Η καταφυγή του Αλ. Τσίπρα στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών με το αίτημα της «εθνικής συνεννόησης», μπροστά στην κρίση του Προσφυγικού αλλά με δεδομένο το υπόβαθρο της αδυναμίας στην επιβολή του Μνημονίου 3, είναι μια σημαντική υποχώρηση.
Ο «θριαμβευτής» των εκλογών στις 20/9, που μαζί με τον Καμμένο φάνταζαν τότε ικανοί να αναδιαρθρώσουν το πολιτικό σκηνικό και να διατηρήσουν μια μακρά «ηγεμονία» συνεργαζόμενοι ανεμπόδιστα –και σχετικά αρμονικά– με τους δανειστές, ομολογεί σήμερα ότι δεν μπορεί να επιβάλει τους όρους του «στοιχήματος» που έβαλε με την κατάπτυστη συμφωνία της 13ης Ιουλίου. Προσφεύγει στους ηττημένους του δημοψηφίσματος και των εκλογών ζητώντας πολιτική στήριξη για να αποφευχθεί μια καθεστωτική κρίση, μια απώλεια του ελέγχου επί των εξελίξεων.
Τα «μικρά» κόμματα και η ΝΔ δηλώνουν ότι κατανοούν τους λόγους, είναι πρόθυμοι για στήριξη στη βάση της «εθνικής συνεννόησης», αλλά –φυσιολογικά– βάζουν πολιτικούς όρους. Που αφορούν τη γραμμή της κυβέρνησης και σταδιακά τη σύνθεσή της. Έχει αρχίσει ήδη η πορεία μετάλλαξης μιας δήθεν κυβέρνησης της Αριστεράς σε –ανοιχτά ή καλυμμένα– κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης, κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Όμως αυτές οι πορείες δεν είναι ποτέ προδιαγεγραμμένες, ενέχουν κινδύνους εκτροχιασμού, με μετατροπή τους σε ανοιχτή πολιτική περιπέτεια, σε εκρηκτική πολιτική κρίση.
Αυτή η καλπάζουσα αστάθεια στο εσωτερικό ενισχύεται από την ασάφεια, από την έλλειψη καθαρής ηγεμονικής γραμμής, διεθνώς. Με την ένταση της κρίσης, με το πρόβλημα στη Γαλλία, με εμφάνιση προβλήματος στην ίδια τη Γερμανία, η ευρωηγεσία εμφανίζει, για πρώτη φορά τόσο καθαρά, πρόβλημα αποφασιστικού προσανατολισμού.
Αυτό αναδεικνύει η «απειθαρχία» μεσαίων και μικρών παικτών στο γήπεδο της ΕΕ μπροστά στην κρίση του Προσφυγικού.
Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για αυταπάτες, η «συνεννόηση» των πολιτικών αρχηγών θα έχει αντιδραστικό περιεχόμενο, θα στρέφεται κατά των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας και μάλιστα σε όλη τη γραμμή του μετώπου. Θα αφορά ρατσιστική στροφή στο ζήτημα της αντιμετώπισης των προσφύγων, ανοιχτή «ατλαντική» στροφή στην υποδοχή του ΝΑΤΟ στην ανατολική Μεσόγειο, και ασφαλώς σαφέστερη δέσμευση όλων για υποστήριξη των μνημονιακών μέτρων.
Αυτήν την αστάθεια στο στρατόπεδο των «από πάνω» δημιούργησαν αφενός οι αντικειμενικοί όροι της κρίσης του συστήματος, αλλά επίσης οι αγώνες των από κάτω! Οι κινητοποιήσεις των αγροτών, των αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων και η γενική απεργία στις 4 Φλεβάρη είχαν παραλυτικές πολιτικές συνέπειες.
Σήμερα μοιάζει να έχουμε μπει σε ένα «μεσοδιάστημα» των κινητοποιήσεων. Οι ευθύνες γι’ αυτό βαρύνουν τις συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες στα αγροτικά μπλόκα και στα εργατικά συνδικάτα, που έδωσαν στον Τσίπρα το πολυπόθητο «τάιμ άουτ» (δυστυχώς ανάμεσά τους και μια αριστερή πτέρυγα, που θυμήθηκε τα τέλη της δεκαετίας του ’80, όταν ο Χαρίλαος Φλωράκης καταδίκαζε τα «γιουρούσια της πρωτοπορίας» και κρέμαγε ανοιχτά την εργατική αντίσταση στο τότε «σταθεροποιητικό πρόγραμμα» των Σημίτη-Παπανδρέου...).
Όμως το μεσοδιάστημα θα είναι αναγκαστικά μικρό. Γιατί η κρίση των «από πάνω» είναι βαθιά. Γιατί οι «από κάτω» δεν αντέχουν και δεν θέλουν άλλο τη μνημονιακή πίεση. Οι αγωνιστικοί και πολιτικοί σεισμοί που προκαλεί το ενεργό ρήγμα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» θα επανέλθουν με νέα ορμή. Πιθανότατα με τη δημοσίευση της οριστικής μορφής του νόμου-καρμανιόλα του Κατρούγκαλου.
Μέχρι τότε οι «μικροί» αγώνες μας θα έχουν μεγάλη σημασία, γιατί μέσα από αυτούς κυοφορείται η επόμενη μεγάλη έκρηξη. Και μαζί θα έχει σημασία να κρατήσουμε καθαρή ματιά απέναντι στην «εθνική συνεννόηση» και να αξιοποιήσουμε τις όποιες ανάσες χρόνου έχουμε για να συσφίξουμε τις κινηματικές και πολιτικές γραμμές μας.
Το μεσοδιάστημα θα είναι μικρό.