Παρ’ ότι οι διακοπές μετατρέπονται σε είδος πολυτελείας για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας (το 2016, οκτώ στα δέκα άτομα στην Ελλάδα δεν έκαναν καθόλου διακοπές ή όσοι/-ες έκαναν διήρκεσαν μόνο μερικές ημέρες ή στην καλύτερη περίπτωση πήγαν στον τόπο των γονιών ή των παππούδων), άραγε είναι κάτι που δεν πρέπει να επιτρέψουμε στον εαυτό μας, μπροστά σε όσα ζούμε;

Τε­λι­κά, τι ση­μαί­νει «κάνω δια­κο­πές». Μήπως είναι μόνο η με­τα­φο­ρά και η δια­μο­νή σε κά­ποια άλλη πε­ριο­χή ή μήπως είναι και κάτι άλλο; Χρειά­ζο­νται μόνο το κα­λο­καί­ρι οι δια­κο­πές ή είναι εξί­σου ση­μα­ντι­κές όλες τις επο­χές; 

Κατά τη γνώμη μου, ση­μαί­νει να ξε­φύ­γου­με από την κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα. Να ξε­φύ­γου­με από τους κα­θη­με­ρι­νούς πει­θα­να­γκα­στι­κούς ρυθ­μούς που μας επι­βάλ­λει το σύ­στη­μα. Να ξε­φύ­γου­με από την πει­θαρ­χία της ερ­γα­σί­ας, όσοι/-ες ακόμη την έχουν. Να πάψει, έστω και για λίγο, το σώμα μας να είναι εξάρ­τη­μα του χρό­νου ή της πα­ρα­γω­γής ή και των δύο.

Δεν έχει ση­μα­σία πόσο κοντά ή μα­κριά θα πάμε. Ση­μα­σία έχει το τα­ξί­δι, για να πα­ρα­φρά­σω τον Κα­βά­φη, είτε αυτό έχει να κάνει με τη με­τα­φο­ρά σε άλλο μέρος είτε έχει να κάνει με το τα­ξί­δι του μυα­λού. Ει­δι­κά ο νους μπο­ρεί να τα­ξι­δέ­ψει και με τα πιο απλά πράγ­μα­τα. Διότι, «κα­νείς δεν μπο­ρεί να στα­μα­τή­σει το τα­ξί­δι του μυα­λού», ακόμη και αν εί­μα­στε μόνο σε ένα άλσος της γει­το­νιάς μας. Είναι και αυτό δια­κο­πή.

Δια­κο­πές, λοι­πόν, είναι η ρήξη και η δια­κο­πή με τον κα­θη­με­ρι­νό χρόνο της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας, δη­λα­δή με τους ρυθ­μούς του ρο­λο­γιού. Ο χρό­νος γί­νε­ται άχρο­νος. Είναι η ανά­κτη­ση των δυ­νά­με­ων μας. Είναι η απε­λευ­θέ­ρω­ση της αν­θρώ­πι­νης ζωής και η τάση για χει­ρα­φέ­τη­ση-αυ­το­δια­χεί­ρι­ση ένα­ντι της αλ­λο­τρί­ω­σης-απο­ξέ­νω­σης. Είναι η ζωή, έτσι όπως πραγ­μα­τι­κά θα έπρε­πε να τη ζούμε: με χου­ζού­ρι, ξε­γνοια­σιά, τε­μπε­λιά, ονει­ρο­πό­λη­ση, ψυ­χα­γω­γία, δη­μιουρ­γι­κό­τη­τα, διά­βα­σμα, πε­ρι­ή­γη­ση, εκ­δρο­μές, πε­ρι­πά­τους, μυ­ρω­διές από τη φύση∙ με το άκου­σμα των που­λιών, την αγαλ­λί­α­ση του απέ­ρα­ντου γα­λά­ζιου, το ηλιο­βα­σί­λε­μα∙ με μόρ­φω­ση, με πο­λι­τι­σμό, με τους φί­λους μας, με τους αγα­πη­μέ­νους μας, με το μοί­ρα­σμα. Και μά­λι­στα, υπάρ­χουν πράγ­μα­τα, που μπο­ρού­με να τα απο­λαύ­σου­με δω­ρε­άν (π.χ. συ­ναυ­λί­ες, θε­α­τρι­κές πα­ρα­στά­σεις κλπ.).

Δεν χρειά­ζε­ται οι δια­κο­πές να ταυ­τί­ζο­νται με μια τάση δια­φυ­γής ή με την κα­τα­νά­λω­ση κάθε εί­δους ή με την εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση, ως μορ­φές δια­σκέ­δα­σης και δια­φυ­γής-εκτό­νω­σης από την κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα (π.χ. συ­νε­χείς αγο­ρές, πο­λυ­τέ­λεια, υπερ­κα­τα­νά­λω­ση αλ­κο­όλ και ου­σιών, κλπ.).

Η με­τά­βα­ση, πολ­λές φορές, δεν είναι εύ­κο­λη. Η δύ­να­μη της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας και της συ­νή­θειας, μας δυ­σκο­λεύ­ει να απο­κο­πού­με, ώστε να μπο­ρέ­σου­με να απο­συ­μπιε­στού­με. Γι’ αυτό δεν είναι τυ­χαίο ότι πολ­λές φορές, κατά τη διάρ­κεια των δια­κο­πών, δη­μιουρ­γού­νται και αρ­νη­τι­κές κα­τα­στά­σεις, όπως η συ­νει­δη­το­ποί­η­ση της μα­ταιό­τη­τας του χρό­νου που χά­νου­με από τη ζωή μας και μας συν­θλί­βει, καθώς επί­σης κα­τα­θλί­ψεις, χω­ρι­σμοί κλπ.

Όμως, υπάρ­χουν και ευ­χά­ρι­στα πράγ­μα­τα, όπως οι αν­θρώ­πι­νες σχέ­σεις, η επι­κοι­νω­νία, οι φι­λί­ες, οι νέοι έρω­τες ή η εν­δυ­νά­μω­ση των πα­λιών, τα νέα ξε­κι­νή­μα­τα, οι νέες σκέ­ψεις, κλπ. Οι δια­κο­πές είναι παι­χνί­δι, όπως όταν ήμα­σταν παι­διά.

Πά­ντως, όπως και αν επι­λέ­γει ο κα­θέ­νας/-μια να περ­νά­ει τις δια­κο­πές του/της, και σε οποια­δή­πο­τε εποχή, δη­λα­δή είτε μένει στον τόπο κα­τοι­κί­ας του είτε όχι, ας μην ξε­χνά­με πως, όπως λέει ο Ελύ­της, «...δεύ­τε­ρη ζωή δεν έχει». Διότι, τε­λι­κά, η ευ­τυ­χία της ζωής βρί­σκε­ται σε αυτά που θε­ω­ρού­με «απλά» και «ασή­μα­ντα», που όμως είναι τα πιο ση­μα­ντι­κά.

Ας απο­λαύ­σου­με, λοι­πόν, την θέα που θα επι­λέ­ξου­με, ας πάμε σε συ­ναυ­λί­ες, ας χο­ρέ­ψου­με, ας δια­βά­σου­με, ας ζω­γρα­φί­σου­με, ας επι­σκε­φτού­με μου­σεία ή εκ­θέ­σεις, έτσι και αλ­λιώς ο πο­λι­τι­σμός μας ακο­λου­θεί πα­ντού, ας περ­πα­τή­σου­με, ας επι­κοι­νω­νή­σου­με, ας ερω­τευ­θού­με, ας ονει­ρευ­τού­με, ας απο­λαύ­σου­με τη μο­να­χι­κό­τη­τά μας. Διότι αυτά, είτε έτσι είτε αλ­λιώς, δεν μπο­ρεί να μας τα στε­ρή­σει καμία κου­φά­λα.....

Υ.Γ.: Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση, να μην ξε­χνά­με και αυ­τούς που έχου­με απέ­να­ντί μας και μας εξυ­πη­ρε­τούν, οι οποί­οι τις πε­ρισ­σό­τε­ρες φορές ερ­γά­ζο­νται σε άθλιες ερ­γα­σια­κές συν­θή­κες, με εντα­τι­κο­ποί­η­ση, χα­μη­λούς μι­σθούς και αδή­λω­τη ερ­γα­σία. Είναι συ­νά­δελ­φοί μας. Ας μην ξε­χνά­με ότι εί­μα­στε ερ­γα­ζό­με­νοι απέ­να­ντι σε έναν άλλο ερ­γα­ζό­με­νο. Δεν εί­μα­στε ερ­γο­δό­τες τους, δεν βγά­ζου­με τα απω­θη­μέ­να μας επάνω τους και άρα η αλ­λη­λεγ­γύη μας, δη­μιουρ­γεί νέα πο­λι­τι­στι­κά και ανα­τρε­πτι­κά πρό­τυ­πα.

Ετικέτες