Κοιτάζοντας τον χάρτη αντιλαμβάνεται κανείς το ειδικό βάρος της Ουκρανίας που σπαράσσεται από το αιματηρό πρελούδιο ενός εμφυλίου και μιας διεθνούς διένεξης με απρόβλεπτη έκβαση. Αντιλαμβάνεται κανείς γιατί υπήρξε κοιτίδα του ρωσικού έθνους, γιατί ήταν πάντα διαφιλονικούμενη ανάμεσα σε ανταγωνίστριες χώρες, γιατί έγινε αντικείμενο διεκδικήσεων και προσαρτήσεων από τη Γερμανία, την Αυστροουγγαρία, τη Ρωσία και τη μετέπειτα ΕΣΣΔ.
Γιατί γίνεται σήμερα πεδίο της διχαστικής, άκρως τυχοδιωκτικής και εντέλει ανοικτά ιμπεριαλιστικής τακτικής από την ευρωπαϊκή ηγεσία. Αν η Ουκρανία προσδενόταν, με τη μια ή την άλλη μορφή, στο άρμα της Ε.Ε., η περίφημη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα αποκτούσε μια γεωγραφική και πολιτική υπόσταση που θα άλλαζε τις ισορροπίες ισχύος έναντι της Ρωσίας. Η Ουκρανία θα ήταν η δεύτερη σε μέγεθος χώρα της ευρωπαϊκής ενδοχώρας, θα πολλαπλασίαζε τις θαλάσσιες προσβάσεις της, θα περιόριζε, αντίστοιχα, αυτές της Ρωσίας, θα άλλαζε και τους όρους ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία, αντισταθμίζοντας το μονοπώλιο της προσφοράς με ένα αντι-μονοπώλιο της μεταφοράς.
Την ώρα που η ευρωπαϊκή ελίτ δηλώνει ανήσυχη για το ενδεχόμενο ενίσχυσης «εθνικιστών, ακροδεξιών και λαϊκιστών» στις επικείμενες ευρωεκλογές, στην Ουκρανία κάνει παιχνίδι ακριβώς με τέτοιες δυνάμεις
Αυτό, φυσικά, ισχύει και για την πλευρά της Ρωσίας, αλλά πολύ περισσότερο των ΗΠΑ, που δεν σταμάτησαν στιγμή την πολιτικοκοινωνική μηχανική στις μετασοβιετικές δημοκρατίες. Ωστόσο, είναι κυρίως η Ευρώπη, με πυρήνα τη Γαλλία και τη Γερμανία, που παρά τις διπλωματικές αμηχανίες της, λειτουργεί εμπρηστικά, επεμβατικά, διαιρετικά και διχαστικά σε όλο το μήκος και το πλάτος της Ευρώπης, από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια. Η Ε.Ε., που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε για να αποτρέψει την εκκίνηση ενός ακόμη παγκοσμίου πολέμου από το έδαφός της, και διευρύνθηκε από το 1989 και μετά για να εξαλείψει τις συνέπειες του Ψυχρού Πολέμου, λειτουργεί ακριβώς στην αντίστροφη κατεύθυνση. Σε μια πορεία ολικής επαναφοράς σ' αυτές ακριβώς τις ολέθριες συνθήκες.
Στην πιο ακραία και αιματηρή εκδοχή το είδαμε αυτό στα Βαλκάνια, με επίκεντρο τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Συνέβη με διαβαθμίσεις στις Βαλτικές και άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ. Η ευρωπαϊκή διπλωματία, γεωπολιτική και γεωοικονομία αναβίωσε πλήρως τον πόλεμο των σφαιρών επιρροής, συμμαχώντας αλά καρτ με ακραία εθνικιστικά, φονταμενταλιστικά, ακροδεξιά, τυχοδιωκτικά ακόμη και εγκληματικά στοιχεία που ξεπήδησαν από τη διάλυση των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης. Φαίνεται παράδοξο εκ πρώτης όψεως, αλλά η εξαγωγή του «ευρωπαϊσμού» στις λεγόμενες χώρες της «μετάβασης» έγινε με όχημα έναν συχνά εξωθούμενο στα άκρα εθνικισμό, που επιχειρούσε να αντισταθμίσει τους θυλάκους της ρωσικής επιρροής. Η ευρωπαϊκή πολιτική (που στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ μέχρι σήμερα κάτι παραπάνω από μια γερμανο-γαλλο-αγγλική πολιτική, σε διαφορετικές αναλογίες κάθε φορά) έχει πέσει σήμερα θύμα της επιτυχίας της. Έχει συμβάλει στη διαμόρφωση μιας Ευρώπης πιο διχασμένης από ποτέ στη μεταπολεμική περίοδο, με εστίες έντασης και αναφλέξεις που δεν υπήρξαν ούτε στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας αυτή η πολιτική, που θυμίζει τις χειρότερες στιγμές της Ιεράς Συμμαχίας, έχει αποκτήσει σχιζοειδή χαρακτηριστικά. Την ώρα που η ευρωπαϊκή ελίτ δηλώνει ανήσυχη για το ενδεχόμενο ενίσχυσης «εθνικιστών, ακροδεξιών και λαϊκιστών» στις επικείμενες ευρωεκλογές, στην ανατολική της «παραμεθόριο» - στην Ουκρανία, που άλλωστε σημαίνει ακριβώς αυτό- κάνει παιχνίδι ακριβώς με τέτοιες δυνάμεις. Όμως, μια μακρά περίοδος αποσταθεροποίησης της όποιας κεντρικής εξουσίας, και πολύ περισσότερο ένας εμφύλιος στην Ουκρανία έχει όλες τις προϋποθέσεις να εξελιχθεί σε «θερμή» διεθνή διένεξη. Όχι μόνο λόγω γεωγραφίας, αλλά και γιατί η ουκρανική κοινωνία διατρέχεται από ποικίλες εθνοφυλετικές, γλωσσικές, ιστορικές και θρησκευτικές διαιρέσεις, που μπορούν να δημιουργήσουν κίνητρα άμεσης εμπλοκής και επέμβασης από «αδελφές χώρες».
Η ευρωπαϊκή ελίτ, που προστρέχει ως αυτόκλητος εκπρόσωπος της «διεθνούς κοινότητας», πιθανότατα τα γνωρίζει όλα αυτά, όπως γνωρίζει και τους κινδύνους μιας διεθνούς, κυρίως ευρωπαϊκής, ανάφλεξης. Η επίδειξη «μετριοπάθειας» και διπλωματικού τακτ από τη γερμανική ηγεσία, δύσκολα μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι το δικό της σχέδιο γερμανικής ολοκλήρωσης της Ε.Ε. προς ανατολάς, αργά ή γρήγορα θα έρθει σε σύγκρουση με αντίστοιχους ρωσικούς σχεδιασμούς και θα τινάξει τη γερμανο-ρωσική σχέση στον αέρα.
Θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; Όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα βασίζεται σε διαχωρισμούς και τείχη, σε διχασμούς και ανταγωνιστικές σχέσεις. Βορράς και Νότος, πλεονασματικές και ελλειμματικές χώρες, επιτηρητές και επιτηρούμενοι, επιτελείς και υποτελείς κοινωνίες. Έπειτα από μισό και πλέον αιώνα ευρωπαϊκής ενοποίησης το μόνο που αυξάνεται σταθερά είναι οι αποκλίσεις ανάμεσα στις πλουσιότερες και φτωχότερες κοινωνίες. Αυτό το διχαστικό μοντέλο η Ε.Ε. επιχειρεί να εξαγάγει στις χώρες που θέλει να εντάξει στη σφαίρα επιρροής της. Τι πιο χαρακτηριστικό από την ίδια την τελευταία ουκρανική κρίση. Τι άλλο την προκάλεσε παρά η εκβιαστική επιμονή της ευρωπαϊκής ηγεσίας να καταστήσει τη χώρα προτεκτοράτο έναντι του πινακίου φακής που τελικώς έσπευσε να προσφέρει η Μόσχα...