Το νόημα της συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και των δανειστών είναι απλό. Η σκληρή μνημονιακή λιτότητα παρατείνεται για 5 ακόμα χρόνια, τουλάχιστον ως το 2022.
Και η λιτότητα θα είναι δρακόντεια: Στο ήδη ρημαγμένο κοινωνικό τοπίο θα προστεθούν οι σκληρές μειώσεις στις καταβαλλόμενες συντάξεις, η αύξηση στη φορολόγηση ακόμα και των πιο φτωχών νοικοκυριών, οι καλπάζουσες ιδιωτικοποιήσεις.
Για κάποιους αυτή η συμφορά θα είναι «πάρτι»: Η συντριβή των μισθών και των εργατικών κατακτήσεων ήδη δημιουργεί «ευκαιρίες» για πολλούς καπιταλιστές, ενώ το Μνημόνιο 4 συστηματοποιεί αυτή την «προστασία», θωρακίζοντας προληπτικά την «επιχειρηματικότητα» από τον κίνδυνο των απεργιών, από περιττές πολυτέλειες όπως οι Συλλογικές Συμβάσεις και ως μπόνους προσθέτει την πλήρη κατάργηση ακόμα και των τυπικών «προστασιών» που έχουν απομείνει στις ομαδικές απολύσεις.
Είναι μια πολιτική άκρατου και άγριου νεοφιλελευθερισμού.
Για άλλη μια φορά, το εργατικό-λαϊκό κίνημα και η πολιτική Αριστερά βρίσκονται μπροστά σε κρίσιμα καθήκοντα ανατροπής.
Οι αντιδράσεις που έχουν ήδη ανακοινωθεί –η απεργία στις 17 του Μάη– πρέπει να υποστηριχθούν και να πάρουν τις μεγαλύτερες δυνατές διαστάσεις. Όμως, ολοφάνερα, είναι κατώτερες των περιστάσεων. Με ευθύνη των συνδικαλιστικών γραφειοκρατικών ηγεσιών. Με ευθύνη όμως και των δυνάμεων της Αριστεράς, που όφειλαν να πάρουν δημιουργικές πρωτοβουλίες κάλυψης αυτού του κενού και μέχρι τώρα δεν το κατορθώνουν. Ένας αυτάρεσκος σεχταρισμός ταυτίζεται πλέον σαφώς με την παθητικότητα.
Αυτή η μεγάλη πρόκληση δεν είναι απομονωμένη. Τη ζήσαμε στην οργάνωση των πρωτομαγιάτικων διαδηλώσεων. Τη μετράμε καθημερινά στα προβλήματα οργάνωσης της αλληλεγγύης στους πρόσφυγες, στα προβλήματα των αναγκαίων απαντήσεων στο ρατσισμό και στον κίνδυνο της ακροδεξιάς και των νεοναζί. Η πρόκληση δεν είναι, επίσης, ένα τοπικό, ένα ελλαδικό πρόβλημα: Στη Γαλλία πρόσφατα, και με τη βοήθεια ενός σκληρού εκλογικού συστήματος, ο κόσμος μας πιέστηκε να εγκλωβιστεί στο «δίλλημα» μεταξύ ενός γιάπη της κοινωνικο-οικονομικής «ακροδεξιάς» που απειλεί με θατσερική αντεπανάσταση και μιας ατόφιας εκπροσώπου της πολιτικής ακροδεξιάς, των κρυπτο-φασιστών του FN.
Στις ΗΠΑ, σε μια χώρα όπου το μαζικό κίνημα και η Αριστερά ξεκινούν από χαμηλότερο σημείο ανάπτυξης, υποχρεώθηκαν να χτίσουν γρήγορα απαντήσεις στην απειλή των πολιτικών του Τραμπ. Και έδωσαν μια απάντηση πάνω στο ερώτημα πώς μπορεί να αναπτυχθεί ένα αποτελεσματικό κοινωνικό κίνημα αντίστασης: Keep it large – Keep it racical!
Στις πρωτοβουλίες που χρειάζεται να πάρουμε, είναι αναντικατάστατο στοιχείο η ριζοσπαστική-αριστερή πολιτική. Οι αναγκαίες απαντήσεις στο Μνημόνιο 4, από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και των λαϊκών δυνάμεων, προϋποθέτουν ανατροπές. Κατακτήσεις για τον κόσμο μας, που μπορούν να υπάρξουν μόνο με την επιβολή πάνω στην κυρίαρχη τάξη και τους δανειστές. Κατακτήσεις που πρέπει να διεκδικηθούν με την προοπτική της διαρκούς διεύρυνσής τους, γιατί μόνο η πλήρης ανατροπή των μνημονίων και του νεοφιλελευθερισμού μπορεί να οδηγήσει στο χαλάρωμα της θηλιάς της λιτότητας που συνθλίβει την κοινωνική πλειοψηφία.
Όμως ακριβώς επειδή οι ανατροπές είναι σήμερα προφανώς αναγκαίες, η ριζοσπαστική ρητορική δεν είναι αρκετή. Κάθε πολιτική για να είναι απειλητική για τους «από πάνω» οφείλει να έχει μαζική στήριξη και συμμετοχή και γι’ αυτό να είναι «πλατιά» κι ενωτική. Στις σημερινές συνθήκες, χωρίς την ενότητα στη δράση δεν υπάρχει πραγματικά ριζοσπαστική-αριστερή πολιτική. Και αυτό ισχύει στις «μικρές» μάχες –π.χ. την απάντηση στην επιδρομή στη Νέα Φιλαδέλφεια– ως τη «μεγάλη» υποχρέωση, την πάλη για την ανατροπή του Μνημονίου 4 και όλων των προηγούμενων «δεσμεύσεων» απέναντι στην ΕΕ και το ΔΝΤ.
Με αυτόν τον τρόπο οφείλουμε να κινηθούμε στη νέα περίοδο που εγκαινιάζει η υπογραφή του Τσίπρα στο Μνημόνιο 4. Αρχίζοντας από την οργάνωση της απεργίας στις 17 Μάη, οικοδομώντας την απαραίτητη συνέχειά της, αντιμετωπίζοντας συστηματικά τα προβλήματα παρουσίασης μιας πειστικής συνολικά εναλλακτικής λύσης απέναντι στη βαρβαρότητα της νεομνημονιακής πενταετίας που σχεδιάζεται…