικώντας τις ελευθερίες τους- θα εξοντωθεί ανελέητα. Το γαλλικό κράτος παραδέχτηκε «μονάχα» 1.500 δολοφονημένους διαδηλωτές. Οι αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις, που στάθμευαν ακόμη εκείνη την εποχή στην Αλγερία, τους υπολόγιζαν σε περισσότερους από 6.000. Φαίνεται, όμως, πως ο αριθμός των νεκρών ήταν πενταψήφιος.

Λεπτομέρεια που δεν πρέπει να ξεχνιέται: Η γαλλική κυβέρνηση του 1945, η οποία οργάνωσε τη σφαγή, περιελάμβανε σοσιαλιστές και κομμουνιστές υπουργούς στους κόλπους της. Οι αξιότιμοι αυτοί κύριοι και τα κόμματά τους κράτησαν χαμηλούς τους τόνους για το μακελειό των διαδηλωτών, προσπαθώντας να μη διαταράξουν «τη συνοχή της κυβέρνησης». Θα ακολουθήσει η εισβολή του γαλλικού στρατού στο Βιετνάμ, όπου γάλλος κομμουνιστής υπουργός θα διατάξει τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς των συντρόφων του, βιετναμέζων κομμουνιστών. Η περιπέτεια ανακατάληψης της αποικίας του Βιετνάμ θα λάβει τέλος με την πανωλεθρία του Ντιεν-Μπιεν-Φου. Στις 7 Μάη του 1954, 12.000 επίλεκτοι Γάλλοι στρατιώτες θα παραδοθούν στους Βιετναμέζους αντάρτες.       

Την 1η Νοέμβρη του 1954, κι ενώ ακόμη η Γαλλία δεν έχει εκκενώσει το Βιετνάμ,   μια ομάδα αλγερινών ανταρτών ξεκινά τον πόλεμο ενάντια στο γαλλικό κράτος, χτυπώντας μια σειρά αστυνομικά τμήματα και κυβερνητικούς στόχους στην Αλγερία. Ήταν το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (FNL) με ηγέτη τον Μπεν Μπελά, μια μικρή σχετικά ομάδα με 800 ανεπαρκώς εξοπλισμένους αντάρτες, που δεν έμοιαζε να αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για τη γαλλική αποικιοκρατία.

Αντίθετα, όπως σημειώνει ο Χάρης Κωστούλας, πολύ πιο σημαντική οργάνωση έμοιαζε να είναι ο «Βορειοαφρικανικός Αστέρας» του Μεσάλι Χατζ, μαχητικός ρεφορμιστικός σχηματισμός που είχε και σημαντική σχέση με τους αλγερινούς εργάτες στη Γαλλία. Ο Χατζ διεκδικούσε «περισσότερη αυτονομία» και ένα τμήμα από την αριστερή πτέρυγα της οργάνωσής του που αποχώρησε, οι «ακτιβιστές», οπαδοί της ανεξαρτησίας με ηγέτη τον Μπεν Μπελά, ήταν αυτοί που δημιούργησαν το FNL.

Η 4η Διεθνής και η γαλλική τροτσκιστική οργάνωση διατηρούσαν επί 3-4 χρόνια επαφές με την οργάνωση του Χατζ. Όμως, με το ξεκίνημα της επανάστασης το 1954, οι τροτσκιστές έψαξαν να συνδεθούν με τους αντάρτες και να τους προσφέρουν κάθε υποστήριξη. Ταυτόχρονα, ο «Βορειοαφρικανικός Αστέρας» -που διαχώρισε τη θέση του από τη βία των ανταρτών- θα ακολουθήσει πορεία εκφυλισμού, καταλήγοντας από τη μια στη σύνδεση με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και από την άλλη στη συνεργασία με τους Γάλλους αποικιοκράτες.

Η Γαλλία, στα πρώτα τέσσερα χρόνια της Αλγερινής Επανάστασης, διαθέτει κυβερνήσεις σοσιαλιστών. Αυτό, όμως, δεν έκανε σε τίποτα ηπιότερη την καταστολή στην Αλγερία. Ανακρίσεις χιλιάδων ανθρώπων με βασανιστήρια, μαζική χρήση βομβών ναπάλμ, ξεκλήρισμα ολόκληρων χωριών με τη μέθοδο που χρησιμοποίησαν οι Ναζί στα Καλάβρυτα και τον Χορτιάτη, αυτή ήταν η καθημερινή πραγματικότητα για τον αλγερινό λαό. Έτσι, οι επιχειρήσεις «αστυνόμευσης» ακολουθούσαν η μία την άλλη και στο FNL δεν έλειψαν ποτέ οι μαχητές και μαχήτριες προς στρατολόγηση. Το 1958, όταν εξεγείρεται η δεξιά στη Γαλλία επαναφέροντας τον Ντε Γκωλ, υπάρχουν στην Αλγερία 1.000.000 γάλλοι στρατιώτες, χωρίς να καταφέρνουν να την ελέγξουν αποτελεσματικά.

Την ίδια ώρα η γραμμή του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν «μια στο καρφί και μια στο πέταλο». Πέρασαν τρία χρόνια, ώσπου το κόμμα αυτό να αποφασίσει κινητοποιήσεις ενάντια στα εγκλήματα των γαλλικών κυβερνήσεων στην Αλγερία. Και ακόμη και τότε το κεντρικό του σύνθημα ήταν: «Ειρήνη στην Αλγερία». Την αλγερινή ανεξαρτησία οι γάλλοι σταλινικοί την αποδέχτηκαν μονάχα όταν είχε γίνει πια πραγματικότητα.

Τον ίδιο καιρό, η 4η Διεθνής προσπαθούσε να βρει τρόπο να φανεί χρήσιμη στο αλγερινό επαναστατικό κίνημα. Ήδη από το τέλος του 1954 οι γάλλοι τροτσκιστές είχαν αναλάβει να εκδίδουν με δικά τους μέσα την εφημερίδα του FNL «Résistances Algériennes», φυσικά σε συνθήκες παρανομίας. Αλλά το αλγερινό αντάρτικο χρειαζόταν επειγόντως όπλα. Τα ελάχιστα που προμηθεύονταν από λαθρέμπορους δεν κάλυπταν τις ανάγκες, ενώ τα κράτη στα οποία απευθύνθηκαν οι αντάρτες για βοήθεια, η Αίγυπτος του Νάσερ και η Γιουγκοσλαβία του Τίτο, δεν δεχόντουσαν να επωμιστούν το ρίσκο. Η 4η Διεθνής θα αναλάβει να καλύψει το κενό. Χωρίς να διαθέτει  χρήματα, στελέχη ή τεχνογνωσία καταφέρνει να φτιάξει μυστικά 4 «φάρμες του ήλιου» στο Μαρόκο, όπου κατασκεύαζε όπλα για τον αγώνα του FNL.

Σύντομα θα ακολουθήσει και ένα παράνομο εργαστήριο στην Ολλανδία, όπου τυπώνονταν πλαστά γαλλικά χαρτονομίσματα. Η ολλανδική αστυνομία θα εισβάλλει στο εργαστήριο και θα συλλάβει τον ίδιο τον γραμματέα της 4ης, τον Μιχάλη Ράπτη, γνωστό με το επαναστατικό ψευδώνυμο «Πάμπλο».

Όλα τα παραπάνω περιγράφονται με ζωντάνια από τον Χάρη Κωστούλα στο πρώτο μέρος του βιβλίου του, που αφορά τον Μιχάλη Ράπτη, και το μεγαλύτερο τμήμα του δεύτερου μέρους της μπροσούρας του που έχει κέντρο τα γεγονότα της Αλγερινής Επανάστασης και την εμπλοκή των τροτσκιστών. Στο τέλος, όμως, του δεύτερου μέρους βρίσκεται ένα κομμάτι, πολύ πιο αδύνατο πολιτικά κατά τη γνώμη μας, που αφορά την «αυτοδιαχείριση στην Αλγερία». 

«Αυτοδιαχείριση» ή κρατική γραφειοκρατία;

Όταν ο γαλλικός στρατός αναγκάστηκε να αποσυρθεί νικημένος από την Αλγερία μαζί με το 1 εκατομμύριο των Γάλλων αποίκων, τα πάντα ήταν υπό διάλυση: Με τα αφεντικά φευγάτα, οι επιχειρήσεις και τα μεγάλα κτήματα είχαν εγκαταλειφθεί στα χέρια αυτών που τα δούλευαν.

Σύμφωνα με τον Χάρη Κωστούλα, ήταν ο Μιχάλης Ράπτης, έμπιστος σύμβουλος πλέον του ηγέτη του FNL Μπεν Μπελά, αυτός που πρότεινε ως λύση την αυτοδιαχείριση. Προτάθηκε η αυτοδιαχείριση αντί της πώλησης σε Αλγερινούς κεφαλαιοκράτες ή της εθνικοποίησης, λύσεων που θα έβρισκαν ριζικά αντίθετους τους αγρότες και εργάτες της Αλγερίας. Σύμφωνα με τα λόγια του συγγραφέα μας, η αυτοδιαχείριση αυτή ήταν ένας «τρίτος δρόμος», ένα τεράστιο πείραμα «σοσιαλιστικού βαθέματος της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης».

Παράλληλα με αυτό το «βάθεμα», κατά τον Κωστούλα, ο ίδιος ο Μιχάλης Ράπτης «ανυψώνεται θεωρητικά» προσπαθώντας να αντιμετωπίσει την πρακτική της αυτοδιαχείρισης, «του μοναδικού πραγματικού περιεχομένου που μπορεί να έχει ο σοσιαλισμός» κατά τον ίδιο. Όλα αυτά σε μια χώρα όπου ο συγγραφέας Κωστούλας περιγράφει ως εξής τον συσχετισμό δυνάμεων μέσα στην αλγερινή επαναστατική κυβέρνηση: «Οι επαναστατικές κομμουνιστικές δυνάμεις είναι εξόχως μειοψηφικές και στην πλειοψηφία τους δεν έχουν αραβική καταγωγή, και επιλέγουν την τακτική της συμμετοχής στο FNL και της μετατόπισής του σε πιο αριστερές πολιτικές θέσεις».  

Μ΄ άλλα λόγια, οι τροτσκιστές που βρίσκονταν στην Αλγερία ήταν κυρίως ξένοι σύντροφοι που είχαν μετατραπεί σε μυστικοσυμβούλους του ηγέτη Μπεν Μπελά και προσπαθούσαν να στήσουν τις προϋποθέσεις για έναν «από τα πάνω» σοσιαλισμό.

Αλλά πικρές οι βουλές του Αλλάχ και σκοτεινές οι ψυχές των ανθρώπων”. Όλο αυτό το πείραμα αποδυναμώθηκε και πήρε τυπικά τέλος το 1965, με το πραξικόπημα του φιλομπρεζνιεφικού  Χουαρί Μπουμεντιέν. 

Αξίζει να δούμε, όμως, πιο συγκεκριμένα το περιεχόμενο της «αυτοδιαχείρισης» και τον ιδιαίτερο ρόλο του κεντρικού της πρωτεργάτη, του Πάμπλο. 

Το σίγουρο είναι πως ο Μιχάλης Ράπτης ήταν αυτός που ανέλαβε να διατυπώσει το Διάταγμα της Αυτοδιαχείρισης τον Μάρτη του 1963.

Όμως, η δύναμη που επέβαλε στην πράξη την ανάγκη να υπάρξει η μανούβρα της «αυτοδιαχείρισης» ήταν τα εκατομμύρια των φτωχών Αλγερινών, που αυθόρμητα ανέλαβαν να πάρουν στα χέρια τους τις 1.000 εγκαταλελειμμένες μεγάλες επιχειρήσεις και τα 1.200.000 παρατημένα εκτάρια καλλιεργήσιμης γης από τα μέσα του 1962. Απέναντι σ’ αυτό το κίνημα των από τα κάτω, ήρθε το επίσημο διάταγμα της «αυτοδιαχείρισης» να επιβάλει πολύ στενά όρια.

Έτσι, σύμφωνα με το διάταγμα, στη Γενική Συνέλευση των Εργατών κάθε επιχείρησης ή μεγάλου κτήματος παίρνουν μέρος μόνο όσοι/ες είναι μόνιμοι εργάτες [άρθρα 2 και 3] ενώ αποκλείονται ρητά οι εποχιακοί εργάτες που, ιδιαίτερα στα αγροκτήματα, είναι η μεγάλη πλειοψηφία [άρθρο 4]. Μάλιστα, για να μην υπάρχει αμφιβολία ποιος είναι μόνιμος εργάτης και ποιος εποχιακός, ο κατάλογος των μονίμων που έχουν δικαίωμα στη συνέλευση καταρτίζεται από τον… Διευθυντή [άρθρο 5]. Όμως τις σημαντικές αποφάσεις τις παίρνει το Εργατικό Συμβούλιο και, κυρίως, η Διευθύνουσα Επιτροπή, όργανα που δεν είναι ανακλητά αλλά εκλέγονται για τριετή θητεία [άρθρα 9, 12 και 15][2].

Αλλά το πιο ζουμερό σημείο της απόφασης της «Αυτοδιαχείρισης» είναι αυτό που αφορά τα δικαιώματα του Διευθυντή. Έτσι, σύμφωνα με το διάταγμα, «ο Διευθυντής αντιπροσωπεύει το Κράτος μέσα στην επιχείρηση», «αντιτίθεται σε σχέδια που δεν αντιπροσωπεύουν το Εθνικό Πλάνο», απορρίπτει την «ελάττωση της αρχικής αξίας των μέσων παραγωγής» (σε απλά ελληνικά: απαγορεύει τις αυξήσεις μισθών μέσω κονδυλίων του κεφαλαίου αποσβέσεων)[άρθρο 20]. Και τέλος, το καλύτερο: «Ο Διευθυντής είναι μέλος της Διευθύνουσας Επιτροπής και ο διορισμός ή η απόλυσή του είναι αποκλειστικό δικαίωμα της «προϊστάμενης αρχής» [άρθρο 22].

Με άλλα λόγια, το διάταγμα της «Αυτοδιαχείρισης» ερχόταν να αποδυναμώσει ό,τι είχε καταφέρει το κίνημα των μαζών. Ερχόταν να το περιορίσει και τελικά να το σβήσει.

Ο εχθρός που είχε να αντιμετωπίσει το διάταγμα αυτό ήταν ο εργατικός έλεγχος. Και το όργανο ποδηγέτησης των εργατών ήταν το κράτος μέσω του διευθυντή.

Ακόμη και στο αρχικό διάστημα που οι εργάτες και οι εργάτριες της Αλγερίας είχαν πάρει τις επιχειρήσεις και τα αγροκτήματα στα χέρια τους, ούτε η συνολική οικονομία διευθύνονταν από αυτούς ούτε οι ίδιοι συγκροτούνταν ως τάξη που διευθύνει τη χώρα. Η Αλγερινή Επανάσταση ήταν μια κλασικού τύπου αγροτική επανάσταση. Και φυσικά, όπως και σε κάθε αγροτικό ξεσηκωμό, δεν ήταν οι αγρότες που κατέλαβαν την εξουσία, αλλά ένα κομμάτι της μορφωμένης μεσαίας τάξης που ανέλαβε να τους εκπροσωπήσει. Οι νεαροί φλογεροί διανοούμενοι που καθοδηγούσαν το FNL άρχισαν να μετατρέπονται, μισοσυνειδητά-μισοασυνείδητα, στη νέα άρχουσα γραφειοκρατία που ξεκίνησε να χειραγωγήσει και τελικά να υποτάξει τις τάξεις που νίκησαν στην επανάσταση αλλά γεύτηκαν για πολύ λίγο τη νίκη. Και αντί του «σοσιαλιστικού βαθέματος», στην Αλγερία εγκαθιδρύθηκε ο κρατικός καπιταλισμός.   

Η «αυτοδιαχείριση», ιδιαίτερα στα μεγάλα αγροκτήματα, ήταν αναγκαία μανούβρα, μια και η πρωτοπορία των πιο μαχητικών και αποφασισμένων καταπιεσμένων στην Αλγερία ήταν οι πολυπληθείς εργάτες γης. Ο διαχωρισμός και η αντιπαράθεση μεταξύ τους είναι αυτό που περιγράφεται στα άρθρα του διατάγματος, που έγραψε με το χέρι του ο Πάμπλο.

Αντίθετα, τα εργατικά συνδικάτα είχαν χτυπηθεί και κρατικοποιηθεί πολύ πιο νωρίς, σχεδόν από τους πρώτους μήνες της επικράτησης του FNL. Διότι το βιομηχανικό προλεταριάτο της Αλγερίας αριθμούσε λίγες μόνο δεκάδες χιλιάδες προλετάριους και ήταν αρκετά πιο εύκολο να χτυπηθεί από τον νεοσύστατο κρατικό μηχανισμό των ηγετών του FNL.

Όταν πια τέλειωσε η ανάγκη για μανούβρες, δεν άργησαν να πάρουν πόδι και οι επιδέξιοι ηγέτες και οι επαναστάτες σύμβουλοί τους. Το 1965 ο Αχμέτ Μπεν Μπελά πήρε το δρόμο για τη φυλακή και ο άχαρος και βαρύς Μπουμεντιέν ανέλαβε την εξουσία.

Πώς οι μεγάλοι επαναστάτες καταλήγουν μυστικοσύμβουλοι;

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως άνθρωποι σαν τον Μιχάλη Ράπτη ήταν από τις εντελώς σπάνιες περιπτώσεις αφοσιωμένων αγωνιστών της διεθνούς σοσιαλιστικής επανάστασης. Από τον ίδιο προσωπικά δεν έλειψε στο ελάχιστο ούτε το κουράγιο μπροστά στη λύσσα του γαλλικού και παγκόσμιου ιμπεριαλισμού ούτε η αυταπάρνηση και η αυτοθυσία υπέρ των εξεγερμένων σκλάβων της αποικιοκρατίας.

Όμως ο Ράπτης, αμέσως μετά την απομάκρυνσή του από την ηγεσία της 4ης Διεθνούς το 1963, ξεκίνησε μια πορεία έμπιστου συμβούλου του Μπεν Μπελά για να καταλήξει στα στερνά της ζωής του σύμβουλος του Ανδρέα Παπανδρέου. Τι πήγε λάθος; Είναι δυνατόν ο άνθρωπος που αυτοπροσώπως «ανέλαβε την ευθύνη» της αλγερινής επανάστασης απέναντι σε όλες τις αστυνομίες της Δυτικής Ευρώπης, να συνέβαλε συνειδητά στο χαντάκωμά της;

Στην περίπτωση του Πάμπλο θεωρούμε πως το ουσιαστικό πρόβλημα δεν ήταν έλλειψη χαρακτήρα, αλλά σύμπτωμα γενικότερου πολιτικού προσανατολισμού. Η ανάλυση του Τρότσκι για τη διαρκή επανάσταση και για το περιεχόμενο της σταλινικής γραφειοκρατίας ήταν εξαιρετικής σημασίας για την εποχή τους, μια και ήταν οι πρώτες προσπάθειες να εξηγηθούν νέα φαινόμενα με παλιότερα εργαλεία. Αλλά ούτε ο Τρότσκι ήταν αλάνθαστος υπεράνθρωπος ούτε οι αναλύσεις και οι προβλέψεις του δικαιώθηκαν κάθε φορά από την Ιστορία.

Η άποψη που ο Τρότσκι υπεράσπισε ως το τέλος της ζωής του, πως η σταλινική Ρωσία ήταν κάποιου είδους - έστω εκφυλισμένο - «εργατικό κράτος» παρόλο που οι εργάτες και οι εργάτριες δεν είχαν τον παραμικρό έλεγχο ούτε στο κράτος ούτε στις ζωές τους, ήταν πολύ ευάλωτο σημείο στη συγκρότηση της 4ης Διεθνούς. Η δημιουργία νέων σταλινικών κρατών στην Ανατολική Ευρώπη και κατόπιν στην Ασία και ο χαρακτηρισμός τους από την 4η Διεθνή ως «παραμορφωμένων από τη γέννησή τους εργατικών κρατών» έμπαζε στην κοσμοθεώρηση των στελεχών της Διεθνούς ένα πολύ επικίνδυνο συμπέρασμα: ότι μπορούν να φτιαχτούν «εργατικά κράτη» χωρίς τη δράση της εργατικής τάξης. Συχνά μάλιστα με την εργατική τάξη στη γωνία των εξελίξεων. Πρόκειται για μια αντίληψη που, αν την τραβήξεις στις λογικές της συνέπειες, σε συμφιλιώνει με τη σταλινική γραφειοκρατία. Στο κάτω-κάτω ο Στάλιν κατάφερε να μεταλαμπαδεύσει την επανάσταση, έστω «παραμορφωμένη», στην Ανατολική Ευρώπη και σιγά-σιγά σε όλο τον κόσμο. Άρα, σύμφωνα με αυτή τη λογική, ο σταλινισμός και η γραφειοκρατία είναι κάποιου είδους «επαναστατική δύναμη».

Τα στελέχη της 4ης Διεθνούς είχαν διαπαιδαγωγηθεί με την προσδοκία της επερχόμενης προλεταριακής επανάστασης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της διάλυσης του σταλινισμού. Αντί γι’ αυτό, βρέθηκαν να επιβιώνουν με ελάχιστες δυνάμεις σε μια Ευρώπη όπου ο σταλινισμός ή κυβερνούσε απόλυτα ή ήταν σημαντική συνιστώσα των εξελίξεων. Σε τέτοιες συνθήκες, και ιδιαίτερα μετά από μια τιτάνια προσπάθεια, όπως αυτή της συμμετοχής στην Αλγερινή Επανάσταση, ήταν πολύ μεγάλος πειρασμός ο «υποκαταστισμός». Η στήριξη, δηλαδή, στα πιο νέα και πιο αγωνιστικά κομμάτια της ανερχόμενης γραφειοκρατίας που μπορούν να προχωρήσουν στο «σοσιαλιστικό βάθεμα της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης», μια και οι εργάτες και οι εργάτριες ακόμα δεν το έχουν κάνει αυτό.

Έτσι, για άλλη μια φορά, ο δρόμος για την κόλαση στρώθηκε με τις καλύτερες προθέσεις.

Συμπέρασμα:

Το βιβλίο του Χάρη Κωστούλα, μ’ όλες τις εύκολα κατανοητές αδυναμίες του, είναι μια έντιμη προσπάθεια να ξαναδεθεί το νήμα με την εμπειρία της Αλγερινής Επανάστασης και της ολόπλευρης ανάληψης ευθύνης γι’ αυτήν εκ μέρους του τροτσκιστικού ρεύματος, τόσο μειοψηφικού εκείνα τα χρόνια. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να ανοίξει αυτή η συζήτηση και είναι κρίσιμο να μη μείνει απλώς ως μια ηρωική εξιστόρηση ανθρώπων που ξεπέρασαν τους εαυτούς τους στη μάχη με τον ιμπεριαλισμό.

De te fabula narratur! Για σένα μιλά η αφήγηση, αναγνώστη και αναγνώστρια! Είναι αδύνατο να υπερασπίσουμε τους τσακισμένους από τον ιμπεριαλισμό λαούς, χωρίς να παλέψουμε για τα δικαιώματά τους και την ανεξαρτησία τους. Και δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς να ξεβολευτούμε, χωρίς να συγκρουστούμε πλήρως με τον ιμπεριαλισμό που κοιλοπονά πολέμους, καθώς και με την «Ευρώπη-Φρούριο» που πνίγει συνεχώς τις βαρκούλες των απελπισμένων.

Χρειαζόμαστε οργάνωση και πρόγραμμα. Υπήρξαν κι άλλοι που αντιστάθηκαν στον ιμπεριαλισμό τον καιρό της Αλγερίας, όπως η Μπωβουάρ και ο Σαρτρ. Η μόνη, ωστόσο, πολιτική οργάνωση που σήκωσε το ανάστημά της ήταν η 4η Διεθνής. Κι ήταν αυτό που έκανε τη διαφορά.

Μια δυνατή οργάνωση χρειάζεται καθαρές ιδέες. Το οπλοστάσιο του Μαρξ, του Λένιν, της Λούξεμπουργκ και του Τρότσκι είναι εντελώς αναγκαίο. Χρειάζεται, όμως, επικαιροποίηση. Και, πάνω από όλα, κατάκτηση και αφομοίωσή του. Πρέπει να τον κάνουμε κτήμα μας τον μαρξισμό, αλλιώς θα απομείνουμε χωρίς προσανατολισμό μέσα στη σύγχυση.

Αλλά ακόμα και οι πιο κρυστάλλινες ιδέες αξίζουν κάτι, μόνο αν κερδίζουν στις κρίσιμες στιγμές τις μάζες, αν χρησιμεύσουν στη δική τους δράση και επιβεβαιώσουν τη δική τους πείρα. Ο σοσιαλισμός που αξίζει το όνομά του, είναι η αυτενέργεια των εκατομμυρίων τερμιτών της παραγωγής για τα δικά τους συμφέροντα.

Κι αυτός είναι ένας σκοπός που αξίζει στο πλήρες το πάθος και την αφοσιωμένη στράτευσή μας.

 

[1] Τα στοιχεία σε αυτή την παράγραφο και την επόμενη βασίζονται στην εισήγηση του Λέανδρου Μπόλαρη για την Αλγερινή Επανάσταση στο Ινστιτούτο «Παντελής Πουλιόπουλος» το 2016

[2] Τα στοιχεία αυτής της παραγράφου και της επόμενης προέρχονται από το άρθρο του περιοδικού International Socialism, «Algerian Shades», φθινόπωρο 1963 https://www.marxists.org/history/etol/newspape/isj/1963/no014/notes2.html

Ετικέτες