Η Μεγάλη Πορεία της Επιστροφής συνεχίζεται στην Παλαιστίνη.

Έχουν περάσει πάνω από 100 μέρες από εκείνη την 30ή Μάρτη που ξεκίνησαν οι μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στην πολιορκία της Γάζας και υπέρ του δικαιώματος της επιστροφής των Παλαιστίνιων προσφύγων στην γη που τους έκλεψαν. Πάνω από 100 μέρες καθημερινής παρουσίας κοντά στο φράχτη, 17 διαδοχικές Παρασκευές μαζικών διαδηλώσεων προς το φράχτη, παρά τη δολοφονική βία του ισραηλινού στρατού. Οι νεκροί πλησιάζουν πλέον τους 150, οι τραυματίες είναι πάνω από 15.000. Παρά το βαρύ τίμημα, ο λαός της Γάζας επιμένει, ξυπνώντας μνήμες Ιντιφάντα. Σαν να μην έφτανε η φονική βία, το Ισραήλ τιμωρεί συλλογικά τον περήφανο λαό της Γάζας, σφίγγοντας κι άλλο τον κλοιό της πολιορκίας: το μοναδικό εμπορικό πέρασμα έκλεισε, πολύτιμα αγαθά (π.χ. πετρέλαιο) δεν περνούν πια, ο θαλάσσιος χώρος που επιτρέπεται στους Παλαιστίνιους ψαράδες περιορίζεται κι άλλο. 

Φαίνεται ότι στο Ισραήλ σκέφτονται να αντιμετωπίσουν το άκαμπτο επί βδομάδες φρόνημα της Γάζας με μια πολεμική επιχείρηση. Κατά τη διαδήλωση της 13ης Ιούλη τραυματίστηκε Ισραηλινός στρατιώτης. 

Αν δεν κάνουμε λάθος, ήταν ο πρώτος τραυματίας από την πλευρά του Ισραήλ (και μάλιστα «μάχιμος»), μετά από τόση αιματοχυσία αμάχων. Η απάντηση ήταν αεροπορικοί βομβαρδισμοί σε όλη τη Γάζα τη νύχτα εκείνης της Παρασκευής και ξανά το Σάββατο. Οι παλαιστινιακές οργανώσεις αντίστασης απάντησαν εκτοξεύοντας δεκάδες ρουκέτες κατά του Ισραήλ, ένα αναγκαίο «μήνυμα» στον ισραηλινό στρατό ότι δεν θα εγκληματεί χωρίς απάντηση επ’ άπειρον. Ακολούθησαν νέα χτυπήματα, τα οποία Ισραηλινοί αξιωματούχοι περιέγραψαν οι ίδιοι ως τα μεγαλύτερα μετά την επίθεση του 2014. Σύμφωνα με την ισραηλινή «Χααρέτζ», δεν ήταν απάντηση μόνο στις ρουκέτες, αλλά στη γενικότερη «δραστηριότητα στα σύνορα», όπως και... στα μπαλόνια και τους χαρταετούς (τα «drones των φτωχών», που κουβαλούν εύφλεκτη ύλη και στέλνονται πέρα από το φράχτη για να προκαλέσουν φωτιά πέφτοντας). 

Σε όσους θα ρίξουν ευθύνες και στη Χαμάς, απαντά ο αντισιωνιστής Ισραηλινός Εβραίος δημοσιογράφος Γκιντεόν Λεβί, που σε ένα θαρραλέο άρθρο γράφει ότι «αν δεν ήταν οι χαρταετοί, οι φωτιές, οι ρουκέτες Κασάμ, οι Παλαιστίνιοι θα είχαν ξεχαστεί από τους πάντες...» για να καταλήξει στο συγκλονιστικό: «Ο αγώνας είναι ο μόνος δρόμος που τους απομένει, ένας δρόμος που θα πρέπει να σεβαστείτε, ακόμα κι αν είστε ένας Ισραηλινός που ίσως αποτελέσει θύμα του»... 

Σύμφωνα με τους «Times» του Ισραήλ, το Ισραήλ ίσως αποφασίσει ότι «δεν έχει άλλη επιλογή από το να καταλάβει όλη τη Γάζα»! Έγινε ήδη μια μεγάλη στρατιωτική άσκηση προσομοίωσης πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας και κατάληψης όλης της Γάζας. Η άσκηση θεωρούνταν προγραμματισμένη από καιρό, αλλά πήρε μεγάλη δημοσιότητα ως «έμμεση απειλή στη Χαμάς». Καθώς γράφονταν αυτές οι γραμμές, τα ισραηλινά χτυπήματα σε διάφορες περιοχές της Γάζας πύκνωναν ανησυχητικά... 

Σ ε αυτό το φόντο πρέπει να δούμε τη νέα νομοθεσία που ενέκρινε η Κνεσέτ, που λέγεται «Ισραήλ, το Έθνος-Κράτος του Εβραϊκού Λαού». Ο «βασικός νόμος» (δλδ. με ισχύ συνταγματικής πρόβλεψης) χαρακτηρίζει το Ισραήλ ως «πατρίδα του εβραϊκού λαού», με την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα. Ο νόμος δηλώνει ότι «το δικαίωμα στην εθνική αυτοδιάθεση στο Κράτος του Ισραήλ αφορά μόνο τον εβραϊκό λαό», αρνούμενος κάθε τέτοιο δικαίωμα στους Παλαιστινίους. Τα αραβικά υποβιβάζονται από επίσημη γλώσσα σε «ειδικής κατηγορίας» γλώσσα. Ανακηρύσσει τους «εβραϊκούς εποικισμούς» ως «εθνική αξία» και προβλέπει ότι το κράτος θα ενθαρρύνει και θα προωθήσει τη δημιουργία και την οχύρωση τέτοιων οικισμών. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η πρόβλεψη δεν έχει γεωγραφικούς περιορισμούς, «νομιμοποιώντας» την επέκταση των εποικισμών σε όλα τα παλαιστινιακά εδάφη. Είναι μια νομοθεσία που δίνει δικαιώματα σε όλους όσους το Ισραήλ αντιλαμβάνεται ως Εβραίους παγκόσμια, ενώ μετατρέπει τους μη Εβραίους που ζουν στο Ισραήλ σε «αλλοδαπούς στην ίδια τους τη χώρα». Είναι μια νομοθεσία-ορισμός του ρατσιστικού απαρτχάιντ που έρχεται σε σύγκρουση με το διεθνές δίκαιο με άπειρους τρόπους.

Η περιγραφή «επισημοποίηση του απαρτχάιντ» και όχι «θεσμοθέτησή του» είναι ακριβής. Οι Παλαιστίνιοι που ζουν στο Ισραήλ απολαμβάνουν κάποια δικαιώματα σε σύγκριση με τους υπόλοιπους ομοεθνείς τους, όπως το δικαίωμα ψήφου, αλλά αντιμετώπιζαν ήδη ένα ολόκληρο πλέγμα νόμων (πάνω από 65) που με προσεκτικές νομικές διατυπώσεις (όχι πάντα) τους κρατούσαν αποκλεισμένους στο περιθώριο. Επιπλέον, αυτά που κατοχυρώνει ο νέος νόμος είναι η πολιτική πρακτική του σιωνισμού και του κράτους του Ισραήλ από το 1948 μέχρι σήμερα. 

Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το νέο είναι αδιάφορο. Η απόφαση της Κνεσέτ, με δεδομένη την ένταση και τη διεθνή κατακραυγή που προκαλεί (ακόμα και από φιλοϊσραηλινά θινκ-τανκ που την επικρίνουν ως «λάθος για τη δημόσια εικόνα του Ισραήλ»), μοιάζει αψυχολόγητη, με δεδομένα όσα γράψαμε παραπάνω για την υπαρκτή περιθωριοποίηση του 20% που αποτελεί ο παλαιστινιακός πληθυσμός του Ισραήλ. Και αυτό είναι που βάζει σε σκέψεις για το μέλλον. 

Μια παλαιστινιακή μειονότητα τέτοιου μεγέθους επιτρέπει στο Ισραήλ να συνεχίζει να συντηρεί το μύθο του «εβραϊκού δημοκρατικού κράτους». Το ιστορικό δίλημμα των σιωνιστικών ηγεσιών ήταν ότι για να ελέγξουν όλα τα εδάφη της ιστορικής Παλαιστίνης (κυρίως τη Δυτική Όχθη) θα αποκτήσουν και έναν ανεπιθύμητο παλαιστινιακό πληθυσμό. Δηλαδή τότε θα καλούνταν να επιλέξουν οριστικά ανάμεσα στον «εβραϊκό» ή τον «δημοκρατικό» χαρακτήρα. Η επιλογή της κυβέρνησης Νετανιάχου να παρατήσει τα φύλλα συκής και να επιλέξει ανοιχτά τον «εβραϊκό» χαρακτήρα αφορά μάλλον την «οχύρωση» του Ισραήλ σε μελλοντικές εξελίξεις, όπως η προσάρτηση των κατεχόμενων παλαιστινιακών περιοχών ή/και η ανακοίνωση αναγνώρισης ενός παλαιστινιακού «κράτους» (μπαντουστάν) που θα συνδυαστεί με τον εκβιασμό προς τον παλαιστινιακό πληθυσμό «αν δεν σας αρέσει να είστε πολίτες δεύτερης κατηγορίας στο Ισραήλ, μπορείτε να φύγετε και να πάτε στο δικό σας κράτος». Σε κάθε περίπτωση, αυτού του τύπου η κατοχύρωση του «εβραϊκού χαρακτήρα» μοιάζει να αφορά όχι το σημερινό παλαιστινιακό 20%, αλλά μια τελείως διαφορετική κατάσταση και πολύ πιο επικίνδυνους σχεδιασμούς. 

Λίγες μέρες πριν, ένας άλλος νόμος που πέρασε στην Κνεσέτ περιορίζει την πρόσβαση των Παλαιστινίων στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ. Η ισραηλινή «Χααρέτζ» ισχυρίστηκε ανοιχτά ότι στόχο έχει να σταματήσει τις προσφυγές Παλαιστινίων ενάντια στους εβραϊκούς εποικισμούς στη Δυτική Όχθη. Ο ίδιος νόμος δίνει στους εποίκους της Δυτικής Όχθης πρόσβαση σε διοικητικά δικαστήρια τα οποία μέχρι πρότινος είχαν αρμοδιότητα μόνο εντός της επικράτειας του σημερινού Ισραήλ. Αυτά, σε συνάρτηση με την σιωπηλή αλλά θηριώδη αρπαγή παλαιστινιακής γης στη Δυτική Όχθη τα τελευταία δύο χρόνια, ενισχύουν την ανησυχία για πιθανές σκέψεις οριστικής προσάρτησης. Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του κράτους του Ισραήλ από τις ΗΠΑ δεν έδειχνε ποτέ αθώα, αλλά τώρα δείχνει ακόμα λιγότερο αθώα, όσον αφορά την «απόλυτη λύση» που προαναγγέλλει εδώ και καιρό ο Τραμπ...

Η νέα νομοθεσία όμως έχει τη σημασία της για το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη στο εδώ και στο τώρα. Όπως δήλωσε ο Παλαιστίνιος ηγέτης Ομάρ Μπαργκούτι, «αν υπήρχε μια συγκυρία για δράση BDS ενάντια στο σύστημα καταπίεσης του Ισραήλ, αυτή είναι τώρα... Η επίσημη υιοθέτηση του απαρτχάιντ από το Ισραήλ ανοίγει το δρόμο για τον παλαιστινιακό λαό, τα αραβικά έθνη και τους συμμάχους μας να πιέσουν τον ΟΗΕ να ενεργοποιήσει την αντι-απαρτχάιντ νομοθεσία του και να επιβάλει σοβαρές κυρώσεις στο Ισραήλ, σαν αυτές που είχαν επιβληθεί στη Νότια Αφρική». 

Το ιρλανδικό κοινοβούλιο πρόσφατα έδειξε το δρόμο, ψηφίζοντας (ενάντια στην κυβέρνηση μειοψηφίας) την απαγόρευση εισαγωγών από τις περιοχές των εποικισμών. Όπως δήλωσε η ανεξάρτητη βουλεύτρια που προώθησε το θέμα, «είναι μόνο μια αρχή». Κι έχει δίκιο: με τον νέο ισραηλινό νόμο καταργείται οριστικά και το φύλλο συκής της διάκρισης ανάμεσα στους «εποικισμούς στα κατεχόμενα» και το «Ισραήλ» (τα εδάφη που κατέλαβε το 1948). 

Φυσικά ακόμα κι αυτή η κατάφωρη κι ανοιχτή πλέον παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας μπορεί να περάσει ατιμώρητη. Η ΕΕ δήλωσε ότι «το πώς επιλέγει το Ισραήλ να χαρακτηρίζει τον εαυτό του είναι εσωτερικό του ζήτημα και σεβόμαστε τη συζήτηση στο εσωτερικό του». Για άλλη μια φορά, το βάρος πέφτει στο κίνημα αλληλεγγύης από τα κάτω...

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες